Οι ανάγκες αυξάνονται και δεν μειώνονται, καθώς στην πανδημία προστίθενται και τα χιλιάδες περιστατικά που πετάχτηκαν εκτός τους προηγούμενους μήνες
Από κινητοποίηση σωματείων και φορέων για την ενίσχυση του συστήματος Υγείας |
Η πανδημία που συνεχίζεται, οι συνέπειες από τη λειτουργία των νοσοκομείων επί τόσους μήνες έναντι μιας νόσου, οι ανάγκες παρακολούθησης των χιλιάδων ασθενών που νόσησαν από τον κορονοϊό, κυρίως όσων ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, δεν δικαιολογούν κανέναν εφησυχασμό, πόσο μάλλον αυτόν που καλλιεργεί η κυβέρνηση.
Μέχρι στιγμής έχουν ανακοινωθεί η σταδιακή αποκατάσταση των Νοσοκομείων «Θριάσιο» και «Σισμανόγλειο» και η επιστροφή των δεσμευμένων για Covid κλινών σε ΚΑΤ, «Γεννηματάς» και «Αττικόν», ενώ για τα υπόλοιπα νοσοκομεία (π.χ. «Σωτηρία», «Ερυθρός Σταυρός», «Παμμακάριστος», «Αμαλία Φλέμινγκ» κ.ά.) δεν έχει ειπωθεί το παραμικρό.
Η «επόμενη μέρα» που επιχειρεί να σκιαγραφήσει η κυβέρνηση, με την πανδημία να συνεχίζει να δείχνει τα δόντια της, με κατά τόπους αλλά και γενικότερες εξάρσεις, θα βρει τους εργαζόμενους διαλυμένους, σε έναν αγώνα δρόμου χωρίς τέρμα, για να ανταποκριθούν στις αυξημένες υγειονομικές ανάγκες του λαού, που βρίσκονται παραγκωνισμένες για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, με ευθύνη της κυβέρνησης.
Είναι επίσης δεδομένο ότι και στην περίπτωση της επαναφοράς, εργαζόμενοι και ασθενείς θα δουν το έργο να παίζεται ξανά από την αρχή, τη συνύπαρξη δηλαδή Covid και non Covid ασθενών, με μόνο διαχωριστικό μια πόρτα και με το κουρασμένο προσωπικό να πηγαινοέρχεται μεταξύ ασθενών Covid, υπόλοιπων νόσων και εμβολιασμών.
Η κυβέρνηση προσπαθεί παράλληλα να πείσει για την «επιτυχία» της πολιτικής που αντιμετωπίζει ως κόστος την υγεία του λαού και αρνείται πεισματικά να κάνει μαζικές μόνιμες προσλήψεις προσωπικού, παρά το γεγονός ότι οι ανάγκες αυξάνονται διαρκώς αντί να μειώνονται. Ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα:
Αυτή είναι λοιπόν η κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία της «μιας νόσου» και συνολικά στο δημόσιο σύστημα Υγείας, την επαναφορά του οποίου ανακοινώνει η κυβέρνηση, παρουσιάζοντας μάλιστα ως μεγάλο κατόρθωμα τις 4.000 προσλήψεις υγειονομικών που σκοπεύει να κάνει! Ακόμα κι όταν γίνουν (αν γίνουν...) θα αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό των μεγάλων ελλείψεων και δεν είναι αρκετές να αντισταθμίσουν ούτε καν τις αποχωρήσεις που έγιναν για διάφορους λόγους μέσα στην πανδημία.
Από παντού προκύπτει λοιπόν η ανάγκη να μην υπάρξει κανένας εφησυχασμός και να συνεχιστεί ο αγώνας για την ουσιαστική ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας, τώρα που οι ανάγκες μεγαλώνουν ακόμα περισσότερο, ενώ δεν αποκλείεται και μια νέα έξαρση της πανδημίας.
Οπως δηλώνει στον «Ριζοσπάστη» ο Ηλίας Σιώρας, πρόεδρος του Σωματείου Εργαζομένων στον «Ευαγγελισμό» και γραμματέας της ΕΙΝΑΠ, «τα νοσοκομεία πρέπει ν' ανοίξουν το συντομότερο δυνατό για όλους τους ασθενείς, ενισχυμένα σε μέσα και προσωπικό, και ταυτόχρονα εξακολουθεί να είναι επιτακτική η ανάγκη της επίταξης του ιδιωτικού τομέα, καθώς είναι βέβαιο ότι οι επισκέψεις στα νοσοκομεία και στα ΚΥ θα αυξηθούν.
Η ανάγκη να γίνουν τα απαραίτητα χειρουργεία θα είναι μεγάλη, καθώς εκατοντάδες περιστατικά είναι συσσωρευμένα σε κάθε κλινική δημόσιου νοσοκομείου και ταυτόχρονα αναμένεται αύξηση της δουλειάς σ' ένα κουρασμένο προσωπικό, με εργασιακή εξουθένωση.
Το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με τους τρόπους που έχουν υποδείξει από τον πρώτο μήνα της πανδημίας η ΟΕΝΓΕ και σωματεία εργαζομένων, με μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και επίταξη του ιδιωτικού τομέα Υγείας. Ηδη έχουμε τα πρώτα δείγματα αυταρχισμού από τις διοικήσεις στις κανονικές άδειες του προσωπικού που υποτίθεται άρθηκε η απαγόρευσή τους. Η άρση είναι μόνο κατ' όνομα».
Απαιτούν την ενίσχυση του «Θριάσιου» Νοσοκομείου και των δημόσιων δομών ΠΦΥ της περιοχής
Υπενθυμίζεται ότι:
Δίνοντας τη μεγάλη εικόνα στη Υγεία, το Σωματείο Εργαζομένων «Θριασίου» Νοσοκομείου αναφέρει χαρακτηριστικά σε ανακοίνωσή του ότι «μειώθηκαν ο αριθμός των μόνιμων εργαζομένων στην Υγεία κατά 1.680 άτομα το 2020 και η κρατική χρηματοδότηση για τις δημόσιες μονάδες κατά 22 εκατ. ευρώ, ενώ αυξήθηκαν οι δικές μας ασφαλιστικές εισφορές για υγειονομική περίθαλψη κατά 219 εκατ. ευρώ.
Αυτή η πολιτική είναι η αιτία που συστήματα Υγείας ακόμη και προηγμένων καπιταλιστικών χωρών κατέρρευσαν κάτω από το βάρος της επιδημίας ή μετατράπηκαν σε συστήματα υγείας "μιας νόσου", όπως συνέβη στη χώρα μας, με αποτέλεσμα την εκτίναξη της θνησιμότητας από τις υπόλοιπες παθήσεις.
Κερδισμένοι από την πολιτική αυτή και τη "συνύπαρξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα Υγείας" που υποστηρίζουν ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και τα υπόλοιπα κόμματα της άρχουσας τάξης, είναι μόνο οι ιδιοκτήτες ιδιωτικών κλινικών, διαγνωστικών κέντρων και ασφαλιστικών εταιρειών, που τα κέρδη τους αυξήθηκαν μέσα στην επιδημία».