ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 1 Απρίλη 2023 - Κυριακή 2 Απρίλη 2023
Σελ. /40
«ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ»

Σε μια όμορφη και ζεστή εκδήλωση, την προηγούμενη βδομάδα, παρουσιάστηκαν «Τα τραγούδια του νόμου και της τάξης» του Φώντα Λάδη, στο βιβλιοπωλείο της «Σύγχρονης Εποχής».

Για την έκδοση και γενικά την Τέχνη του Φ. Λάδη μίλησαν ο Λουκάς Αναστασόπουλος, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ, η Ελένη Μηλιαρονικολάκη, μέλος της ΚΕ και υπεύθυνη του Τμήματος Πολιτισμού της ΚΕ, και ο ίδιος ο δημιουργός, ο οποίος είχε και μια συζήτηση με τον δημοσιογράφο Βασίλη Καλαμαρά για σημαντικούς σταθμούς της ζωής του, αλλά και της δημιουργικής του διαδρομής.

Ποιήματα και κείμενα του Φ. Λάδη απήγγειλαν οι ηθοποιοί Κώστας Καστανάς και Λίλα Καφαντάρη, ενώ ακολούθησε καλλιτεχνικό πρόγραμμα με παλιά και νέα τραγούδια του Φ. Λάδη, με την Πολυξένη Καράκογλου και τον Δημήτρη Κανέλλο στο τραγούδι και τον συνθέτη Γιώργο Κομπογιάννη στο πιάνο, κάνοντας μια μεγάλη συντροφιά όλους όσοι γέμισαν τον βιβλιοπωλείο.

Στην εκδήλωση παρευρέθηκαν επίσης ο Μάκης Παπαδόπουλος, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και υποψήφιος βουλευτής στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας, και ο Δημήτρης Ξεκαλάκης, μέλος της ΚΕ και διευθυντής της «Σύγχρονης Εποχής».

Ο «Ριζοσπάστης» παρουσιάζει σ' αυτό το φύλλο εκτενή αποσπάσματα από τις ομιλίες του Λ. Αναστασόπουλου, της Ελ. Μηλιαρονικολάκη και του Φ. Λάδη.


Αξιοποιεί τα όπλα της ποιητικής του φαρέτρας ώστε να μη χάσουμε τα ταξικά γυαλιά μας

Αποσπάσματα από την ομιλία της Ελ. Μηλιαρονικολάκη

«Τα τραγούδια του νόμου και της τάξης» τιτλοφορείται η ποιητική συλλογή του Φώντα Λάδη. Από τον τίτλο υποθέτει κανείς ότι το βιβλίο αποτελεί μια καταγγελία της καταστολής και της βίας που χρησιμοποιεί η αστική εξουσία για να επιβάλει τη διαιώνισή της. Ομως θα αδικούσαμε κατάφωρα τον Φώντα Λάδη, αν τον θεωρούσαμε τόσο προβλέψιμο. Οχι μόνο γιατί - ως συγγραφέας μεταξύ άλλων και αστυνομικών έργων - δεν θα μπορούσε ποτέ να αποκαλύψει από την αρχή τον ένοχο, αλλά προπαντός γιατί ως γνήσιος δημιουργός ξέρει ότι το παιχνίδι αποτελεί βασική προϋπόθεση της Τέχνης και ένα από τα καθοριστικά χαρακτηριστικά της.

Ετσι, ο τίτλος της συλλογής μπορεί να διαβαστεί και ανάποδα, σαν αραβική γραφή, κάπως έτσι: Τα τραγούδια των νόμων της διαλεκτικής - των νομοτελειών της κοινωνικής εξέλιξης - και της τάξης που θα πραγματοποιήσει το άλμα της, της εργατικής τάξης. Αυτό θα λέγαμε πως είναι το νήμα που συνδέει φαινομενικά αταίριαστα μεταξύ τους ποιήματα, γραμμένα σε διαφορετικές περιστάσεις και διαφορετικούς χρόνους, με διαφορετική τεχνοτροπία και για διαφορετικές χρήσεις, όλα όμως για έναν κοινό σκοπό: Να διαλύσουν αυταπάτες, να αποκαλύψουν την πηγή της ανθρώπινης δυστυχίας και να δείξουν τη δύναμή μας να απαλλαγούμε απ' αυτή.

Αλλωστε, σε μια τέτοιου χαρακτήρα ατμόσφαιρα μας εισάγει και το πρώτο ποίημα της συλλογής, με τίτλο «Ενας άνθρωπος», που το έγραψε σε ηλικία 20 ετών και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να εκφράζει την κοσμοθεωρία του. Το ποίημα, που - όπως μας πληροφορεί ο συγγραφέας - άρεσε τόσο στον Μίκη Θεοδωράκη ώστε να τον βάζει να το απαγγέλλει ενδιάμεσα στις συναυλίες του, μας μιλάει για το μεγαλείο του ανθρώπου. Μα όχι του ανθρώπου με μια γενική και νεφελώδη ανθρωπιστική έννοια, αλλά του ανθρώπου της δουλειάς, αυτού που δημιουργεί κάθε ομορφιά στο σύμπαν και πάνω απ' όλα το «σπρώχνει δυο σπιθαμές πιο πέρα»...

Απάντηση σε δύο ερωτήματα


Στον πρόλογο του βιβλίου ο συγγραφέας μάς προκαλεί να απαντήσουμε σε δύο ερωτήματα. Το πρώτο ερώτημα αφορά την ύπαρξη ή μη διαφοράς ανάμεσα σε ένα ποίημα που κάποια στιγμή μπορεί να μελοποιηθεί, και στους στίχους που έχουν γραφτεί ειδικά για να γίνουν τραγούδι. Υποστηρίζουμε πως δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά. Η στιχουργία αποτελεί ένα είδος της ποίησης, μια υποκατηγορία της. Αλλωστε η στιχουργική είναι βασικό στοιχείο της ποίησης, με ομοιοκατάληκτο ή ελεύθερο στίχο. Επομένως, το πραγματικό ερώτημα είναι: Πώς μπορούμε να διακρίνουμε αν οι στίχοι ενός συγκεκριμένου στιχουργού είναι ποίηση ή όχι; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, δεν έχουμε παρά να εξετάσουμε τους στίχους των τραγουδιών του Φώντα Λάδη. Οχι μόνο αυτών που περιέχονται στη συγκεκριμένη συλλογή, αλλά και όσων αγαπήσαμε και εξακολουθούμε να τραγουδάμε τόσα χρόνια: Στην «Τσιμινιέρα», στο «Δέντρο», στο «Η μέρα κείνη δεν θ' αργήσει», στον ξακουστό «Φασισμό».... Είναι τόσα πολλά. Ποιο είναι όμως το κοινό τους στοιχείο; Ακολουθούν όλα τις συμβάσεις του ποιητικού λόγου. Εχουν μουσικότητα, εικόνες, φαντασία, συναίσθημα και τη δύναμη να εκφράζουν με γλώσσα απέριττη και πυκνή ακόμα και τα πιο βαθιά νοήματα. Με αυτό το κριτήριο, δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Φώντας Λάδης, ακόμα κι όταν γράφει στίχους προορισμένους αποκλειστικά για να γίνουν τραγούδια, είναι ποιητής.


Το δεύτερο ερώτημα που μας θέτει αφορά τη διαφορά του πολιτικού τραγουδιού από τα άλλα είδη του, και ιδιαίτερα από το κοινωνικό τραγούδι. Προσπαθώντας να το απαντήσουμε, θα λέγαμε πως πολιτικό τραγούδι δεν μπορεί να θεωρηθεί κάτι άλλο πέρα από αυτό που εκφράζει την ουσία της πολιτικής, την πάλη δηλαδή για την εξουσία. Επομένως, πολιτικό τραγούδι είναι αυτό που δεν μένει στο επίπεδο της διαμαρτυρίας, ούτε αρκείται σε μια πρόχειρη συνθηματολογία, αλλά εντοπίζει τις κοινωνικές αντιθέσεις και τις αιτίες που τις δημιουργούν. Είναι το τραγούδι που αντανακλά τη μεγάλη πάλη των τάξεων και γίνεται, το ίδιο, όπλο συνειδητό στην πάλη αυτή.

Να μη χάσουμε τα ταξικά γυαλιά μας

Τα χωρισμένα σε ενότητες τριάντα ποιήματα της συλλογής, που διατρέχουν μια περίοδο από το 1963 έως σήμερα, αποτελούν το τεκμήριο ότι ο Φώντας Λάδης, στα 60 χρόνια πολιτικής ποιητικής δημιουργίας του, δεν παραιτήθηκε ποτέ από την προσπάθεια να μας βοηθήσει να μη χάσουμε τα ταξικά γυαλιά μας. Γι' αυτόν τον σκοπό αξιοποιεί όλα τα όπλα της ποιητικής του φαρέτρας.

Κάποιες φορές επιστρατεύει τη σάτιρα και το παιχνιδιάρικο ύφος, όπως στα ποιήματα «Οι κροκόδειλοι» και «Η εξουσία», από την ενότητα των 6 διδακτικών - όπως τα αποκαλεί - τραγουδιών, που έδωσε τον τίτλο της στη συλλογή. Σ' αυτά τα μπρεχτικού τύπου τραγούδια δεν μπορεί παρά να θαυμάσει κανείς την απλότητα με την οποία μας μυεί σε δύσκολες έννοιες, όπως το χρηματιστικό κεφάλαιο και η εξουσία του, το κράτος, η Βουλή και οι νόμοι της, έτσι που να μπορεί να τις καταλαβαίνει κάθε εργάτης, κάθε λαϊκός άνθρωπος που ποτέ του δεν έχει διαβάσει Λένιν και Μαρξ. Ταυτόχρονα όμως δεν δίνει έτοιμες τις λύσεις στο πιάτο. Δεν πέφτει στο σφάλμα των προκατασκευασμένων σχημάτων, αυτό που αποκαλούμε συχνά «να σου δίνει τη διέξοδο». Σε υποχρεώνει να εργαστείς, να αναρωτηθείς, να σκεφτείς, να θέσεις σε κρίση τις μέχρι τώρα επιλογές σου, καθοδηγώντας σε, όμως, για να βρεις τη σωστή απάντηση...


Αλλες φορές πάλι γίνεται ο λυρισμός το όπλο του Λάδη για να θυμίσει στο προλεταριάτο την αποστολή του, όπως στα διεθνιστικά ποιήματά του, που περιλαμβάνονται στην έκδοση και έχουν μελοποιηθεί κυρίως από τον Μικρούτσικο. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει το ποίημά του για τη Χιλή. Ενα ποίημα που, αν και γράφτηκε μετά την ανατροπή της κυβέρνησης Αλιέντε και το ανελέητο πογκρόμ κατά του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, διαποτίζεται από την επαναστατική αισιοδοξία: Στης Χιλής τα μεταλλεία που στενάζουν / οι εργάτες τον χαλκό στον ήλιο βγάζουν / και για τ' Αύριο κρυφά απ' τον επιστάτη / ξαναθάβουν το καλύτερο κομμάτι.

Οχι τυχαία, η ενότητα με τα διεθνιστικά ποιήματα και ένα ποίημα για τον Αρη Βελουχιώτη, που έχει τίτλο «Μπαλάντες της λευτεριάς», ξεκινά με μια μπαλάντα αφιερωμένη στη σοσιαλιστική Οκτωβριανή Επανάσταση, που έδωσε την ώθηση στην ανάπτυξη των κομμουνιστικών και εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων όπου Γης και, όπως γράφει, έκοψε στη μέση τους αιώνες (...).

Φυσικά, μέσα στα πολιτικά τραγούδια του Λάδη δεν θα μπορούσαν να απουσιάζουν οι κομμουνιστές. Το ομώνυμο ποίημα ξαφνιάζει, γιατί είναι γραμμένο σε χρόνο παρατατικό, σαν να αφορά μια δράση αλλοτινή, που πια έχει ξεχαστεί ή ξεπεραστεί. Στην τελευταία στροφή, χωρίς μεγαλοστομίες, προβάλλει αναπάντεχα η πεποίθησή του πως καμία δύναμη δεν θα μπορέσει να σταματήσει την πορεία των κομμουνιστών στην καινούργια κοίτη τους να φτάσουν (...).

Σήμερα δυναμώνει η ανάγκη μιας πολιτιστικής αντεπίθεσης

Σε μια συνέντευξη που είχε δώσει ο Λάδης το 1983 στον «Ριζοσπάστη» για τον Μάνο Λοΐζο, του οποίου το φέρετρο είχε συνοδεύσει έναν χρόνο πριν από τη Μόσχα στην Αθήνα, αναφερόμενος στην πολιτιστική πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ είχε μιλήσει για την εκστρατεία της να ενσωματώσει με χρήμα, επιδοτήσεις και γαλαντόμα δημόσια προβολή τους προοδευτικούς καλλιτέχνες, και να συγχρωτίσει σκόπιμα το έργο τους με κάθε είδους πολιτιστικά υποπροϊόντα (...).

Σήμερα, όπως ξέρεις, αγαπητέ μας φίλε Φώντα, τα πράγματα εξελίσσονται ακόμα χειρότερα. Τα κρατικά ιδρύματα, τα πανεπιστήμια, τα μουσεία Σύγχρονης Τέχνης, σε σύμπνοια και σύμφυση με τα πολιτιστικά ιδρύματα των επιχειρηματικών ομίλων και δη των εφοπλιστών, έχουν βαλθεί όχι απλά να αναμείξουν, αλλά να ξεδοντιάσουν την προοδευτική και ριζοσπαστική τέχνη, να την εντάξουν οργανικά μέσα στον αστικό πολιτισμό, αφαιρώντας της τα αγκάθια, κάθε ανατρεπτικό περιεχόμενο (...).

Σήμερα δυναμώνει λοιπόν η ανάγκη να αναπτυχθεί μια πολιτιστική αντεπίθεση, στην οποία ήδη πρωτοστατεί το Κόμμα μας με διάφορες δραστηριότητες, ξεκινώντας από τα Φεστιβάλ της ΚΝΕ, τις μεγάλες συναυλίες και πολιτιστικές εκδηλώσεις και φτάνοντας μέχρι τα επιστημονικά συνέδρια για τη Λογοτεχνία και την Τέχνη. Οχι για να ηγεμονεύσει η προοδευτική Τέχνη, γιατί γνωρίζουμε πως αυτό δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί στον καπιταλισμό (η τάξη που κυριαρχεί στο υλικό πεδίο κυριαρχεί και στο πνευματικό, όπως παρατηρούσε ο Μαρξ), αλλά για να συνταχθεί στον αγώνα μας για να προετοιμάσουμε μια επαναστατική πρωτοπορία ικανή, στις μέρες που είναι βέβαιο πως θα έρθουν, να εκπληρώσει την αποστολή της. Σ' αυτόν τον αγώνα σε χρειαζόμαστε ακόμα πιο κοντά μας. Γιατί, όπως εσύ το έγραψες σε ένα ποίημα της συλλογής, η σοσιαλιστική επανάσταση άλλαξε για πάντα την ψυχή σου.



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ