Eurokinissi |
Θυμίζουμε ότι ο Μητσοτάκης είχε στείλει στην φον ντερ Λάιεν επιστολή για το ίδιο θέμα και τον Σεπτέμβρη, η οποία απάντησε τότε «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε». Ενώ ο πρωθυπουργός λειτούργησε, ουσιαστικά, όπως και τώρα, ως πλασιέ επιχειρηματικών συμφερόντων στον κλάδο της Ενέργειας.
Στην τωρινή ο Μητσοτάκης γράφει ότι θέλει να μοιραστεί μαζί της «μερικές ιδέες όσον αφορά την Ενέργεια, οι οποίες πιστεύω ότι πρέπει να αποτελέσουν μέρος της "Πυξίδας Ανταγωνιστικότητας" που θα καθοδηγήσει τη στρατηγική μας σκέψη για τα επόμενα πέντε χρόνια», κάνοντας ευθύς εξαρχής καθαρό ότι πρεμούρα του είναι οι τιμές για τους ευρωενωσιακούς επιχειρηματικούς ομίλους, οι οποίοι άλλωστε έχουν βάλει εδώ και καιρό θέμα ότι απειλούν τη θέση τους ανταγωνιστές τους από άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα.
«Οι τιμές της Ενέργειας στην Ευρώπη εξακολουθούν να είναι πολύ υψηλές. Στην Αγορά της Επόμενης Ημέρας για την ηλεκτρική ενέργεια, ήταν 82 ευρώ/MWh το 2024 - αύξηση 78% σε σχέση με το 2019. Σε πολλά κράτη - μέλη οι τιμές έχουν διπλασιαστεί από το 2019. Οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν επίσης αυξηθεί απότομα και παραμένουν πολύ πάνω από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο. Αυτοί οι αριθμοί μάς υπενθυμίζουν καθημερινά ότι η ενεργειακή μας κατάσταση παραμένει επισφαλής, παρά την πρόοδο που έχουμε σημειώσει όσον αφορά στην ανάπτυξη ΑΠΕ και τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού μας με φυσικό αέριο. Οι τιμές μάς υποδεικνύουν ότι πρέπει να κινηθούμε ταχύτερα αλλά και διαφορετικά - να σκεφτούμε νέους τρόπους για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε», γράφει ο Μητσοτάκης, επιβεβαιώνοντας ποιο είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής που υλοποιούν και που στην επιστολή του, βέβαια, ζητάει να επιταχυνθεί με κάποιες αναπροσαρμογές για τα μονοπώλια και όχι για τον λαό.
Σε αυτό το πλαίσιο, σαν να μην ξέρει τίποτα για τον «φόνο» του Χρηματιστηρίου Ενέργειας και της ενιαίας αγοράς, βλέπει «περιθώρια για μια διαφορετική προσέγγιση σε τρεις τομείς: ηλεκτρική ενέργεια, φυσικό αέριο και εκπομπές ρύπων», και ζητά «μια νέα ώθηση στην εσωτερική αγορά. Δεν μπορούμε να έχουμε μία χώρα με τριψήφιες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας ενώ, την ίδια ώρα, μια άλλη χώρα έχει μηδενικές ή αρνητικές τιμές. Αυτό είναι απαράδεκτο σε πολιτικό επίπεδο και πολυδάπανο από οικονομικής πλευράς. Παραβιάζει επίσης τον πιο βασικό κανόνα της εσωτερικής αγοράς, που είναι η ελεύθερη διακίνηση των αγαθών», προσθέτει, μιλώντας πάντα με όρους κεφαλαίου.
Κι ενώ στο μεταξύ τα λαϊκά νοικοκυριά παγώνουν μέσα σε σπίτια υπό συσκότιση και βυθίζονται στην ενεργειακή φτώχεια, ο Μητσοτάκης προτείνει «βραχυπρόθεσμα» «να συγκροτήσουμε μια ειδική ομάδα εργασίας για την αύξηση των διασυνοριακών ροών (σ.σ. θέμα που καίει τους επιχειρηματικούς ομίλους και ειδικά αυτούς της Ενέργειας) όπου υπάρχουν σημαντικές διαφορές στις τιμές. Αυτή η ομάδα εργασίας θα πρέπει να εξετάσει όλες τις λύσεις - τεχνικές, ρυθμιστικές, νέες επενδύσεις - και θα πρέπει να υπολογίσει την αρνητική επίδραση των ανεπαρκών διασυνδέσεων στην ευημερία, καθιστώντας σαφή τα οφέλη της ενσωμάτωσης».
«Μακροπρόθεσμα» ζητά «να καταγράψουμε ποιους πόρους ή τεχνολογίες μπορεί ο καθένας μας να συνεισφέρει και στη συνέχεια να σχεδιάσουμε ένα δίκτυο που θα βασίζεται σε αυτούς τους πόρους», ενώ «χρειαζόμαστε επίσης μια νέα προσέγγιση για να φέρουμε φυσικό αέριο στην Ευρώπη σε ανταγωνιστική τιμή», αφού «οι αλλαγές στο γεωπολιτικό τοπίο καθιστούν το έργο αυτό ακόμη πιο επιτακτικό», όπως λέει, σε έμμεση παραδοχή του πού οδηγούν τους λαούς ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος και η πολυεπίπεδη εμπλοκή.
«Πρέπει να δώσουμε στις ευρωπαϊκές εταιρείες δύναμη να επενδύσουν σε έργα και υποδομές φυσικού αερίου και να υπογράψουν συμβάσεις που εγγυώνται την ευρωπαϊκή πρόσβαση σε παγκόσμιες προμήθειες (...) Δεν μπορούμε να επιτύχουμε στην παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου με το ένα χέρι δεμένο πίσω από την πλάτη μας», επιμένει, ζητώντας νέες επιδοτήσεις για το κεφάλαιο και διασφαλισμένο προϊόν.
Ακόμα, επιβεβαιώνει τα παραμύθια με τα οποία είχαν φλομώσει τον λαό και ο ίδιος ο Μητσοτάκης και διαχρονικά οι κυβερνήσεις ότι η «πράσινη μετάβαση» θα μειώσει την τιμή του ρεύματος και θα προστατεύσει το περιβάλλον, γράφοντας ότι «χρειαζόμαστε μια νέα προσέγγιση για να φέρουμε φυσικό αέριο στην Ευρώπη σε ανταγωνιστική τιμή. Ορθώς επικεντρωνόμαστε σε έναν κόσμο όπου το φυσικό αέριο θα παίζει μικρότερο ρόλο. Αλλά θα βασιζόμαστε στο φυσικό αέριο για τουλάχιστον δύο δεκαετίες»... Τώρα, λοιπόν, που η «πράσινη μετάβαση» και οι «καθαρές» πηγές Ενέργειας δεν μπορούν να δώσουν την απαιτούμενη διέξοδο στα συσσωρευμένα κεφάλαια, η κυβέρνηση επαναφέρει το αφήγημα των επενδύσεων στο ...ρυπογόνο φυσικό αέριο προκειμένου να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρηματικών ομίλων.
Τέλος, ζητά να περιοριστεί το κόστος «που προκύπτει από την υπερρύθμιση των εκπομπών ρύπων», επιμένοντας ότι οι «ιδέες» του «μπορούν να μας βοηθήσουν να υλοποιήσουμε το πρόγραμμα για την ανταγωνιστικότητα» και προσβλέποντας σε «συζητήσεις» πάνω σε αυτά τα θέματα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Στην επιστολή επισυνάπτει κι έναν πίνακα όπου, όπως ισχυρίζεται, «αποτυπώνεται η ανάγκη εξεύρεσης μιας νέας προσέγγισης καλύτερα από κάθε άλλη που έχω δει». Πρόκειται για τις «τιμές χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας» για το 2024 στην ΕΕ («Day-ahead wholesale electricity prices in the EU»), όπου η Ελλάδα προβάλλει να πληρώνει την 6η ακριβότερη Ενέργεια εντός Ενωσης.
Τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση της ευλογιάς των αιγοπροβάτων στη Μαγνησία και τη στήριξη των κτηνοτρόφων ζητά με Επίκαιρη Ερώτησή του ο βουλευτής του ΚΚΕ Βασίλης Μεταξάς προς τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Συγκεκριμένα, αναφέρει:
«Σε απόγνωση βρίσκονται οι κτηνοτρόφοι του νομού Μαγνησίας και ειδικότερα της ευρύτερης περιοχής του Αλμυρού εξαιτίας της έξαρσης των κρουσμάτων ευλογιάς των αιγοπροβάτων. Οπως καταγγέλλουν οι ίδιοι, και ενώ το πρώτο κρούσμα εμφανίστηκε πριν από ενάμιση μήνα περίπου, τόσο η κυβέρνηση όσο και η Περιφέρεια Θεσσαλίας δεν έχουν πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να περιορίσουν το φαινόμενο.
Εξάλλου, διαχρονικά οι κυβερνήσεις κρατούν τις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες όλης της Ελλάδας επικίνδυνα υποστελεχωμένες, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μην εξασφαλίζεται η πρόληψη των ζωονόσων, που "θερίζουν" το κτηνοτροφικό κεφάλαιο της χώρας, αλλά και όταν αυτές εκδηλώνονται να εξαπλώνονται ανεξέλεγκτα προκαλώντας τεράστιες καταστροφές.
Κυβέρνηση και Περιφέρεια, από κοινού, στη συγκεκριμένη περίπτωση, από τη μία υποβαθμίζουν τη σοβαρότητα της κατάστασης λέγοντας κάθε βδομάδα ότι το φαινόμενο περιορίζεται, ενώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο και, από την άλλη, ρίχνουν το μπαλάκι των ευθυνών στους ίδιους τους κτηνοτρόφους. Η στάση τους αυτή είναι συνεπής με τη στρατηγική της ΕΕ που έχει μετατρέψει τη χώρα σε "ξέφραγο αμπέλι" με τις αθρόες ανεξέλεγκτες εισαγωγές της ΚΑΠ και τη διάλυση των όποιων μηχανισμών ελέγχου υπήρχαν. Μιας στρατηγικής που ρίχνει το βάρος της πρόληψης και προστασίας από ασθένειες, όπως και από φυσικές καταστροφές, στις πλάτες αγροτών και κτηνοτρόφων στη λογική της "ατομικής ευθύνης".
Αυτήν τη στιγμή, η συγκεκριμένη πολιτική έχει οδηγήσει στα εξής:
Στη θανάτωση περίπου του 20%-30% του αιγοπροβατοτροφικού κεφαλαίου της περιοχής του Αλμυρού. Οι παραγωγοί που έχασαν τα κοπάδια τους θα πρέπει να περιμένουν τουλάχιστον έξι μήνες για να μπορέσουν να εκθρέψουν ξανά ζώα. Ολο αυτό το διάστημα οι κτηνοτρόφοι και οι οικογένειές τους θα μείνουν χωρίς εισόδημα, ενώ τα ποσά αποζημίωσης που χορηγεί η κυβέρνηση, παρά την αύξησή τους σε σχέση με το παρελθόν υπό το βάρος της μεγάλης καταστροφής και των διαμαρτυριών των κτηνοτρόφων, δεν επαρκούν για την αναπλήρωση των απωλειών.
Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα αντικατάστασης των ζώων που εξαγγέλλει η κυβέρνηση, είναι πρόσφατη η εμπειρία από το αντίστοιχο πρόγραμμα 5.2 που ίσχυσε στον "Daniel", όπου η συντριπτική πλειοψηφία των κτηνοτρόφων είχε δυσκολία ένταξης, πολλοί είναι αυτοί που έμειναν εκτός, ενώ μέχρι σήμερα, 1,5 χρόνο μετά την καταστροφή, δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία πληρωμής των δικαιούχων.
Οι υπόλοιποι κτηνοτρόφοι δεν μπορούν να σφάξουν, δεν στηρίζονται με ζωοτροφές τη στιγμή που πρέπει να κρατάνε τα ζώα σε καραντίνα, η οποία συνεχώς παρατείνεται. Καλούνται οι ίδιοι να λάβουν μια σειρά από μέτρα, π.χ. περιφράξεις, διαμόρφωση απολυμαντικών τάφρων κ.λπ. χωρίς καμία ουσιαστική υποστήριξη από το υπουργείο και την Περιφέρεια. Οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες είναι υποστελεχωμένες και το κτηνιατρικό προσωπικό τους ελάχιστο.
Ερωτάται ο κ. υπουργός, τι μέτρα προτίθεται να πάρει η κυβέρνηση για:
- Τον έλεγχο της ευλογιάς με την ανάληψη από το κράτος της ευθύνης για όλα τα αναγκαία μέτρα πρόληψης της εξάπλωσης της νόσου (π.χ. απολυμάνσεις, περιφράξεις, απολυμαντικές τάφροι, απαιτούμενοι έλεγχοι σε σφαγεία, τυροκομεία, διακίνηση ζωοτροφών κ.ά.), την κάλυψη όλων των κενών στις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, στα κτηνιατρικά εργαστήρια με μόνιμο προσωπικό και την ενίσχυση της υλικοτεχνικής υποδομής τους.
- Την αποζημίωση στο 100% της ζημιάς των κτηνοτρόφων που έχασαν τα ζώα τους - αυτό να ισχύσει αναδρομικά και για παλιότερες ζημιές (π.χ. "Daniel" - "Elias") που αποζημιώθηκαν με πολύ χαμηλότερα ποσά -, την άμεση αναπλήρωση του χαμένου εισοδήματος των κτηνοτρόφων, είτε είχαν κρούσμα είτε βρίσκονται σε καραντίνα με ταυτόχρονο "πάγωμα" χρεών στο Δημόσιο και στις τράπεζες, απαλλαγή από δημοτικά τέλη, λογαριασμούς ρεύματος, νερού, τηλεφωνίας για όσο διάστημα δεν έχουν εισόδημα, και την ανασύσταση με ευθύνη του κράτους του κτηνοτροφικού κεφαλαίου με ελεγμένα ζώα».