ΤΕ Ενεργειακού Κέντρου του ΚΚΕ: «Οι συνέπειες της διακοπής δείχνουν τι θα επακολουθήσει με την προώθηση της "απολιγνιτοποίησης"»
Ο συγκεκριμένος σταθμός βρίσκεται εκτός λειτουργίας εδώ και ένα μήνα, γεγονός που, όπως επισημαίνει η ΤΕ, έχει πολλαπλές συνέπειες για τους εργαζόμενους και τον λαό της περιοχής.
Από τη διακοπή τροφοδοσίας του σταθμού με λιγνίτη, πολλοί εργαζόμενοι, κυρίως οδηγοί αλλά και επαγγελματίες, έχουν μείνει χωρίς δουλειά στα ορυχεία Αμυνταίου, Λιγνιτικής Αχλάδας ΑΕ, ΜΕΤΕ και ΛΑΡΚΟ στην περιοχή των Σερβίων, ενώ επίσης αρκετοί εργολάβοι προχώρησαν σε απολύσεις εντός του ΑΗΣ Μελίτης. Επιπρόσθετα, έχει διαμορφωθεί αποπνικτική κατάσταση στην ατμόσφαιρα στο χωριό της Μελίτης, καθώς η αυλή έξω από το σταθμό είναι γεμάτη με λιγνίτη που αυτοαναφλέγεται.
«Η προσωρινή διακοπή λειτουργίας του σταθμού του ΑΗΣ Μελίτης», αναφέρει στην ανακοίνωσή της η Τομεακή Επιτροπή του Κόμματος, «δείχνει τι θα επακολουθήσει με το προωθούμενο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την απολιγνιτοποίηση. Ανεργία και εξαθλίωση των εργαζομένων, άγρια εκμετάλλευση είναι μια σειρά από συνέπειες σε βάρος της ζωής του λαού», στις οποίες προσθέτει και την ένταση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον.
Οι συνέπειες αυτές της κυβερνητικής πολιτικής «απελευθέρωσης» της αγοράς Ενέργειας και της συνοδευόμενης «απολιγνιτοποίησης» «δεν αμβλύνονται σε καμία από τις 12 προτάσεις που παρουσίασε η κυβέρνηση της ΝΔ», συνεχίζει η ανακοίνωση και προσθέτει: «Αντίθετα, τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν αφορούν την κερδοφορία των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων στον κλάδο της Ενέργειας και όχι μόνο, που θα επενδύσουν σε ειδικές φορολογικές ζώνες όπως τους έταξε η κυβέρνηση. Δηλαδή σε έναν διαμορφωμένο φορολογικό παράδεισο όπου το κεφάλαιο θα βγάλει πολλά κέρδη σε βάρος των εργαζομένων».
Απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις η ΤΕ Ενεργειακού Κέντρου καλεί τους εργαζόμενους στη ΔΕΗ ΑΕ, το λαό στη Δυτική Μακεδονία σε ξεσηκωμό, σε αγωνιστική οργάνωση της πάλης, ώστε να μην περάσουν τα σχέδια κυβέρνησης - ΕΕ - κεφαλαίου, τονίζοντας πως το ΚΚΕ θα συνεχίσει να δίνει όλες τις δυνάμεις του για την ανάπτυξη και μαζικοποίηση των κινητοποιήσεων ενάντια στην «απολιγνιτοποίηση» και τις επιπτώσεις της.
Καλεί τους εργαζόμενους να διεκδικήσουν:
Πληρώνονται ψίχουλα, είναι ανασφάλιστοι και... δεν θεωρούνται εργαζόμενοι
Απλήρωτοι από την περασμένη άνοιξη παραμένουν οι διερμηνείς που εργάζονται στα ποινικά δικαστήρια της Αθήνας και του Πειραιά σε δίκες με αλλοδαπούς μάρτυρες ή κατηγορούμενους ή μεταφράζουν έγγραφα για λογαριασμό των δικαστηρίων σε σειρά γλωσσών, παρέχοντας δηλαδή εξειδικευμένη εργασία μεγάλης σημασίας για το δικαστικό έργο.
Πρόκειται για την κορυφή του παγόβουνου αφού συνολικά αντιμετωπίζουν σοβαρά εργασιακά προβλήματα. Μέχρι τώρα, οι διερμηνείς υπάγονταν από το νόμο στην κατηγορία του μάρτυρα. Αμείβονται με 17,61 ευρώ ανά μέρα εργασίας, ανεξαρτήτως του αριθμού δικών που εξυπηρετούν, σε περίπτωση υπέρβασης ωραρίου πληρώνονται 35,22 ευρώ, και σε περίπτωση διερμηνείας στον ανακριτή 11,74 ευρώ κατ' άτομο. Ολα τα παραπάνω ποσά είναι μεικτά. Επιπλέον, αν και ο διερμηνέας καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες του δικαστηρίου, εργάζεται σε σταθερή βάση ανασφάλιστος. Το αν θα ασφαλιστεί και πού είναι ζήτημα δικής του «επιλογής» που, φυσικά, με δεδομένο το ύψος των αμοιβών, είναι αδύνατο.
Επίσης, σε περίπτωση που ο αλλοδαπός κατηγορούμενος ή μάρτυρας δεν προσέλθει στη δίκη, αρκετοί δικαστές αρνούνται να υπογράψουν την αντίστοιχη βεβαίωση, θεωρώντας πως αφού δεν διερμήνευσαν, ακόμα κι αν έχουν διαθέσει τον εργάσιμο χρόνο τους στο δικαστήριο, δεν δικαιούνται πληρωμή. Ακόμη, όπως προβλέπεται και για τους μάρτυρες έως τώρα, μπορούσε να επιβληθεί και πρόστιμο λιπομαρτυρίας σε διερμηνέα ο οποίος απουσίασε αδικαιολόγητα από το δικαστήριο!
Με βάση τις νέες διατάξεις, καλούνται ως μάρτυρες, αλλά δικαιούνται νόμιμη αμοιβή καθώς και τα έξοδα τα οποία κατέβαλαν. Παρ' όλα αυτά, η πληρωμή γίνεται πολύ αραιά, αφού πληρώνονται με πάγιες τραπεζικές εντολές σταθερού ύψους (60.000 ευρώ), που τα τελευταία δύο χρόνια μειώθηκαν από 3 - 4, σε 2 - 3 φορές το χρόνο, ή ακόμα και λιγότερες.
Δηλαδή: Ο δικαστικός διερμηνέας δεν θεωρείται εργαζόμενος, είναι ανασφάλιστος, μπορεί να διαθέσει τον εργάσιμο χρόνο του αλλά να μην πληρωθεί για λόγους που δεν αφορούν στο πρόσωπό του, πληρώνεται ψίχουλα και έναντι, 1 - 2 φορές το χρόνο και όχι κάθε μήνα, ενώ αν απουσιάσει, μπορεί να του επιβληθεί πρόστιμο περίπου δεκαπλάσιο της ημερήσιας αμοιβής του.
Οπως αναφέρει στον «Ριζοσπάστη» η Δανάη Χέλμη, πρόεδρος του Σωματείου Δικαστικών Διερμηνέων Αττικής, «στην Αθήνα και στον Πειραιά, περίπου 250 άτομα από διάφορες χώρες του κόσμου κάνουν αυτήν τη δουλειά εδώ και πολλά χρόνια, χωρίς ωστόσο ποτέ να έχουν κατοχυρωθεί ως κανονικοί εργαζόμενοι. Το πιο σημαντικό πρόβλημα αυτήν τη στιγμή είναι ότι πληρωνόμαστε ψίχουλα και εργαζόμαστε απλήρωτοι από την περασμένη άνοιξη, ενώ εδώ και χρόνια οι πληρωμές γίνονται πιο αραιά και πάντοτε έναντι. Δηλαδή, πληρωνόμαστε πολύ λιγότερο από όσο αντιστοιχεί στη δουλειά μας.
Το Σωματείο Δικαστικών Διερμηνέων Αττικής, στα πέντε χρόνια της ύπαρξής του, διεκδικεί σταθερά και αγωνιστικά τη βελτίωση των όρων εργασίας των δικαστικών διερμηνέων, όπως και την κατοχύρωσή τους ως εργαζομένων με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα. Παρά τις συνεχείς οχλήσεις μας, το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν έχει λάβει κανένα μέτρο για την επίλυση των προβλημάτων και την προστασία μας. Αντίθετα, διαιωνίζεται ένα απαράδεκτο καθεστώς που χειροτερεύει μέρα με τη μέρα. Αυτή η κατάσταση μας βρίσκει οργανωμένους και αποφασισμένους να μην υποχωρήσουμε από την πάλη για αυτονόητα δικαιώματα».
Οι δικαστικοί διερμηνείς διεκδικούν άμεση και πλήρη εξόφληση των δεδουλευμένων, αύξηση της αμοιβής στα 50 ευρώ ημερησίως, τακτική, μηνιαία πληρωμή όλου του ποσού, διαχωρισμό από τους μάρτυρες, αμοιβή με μόνη προϋπόθεση την παρουσία στο δικαστήριο και ρύθμιση του εργάσιμου χρόνου με έγκαιρες ειδοποιήσεις, υποχρεωτική ασφάλιση για όλους τους διερμηνείς και μεταφραστές με ευθύνη και επιβάρυνση του υπουργείου Δικαιοσύνης. Ραχοκοκαλιά όλων αυτών είναι η κατοχύρωση του δικαστικού διερμηνέα ως εργαζόμενου. Για το σκοπό αυτό, μέσα από τις διαδικασίες του, το σωματείο επεξεργάστηκε και κατέθεσε στο υπουργείο Δικαιοσύνης πρόταση Συλλογικών Ορων Αμοιβής και Εργασίας. Δύο χρόνια μετά, οι διαδοχικές κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ και οι εκάστοτε υπουργοί τους δεν την έχουν θέσει σε διαπραγμάτευση, ενώ αντιμετωπίζουν τις συνεχείς κρούσεις που γίνονται με υποσχέσεις χωρίς κανένα πρακτικό αντίκρισμα.
Τη γιγάντωση της ενεργειακής φτώχειας που πάει χέρι - χέρι με την προώθηση των σχεδίων της «απελευθέρωσης» στον κλάδο αποτυπώνουν τα στοιχεία για τις «ανεξόφλητες» οφειλές που έδωσε χτες στη δημοσιότητα η ΔΕΗ ΑΕ.
Το ύψος τους παραμένει στα 2,7 δισ. ευρώ, με τους περισσότερους διακανονισμούς που έχουν πραγματοποιηθεί τους τελευταίους μήνες να αφορούν κυρίως χρέη κάτω των 5.000 ευρώ, υπό την απειλή φυσικά της διακοπής ρεύματος.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της επιχείρησης από την 1η Οκτώβρη έχουν πραγματοποιηθεί 140 χιλιάδες ρυθμίσεις ύψους 230 εκατ. ευρώ, με το 9% από αυτές να αφορά πελάτες με οφειλές κάτω των 500 ευρώ, το 26% οφειλές 500 - 1.000 ευρώ, το 39% χρέη από 1.000 - 3.000 ευρώ και το 30% για ποσά από 3.000 έως 5.000 ευρώ. Τα χαμηλότερα ποσοστά διακανονισμών αφορούν οφειλές που ξεπερνούν τις 10.000 ευρώ, αφού από αυτήν την κατηγορία σε ρύθμιση έχει υπαχθεί μόλις το 5% εξ αυτών.
Την ίδια στιγμή, συνεχίζεται το μπαράζ των εκβιασμών προς φτωχά λαϊκά νοικοκυριά που αδυνατούν να καλύψουν τα ποσά της προκαταβολής που απαιτούνται, για να ενταχθούν στη ρύθμιση και τα απειλητικά «ραβασάκια» αποστέλλονται σαν «βροχή». Η επιχείρηση δεν έχει δώσει πρόσφατα στοιχεία για τον συνολικό αριθμό αποκοπών που έχουν υλοποιηθεί τους τελευταίους μήνες, είναι γνωστό πάντως πως μέχρι τον Δεκέμβρη ο αριθμός των αποκοπών ρεύματος είχε φτάσει τις 55.000, ενώ ήδη έχει δοθεί εντολή να πραγματοποιηθούν επιπλέον 30.000 αποκοπές ρεύματος, στοχεύοντας σε όσους έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές πάνω από 6 μήνες. Συνολικά σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν 582.000 καταναλωτές με συνολικό οφειλόμενο ποσό να ανέρχεται στα 545 εκατ. ευρώ.
Πάντως, ακόμη και όσοι έχουν μπει στο πρόγραμμα διακανονισμών, κόβοντας από άλλες βασικές ανάγκες, προκειμένου να καταβάλουν και τις δυσθεώρητες προκαταβολές που απαιτούν οι «ρυθμίσεις», αντικειμενικά βρίσκονται στη «διακεκαυμένη ζώνη» αποκοπής της παροχής, αφού αν «χάσουν» κάποιες από τις δόσεις, όπως πολύ συχνά συμβαίνει, βγαίνουν εκτός προγράμματος διακανονισμού και στη συνέχεια καλούνται να εξοφλήσουν ολόκληρο το ποσό.
Στο πλευρό των κατοίκων της περιοχής του Μεσολογγίου που εναντιώνονται στην εγκατάσταση μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από καύση βιορευστών με βαρύτατες συνέπειες στην υγεία, στην αγροτική παραγωγή και τη λιμνοθάλασσα, στάθηκε η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ με την παρέμβασή της στην Επιτροπή Αναφορών (PETI) του Ευρωκοινοβουλίου όπου συζητήθηκε σχετική αναφορά που έχει κατατεθεί από φορείς της περιοχής.
Ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ Λευτέρης Νικολάου - Αλαβάνος στην τοποθέτησή του υπογράμμισε την υποκριτική στάση της Κομισιόν που παραπέμπει την υπόθεση στα εθνικά δικαστήρια, καθώς, με βάση και τους δικούς της κανονισμούς και οδηγίες για τις ΑΠΕ, οι όμιλοι πριμοδοτούνται για «πράσινες επενδύσεις», ενώ ο λαός πληρώνει, με «περιβαλλοντικά τέλη», φορολογία, με το κλείσιμο επιχειρήσεων που οδηγεί τους εργαζόμενους στην ανεργία, όπως γίνεται αυτήν την περίοδο στη Δυτική Μακεδονία.
Τόνισε ακόμη τις ευθύνες τόσο της σημερινής κυβέρνησης της ΝΔ, όσο και της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που, με νομοθετικές ρυθμίσεις, της επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης γης, ώστε να γίνονται εύκολα τέτοιου είδους επενδύσεις.
Το ΚΚΕ, υπογράμμισε, αντιτίθεται στην εγκατάσταση των μονάδων ενεργειακής καύσης βιομάζας και βιορευστών και σε αυτήν την περιοχή στο πλαίσιο του συνολικού αγώνα ενάντια στις συνέπειες από την «απελευθέρωση» του ενεργειακού τομέα στη χώρα μας και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και της υγείας των λαϊκών στρωμάτων που αποτελούν στρατηγική της ΕΕ.
Εκλεισε την τοποθέτησή του, λέγοντας ότι το ζήτημα δεν είναι η «παραβίαση της ευρωενωσιακής νομοθεσίας», όπως επικαλούνται άλλες δυνάμεις, αλλά η ίδια η εφαρμογή της, καθώς η ΕΕ που υπηρετεί τα μονοπώλια και τα κέρδη τους δεν μπορεί να προστατέψει ούτε το περιβάλλον ούτε τη ζωή και την υγεία των κατοίκων.
Μετά και από την παρέμβαση του ΚΚΕ, η αναφορά παρέμεινε ανοιχτή, για να τοποθετηθεί εκ νέου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο ζήτημα αυτό.