Ο Κώστας Μαραγκουδάκης ήταν ο ομιλητής στην εκδήλωση |
Κώστας Λιβιτσάνος, Τάσος Μανωλίτσης, Πάνος Ζαβιτσάνος. Τρία ονόματα, τρεις Λευκαδίτες ήρωες που έφυγαν στην αυγή της νέας χιλιετίας, και βρίσκονται στο μακρύ κατάλογο των αγωνιστών για τη λευτεριά της χώρας μας. Εναν κατάλογο που υπογράφεται από χιλιάδες και χιλιάδες ακόμα επώνυμους κι ανώνυμους λαϊκούς αγωνιστές. Αγωνιστές με πίστη στο θρίαμβο του ανθρώπου της δουλιάς, με πίστη στο μέλλον της ανθρώπινης κοινωνίας, στην ίδια τη ζωή, στην κομμουνιστική κοινωνία. Αποτελούν -μαζί με άλλους αγωνιστές- το φάρο που φωτίζει το δρόμο του αταλάντευτου αγώνα μέχρι να «βρουν τα όνειρα εκδίκηση»...
Ο Τάσος Μανωλίτσης |
Ο Τ. Μανωλίτσης γεννήθηκε στο χωριό Αλέξανδρος της Λευκάδας το 1925 από αγροτική οικογένεια και μετά το δημοτικό έμεινε στο χωριό. Η Κατοχή τον βρήκε σε ηλικία 16 χρόνων. Το καλοκαίρι του 1941 εμφανίζεται ο πρώτος ένοπλος αντιστασιακός Λευκαδίτης, ο θρυλικός Πάνος Γιαννούλης, ο οποίος σε δύο συγκρούσεις με τους Ιταλούς κατακτητές, μόνος αυτός, σκότωσε 3 Ιταλούς και τραυματίζει ακόμα μερικούς. Στα μέσα περίπου του '42 η ΕΑΜική Αντίσταση στη Λευκάδα συγκροτεί την πρώτη ένοπλη ΕΛΑΣίτικη ομάδα με καπετάνιο τον Πάνο Γιαννούλη.
Η ομάδα αυτή είχε εφτά μέλη, ένας απ' αυτούς ήταν και ο Τάσος Μανωλίτσης. Από κει και πέρα, ο Τάσος, πάντα κοντά στον αγαπημένο του καπετάνιο Γιαννούλη, συμμετέχει στον ηρωικό ένοπλο αντιστασιακό αγώνα του ΕΛΑΣ ως το τέλος. Διακρίνεται για τον ηρωισμό και την αντοχή του στις δύσκολες συνθήκες αυτής της εποχής, παίρνοντας μέρος σε 44 συνολικά μεγάλες και μικρές μάχες με τον κατακτητή και τους συνεργάτες του. Μεταξύ αυτών η μεγάλη μάχη της Αμφιλοχίας, η ενέδρα στο σιδηροδρομικό σταθμό του Αιτωλικού, η μάχη της Γουρίτσας κ.ά.
Ο Τάσος Μανωλίτσης, ο Κώστας Λιβιτσάνος και ο Πάνος Ζαβιτσάνος τιμήθηκαν για την προσφορά τους στο Κόμμα και το λαϊκό κίνημα από τον Λευκαδίτικο λαό σε εκδήλωση που οργάνωσε η ΝΕ Λευκάδας |
Να πώς περιγράφει ο ίδιος ο Τ. Μανωλίτσης σε γραπτό του αυτό το περιστατικό: «Στην προσπάθειά μας να αποφύγουμε τους διώκτες μας ο Πάνος Γιαννούλης, εγώ και ο ανηψιός μου Γιώργος Μανωλίτσης πέσαμε στη θάλασσα έχοντας τον Γιώργο πάνω σε μια σχεδία από καλάμια, επειδή δεν ήξερε μπάνιο. Μετά από 17 ώρες, κι ενώ παρά λίγο να πνιγούμε, πέσαμε πάνω σε κυβερνητικά αποσπάσματα. Στην άνιση συμπλοκή που ακολούθησε σκοτώθηκε ο Π. Γιαννούλης, εγώ τραυματίστηκα και μαζί με τον ανηψιό μου Γιώργο πιαστήκαμε αιχμάλωτοι. Καταδικάστηκα σε θάνατο από το Στρατοδικείο σκοπιμότητας, γιατί δεν αποκήρυξα το λεγόμενο παιδομάζωμα και τον Μάρκο Βαφειάδη. Κάθισα σχεδόν 16 χρόνια φυλακή και βγήκα το 1962».
Το 1967 η χούντα τον ξαναθυμήθηκε και την πλήρωσε με άλλα 3,5 χρόνια φυλακή και εξορία, πρώτα στη Γιούρα και στη συνέχεια στη Λέρο, γιατί σύμφωνα με το καθεστώς της εποχής οι κομμουνιστές: «Παρά τας συστάσεις και νουθεσίας, όπως παύσουν την εγκληματικήν διά την Ελλάδα δράσιν των, όχι μόνον ουδεμία μεταμέλειαν επιδεικνύουν, αλλ' αρνούνται να δηλώσουν, έστω και προφορικώς, ότι αφιέμενοι ελεύθεροι, δε θα αναμιχθώσιν εις παρανόμους ενεργείας, στρεφόμενοι κατά του κράτους της Δημοσίας Τάξεως και Ασφαλείας και ότι θα διάγουν φιλησύχως και νομιμοφρόνως. Προκύπτει σαφώς ότι αφιέμενοι ούτοι ελεύθεροι θέλουν εξακολουθήσει την κομμουνιστική αντεθνική των δράσιν»...
Τελευταία πράξη του Τάσου Μανωλίτση, πριν φύγει από τη ζωή, πράξη πίστης και αφοσίωσης στο Κόμμα είναι η διαθήκη του στην οποία, «μετά την ψυχή και το σώμα», δίνει τα υπάρχοντά του στο Κόμμα που υπηρέτησε και τόσο αγάπησε. Γράφει:
«Ολη η ακίνητη περιουσία που έχω στη Λευκάδα να περιέλθει στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, που έχει έδρα του τον Περισσό και Γενική Γραμματέα, σήμερα, την Αλέκα Παπαρήγα. Παράκληση και επιθυμία μου είναι να διατεθούν για την αγορά γραφείων της Κομματικής Οργάνωσης Λευκάδας και της Κομματικής Οργάνωσης Αιγάλεω. Εάν κάτι περισσέψει να δοθούν στο Παράρτημα της ΠΕΑΕΑ Λευκάδας για να φκιάσει δύο μνημεία, ένα στη Λούντα και ένα στον Αγιο Νικόλαο για τους πέντε εκτελεσμένους(...) Θέλω να θαφτώ στην Αθήνα. Μετά τρία χρόνια τα κόκαλά μου να μεταφερθούν στη Λευκάδα και να τοποθετηθούν, ή στο νεκροταφείο του χωριού μου ή στο κτήμα μου στο Γαλανό. Θέλω να αγναντεύω τον Σκάρο, το βουνό που με φύλαξε στην Αγκαλιά του τα Πέτρινα Χρόνια(...) Ολα μου τα γραφτά να δοθούν στην ΚΟ Λευκάδας, καθώς και τα βιβλία μου. Τα παράσημά μου, φωτογραφίες κλπ. ενθύμια, να δοθούν, μετά το θάνατό της γυναίκας μου, στην ΚΟ Λευκάδας του ΚΚΕ. Τη δωρεά αυτή την κάνουμε η γυναίκα μου κι εγώ. Θέλω η γυναίκα μου να συνεχίζει να δίνει τη συνδρομή μου στην ΚΟ του Αγίου Σπυρίδωνα και στην επέτειο του θανάτου μου κάθε χρόνο να δίνει ένα ποσό στο "Ριζοσπάστη".
Τη διαθήκη μου αυτή τη συνέταξα και την έγραψα ο ίδιος με τα χέρια μου και την υπογράφω στο τέλος της και επιθυμώ την πιστή εκτέλεσή της. Αθήνα 25.8.99».
Αυτές ήταν οι τελευταίες επιθυμίες του κομμουνιστή Τάσου Μανωλίτση που υπηρέτησε το λαϊκό κίνημα από μικρό παιδί με συνέπεια, συνέχεια και αταλάντευτα, μέχρι την τελευταία του πνοή. «Ολα για το Κόμμα, όλα για το τιμημένο ΚΚΕ, όπως μας είπε χαρακτηριστικά η γυναίκα του Βασιλική Μανωλίτση που συμπληρώνει: «Αυτή την πράξη την αποφασίσαμε μαζί. Δε μας είχε δέσει μόνο η συζυγική ζωή, αλλά και ο κοινός αγώνας για τα ιδανικά του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Θα συνεχίσω τον αγώνα μέχρι την τελευταία μου ανάσα, όπως του υποσχέθηκα», διαβεβαιώνει.