Υπερασπίζεται την πολιτική ΕΕ - κυβερνήσεων, που προετοιμάζει τα επόμενα εγκλήματα σε βάρος προσφύγων και μεταναστών
Ξεπερνώντας κάθε όριο πρόκλησης, υποστήριξε ότι οι απάνθρωπες συμφωνίες της ΕΕ και των κυβερνήσεών της, με τη συμμετοχή και τρίτων χωρών, που στρώνουν το έδαφος σε αδίστακτα κυκλώματα διακινητών, σε πολλές περιπτώσεις με την κάλυψη κρατικών μηχανισμών στις χώρες προέλευσης και ΜΚΟ, συνιστούν τάχα «μια βαθιά ανθρωπιστική πολιτική», καθότι «όσο λιγότερες βάρκες αυτή τη στιγμή πλέουν στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο, τόσο λιγότερες είναι οι πιθανότητες να γίνει ένα καταστροφικό ναυάγιο, σαν και αυτό το οποίο βιώσαμε τις τελευταίες μέρες»!
Σε κάθε περίπτωση ξεκαθάρισε ότι «αυτή την πολιτική θα τη συνεχίσουμε την επόμενη τετραετία».
Στο ίδιο μήκος κύματος, παραχωρώντας την Κυριακή διακαναλική συνέντευξη Τύπου, είπε πως «η Ευρώπη έχει σήμερα ανάγκη από εργατικά χέρια» και ότι «μία οργανωμένη πολιτική οικονομικής μετανάστευσης, όμως με τους όρους που θα θέσουμε εμείς, θα ήταν προς όφελος και της Ευρώπης και της Ελλάδος», επιβεβαιώνοντας βασικά ότι η «κάνουλα» της ΕΕ ανοίγει όποτε προκύπτουν ανάγκες για επιπλέον εργατικό δυναμικό.
Θύμισε επίσης ότι η κυβέρνηση «έχει ήδη προχωρήσει πιλοτικά σε τέτοιες διακρατικές συμφωνίες με την Αίγυπτο και με το Μπαγκλαντές για να μπορούμε - το τονίζω, με τους δικούς μας όρους - να δίνουμε ευκαιρίες εργασίας σε μετανάστες οι οποίοι θα μπορούν να έρθουν στη χώρα μας, να καλύψουν συγκεκριμένες ανάγκες που ήδη υπάρχουν σήμερα, παραδείγματος χάρη στον πρωτογενή τομέα». Πρόκειται στην πραγματικότητα για συμφωνίες κρατικού δουλεμπορίου, που τις έχουν ψηφίσει ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ, με άθλιους όρους για όσους επιλέξουν να έρθουν για δουλειά.
Στο μεταξύ, στο φόντο ευρύτερων διεργασιών και διευθετήσεων στα Ελληνοτουρκικά και με σταθερό άξονα τη βαθιά εμπλοκή στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια, ο Κυρ. Μητσοτάκης επισήμανε ότι θα επιδιώξει επαναπροσδιορισμό του πλαισίου των ελληνοτουρκικών σχέσεων, σημειώνοντας:
«Θα προσέλθω με καλή διάθεση, γιατί υπήρξε αποκλιμάκωση στη ρητορική και τη δραστηριότητα της Τουρκίας στο Αιγαίο. Θα διαπιστώσουμε εάν υπάρχει δυνατότητα συνέχισης του καλού κλίματος και θα δούμε τη μια βασική διαφορά, αυτή της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας. Υπάρχει όμως και η θετική ατζέντα, εμπορικές σχέσεις κ.λπ. Ακόμη και να μην μπορέσουμε να επιλύσουμε τη μείζονα διαφορά μας, δεν είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε στα "κόκκινα" με την Τουρκία. Να συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε και να μειώσουμε την ένταση στο Αιγαίο».
Ταυτόχρονα, επιβεβαιώνοντας ότι οι πανάκριβοι εξοπλισμοί γίνονται για τις ανάγκες του ευρωατλαντικού άξονα, στην αντιπαράθεσή του με άλλα κέντρα, απαντώντας σε «ενστάσεις» που βάζει ο Ερντογάν για τέτοιες αγορές από την ελληνική αστική τάξη, ο Μητσοτάκης αντέτεινε ότι «συμμετέχουμε και οι δύο στο ΝΑΤΟ, σε μια ευρεία συμμαχία. Εμείς συμμετέχουμε στην ΕΕ και η ενίσχυση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων δίνει - θα έλεγα - πρόσθετη διάσταση σε αυτή την έννοια της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας. Αρα δεν κάνουμε μόνο καλό στον εαυτό μας, κάνουμε καλό και στη συλλογική προσπάθεια της Ευρώπης να αποκτήσει επιτέλους μια ενιαία αμυντική πολιτική».
Τέλος, επανέλαβε τον στόχο για αύξηση των μισθών στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα την επόμενη τετραετία, επιβεβαιώνοντας ωστόσο ο ίδιος ότι πρόκειται για απλά ευχολόγια, αφού, όπως είπε, «δεν υπάρχει κάποιο μαγικό ραβδί να αυξάνει τους μισθούς», ενώ ταυτόχρονα παραμένουν ενεργοί όλοι οι αντεργατικοί νόμοι των τελευταίων χρόνων και ιδίως ο εκτρωματικός νόμος Βρούτση - Αχτσιόγλου, που καταργεί τις ελεύθερες διαπραγματεύσεις και αποτελεί ορόσημο για το κεφάλαιο στη μείωση του λεγόμενου κόστους εργασίας με τη συγκράτηση και μείωση του μέσου μισθού.
Η πρόκληση είναι μεγάλη για τον λαό, που τον μάτωσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για να εξασφαλίσει συνθήκες δημοσιονομικής σταθερότητας στο κεφάλαιο, πριν δώσει τη σκυτάλη στη ΝΔ.
Ο Αλ. Τσίπρας επανέλαβε ότι «κάθε κυβέρνηση έχει υποχρέωση να καταθέτει Μεσοπρόθεσμο» στην Κομισιόν με το σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων που σχεδιάζει, διαβεβαιώνοντας πως «εγώ δεν έρχομαι να πω ότι μπορούμε να βγούμε έξω από τα πλαίσια που ορίζει η ανάγκη να διατηρήσουμε το δημόσιο χρέος σε τροχιά βιωσιμότητας, δεν μπορούμε να πάμε σε έναν προϋπολογισμό ο οποίος δεν θα λαμβάνει υπόψη τους δημοσιονομικούς περιορισμούς (...) δεν μπορείς να ξεφύγεις».
Σε άλλη συνέντευξη ο Αλ. Τσίπρας ανέσυρε ξανά τα βρώμικα κόλπα που χρησιμοποιούσε κάποτε το ΠΑΣΟΚ περί «χαμένης ψήφου», υποστηρίζοντας ότι «στόχος της ΝΔ είναι μια κατακερματισμένη, ανίσχυρη και αναποτελεσματική αντιπολίτευση, μια επτακομματική, ακόμα και οκτακομματική Βουλή. Με μια αντιπολίτευση κατακερματισμένη και ένα πολιτικό σκηνικό που θα παραπέμπει σε χώρες και δημοκρατίες με απολυταρχικές κυβερνήσεις»!
Ισχυρίστηκε με θράσος: «Υπάρχει λοιπόν κίνδυνος ορμπανοποίησης της πολιτικής ζωής. Και αυτό δεν θα αλλάξει, να είμαστε ρεαλιστές, αν ένα μικρό κόμμα από 5% πάει στο 6% ή από το 7% πάει στο 8% ή από το 11% πάει στο 12%. Αυτό θα αλλάξει αν υπάρξει μια ριζική μεταστροφή των συσχετισμών που δημιουργήθηκαν και μια ισορροπία στο πολιτικό σύστημα»!
Την πραγματικότητα βέβαια την έχει ζήσει ο λαός και ξέρει καλά ότι μια αύξηση του ΚΚΕ θα σημάνει επιπλέον βουλευτές στο πλευρό του, ενώ μια αύξηση του ΣΥΡΙΖΑ θα σημάνει ακόμα περισσότερα σηκωμένα χέρια στα νομοσχέδια που θα φέρνει η ΝΔ, ακόμα περισσότερα στόματα για τον εξωραϊσμό του κοινού τους προγράμματος.
Συνεχίζοντας κι αυτός τους εκβιασμούς απέναντι στον λαό, προκειμένου να εγκλωβίσει την ψήφο του, είπε: «Αν ο ελληνικός λαός δεν δώσει μεγαλύτερη ισχύ σε αυτήν την αξιόπιστη προοδευτική δύναμη που φιλοδοξούμε να είμαστε και έχουμε μία από τα ίδια, τότε θα έχουμε μία ακόμη χαμένη τετραετία (...) να υπάρχει μια αξιόπιστη προοδευτική δύναμη, που θα κάνει ποιοτική αντιπολίτευση προς όφελος της χώρας και θα αποτελεί σοβαρή κυβερνητική εναλλακτική (...) Αν δεν υπάρχει ισχυρό ΠΑΣΟΚ στις 25 Ιουνίου, τότε θα έχουμε μία ανεξέλεγκτη εξουσία εκ μέρους του κ. Μητσοτάκη».
Τα επιχειρήματα περί «αντιπολίτευσης» έναντι μιας «ανεξέλεγκτης εξουσίας», βέβαια, ο λαός μπορεί να τα κρίνει με βάση την πείρα από την προηγούμενη τετραετία, που το ΠΑΣΟΚ συντάχθηκε με τη ΝΔ στο 70% των νόμων της. Οπως επίσης με βάση το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ έχει ψηφίσει και τα τρία μνημόνια, προσφέροντας «χείρα βοηθείας» στο σύστημα, στο κεφάλαιο και την ΕΕ.
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα αναδεικνύεται από τις θέσεις του ΠΑΣΟΚ για την Παιδεία. Είπε ο Ν. Ανδρουλάκης στην ίδια συνέντευξη: «Η θέση μας για την Παιδεία, και μιλάω και σε σχέση με το Σύνταγμα, είναι ότι δεν θα μπούμε εμπόδιο στην ίδρυση ενός ιδιωτικού πανεπιστημίου. Αλλά προτεραιότητά μας είναι η ενίσχυση του δημόσιου πανεπιστημίου, της δημόσιας Παιδείας (...) Δεν θα διαπραγματευτούμε μόνο τον χαρακτήρα του ιδιωτικού αλλά το σύνολο των κανόνων λειτουργίας των ιδιωτικών και δημόσιων πανεπιστημίων στη χώρα». Ο,τι λένε δηλαδή και η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ, σχετικά με την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Εξάλλου και τα τρία κόμματα, από κυβερνητικές θέσεις, έχουν οδηγήσει τα δημόσια πανεπιστήμια να λειτουργούν όλο και περισσότερο με επιχειρηματικά κριτήρια.