Eurokinissi |
Πρώτον, να θολώσει τις ευθύνες της κυβέρνησης της ΝΔ και των κομμάτων που είτε από κυβερνητικές θέσεις είτε από την αντιπολίτευση όχι μόνο στηρίζουν με κάθε μέσο την ΚΑΠ της ΕΕ αλλά της προσδίδουν και ιδιότητες που δεν έχει, όπως ότι δήθεν χάρη σε αυτήν επιβιώνουν οι αγρότες στη χώρα μας. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι περίσσεψαν οι αναφορές στα 3 δισεκατομμύρια ευρώ που εισρέουν ετησίως από τα «κοινοτικά» ταμεία, λες και αυτά δεν προέρχονται από τη φορολεηλασία των ευρωπαϊκών λαών, συμπεριλαμβανομένου και του ελληνικού.
Με αυτόν τον τρόπο, και με την υπερπροβολή της παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στην υπόθεση, επιχειρείται όχι μόνο να βγει «λάδι» η ΕΕ, της οποίας η Κοινή Αγροτική Πολιτική είναι η «πέτρα του σκανδάλου», αλλά και να παρουσιαστεί ως εγγυητής της «διαφάνειας», της «εξυγίανσης» και του «κράτους δικαίου». Ολα αυτά ποιος; H EE των λόμπι, της εξαγοράς, της διαφθοράς των μονοπωλίων, των ιμπεριαλιστικών πολέμων.
Δεύτερον, επιχειρείται ο αποπροσανατολισμός από εξελίξεις που προετοιμάζονται με τη συμμετοχή και της ελληνικής κυβέρνησης και αφορούν την προσαρμογή της ΚΑΠ, που πρόκειται να αναθεωρηθεί το 2027 στα νέα δεδομένα, δηλαδή στα δεδομένα της πολεμικής προετοιμασίας της ΕΕ και της αναπροσαρμογής των προτεραιοτήτων του προϋπολογισμού της. Εξελίξεις που έχουν σχέση και με την προώθηση της παράδοσης των ορεινών όγκων στο μονοπωλιακό κεφάλαιο για κερδοφόρες επενδύσεις, που θα περιορίσει τις δημόσιες εκτάσεις οι οποίες «δίνονται» σε κτηνοτρόφους ως βοσκοτόπια.
Eurokinissi |
Στην προκειμένη περίπτωση, με το πρόσχημα να μη «χαθούν» οι αγροτικές επιδοτήσεις, υπουργοί και διοικήσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ, με τις ευλογίες των Βρυξελλών, έκαναν «τα πάντα». Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2015, επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ψηφίστηκε στη Βουλή, όχι μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και από ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και τα υπόλοιπα κόμματα που υπήρχαν τότε πλην ΚΚΕ, νομοσχέδιο1που έδινε τη δυνατότητα να χαρακτηρίζονται δάση και δασικές εκτάσεις βοσκότοποι, ώστε να προκύψουν οι απαραίτητες εκτάσεις για τη χορήγηση της επιδότησης στην κτηνοτροφία.
Πάνω σε αυτό το έδαφος φύτρωσε ο «παραλογισμός» για τον οποίο οι διάφοροι σκανδαλοθήρες σήμερα κάνουν ότι πέφτουν από τα σύννεφα: Να εκδίδονται Υπουργικές Αποφάσεις και εγκύκλιοι οι οποίες μοίραζαν βοσκοτόπια περιοχών όπως ο Γράμμος, τα Αγραφα, νησιά του Αιγαίου, η Πελοπόννησος για να ενεργοποιήσουν δικαιώματα επιδότησης κτηνοτρόφοι με έδρα εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, σε περιοχές όπου δεν επαρκούσαν οι υπάρχουσες εκτάσεις.
Τώρα ήρθε η στιγμή που τα αστικά επιτελεία επιλέγουν να κάνουν «αποκαλύψεις» γύρω από αυτήν τη διαμορφωμένη κατάσταση, να φέρουν στην επιφάνεια ορισμένες πλευρές της με έντονη δυσωδία. Προφανής τους στόχος είναι να αξιοποιήσουν όλα αυτά για την επιτάχυνση των αλλαγών της αστικής πολιτικής που είναι ήδη σε διαβούλευση σε επίπεδο ΕΕ, ακόμα και για την περαιτέρω ιδιωτικοποίηση δημόσιων εκτάσεων.
Δεν είναι άλλωστε πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την πολιτική των αγροτικών επιδοτήσεων. Στην Ιστορία έχουν μείνει η κρατική απάτη με το γιουγκοσλαβικό καλαμπόκι2στα τέλη της δεκαετίας του 1980 αλλά και τα λεγόμενα «πανωγραψίματα»3των δεκαετιών 1980 - 1990, για να εξασφαλιστεί παραπάνω επιδότηση.
Πρόκειται για την περίοδο που οι επιδοτήσεις χορηγούνταν με βάση την παραγωγή, δηλαδή ανά κιλό παραδιδόμενου αγροτικού προϊόντος, ακόμα κι αν ορισμένα από αυτά τα προϊόντα τελικά κατέληγαν στις χωματερές για να μη «διαταραχθεί» η αγορά από την «υπερπροσφορά» τους. Για να αμβλυνθεί αυτός ο «παραλογισμός» άρχισαν σταδιακά να επιβάλλονται ορισμένα όρια στην παραγόμενη ποσότητα για την οποία υπήρχε επιδότηση ανά κιλό, κυρίως μέσω των «ποσοστώσεων» σε μια σειρά προϊόντα (π.χ. αγελαδινό γάλα, ζάχαρη) ή των «εγγυημένων ποσοτήτων» και των «προστίμων συνυπευθυνότητας» στους παραγωγούς, αν ξεπερνούσαν ένα προκαθορισμένο επίπεδο παραγωγής.
Ηταν η εποχή που τα μονοπώλια της τότε ΕΟΚ και μετέπειτα ΕΕ ιεραρχούσαν ως προτεραιότητα την εξεύρεση πρώτων υλών από την «κοινοτική - εσωτερική» αγορά, γι' αυτό στην ΚΑΠ της εποχής προβλέπονταν, παράλληλα με την επιδότηση της παραγωγής, σημαντικά δασμολογικά εμπόδια στις εισαγωγές βασικών αγροτικών προϊόντων.
Ο συγκεκριμένος τρόπος κατανομής των ενισχύσεων πυροδοτούσε επίσης ψηφοθηρία και φαινόμενα διαφθοράς, τα οποία, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1990, έγιναν αντικείμενο σκανδαλοθηρίας και αξιοποιήθηκαν από τα αστικά επιτελεία για τη μετάβαση σε μια «νέα» εποχή.
Είναι η εποχή που σημαδεύτηκε από την υπογραφή της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) το 1994, στην οποία αποτυπωνόταν ένας νέος συμβιβασμός για τη μοιρασιά της λείας ανάμεσα στα μονοπώλια των σημαντικότερων ιμπεριαλιστικών κέντρων της εποχής, δηλαδή των ΗΠΑ, της ΕΕ, της Ιαπωνίας κ.ά.
Στο πλαίσιο εφαρμογής της GATT η ΕΕ δεσμεύτηκε να αποσυνδέσει τις επιδοτήσεις από την παραγωγή, τόσο στη γεωργική όσο και στην κτηνοτροφική δραστηριότητα, και να καταργήσει μια σειρά δασμολογικά εμπόδια στις εισαγωγές από «τρίτες» χώρες. Αντίστοιχα μέτρα πήραν και τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα.
Με τις αναθεωρήσεις της ΚΑΠ εκείνης της εποχής η ΕΕ υιοθέτησε τις λεγόμενες «άμεσες» ενισχύσεις (πρώτος πυλώνας της ΚΑΠ), που χορηγούνταν όχι με βάση την παραγωγή αλλά την έκταση της γης που είχε στην ιδιοκτησία του ή νοίκιαζε ο δικαιούχος επιδότησης, με το επιχείρημα ότι με αυτόν τον τρόπο η παραγωγή θα «προσανατολιστεί περισσότερο στην αγορά» και οι αγρότες θα έχουν την «ελευθερία να παράγουν σύμφωνα με τη ζήτηση».
Η ελευθερία βέβαια αφορούσε αποκλειστικά τα μονοπώλια, που απέκτησαν μεγαλύτερες δυνατότητες εξασφάλισης πρώτων υλών απ' όπου τους βόλευε καλύτερα (π.χ. από τρίτες χώρες, λόγω άρσης ή μείωσης ορισμένων δασμών) και με αυτόν τον τρόπο μπορούσαν να συμπιέζουν περαιτέρω τις τιμές με τις οποίες προμηθεύονταν τα εγχώρια αγροτικά προϊόντα.
Παράλληλα δόθηκε βάρος στην επιδότηση επενδυτικών σχεδίων (δεύτερος πυλώνας της ΚΑΠ - πυλώνας «αγροτικής ανάπτυξης») ώστε να διαμορφωθούν καπιταλιστικές αγροτικές εκμεταλλεύσεις, ενώ καθορίστηκαν και ορισμένα κριτήρια για αυστηρότερες προδιαγραφές (προϊόντα ΠΟΠ, περιορισμοί στα γενετικά τροποποιημένα, βιολογικές καλλιέργειες κ.λπ.) στην παραγωγή και μεταποίηση αγροτικών προϊόντων, ώστε μέσω αυτών να μπαίνουν εμπόδια στην εισαγωγή ομοειδών, κυρίως μεταποιημένων ειδών από ανταγωνίστριες διακρατικές ενώσεις.
Οι αλλαγές αυτές προχώρησαν σε κάθε χώρα και συνοδεύτηκαν από τις αναγκαίες προσαρμογές του κρατικού μηχανισμού προκειμένου να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις νέες απαιτήσεις. Ετσι, το 1998 συστάθηκε ο ΟΠΕΚΕΠΕ, ως «σύγχρονος» κρατικός φορέας (ΝΠΙΔ εποπτευόμενο από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων) αρμόδιος για τις επιδοτήσεις.
Προέκυψε από την κατάργηση και τη συγχώνευση υπηρεσιών όπως οι Οργανισμοί Βάμβακος, Καπνού και Ελαιολάδου, που ήταν απαξιωμένοι, γιατί είχαν φορτωθεί μια σειρά «αμαρτίες», καθώς χορηγούσαν τις επιδοτήσεις μαζί με τους χιλιάδες αγροτικούς πιστωτικούς συνεταιρισμούς, που δεν είχαν άλλο αντικείμενο στην πλειοψηφία τους πέρα από το να μοιράζουν τις επιδοτήσεις σε ρευστό στους αγρότες που αποτελούσαν την εκλογική βάση της «ξεφωνημένης» ΠΑΣΕΓΕΣ.
Σταδιακά, με τις απανωτές αναθεωρήσεις της ΚΑΠ φτάσαμε στη σημερινή μορφή των «άμεσων» ενισχύσεων, οι οποίες υποδιαιρούνται στη βασική, τις συνδεδεμένες, τα «οικολογικά προγράμματα», την αναδιανεμητική και τη συμπληρωματική ενίσχυση νέων αγροτών.
Η βασική ενίσχυση συνίσταται σε ένα καθορισμένο ποσό ανά στρέμμα έκτασης αγροτικής γης, ανάλογο με το αγρονομικό είδος της, που μπορεί να είναι είτε αροτραία, είτε δενδρώδης, είτε βοσκότοπος. Η έκταση πρέπει να είναι επιλέξιμη, δηλαδή να αντιστοιχεί σε δικαιώματα επιδότησης και ως ελάχιστη προϋπόθεση να πληρούνται ορισμένες απαιτήσεις, όπως να υπάρχει καλλιέργεια, η γη και τα ζώα να συντηρούνται σε καλή κατάσταση.4
Οι συνδεδεμένες χορηγούνται επίσης ως καθορισμένο ποσό ανά στρέμμα συγκεκριμένης καλλιέργειας, εφόσον αυτή πληροί ορισμένες προϋποθέσεις. Τέτοιες, ανάλογα με την καλλιέργεια, είναι η χρήση πιστοποιημένου σπόρου, ένα κατώτερο πλαφόν μέσης παραγωγής ανά στρέμμα κ.ά. Αφορούν κυρίως προϊόντα που αποτελούν πρώτη ύλη στη βιομηχανία (βαμβάκι, σιτάρι, κριθάρι, πορτοκάλια χυμοποίησης, βιομηχανική ντομάτα κ.λπ.).
Τα «οικολογικά προγράμματα» αντικατέστησαν τη λεγόμενη «πράσινη ενίσχυση» και επιχορηγούν με ένα ποσό ανά στρέμμα συγκεκριμένες γεωργικές - κτηνοτροφικές πρακτικές και δεσμεύσεις που θεωρούνται φιλικές προς το περιβάλλον (χρήση «ανθεκτικών στην κλιματική αλλαγή» ειδών, εφαρμογή μεθόδων «γεωργίας ακριβείας», διατήρηση βιολογικής καλλιέργειας ή εκτροφής κ.λπ.). Σε αυτά εντάσσεται ο αγροτοπαραγωγός με βάση τις οδηγίες και τις «συμβουλές» που του δίνουν τα διάφορα μελετητικά γραφεία.
Η αναδιανεμητική ενίσχυση είναι ένα ποσό ανά στρέμμα που χορηγείται σε εκμεταλλεύσεις μικρότερες από ένα στρεμματικό όριο. Η δε συμπληρωματική νέων αγροτών, επίσης ποσό ανά στρέμμα έκτασης γης που χορηγείται σε αγρότες ηλικίας έως 40 ετών.
Με τη μορφή άμεσης ενίσχυσης χορηγούνται και ορισμένες επιχορηγήσεις του πυλώνα αγροτικής ανάπτυξης (δεύτερος πυλώνας), όπως η «εξισωτική», που αφορά ορεινές και μειονεκτικές περιοχές, καθώς και οι ενισχύσεις των «αγροπεριβαλλοντικών μέτρων», που αφορούν κυρίως την προστασία συγκεκριμένων γεωργικών - κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων (παραδοσιακοί ελαιώνες, αμπελώνες, αυτόχθονες φυλές ζώων κ.λπ.), τη χρήση εναλλακτικών μορφών φυτοπροστασίας και την καλή μεταχείριση των αγροτικών ζώων.
Η χορήγηση της επιδότησης με κριτήριο την έκταση της επιλέξιμης αγροτικής γης και όχι την πραγματική παραγωγή είχε ως αποτέλεσμα να είναι δικαιούχοι επιδότησης ιδιοκτήτες αγροτικής γης, χωρίς οι ίδιοι απαραίτητα να αναπτύσσουν αγροτική δραστηριότητα. Στο πλαίσιο αυτό, αγροτική επιδότηση στην Ελλάδα παίρνουν δικηγόροι, γιατροί, βουλευτές, μέχρι και ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης.5 Επίσης είχε ως αποτέλεσμα στην κτηνοτροφία να πρέπει να αντιστοιχηθούν τα κτηνοτροφικά ζώα - ακόμα κι αν αυτά είναι αποκλειστικά σταβλισμένα - με εκτάσεις βοσκοτόπων και με βάση αυτές να πληρώνεται την επιδότηση ο κτηνοτρόφος.
Με την αναθεώρηση της ΚΑΠ του 2013, η ΕΕ περιέλαβε στους επιλέξιμους βοσκότοπους μόνο χορτολιβαδικές εκτάσεις και απέκλεισε τις εκτάσεις με χαμηλή ξυλώδη βλάστηση, που χαρακτηρίζουν τουλάχιστον κατά 40% το ελληνικό τοπίο. Αυτό το γεγονός εγκυμονούσε τον κίνδυνο να κοπούν τα δικαιώματα επιδότησης για τις εκτάσεις αυτές, ενώ είχε ως αποτέλεσμα να επιβληθούν και πρόστιμα από την Κομισιόν.
Οι κυβερνήσεις της περιόδου 2014 - 2015 προσέφυγαν στα ευρωπαϊκά δικαστήρια διεκδικώντας ακύρωση των προστίμων, την οποία πέτυχαν σταδιακά, ενώ η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επινόησε και νομοθέτησε την «τεχνική λύση», την οποία και εφάρμοσε έχοντας την έγκριση των Βρυξελλών. Με βάση αυτήν έγινε κατανομή δημόσιων - δημοτικών κυρίως βοσκοτοπικών εκτάσεων των Περιφερειών με πλεόνασμα βοσκοτόπων (Ηπειρος, Δυτική Μακεδονία κ.ά.) σε κτηνοτρόφους που είχαν έδρα σε Περιφέρειες με έλλειμμα βοσκοτόπων (Κρήτη, Θεσσαλία κ.ά.), λόγω μεγάλης πυκνότητας κτηνοτροφικού κεφαλαίου. Ασφαλώς η κατανομή ήταν εικονική, δηλαδή στα χαρτιά, και δεν είχε σχέση με το πού και το αν6 έβοσκε ο κάθε παραγωγός το κοπάδι του. Ταυτόχρονα, η ίδια η ΚΑΠ έδινε τη δυνατότητα να χορηγούνται επιδοτήσεις σε βοσκότοπους χωρίς να υπάρχει κτηνοτροφικό κεφάλαιο, αρκεί αυτοί να συντηρούνταν σε «καλή κατάσταση».
Η ΕΕ επανέφερε το 2017 τη χαμηλή ξυλώδη βλάστηση στον ορισμό του βοσκότοπου. Αυτή η εξέλιξη δημιούργησε ένα «πλεόνασμα» εκτάσεων που άρχισαν να «μοιράζονται» για την ενεργοποίηση δικαιωμάτων που αντλούνται από το «εθνικό απόθεμα».7 Για παράδειγμα, γονιός μπορούσε να μεταβιβάζει στα παιδιά του κτηνοτροφικά ζώα, να εξακολουθεί να λαμβάνει την επιδότηση που έπαιρνε πριν τη μεταβίβασή τους και τα παιδιά του να δικαιούνται δικαιώματα από το εθνικό απόθεμα.
Δηλαδή στον ίδιο αριθμό ζώων αντιστοιχούσαν περισσότερα δικαιώματα, που ενεργοποιούνταν από τις επιπλέον εκτάσεις βοσκοτόπων, και κατά συνέπεια μεγαλύτερη επιδότηση. Στη συνέχεια, το 2022, όταν ο ΟΠΕΚΕΠΕ αντιλήφθηκε την παραπάνω πρακτική, έβαλε ως προϋπόθεση την ύπαρξη ζώων για να διατηρήσει και να ενεργοποιήσει κάποιος δικαιώματα. Αυτό επέφερε την κατακόρυφη, από τη μια χρονιά στην άλλη, αύξηση του συνολικού αριθμού ζώων που δηλώνονταν.
Ουσιαστικά αυτό που φαίνεται ότι συνέβη ήταν το εξής: Δόθηκε η δυνατότητα από ένα κοπάδι με συγκεκριμένο αριθμό ζώων να αντλούνται διπλάσιες ή και τριπλάσιες επιδοτήσεις, και στη συνέχεια αυτές οι πολλαπλάσιες επιδοτήσεις οδήγησαν στον πλασματικό πολλαπλασιασμό των ζώων που δηλώνονταν.
Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω ήταν να καταστούν με διάφορους τρόπους δικαιούχοι επιδότησης όχι μόνο όσοι είχαν κοπάδια και χρειάζονταν τους εικονικούς βοσκότοπους, αλλά και όσοι μπόρεσαν να εξασφαλίσουν δικαιώματα και εκτάσεις.
Η απάτη, που περιλάμβανε ψευδείς δηλώσεις κτηνοτροφικού κεφαλαίου και πλαστά ενοικιαστήρια, μπόρεσε να στηθεί και να εξαπλωθεί χάρη στην επιλεκτική ανικανότητα του αστικού κράτους, που έχει νομοθετήσει τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς της λαϊκής κατοικίας αλλά όχι την υποχρέωση να είναι ηλεκτρονικά τα ενοικιαστήρια δημόσιας γης, ή την υποχρέωση απόδειξης του τρόπου κτήσης όσων αγροτεμαχίων δηλώνονται στο Ε9. Σε εκκρεμότητα βρίσκονται ακόμα το κτηματολόγιο, οι δασικοί χάρτες, τα σχέδια βόσκησης κ.λπ.
Στην εξάπλωση της απάτης έπαιξε ρόλο και η κατάσταση του ΟΠΕΚΕΠΕ, που είναι υποστελεχωμένος και γι' αυτόν τον λόγο είναι ελάχιστοι οι ούτως ή άλλως δειγματοληπτικοί επιτόπιοι έλεγχοι που πραγματοποιεί. Τα πληροφοριακά του συστήματα αποτελούν αντικείμενο κερδοφορίας για το μονοπωλιακό κεφάλαιο με 2 κοινοπραξίες (εταιρείες πληροφορικής - αγροτοδιατροφικού τομέα μαζί με τραπεζικό κεφάλαιο), μία να τσακώνονται και μία να τα βρίσκουν για το πώς θα μοιράσουν τη λεία των συμβάσεων με το κράτος.
Επίσης, ορισμένες επιχειρήσεις - δορυφόροι των συγκεκριμένων μονοπωλίων, τα λεγόμενα Κέντρα Υποδοχής Δηλώσεων (ΚΥΔ), έχουν πρόσβαση και καίριο ρόλο στην όλη διαδικασία, καθώς οι αγρότες αναγκάζονται - λόγω της πολυπλοκότητάς της - να προσφεύγουν σε αυτά για να καταθέτουν τις δηλώσεις τους, με το αζημίωτο, παρά το γεγονός ότι υπάρχει η δυνατότητα να κάνουν τις δηλώσεις μόνοι τους.
Η «τεχνική λύση» εξακολουθεί - για λόγους που έχουν να κάνουν και με τις χαραμάδες διαφθοράς και ψηφοθηρίας που άνοιξαν μέσω αυτής - να εφαρμόζεται μέχρι και σήμερα, παρά το γεγονός ότι από το 2017 εξέλιπαν σε σημαντικό βαθμό οι λόγοι που την επέβαλαν, αλλά και παρά τη σωρεία καταγγελιών που υπήρχαν αναφορικά με τις επιπτώσεις της.
Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει ακέραιη την ευθύνη γι' αυτό το γεγονός και τώρα προσπαθεί να τη συγκαλύψει, εστιάζοντας στην απάτη και στις ευθύνες του ΟΠΕΚΕΠΕ. Ενώ υπό την απειλή άρσης της πιστοποίησής του είχε συμφωνήσει από τον Σεπτέμβριο του 2024 με την Κομισιόν σε σχέδιο «εξυγίανσής» του, διάρκειας ενός έτους, τελικά αποφάσισε να τον ενσωματώσει στην ΑΑΔΕ.8
Μπορεί η κυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι με αυτόν τον τρόπο έκοψε τον «γόρδιο δεσμό», όμως όσο παραμένουν οι παράγοντες που εξέθρεψαν τα όσα αποκαλύπτονται, αυτοί οι ισχυρισμοί είναι τουλάχιστον έωλοι. Αλλωστε, και η ΑΑΔΕ είναι επίσης μια κρατική υπηρεσία κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση των κυβερνήσεων και του συστήματος που υπηρετεί.
Παράλληλα, τα διάφορα «παπαγαλάκια» όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και των υπόλοιπων πολιτικών δυνάμεων που προσπαθούν να βγάλουν «λάδι» την ΕΕ στοχοποιούν συλλήβδην τους εργαζόμενους του ΟΠΕΚΕΠΕ και αγρότες συγκεκριμένων περιοχών.
Η όλη εξέλιξη αποτελεί κλοπή σε βάρος των πραγματικών αγροτών, από τη στιγμή που το συνολικό ποσό των επιδοτήσεων είναι προκαθορισμένο σε ετήσια βάση και τελικά καταλήγει να μοιράζεται και σε μη παραγωγούς αγροτικών προϊόντων, που είτε νομότυπα είτε παρανομώντας έχουν καταστεί δικαιούχοι αγροτικής επιδότησης.
Πρόκειται για μια κλοπή που γίνεται εδώ και δεκαετίες, στη βάση του τρόπου χορήγησης των επιδοτήσεων με κριτήριο την έκταση και όχι την παραγωγή, και καταγγέλλεται συνεχώς από τους αγρότες και τους φορείς τους, που διεκδικούν η επιδότηση να πηγαίνει στην πραγματική γεωργική παραγωγή και στο πραγματικό κτηνοτροφικό κεφάλαιο.
Γι' αυτόν τον λόγο, η σκανδαλοθηρία που έχει σηκωθεί το τελευταίο διάστημα γύρω από το μοίρασμα των επιδοτήσεων μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί. Είναι βέβαιο ότι θα αξιοποιηθεί στο πλαίσιο των κυοφορούμενων στην επερχόμενη ΚΑΠ αλλαγών, που λαμβάνουν υπόψη το νέο τοπίο των ανταγωνισμών ανάμεσα στα μονοπώλια των διαφόρων ιμπεριαλιστικών κέντρων.
Ηδη η επιβολή δασμών έχει μπει στην ημερήσια διάταξη, ανατρέποντας ορισμένα δεδομένα δεκαετιών στο παγκόσμιο εμπόριο, ενώ οι πολεμικές προετοιμασίες της ΕΕ εντείνουν τις συζητήσεις για ανακατεύθυνση κονδυλίων. Από την άλλη, τροφοδοτείται συνεχώς μια συζήτηση για την ανάγκη εξασφάλισης της δυνατότητας διατροφικών πλεονασμάτων και επάρκειας σε περίπτωση εμπλοκής σε πόλεμο ή άλλων κρίσεων.
Οπως και να διαμορφωθεί τελικά η κατάσταση, είναι βέβαιο ότι η προοπτική για τους αγρότες είναι η μη αναστρέψιμη χειροτέρευση των όρων παραμονής στην παραγωγή, με περαιτέρω αύξηση της εντατικοποίησης, της έκθεσής τους σε φυσικά φαινόμενα, της καταλήστευσής τους από τα μονοπώλια, για τη δε λαϊκή πλειοψηφία τα απλησίαστα τρόφιμα και ο εξαναγκασμός στην αναζήτηση τροφίμων «δεύτερης διαλογής».
Γι' αυτόν τον λόγο, είναι μονόδρομος ο αγώνας και η συσπείρωση των αγροτοπαραγωγών στους αγωνιστικούς Αγροτικούς Συλλόγους και Ομοσπονδίες, με το πλαίσιο αιτημάτων της Πανελλαδικής Επιτροπής των Μπλόκων και τις διάφορες εναλλασσόμενες μορφές διεκδίκησης, ώστε να μπουν εμπόδια σε αυτήν την προοπτική, να μπορέσουν οι αγρότες να πάρουν «ανάσες» επιβίωσης, ιδιαίτερα οι πιο μικροί, που είναι και οι πιο ευάλωτοι στον ανταγωνισμό.
Να πληρώσουν οι πραγματικοί υπαίτιοι για όσα συνέβησαν με τις επιδοτήσεις και να μην υπάρξει διάχυση των συνεπειών επί δικαίων και αδίκων. Να επιστραφούν όσα χρήματα κατευθύνθηκαν σε αυτούς που χρόνια λυμαίνονται τις αγροτικές επιδοτήσεις. Η υποβολή των δηλώσεων, ο έλεγχος και οι πληρωμές, οι απαιτούμενες μελέτες, θα πρέπει να γίνονται δωρεάν από τις κρατικές υπηρεσίες, που με την κατάλληλη στελέχωση με όλο το αναγκαίο μόνιμο επιστημονικό και βοηθητικό προσωπικό, την εξασφάλιση των αναγκαίων υποδομών και μέσων, θα διεξάγουν την όλη διαδικασία, θα χορηγούν τις αναγκαίες συμβουλές και επιστημονική καθοδήγηση, χωρίς διάφοροι μεσάζοντες και μεγαλοεργολάβοι να απομυζούν υπερκέρδη.
Το πραγματικό σκάνδαλο που επιχειρεί να συγκαλύψει το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα είναι το γεγονός ότι η αγροτική επιδότηση, ανεξάρτητα από τη μορφή με την οποία αυτή χορηγείται, συνιστά από μόνη της κλοπή του αγρότη από τα μονοπώλια.
Δίνεται με κριτήριο την εξασφάλισή τους σε επαρκείς και φτηνές πρώτες ύλες, απαραίτητες για την κερδοφορία τους. Αυτή προϋποθέτει τη συνέχιση της παραγωγικής δραστηριότητας στη γη ακόμα και από αγρότες που δεν μπορούν να διατηρηθούν μέσω της αγοράς, η οποία τους επιφυλάσσει τιμές πολύ κάτω από την τιμή παραγωγής των προϊόντων τους, και γι' αυτόν τον λόγο η αντικειμενική στον καπιταλισμό τάση είναι η άμεση απαλλοτρίωσή τους.
Ο καπιταλιστής βέβαια μπορεί να βρει πρώτες ύλες και από άλλες πηγές, για παράδειγμα από το διεθνές εμπόριο αγροτικών προϊόντων. Αυτές οι δυνατότητες ωστόσο δεν είναι πάντα πραγματοποιήσιμες, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσεων, μεγάλων φυσικών καταστροφών ή και πολέμων.
Πρόκειται για αντιφάσεις που γεννά ο καπιταλισμός και η εφαρμοζόμενη πολιτική επιχειρεί να αμβλύνει εντείνοντας την καταλήστευση αυτών που παράγουν τον κοινωνικό πλούτο, αναπαράγοντας ταυτόχρονα τον «παραλογισμό», τη διαφθορά και τις απάτες.
Η εργατική τάξη, οι βιοπαλαιστές αγρότες, τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα πρέπει να βρεθούν σε θέση να αξιοποιούν τις βαθιές αντιθέσεις, την ανισομετρία του καπιταλισμού, τους ανταγωνισμούς στην ΕΕ, ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα κ.λπ. Προϋπόθεση γι' αυτό είναι η συμπόρευση με το ΚΚΕ στην προοπτική ανατροπής του σημερινού συστήματος της εκμετάλλευσης, την οποία δεν πρέπει να φοβηθεί ο γεωργός, ο κτηνοτρόφος, ο μελισσοκόμος, ο ψαράς. Το πέρασμα στην κοινωνία της κοινωνικής ιδιοκτησίας, της εργατικής εξουσίας, του κεντρικού σχεδιασμού της παραγωγής με κριτήριο την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να σημάνει την επιστροφή του τεράστιου παραγόμενου πλούτου στους πραγματικούς παραγωγούς του, την εξασφάλιση σε αυτούς ανθρώπινων συνθηκών δουλειάς και αναβαθμισμένης ποιότητας ζωής.
Παραπομπές:
1. Νόμος 4351/2015 «Βοσκήσιμες Γαίες Ελλάδας».
2. 9.000 τόνοι γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού «βαφτίστηκαν» ως ελληνικό προκειμένου να επιδοτηθούν.
3. Δηλώνονταν πολύ μεγαλύτερες από τις πραγματικές ποσότητες παραγόμενων προϊόντων.
4. Η απαίτηση να παραμένει η γη σε «καλή κατάσταση» περικλείει την υποχρέωση να παραμένει σε αγρανάπαυση ένα ποσοστό της αγροτικής γης.
5. Επίσης είναι γνωστό ότι όταν η Μ. Βρετανία ήταν στην ΕΕ, αγροτικές επιδοτήσεις έπαιρνε και η βασιλική οικογένεια.
6. Στην εντατική - σταβλισμένη κτηνοτροφία δεν χρησιμοποιούνται βοσκοτόπια, όμως και αυτοί οι κτηνοτρόφοι έπρεπε να δηλώσουν εκτάσεις για να μη χάσουν την επιδότηση που έπαιρναν.
7. Το εθνικό απόθεμα είναι μια «δεξαμενή» δικαιωμάτων στην οποία συσσωρεύονται τα δικαιώματα μικροδικαιούχων επιδότησης συνολικού ύψους κάτω από 250 ευρώ, δικαιώματα που δεν έχουν ενεργοποιηθεί για 2 χρόνια κ.ά. Χρησιμοποιείται για χορήγηση δικαιωμάτων σε νέους ή νεοεισερχόμενους δικαιούχους επιδότησης.
8. Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων.