Καθώς, βέβαια, κάθε αστική τάξη διεκδικεί αναβάθμιση των συμφερόντων της και ένα καλύτερο κομμάτι από τη «μοιρασιά της λείας» στην περιοχή, το χτεσινό επεισόδιο διήρκεσε λιγότερο από 2 ώρες και χωρίς κάποιο ορατό αποτέλεσμα.
Επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας ήταν ο πρέσβης επί τιμή Π. Αποστολίδης, και της τουρκικής ο υφυπουργός Εξωτερικών, Γιαβούζ Σελίμ Κιράν. Σύμφωνα με την ελληνική πλευρά, οι συνομιλίες αφορούν τις θαλάσσιες δικαιοδοσίες σε Αιγαίο και Ανατ. Μεσόγειο, ωστόσο η τουρκική πλευρά επιμένει ότι στο τραπέζι τίθενται όλα τα θέματα, μέχρι και η αποστρατικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, η κυριαρχία ορισμένων εξ αυτών καθώς και η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη.
Πηγές από την Τουρκία αναφέρουν ότι οι δύο αντιπροσωπείες εξέθεσαν τις θέσεις τους και μέχρις εκεί, αφού δεν φάνηκε να υπάρχει «πολιτική βούληση» για να προχωρήσουν ένα βήμα παραπέρα στο παζάρι. Διαβεβαιώνουν, ωστόσο, ότι κοινή βούληση είναι να μείνουν οι δίαυλοι ανοιχτοί, να συνεχιστεί ο «διάλογος», με τον επόμενο, 64ο γύρο, πιθανόν σε ένα εξάμηνο, αυτήν τη φορά στην Ελλάδα.
Αντίστοιχα, διπλωματικές πηγές στην Αθήνα, μεταφέροντας το κλίμα από πλευράς της ελληνικής αντιπροσωπείας, ανέφεραν ότι «δεν έγινε βήμα πίσω στις τουρκικές διεκδικήσεις, αλλά και κανένα βήμα προόδου».
Σε κάθε περίπτωση, δεν περνά απαρατήρητο ότι ήταν ο τρίτος γύρος διερευνητικών επαφών που έγινε φέτος, με αυτήν την πύκνωση να μαρτυρά και την πρεμούρα τους να «τρέξουν» διευθετήσεις, στο φόντο και της αναδιάταξης των δυνάμεων ΗΠΑ - ΝΑΤΟ στην περιοχή και της όξυνσης των ανταγωνισμών.
Προηγουμένως, ο Κυρ. Μητσοτάκης σε άρθρο του στην ιστοσελίδα «Liberal» σημείωνε ότι η κυβέρνησή του «εργάζεται πάντα στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας και των σχέσεων καλής γειτονίας». Παρά τις νέες παραγγελίες για πλοία και αεροσκάφη, υποστήριζε πως δεν έχει πρόθεση να μπει σε «κούρσα εξοπλισμών» με την Τουρκία, πως «σέβεται και στηρίζει τους συμμάχους της, αλλά παράλληλα δεν κάνει εκπτώσεις στα δίκαιά της», κάνοντας εμμέσως και ο ίδιος σαφές ότι το παζάρι των δύο αστικών τάξεων γίνεται εντός «συμμαχικού» - ΝΑΤΟικού πλαισίου, όπου δεν υπάρχει καμία διασφάλιση για τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα.
Στο μεταξύ, δημοσιοποιήθηκε το περιεχόμενο της επιστολής του μόνιμου αντιπροσώπου της Τουρκίας στον ΟΗΕ, Φεριντούν Σινιρλίογλου, όπου συνδέει την κυριαρχία των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου με την αποστρατικοποίησή τους.
Είχε προηγηθεί επιστολή του Σινιρλίογλου στον γγ των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, στις 13/7, όπου κατηγορούσε την Ελλάδα πως «παραβιάζει τις διεθνείς συνθήκες με τη στρατικοποίηση των νησιών σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο». Στις 27/7 η Ελληνίδα μόνιμη αντιπρόσωπος στον ΟΗΕ, Μαρία Θεοφίλη, απάντησε επικαλούμενη το Διεθνές Δίκαιο απορρίπτοντας τις αιτιάσεις της Αγκυρας, με τον Σινιρλίογλου να επανέρχεται στις 30/9.
Σε επιστολή του στον Γκουτέρες, σύμφωνα με την «Καθημερινή», ισχυρίζεται ότι «η ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου είναι εξαρτώμενη από την αποστρατιωτικοποίησή τους», δηλαδή δεν πρέπει να ανήκουν πλέον στην Ελλάδα από τη στιγμή που η χώρα διατηρεί εκεί στρατό. Ο Σινιρλίογλου επαναλαμβάνει ότι το καθεστώς αποστρατικοποίησης αφορά Λέσβο, Χίο, Σάμο και Ικαρία, ενώ προσθέτει ότι για Λήμνο και Σαμοθράκη οι προβλέψεις είναι ακόμη αυστηρότερες λόγω «εγγύτητας στην τουρκική ενδοχώρα». Καλεί δε «για ακόμα μία φορά την Ελλάδα να συμμορφωθεί με τις προβλέψεις αποστρατιωτικοποίησης» μιας σειράς συνθηκών «και να επαναφέρει το αποστρατιωτικοποιημένο καθεστώς των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, όπως ήταν πριν από την πραγματοποίηση των παραβιάσεων της Ελλάδας».
Αναμένεται τώρα η απάντηση της Ελληνίδας μόνιμης αντιπροσώπου, με βάση οδηγίες που έχει πάρει από το υπουργείο Εξωτερικών.
Σε θέμα «εθνικού συμφέροντος» ανάγει ο Κυρ. Μητσοτάκης την ψήφιση - σήμερα στη Βουλή - της Ελληνογαλλικής Συμφωνίας με την οποία η κυβέρνηση, για να αναβαθμίσει τη θέση και τις μπίζνες της εγχώριας αστικής τάξης, σπρώχνει τον λαό βαθύτερα σε επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και επεμβάσεις που «τρέχουν» σε όλη την ευρύτερη περιοχή, μέχρι και την Υποσαχάρια Αφρική.
Από τη Σλοβενία, όπου συμμετείχε στη Σύνοδο ΕΕ - Δυτικών Βαλκανίων, μίλησε για «ιστορική» συμφωνία, ισχυριζόμενος ότι «ενισχύει ουσιαστικά τη δυνατότητα της Ευρώπης να χτίσει τον δικό της αμυντικό πυλώνα εντός του ΝΑΤΟ».
Αυτά τα επικίνδυνα σχέδια βάφτισε «εθνικά» ενόψει της σημερινής συζήτησης στη Βουλή για την επικύρωση της συμφωνίας, λέγοντας ότι «όλοι θα τοποθετηθούν και θα αναμετρηθούν με τις ευθύνες τους, καθώς σε μία ιστορική συμφωνία ιστορικές είναι και οι ευθύνες όσων θα κληθούν διά της ψήφου τους να πουν "ναι" ή "όχι" σε μία Συμφωνία η οποία έχει πραγματικά εθνική διάσταση» και προσθέτοντας πως «κάποιοι δεν μπορούν να δουν πέρα από τις κομματικές παρωπίδες το πραγματικό εθνικό συμφέρον της χώρας».
Τα ίδια υποστήριξε αρθρογραφώντας στο «liberal», λέγοντας μεταξύ άλλων ότι «η συμφωνία αποτελεί την πλέον απτή απόδειξη του ενισχυμένου και διευρυμένου πλέγματος στρατηγικών συνεργασιών και συμμαχιών που, υπομονετικά, έχει οικοδομήσει η κυβέρνηση την τελευταία διετία».
Την ώρα, εξάλλου, που έχει καταρριφθεί με πάταγο ο μύθος ότι ισχυρά ιμπεριαλιστικά κράτη και οι συμμαχίες τους μπορούν να εξασφαλίσουν την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή, να υποστηρίξουν την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και της Κύπρου, ο Μητσοτάκης επέμεινε ότι «η ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής σε περίπτωση που μία από τις δύο χώρες δεχθεί επίθεση αποτελεί εγγύηση για την ασφάλειά μας, και συνιστά πρόνοια που πηγαίνει πέρα και πάνω από τις δεσμεύσεις συλλογικής υποστήριξης που προβλέπουν η συνθήκη του ΝΑΤΟ αλλά και οι συνθήκες της ΕΕ».
Δίνοντας, δε, όρκους πίστης στην Ουάσιγκτον, έσπευσε να διαβεβαιώσει ότι η κυβέρνησή του «δεν παραγνωρίζει ή παραβλέπει τη σχέση της με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή τη θέση της στο NATO. Το αντίθετο. Οι κινήσεις της Ελλάδας ενισχύουν ουσιαστικά τις δυνατότητες του ευρωπαϊκού πυλώνα του NATO και συνεπώς καθιστούν πιο δυνατή ολόκληρη τη διατλαντική συμμαχία», πρόσθεσε, στην πρεμούρα της ντόπιας αστικής τάξης να χωθεί βαθύτερα στη δίνη σχεδιασμών και ανταγωνισμών του κεφαλαίου, διεκδικώντας ένα καλύτερο κομμάτι από την καπιταλιστική λεία της ευρύτερης περιοχής.
Τόνισε, άλλωστε, ότι «παράλληλα, οι συζητήσεις που έχουμε με τις ΗΠΑ για την υπογραφή ανανεωμένης Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA), πενταετούς διάρκειας, αποδεικνύουν ότι η χώρα μας καλλιεργεί σχέσεις με στρατηγικό βάθος και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Δεν μιλάμε, λοιπόν, για αντιμαχόμενες ή αμοιβαία αποκλειόμενες πρωτοβουλίες», δίνοντας τη διάθεσή τους να παράσχουν υπηρεσίες σε μια σειρά ιμπεριαλιστικά κέντρα. Διόλου τυχαία, μίλησε «για κινήσεις που αλληλοσυμπληρώνονται και είναι απόρροια της ενεργητικής και πολυδιάστατης ελληνικής εξωτερικής πολιτικής», σε μια ορολογία πανομοιότυπη με όσα έλεγε σχετικά ως κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, παίρνοντας απ' αυτόν τη σκυτάλη της εμπλοκής.
Τέλος, χαρακτήρισε τη συμφωνία πρόδρομο για την ενίσχυση της στρατιωτικής «συνεργασίας» ανάμεσα στα κράτη - μέλη της ΕΕ, στην κατεύθυνση σύστασης ευρωστρατού, εφόσον, όπως είπε, «η ΕΕ είναι μία οικονομική υπερδύναμη και εκ των πραγμάτων διαθέτει μεγάλη ήπια ισχύ, οφείλει όμως να αποκτήσει και ανάλογο γεωπολιτικό αποτύπωμα (...) να αποκτήσει τη στρατηγική αυτονομία και εξοπλιστική διαλειτουργικότητα που θα της επιτρέψουν να υπερασπίζεται τα συμφέροντα και τα δίκαιά της στην ευρύτερη γειτονιά της, δίχως να εξαρτάται από τη συνδρομή ή να βασίζεται στη σύμφωνη γνώμη άλλων δυνάμεων».
Εξέφρασε, μάλιστα, την ελπίδα η συζήτηση αυτή να «προχωρήσει με σταθερά βήματα ώστε να μετουσιωθεί σε πράξεις», καθώς με «σημαντική εθνική παρακαταθήκη» την Ελληνογαλλική Συμφωνία, δίνεται «η δυνατότητα στην Ελλάδα να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο όχι μόνο στις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά συνολικά στη συζήτηση για την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία», προαναγγέλλοντας την εμπλοκή των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων σε μια σειρά μέτωπα και αποστολές εκτός συνόρων.
Με ένα διεκπεραιωτικό tweet αναφέρθηκε το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών στις χτεσινές διερευνητικές λέγοντας απλά ότι «ο 63ος γύρος των συμβουλευτικών συνομιλιών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας πραγματοποιήθηκε σήμερα (σ.σ. χτες) στην Ανκαρα».
Στο μεταξύ, σε κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσε με τους ομολόγους του από Γεωργία και Αζερμπαϊτζάν, ο υπουργός Αμυνας Χουλουσί Ακάρ ισχυρίστηκε ότι «η Τουρκία δεν ήταν ποτέ απειλή για κανέναν, αλλά ήταν πάντα ένας αξιόπιστος, ισχυρός και αποτελεσματικός σύμμαχος» και αναφερόμενος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είπε: «Παρά τις προειδοποιήσεις μας, η γειτονική μας Ελλάδα, δυστυχώς, συνεχίζει τις παρενοχλήσεις και τις παραβιάσεις».
Πρόσθεσε πάντως ότι «εμείς πιστεύουμε ότι τα προβλήματα μπορούν να επιλυθούν με ειρηνικές μεθόδους, σχέσεις καλής γειτονίας και διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου», καταλήγοντας ότι «αποτελεί ειλικρινή ευχή μας να ανοίξουν τα κανάλια διαλόγου με τους σημερινούς συνομιλητές μας (...) Είμαστε υπέρ του διαλόγου», επαναλαμβάνοντας βέβαια ότι «δεν θα αφήσουμε να παραβιαστούν τα δικαιώματα της χώρας μας και της Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου (σ.σ. του ψευδοκράτους στην Κύπρο) και ότι δεν θα επιτρέψουμε κανένα τετελεσμένο».
Απαντώντας σε ερώτημα για την «προσπάθεια του ερευνητικού σκάφους "Nautical Geo" να παραβιάσει - όπως είπε - την υφαλοκρηπίδα της Τουρκίας», δήλωσε: «Δυστυχώς, η γειτονική μας Ελλάδα προσπάθησε επίμονα να παραβιάσει την υφαλοκρηπίδα μας στην ανατολική Κρήτη και τα νοτιοδυτικά της Κύπρου. Οι δυνάμεις μας έλαβαν τα απαραίτητα μέτρα». Σχολιάζοντας ειδικά τις διερευνητικές επαφές είπε ότι «δεν θα είναι επωφελές για τη γειτονική μας Ελλάδα να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες παρασυρόμενη από κίνητρα και προκλήσεις ορισμένων άλλων χωρών».
Από τη μεριά της, η ΕΕ έσπευσε πάλι να ζητήσει κι αυτή κλιμάκωση του παζαριού με την Τουρκία, προσδοκώντας ανταλλάγματα από τον ρόλο της Αγκυρας σε μια σειρά κρίσιμα μέτωπα. Ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Πίτερ Στάνο επανέλαβε ότι οι ηγέτες των κρατών - μελών «είχαν καλωσορίσει την αποκλιμάκωση, αλλά υπογράμμισαν την ανάγκη για βιώσιμη αποκλιμάκωση» και συμπλήρωσε: «Είπαν επίσης ότι είναι έτοιμοι να συνεργαστούν με την Τουρκία με τρόπο σταδιακό, αναλογικό και αναστρέψιμο με βάση συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι η βιώσιμη αποκλιμάκωση, μία άλλη η εποικοδομητική δέσμευση και η αποχή από μονομερείς ενέργειες ή προκλήσεις εναντίον της ΕΕ ή κρατών - μελών».