Οι εργασίες της, που έγιναν στην κατάμεστη αίθουσα τελετών του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον αυτοαπασχολούμενων και μισθωτών δικηγόρων, εργαζόμενων στον χώρο της Δικαιοσύνης, φοιτητών Νομικής και πολλών άλλων.
Η ημερίδα και το σύνολο των υλικών της, τα όποια θα συμπεριληφθούν το επόμενο διάστημα σε ειδική έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής», αποτελούν μια σημαντική παρέμβαση στο φόντο της εντεινόμενης καταστολής, των παρακολουθήσεων - υποκλοπών, των πυκνών εξελίξεων και συζητήσεων γύρω από το «κράτος δικαίου» και την επίθεση που δέχονται τα λαϊκά δικαιώματα.
Την κεντρική εισήγηση έκανε ο Μάκης Παπαδόπουλος, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ (εκτενή αποσπάσματα θα δημοσιευτούν στον «Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου»). Εισηγητική τοποθέτηση, με θέμα «Η συνταγματική κάλυψη της καταστολής και της ενσωμάτωσης του λαού», έκανε η Μαρίνα Λαβράνου, υπεύθυνη του Τμήματος Δικαιοσύνης και Λαϊκών Ελευθεριών της ΚΕ του ΚΚΕ.
Ακολούθησαν οι παρεμβάσεις: «Κράτος δικαίου» και «θεσμικά αντίβαρα» - Ο ρόλος των Δικηγορικών Συλλόγων, από τον Αντώνη Αντανασιώτη, μέλος του Τμήματος Δικαιοσύνης και Λαϊκών Ελευθεριών της ΚΕ του ΚΚΕ και σύμβουλο στο ΔΣ του ΔΣΑ με την «Αγωνιστική Συσπείρωση Δικηγόρων». Η συνενοχή των αστικών κομμάτων στη διαμόρφωση της «κανονικότητας» των παρακολουθήσεων / υποκλοπών, από την Μαρία Κομνηνάκα, βουλευτή του ΚΚΕ και μέλος του Τμήματος Δικαιοσύνης και Λαϊκών Ελευθεριών της ΚΕ. Τα «ανθρώπινα δικαιώματα» και η εργαλειοποίηση του Προσφυγικού - Μεταναστευτικού στο πλαίσιο των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, από την Κατερίνα Γεράκη, υπεύθυνη της Διατμηματικής Επιτροπής της ΚΕ για τους Πρόσφυγες και Μετανάστες. Οι κατευθύνσεις της ΕΕ για το μαζικό και προληπτικό φακέλωμα των λαών, από την Στέλα Παπαοικονόμου, μέλος του Τμήματος Δικαιοσύνης και Λαϊκών Ελευθεριών της ΚΕ.
Μετά τις παρεμβάσεις τον λόγο πήραν η δικηγόρος Μίνα Καούνη, ο δικηγόρος Γιάννης Χατζηαντωνίου, η φοιτήτρια Νομικής Κυριακή Βλάχου και ο δικηγόρος Αγγελος Βρεττός. Επίσης, στην ημερίδα παρευρέθηκε ο Δημήτρης Σταθόπουλος, συνταξιούχος εφέτης.
Γι' αυτό θεωρούμε αναγκαίο να ξεκινήσουμε τη διερεύνησή μας από το θεμελιακό ζήτημα. Να ξεκαθαρίσουμε δηλαδή ποια είναι τα ταξικά συμφέροντα που υπηρετεί το σημερινό αστικό κράτος και το αστικό δίκαιο.
Στην πολιτική συζήτηση για τα πιθανά νομοθετικά κενά και τις παραβιάσεις των νόμων πρέπει πάντα να ξεκινάμε απ' το βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε Δικαίου, που δεν είναι άλλο απ' το συμφέρον της εκάστοτε κυρίαρχης τάξης, το οποίο υπηρετεί. Γι' αυτό εξάλλου το εκάστοτε Δίκαιο προστατεύεται, διαμορφώνεται και επιβάλλεται από την οργανωμένη κρατική δύναμη της τάξης που έχει την εξουσία τη συγκεκριμένη περίοδο.
Ηδη στην εποχή του, ο Μαρξ εξήγησε το πώς εμφανίζεται στον καπιταλισμό υψωμένη σε νόμο η βούληση της αστικής τάξης, η οποία πάντοτε φροντίζει να εμφανίζει τα δικά της συμφέροντα ως τα γενικά συμφέροντα της κοινωνίας.
Για παράδειγμα, η νομική κατηγορία της εθνικής ασφάλειας δεν γεννήθηκε αυθαίρετα στο μυαλό κάποιων νομικών επιστημόνων. Υπηρετεί την αντικειμενική ανάγκη της αστικής τάξης να αντιμετωπίσει τόσο στο εσωτερικό της χώρας τον "εχθρό - λαό" όσο και τις άλλες αστικές τάξεις στον διεθνή ανταγωνισμό για τα μερίδια και τον έλεγχο των αγορών.
Γι' αυτό η "εθνική ασφάλεια" διατυπώνεται σκόπιμα με γενικό και αόριστο τρόπο ως συνταγματική πρόβλεψη και ταυτόχρονα προστατεύεται κάθε φορά συγκεκριμένα από πολλά ποινικά αδικήματα του ισχύοντος Ποινικού Κώδικα. Γι' αυτό επίσης ο παλιός "κομμουνιστικός κίνδυνος" εμφανίζεται σήμερα με την εκσυγχρονισμένη μορφή του κινδύνου της ριζοσπαστικής ιδεολογίας, της βίας και της τρομοκρατίας.
Η ιστορική πείρα επιβεβαιώνει πλήρως αυτό το συμπέρασμα. Δεν υπάρχει ούτε ένα αστικό Σύνταγμα που να μη νομιμοποιεί την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο μέσα απ' την κατοχύρωση του "ιερού δικαιώματος" της ατομικής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας. Οποιο επιμέρους θέμα κι αν εξετάσουμε, στο ίδιο συμπέρασμα θα καταλήξουμε».
«Η συζήτηση με επίκεντρο το Σύνταγμα, για το αν και κατά πόσο υπάρχει παραβίασή του, και μάλιστα σε βαθμό που - όπως λέγεται - να απειλείται το δημοκρατικό πολίτευμα, στόχο έχει να ενισχυθεί ένα πλέγμα, κάτω από την ομπρέλα της αστικής δημοκρατίας, όπου η τήρηση της νομιμότητας ως μπάλα θα πετιέται από τη Βουλή στην κυβέρνηση και από εκεί στη Δικαιοσύνη, με την προσπάθεια ο λαός να μείνει στη μέση ως το μόνιμο "κορόιδο" του κλασικού παιδικού παιχνιδιού, που νομίζει μάλιστα ότι συμμετέχει σε μια δίκαιη παρτίδα. (...) το Σύνταγμα προβάλλεται ως το ενιαίο, κωδικοποιημένο, νομικό κείμενο που περιλαμβάνει τους διαχρονικούς κανόνες με αυξημένη τυπική ισχύ, που διατρέχουν την κρατική οργάνωση και άσκηση της εξουσίας, που προβλέπει τα "θεσμικά αντίβαρα" για τον έλεγχο ιδίως της λεγόμενης "εκτελεστικής" εξουσίας με βάση την αστική διάκριση και ορολογία. Θεωρείται σύμβολο της αυτόνομης κρατικής υπόστασης, του έθνους - κράτους, δηλαδή του αστικού κράτους, ενώ, όπως αναγράφεται σε ένα από τα συγγράμματα του Συνταγματικού Δικαίου που διδάσκεται στη Νομική, αποτελεί το "καθοριστικό χαρακτηριστικό του φιλελεύθερου αστικού κράτους", του κράτους - δικαίου.
Στην πραγματικότητα, όμως, όπως αναδεικνύουμε και μέσα από τις σχετικές εκδόσεις της "Σύγχρονης Εποχής" και της ΚΟΜΕΠ, το Σύνταγμα αποτυπώνει και ενισχύει τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Ο αστικός κοινοβουλευτισμός, προϊόν της ανάπτυξης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, στηρίζει και ενισχύει την εξουσία της αστικής τάξης, τη δικτατορία του κεφαλαίου. (...) Είναι χαρακτηριστική η επιδίωξη όλων των αστικών κομμάτων στην προηγούμενη συνταγματική αναθεώρηση να θωρακιστεί περαιτέρω η πολιτική σταθερότητα, δηλαδή να προχωράει - όσο το δυνατόν - ανεμπόδιστα το κυβερνητικό έργο, να υλοποιείται "ομαλά" η κυβερνητική εναλλαγή. (...) Η επιμονή των αστικών δυνάμεων στη συζήτηση γύρω από το Σύνταγμα αποτυπώνει μ' έναν τρόπο και τον ρόλο που αυτό επιδιώκεται να παίζει όχι μόνο στη νομιμοποίηση της όξυνσης της καταστολής αλλά και στη διευκόλυνση της ιδεολογικής - και πολιτικής - χειραγώγησης. Ιδιαίτερα σε συνθήκες που τα αδιέξοδα του καπιταλισμού εντείνονται και τα βάσανα για τα εργατικά - λαϊκά στρώματα δεν έχουν τέλος, έχει ιδιαίτερη σημασία να κρύβεται ο πραγματικός αντίπαλος, η αστική τάξη και το κράτος της, που εξελίσσεται και αναβαθμίζει τόσο τα φανερά όπλα του ενάντια στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, όσο και τις μεθόδους της κρυφής καταστολής, δηλαδή τη χειραγώγηση, ώστε να υπάρχει αποδοχή και ενεργή στήριξη της αστικής τάξης και των συμφερόντων της (...)
Το αστικό Σύνταγμα δεν μπορεί να διαρρήξει τα όρια της αστικής εξουσίας, ούτε να αποτελέσει "μοχλό" για την άνοδο του κινήματος, "κρίκο" στον δρόμο του κοινωνικού μετασχηματισμού. Χρειάζεται να ορθωθεί μέτωπο απέναντι σε αυτή τη συντονισμένη προσπάθεια της αστικής τάξης και των οπορτουνιστικών δυνάμεων να συσκοτίσουν τον πραγματικό χαρακτήρα του αστικού Συντάγματος, να εγκλωβίσουν τη δυσαρέσκεια της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων στις μυλόπετρες του κοινοβουλευτισμού και της "προοδευτικής διακυβέρνησης". Κατ' επέκταση η πάλη για την υπεράσπιση κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, για την κατάργηση των αντιδραστικών νόμων, η πίεση για τη νομοθέτηση μέτρων ανακούφισης, για να είναι αποτελεσματική, χρειάζεται την ίδια στιγμή να αποκαλύπτει τον ταξικό χαρακτήρα του Συντάγματος, των νόμων, του κράτους».