ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 5 Αυγούστου 2022
Σελ. /20
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΤΑΪΒΑΝ
Πρώτη στην παραγωγή ημιαγωγών και πέρασμα του διεθνούς εμπορίου

Η παραγωγή μικροτσίπ στην Ταϊβάν είναι κρίσιμο στοιχείο στον ανταγωνισμό των μονοπωλίων
Η παραγωγή μικροτσίπ στην Ταϊβάν είναι κρίσιμο στοιχείο στον ανταγωνισμό των μονοπωλίων
Η μεγάλη γεωπολιτική και οικονομική βαρύτητα της Ταϊβάν και μάλιστα στην ανερχόμενη περιοχή Ασίας - Ειρηνικού, όπου συγκεντρώνεται ο παγκόσμιος ανταγωνισμός, εξηγεί γιατί εδώ και πολλά χρόνια το νησί και ο λαός του βρίσκονται στο «μάτι του κυκλώνα». Η Ταϊβάν έχει ιδιαίτερη σημασία τόσο για την Κίνα όσο και για τις ΗΠΑ, στην αντιπαράθεσή τους για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα.

Γεωγραφικά αποτελεί «μέτωπο» στη Νότια Κινεζική Θάλασσα, την οποία η Κίνα διεκδικεί ως δικά της ύδατα, ενώ οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους στην περιοχή πιέζουν για παρουσία μέσω της λεγόμενης «ελεύθερης ναυσιπλοΐας». Βρίσκεται επίσης ανάμεσα στη Θάλασσα των Φιλιππίνων και την Ιαπωνία, κράτη με «συμμαχικές» σχέσεις με τις ΗΠΑ.

Το Στενό της Ταϊβάν είναι η κύρια διαδρομή για τα πλοία που περνούν από την Κίνα, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Ταϊβάν προς τα δυτικά, μεταφέροντας εμπορεύματα από ασιατικούς κόμβους εργοστασίων σε αγορές στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ και όλα τα ενδιάμεσα σημεία.

Σχεδόν ο μισός παγκόσμιος στόλος εμπορευματοκιβωτίων και το 88% των μεγαλύτερων πλοίων του κόσμου ανά χωρητικότητα διήλθαν από εκεί φέτος, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το «Bloomberg».

Πιο συγκεκριμένα, περίπου το 48% των 5.400 επιχειρησιακών πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων στον κόσμο πέρασαν από τα Στενά της Ταϊβάν τους πρώτους επτά μήνες του 2022, μεταφέροντας σε όλο τον κόσμο από ρούχα και συσκευές μέχρι κινητά τηλέφωνα και ημιαγωγούς (μικροτσίπ).


Ενώ τα πλοία μπορούν να εκτρέπονται γύρω από την ανατολική ακτή της Ταϊβάν μέσω της Θάλασσας των Φιλιππίνων, κάτι που θα πρόσθετε μόνο λίγες επιπλέον μέρες στο ταξίδι, οι εναλλακτικές διαδρομές δημιουργούν δυσκολίες, λόγω περιόδων τυφώνων.

Οποιεσδήποτε ενέργειες πάνω από την Ταϊβάν που επηρεάζουν το Στενό θα ήταν άλλο ένα πλήγμα για την παγκόσμια ναυτιλία, πλήττοντας ιδιαίτερα και την ίδια την Κίνα, και μάλιστα σε μια περίοδο που παρατηρούνται ήδη προβλήματα στον απόηχο της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία.

Οι ΗΠΑ και οι βασικοί «σύμμαχοί» τους προτάσσουν πως μεγάλο μέρος του Στενού της Ταϊβάν αποτελεί διεθνή ύδατα και στέλνουν τακτικά ναυτικά σκάφη μέσω της πλωτής οδού ως μέρος των «ασκήσεων ελευθερίας ναυσιπλοΐας». Ωστόσο, οι Κινέζοι αξιωματούχοι υποστήριξαν επανειλημμένα τους τελευταίους μήνες ότι το Στενό δεν είναι διεθνή ύδατα σε συναντήσεις με ομολόγους των ΗΠΑ.

Ο μεγαλύτερος παραγωγός ημιαγωγών στον κόσμο

Από τη δεκαετία του 1980 η Ταϊβάν μετατρέπεται σε ένα «δυτικό φυλάκιο» - με παραλληλισμούς με το Χονγκ Κονγκ - που έχει προσελκύσει σημαντικές ξένες επενδύσεις. Ενδεικτικά το 2018 οι ξένες επενδύσεις κορυφώθηκαν φτάνοντας τα 7,6 δισ. δολάρια.

Ο τομέας ηλεκτρονικών ειδών της Ταϊβάν προσελκύει το μεγαλύτερο μερίδιο αυτών των ξένων επενδύσεων.

Ωστόσο η σημασία της Ταϊβάν σήμερα για την παγκόσμια βιομηχανία στον οξυμένο τεχνολογικό ανταγωνισμό, που κατά πολλούς θα κρίνει και την «πρωτοκαθεδρία», έγκειται στην κατασκευή των ημιαγωγών (μικροτσίπ).

Οι νέοι, προηγμένοι ημιαγωγοί θα τροφοδοτήσουν ένα νέο άλμα στις αναδυόμενες τεχνολογίες της κβαντικής πληροφορικής, της Τεχνητής Νοημοσύνης, της αυτόνομης οδήγησης και των 5G τηλεπικοινωνιών.

Η Ταϊβάν θεωρείται παγκόσμια υπερδύναμη στα τσιπ 3 και 5 νανομέτρων. Η TSMC (Taiwan Semiconductor Manufacturing Company) αυτήν τη στιγμή ελέγχει το 92% της παγκόσμιας παραγωγής εξελιγμένων μικροτσίπ 10 νανομέτρων και κάτω.

Η Κίνα εισάγει ημιαγωγούς από την Ταϊβάν, αλλά όχι απεριόριστα και χωρίς εμπόδια. Το πιο μεγάλο πρόβλημα της Κίνας, όμως, είναι ότι οι ΗΠΑ και η ΕΕ εισάγουν ημιαγωγούς από την Ταϊβάν.

Οι ΗΠΑ εξαρτώνται πλέον από την παραγωγή της Ταϊβάν. Το 2020, το 72% των μικροτσίπ που χρησιμοποιήθηκαν στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων και αυτών του στρατού, προέρχονταν από την Ταϊβάν. Αν η Ταϊβάν εξελισσόταν σε κινεζικό έδαφος, θα ήταν μεγάλο το πλήγμα για τις ΗΠΑ και το γεωπολιτικό - οικονομικό προβάδισμα για την Κίνα.

Το ίδιο ισχύει και για την Ευρώπη, καθώς οι εφοδιαστικές ανάγκες της σε ημιαγωγούς καλύπτονται κατά τουλάχιστον 50% από την Ταϊβάν. Επίσης εισάγει από την Κίνα και τη Νότια Κορέα.

Τα τελευταία χρόνια, ΗΠΑ και ΕΕ προχωρούν σε βήματα ώστε να απεξαρτηθούν από τις ασιατικές αγορές στην παραγωγή μικροτσίπ, που χαρακτηρίζεται πλέον στρατηγικής σημασίας κλάδος.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σκοπεύει να επενδύσει 43 δισ. ευρώ για τη δημιουργία βιομηχανίας τσιπ σε ευρωπαϊκό έδαφος, ενώ οι ΗΠΑ θα διαθέσουν 52 δισ. δολάρια για τον ίδιο σκοπό.


Η ιστορία των τεταμένων σχέσεων Κίνας - Ταϊβάν

Οι σχέσεις Κίνας και Ταϊβάν ήταν πάντα τεταμένες, με την αντιπαράθεση να ξεκινά ήδη από το 1949, όταν ιδρύθηκε η ΛΔ της Κίνας μετά τη σοσιαλιστική επανάσταση με ηγέτη τον Μάο Τσε Τουνγκ. Το τμήμα των εθνικιστών του κόμματος Κουομιντάνγκ που αντιτάχθηκαν στην τότε σοσιαλιστική επανάσταση πέρασε στο νησί της Ταϊβάν και με επικεφαλής τον Τσιαν Κάι Σεκ ίδρυσε το 1949 τη λεγόμενη Δημοκρατία της Κίνας, παίρνοντας μαζί του περίπου 2 εκατομμύρια κυρίως στρατιωτικούς και αρκετό χρυσό, αρχαία και λοιπά. Η Ταϊβάν (όπως αυτοαποκαλείται Δημοκρατία της Κίνας) με 23,3 εκατομμύρια κατοίκους θεωρείται για την Κίνα ως η 23η επαρχία της, με δική της αυτοδιοίκηση, όπως και το Χονγκ - Κόνγκ ή το Μακάο - που θεωρούνται ειδικές διοικητικές περιφέρειες που πέρασαν στην Κίνα από τη Βρετανία το 1997 και 1999, αντίστοιχα - στο πλαίσιο του δόγματος της «Μιας Κίνας», «δύο συστήματα, μια χώρα». Αυτές οι περιοχές είχαν από την πρώτη στιγμή τη στήριξη του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού κάτι που συνεχίζεται και σήμερα.

Μάλιστα, το νησί της Ταϊβάν είχε από το 1949 έως το 1987 στρατιωτικό νόμο. Και μέσα στην Ταϊβάν υπάρχουν δύο τάσεις στην κυβερνώσα αστική τάξη, η μία που επιδιώκει πλήρη ανεξαρτητοποίηση από την Κίνα, διεκδικώντας μια ταϊβανέζικη ταυτότητα και η άλλη που με τον έναν ή άλλο τρόπο βλέπει την επανένωση με την ηπειρωτική Κίνα, με δεδομένη την επικράτηση και εκεί των καπιταλιστικών σχέσεων.

Από το 1979, που οι ΗΠΑ έχουν συνάψει διπλωματικές επαφές με την ΛΔ της Κίνας διατηρούν τη λεγόμενη πολιτική της «στρατηγικής ασάφειας» με την Ταϊβάν και είναι ο βασικός προμηθευτής στρατιωτικού υλικού.

Στις 2 Νοεμβρίου 1987, οι κάτοικοι της Ταϊβάν αποκτούν άδεια να μεταβαίνουν στην ηπειρωτική Κίνα για οικογενειακές συναντήσεις, γεγονός που ανοίγει τον δρόμο στις εμπορικές ανταλλαγές. Το 1991, η Ταϊβάν ανακαλεί τις ρυθμίσεις που επιβάλλουν κατάσταση πολέμου με την Κίνα. Μεσολαβούν διάφορες εντάσεις μεταξύ των δύο πλευρών, το 2005 η Κίνα υιοθετεί αντιαποσχιστικό νόμο που προβλέπει τη χρήση «μη ειρηνικών» μέσων σε περίπτωση που η Ταϊβάν κηρύξει την ανεξαρτησία της.

Το 2008, οι δύο πλευρές επαναλαμβάνουν το διάλογο που διακόπηκε το 1995. Τότε ξεκίνησαν για πρώτη φορά πτήσεις μεταξύ των δύο περιοχών, ενώ το 2010 υπογράφτηκε και η πρώτη ειδική συμφωνία που καταργούσε δασμούς στο εμπόριο ορισμένων προϊόντων και ακολουθεί τετραετής διακυβερνητικός διάλογος. Το 2014 συμβολικά στην κινεζική πόλη Ναντζίνγκ που ήταν πρωτεύουσα της Κίνας πριν το 1949 ξεκινούν επίσημες συνομιλίες. Στις 7/11/15, οι Πρόεδροι της Κίνας και της Ταϊβάν συναντώνται στη Σιγκαπούρη. Το 2016, η Τσάι Ινγκ-γουέν, που προέρχεται από «Προοδευτικό Κόμμα» που τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας, αναλαμβάνει την προεδρία στην Ταϊβάν και επανεκλέχτηκε το 2020. Η Κίνα διακόπτει κάθε επικοινωνία, αφού η νέα κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει την αρχή της «Μίας Κίνας» και δηλώνει ότι δεν θα επιτρέψει οποιαδήποτε απόσχιση ακόμα και με τη χρήση στρατιωτικών μέσων, όπως επανέλαβε εμφατικά και με αφορμή την επίσκεψη της προέδρου του αμερικανικού Κογκρέσου Νάνσι Πελόζι.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ