Eurokinissi |
Την Κυριακή, ο Αιγύπτιος Πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ Σίσι καλωσόρισε τους ομολόγους του από τις χώρες του Αραβικού Συνδέσμου και της ΕΕ, υποστηρίζοντας ότι ο συντονισμός σε υψηλό επίπεδο θα συμβάλει «στην αποσαφήνιση στόχων και στην κατάστρωση μίας κοινής στρατηγικής σε θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος», ενώ χτες ο ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, εξήρε τις δυνατότητες κοινής συνεργασίας σε πολλούς τομείς.
Στο κείμενο όπου κατέληξαν οι ηγέτες της ΕΕ και Αραβικού Συνδέσμου, προωθώντας η κάθε πλευρά τα συμφέροντα της αστικής τάξης που εκπροσωπεί, αλλά και ασκώντας έμμεση κριτική στην πολιτική του Προέδρου των ΗΠΑ Ντ. Τραμπ και στην αποχώρηση των ΗΠΑ από διεθνείς συμφωνίες, δήλωσαν «αφοσίωση» σε ένα «πολυμερές, διεθνές σύστημα στη βάση του Διεθνούς Δικαίου για την αντιμετώπιση παγκόσμιων προκλήσεων» μέσω της συνεργασίας τους με τον ΟΗΕ και την Αφρικανική Ενωση. Ανέπτυξαν επίσης τα γνωστά ευχολόγια αλλά και προσδοκίες για άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας μέσα από την «αναπτυξιακή» ατζέντα 2030 του ΟΗΕ, όπως και τη θέλησή τους για στενότερη συνεργασία στους τομείς της «ασφάλειας», της «αντιμετώπισης της τρομοκρατίας» και των μεταναστευτικών ροών, και βέβαια των επενδύσεων σε τομείς όπως το εμπόριο, η επιστημονική και τεχνολογική έρευνα κ.ά.
Παράλληλα, ΕΕ και ΑΣ εξέφρασαν τη θέση τους για προώθηση «πολιτικών λύσεων σε περιφερειακές κρίσεις», όπως για παράδειγμα με το ευχολόγιο σε ό,τι αφορά το Παλαιστινιακό και την «ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή», συμπεριλαμβανομένου του καθεστώτος της Ιερουσαλήμ, συμφωνώντας στην ανάγκη για «πολιτική λύση», στη βάση δύο κρατών και του Διεθνούς Δικαίου, την ώρα βέβαια που η ΕΕ και ιδιαίτερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ βαθαίνουν τις πολύμορφες πολιτικοστρατιωτικές σχέσεις με το Ισραήλ, που τσαλαπατάει τις σχετικές αποφάσεις, δολοφονώντας τον Παλαιστινιακό λαό. Κατά τ' άλλα, οι ηγέτες της Συνόδου υποστήριξαν τις «άμεσες διαπραγματεύσεις» Παλαιστινίων και Ισραηλινών «για όλα τα θέματα του τελικού καθεστώτος», συμπεριλαμβανομένης της συνέχισης της κηδεμονίας των ιερών τόπων της Ιερουσαλήμ από την Ιορδανία. Επισήμαναν επίσης «τον απαραίτητο ρόλο της UNRWA» (οργανισμός αρωγής του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες) και εξέφρασαν «ανησυχία» για την ανθρωπιστική και οικονομική κατάσταση και την ασφάλεια στη Λωρίδα της Γάζας. Σύγκλιση θέσεων φάνηκε να διαπιστώνουν σε ό,τι αφορά τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις σε Λιβύη, Υεμένη, Συρία, τα αποτελέσματα των οποίων υποτίθεται τώρα ότι θέλουν να αντιμετωπίσουν. Αποφάσισαν τέλος να πραγματοποιήσουν την επόμενη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ - ΑΣ το 2022, στις Βρυξέλλες.
Στην τοποθέτησή του στη Σύνοδο, σύμφωνα με τις κυβερνητικές πηγές, ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας υποστήριξε την ανάγκη εμβάθυνσης της συνεργασίας ΕΕ - αραβικού κόσμου για την αντιμετώπιση των «περιφερειακών προκλήσεων ασφαλείας» (Λιβύη, Συρία, Μεσανατολικό) αλλά και για την προώθηση «μιας θετικής ατζέντας συνεργασίας στην οικονομία, στην Ενέργεια και στον πολιτισμό». Αναφέρθηκε στο ρόλο σημαιοφόρου των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών που η κυβέρνησή του έχει ήδη αναλάβει και μεταξύ άλλων προωθεί μέσα από διοργανώσεις όπως των ευρωαραβικών διασκέψεων στην Αθήνα και βέβαια μέσα από τα τριμερή και τετραμερή «σχήματα» εμπέδωσης της ευρωατλαντικής «σταθερότητας», όπως αυτά με την Κύπρο, με την Αίγυπτο, το Ισραήλ, αλλά και την Ιορδανία και τον Λίβανο.
Στο περιθώριο της Συνόδου, ο πρωθυπουργός συναντήθηκε με τον γενικό γραμματέα του Αραβικού Συνδέσμου, Αμπούλ Γέιτ, αλλά και με τον Λιβανέζο ομόλογό του, Σαάντ Χαρίρι, ο οποίος σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές εξέφρασε έντονο ενδιαφέρον για την προσέλκυση επενδύσεων στον Λίβανο από ελληνικές εταιρείες. Από την πλευρά του, ο Αλ. Τσίπρας μίλησε για τη σημασία της τριμερούς συνεργασίας Ελλάδας - Κύπρου - Λιβάνου, η οποία προωθείται με την προσεχή συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών, στο πλαίσιο της οποίας - όπως ανέφερε - θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν και επιχειρηματικές συναντήσεις.
Για «μακεδονική μειονότητα» στην Ελλάδα κάνει λόγο ρεπορτάζ του BBC, το οποίο δημοσιεύτηκε το πρωί της Κυριακής, εκθέτοντας κυβέρνηση, ΝΔ και γενικά όσους αναγορεύουν τους ιμπεριαλιστές - τις επιδιώξεις των οποίων απηχούν διεθνή μέσα ενημέρωσης, όπως το BBC - σε προστάτες της ειρήνης και σταθερότητας.
Το ρεπορτάζ υποστηρίζει πως με τη συμφωνία των Πρεσπών «η Ελλάδα αναγνώρισε ανεπιφύλακτα την ύπαρξη μακεδονικής γλώσσας και εθνικότητας. Αλλά, παρ' όλα αυτά, αρνήθηκε την ύπαρξη της δικής της μακεδονικής μειονότητας».
Με αφορμή το δημοσίευμα, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ έστησαν έναν ακόμα καβγά, για να κρύψουν τη συμφωνία τους στους ΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς στα Βαλκάνια, που δρομολόγησαν τη συμφωνία των Πρεσπών και τροφοδοτούν εθνικισμούς και αλυτρωτισμούς.
Σε ανακοίνωσή της η ΝΔ κάλεσε τον πρωθυπουργό «να πράξει σήμερα κιόλας το αυτονόητο: Να ξεκαθαρίσει άμεσα, κατηγορηματικά και προς όλες τις κατευθύνσεις ότι ζήτημα "εθνικής μακεδονικής μειονότητας" δεν υφίσταται στην Ελλάδα». Απαντώντας, το Μέγαρο Μαξίμου είπε πως «στη ΝΔ αποφάσισαν για ακόμη μία φορά να γίνουν ακραίοι προπαγανδιστές απαράδεκτων και ανυπόστατων ισχυρισμών, επιβεβαιώνοντας ότι δεν είναι μόνο ανίδεοι αλλά και εθνικά επικίνδυνοι», ενώ ισχυρίζεται εκ νέου πως τάχα η συμφωνία των Πρεσπών «κλείνει οριστικά το ζήτημα ύπαρξης δήθεν μειονότητας».
Η συμφωνία των Πρεσπών «πρέπει να εφαρμόζεται με τρόπο που δεν αφήνει ίχνος αλυτρωτισμού» ήταν, τέλος, η έμμεση απάντηση του Προέδρου της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλου.
Σε σχόλιό του σχετικά με το δημοσίευμα του BBC, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ τονίζει: «Το δημοσίευμα του BBC εκθέτει τόσο την κυβέρνηση όσο και τη ΝΔ, αλλά και όσους αναγορεύουν τους ιμπεριαλιστές, τις επιδιώξεις των οποίων απηχούν τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, όπως το BBC, σε προστάτες της ειρήνης και της σταθερότητας.
Στην πραγματικότητα, όμως, συντηρούν με κάθε τρόπο, και με την προσφιλή τους μέθοδο της έγερσης μειονοτικών ζητημάτων, τη λογική του "διαίρει και βασίλευε" για να υπηρετούν τους δικούς τους σχεδιασμούς σε βάρος των λαών».
Το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα επιχειρηθούν επικίνδυνοι - και με «σφραγίδα» ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ - «συμβιβασμοί» και «διευθετήσεις» με την τουρκική αστική τάξη, έδωσε ο υπουργός Αμυνας, Ευ. Αποστολάκης, μιλώντας στην «Καθημερινή».
Οπως είπε, «στη βάση της σχετικής πολιτικής κατεύθυνσης που δόθηκε κατά την πρόσφατη συνάντηση μεταξύ του Αλ. Τσίπρα και του Τ. Ερντογάν συμφωνήσαμε με τον Χουλουσί Ακάρ, στη σύνοδο Υπουργών Αμυνας του ΝΑΤΟ, να συγκροτηθούν και να συναντηθούν στο προσεχές χρονικό διάστημα αντιπροσωπείες των δύο χωρών για να καθοριστούν δράσεις στο πλαίσιο των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης».
Παρέπεμψε δε στο Μνημόνιο Παπούλια - Γιλμάζ, λέγοντας ότι «δημιούργησε ένα κώδικα συμπεριφοράς μεταξύ των Ενόπλων Δυνάμεων των δύο χωρών, με σκοπό την μείωση πιθανών εντάσεων που προκύπτουν από στρατιωτικές δραστηριότητες», παραβλέποντας βέβαια την έως τώρα πείρα που δείχνει ότι στο πλαίσιο και μιας διαδικασίας που γίνεται υπό την επίβλεψη του αμερικανοΝΑΤΟικού παράγοντα, τα μέτρα αυτά δεν έχουν αποτρέψει την κλιμάκωση της έντασης στις σχέσεις των δύο χωρών.
Σε αυτήν τη βάση χαρακτήρισε την εφαρμογή του Μνημονίου «απαραίτητη προκειμένου να αποφύγουμε τη δημιουργία αχρείαστων τριβών, σε συχνή βάση, που μπορεί να οδηγήσουν και σε πιθανό ατύχημα με ανεξέλεγκτες επιπτώσεις», ενώ πρόσθεσε ότι πρόθεση της κυβέρνησης είναι «να καταφέρουμε να πετύχουμε σύντομα μια συμφωνία για την εφαρμογή ΜΟΕ στο πλαίσιο πρόληψης δημιουργίας εντάσεων ανάμεσα στις δύο πλευρές».
Ταυτόχρονα, στο πλαίσιο του επικίνδυνου κυβερνητικού «εφησυχασμού» απέναντι στις πάγιες και απαράδεκτες διεκδικήσεις της τουρκικής αστικής τάξης σε Αιγαίο και Ανατ. Μεσόγειο, σημείωσε ότι η τουρκική άσκηση «Γαλάζια Πατρίδα» αποτελεί μια «τυπική εκπαιδευτική δραστηριότητα» των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Την ίδια ώρα, απαντώντας στην επισήμανση ότι «η Αθήνα έχει αναπτύξει ιδιαίτερα στενές σχέσεις τα τελευταία χρόνια με τις ΗΠΑ, τόσο διπλωματικά όσο και στρατιωτικά», ο υπουργός Αμυνας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ τόνισε ότι «με τις ΗΠΑ μας συνδέει μια διαχρονική στρατηγική αμυντική σχέση. Οι Ενοπλες Δυνάμεις των δύο χωρών έχουν εκτενή συνεργασία σε πληθώρα δραστηριοτήτων στην ατομική, την επιχειρησιακή αλλά και την ακαδημαϊκή εκπαίδευση. Η σχέση αυτή ενισχύεται συνεχώς, κάτι που επιβεβαιώθηκε και από τη διεξαγωγή του στρατηγικού διαλόγου των δύο χωρών», το Δεκέμβρη στην Ουάσιγκτον.
Εξάλλου, σε ένα θέμα που καίει ΗΠΑ και ΝΑΤΟ, την ταχύτερη ένταξη της λεγόμενης Βόρειας Μακεδονίας στους ευρωατλαντικούς θεσμούς, ο υπουργός Αμυνας έκανε για άλλη μια φορά σαφή την πρόθεση της ελληνικής πλευράς να παίξει ρόλο ΝΑΤΟικού εκπαιδευτή για τις Ενοπλες Δυνάμεις της γείτονος:
«Η υλοποίηση της συμφωνίας των Πρεσπών και η ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ δημιουργούν τις προϋποθέσεις ενίσχυσης και επέκτασης της συνεργασίας μας με τη γείτονα χώρα στον τομέα της άμυνας (...) Επιδίωξή μας είναι να καταστεί η χώρα μας ο κύριος στρατηγικός αμυντικός εταίρος της Βόρειας Μακεδονίας για τη διατήρηση της ειρήνης και την ενίσχυση της συνεργασίας στα Βαλκάνια», είπε.
Ταυτόχρονα, περιέγραψε το ρόλο γεωστρατηγικού «μεντεσέ» που παίζει η κυβέρνηση για τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ στην περιοχή, λέγοντας: «Οι Ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις διαδραματίζουν σημαντικό περιφερειακό ρόλο (...) Εχουμε αναλάβει ένα ρόλο κλειδί στην προώθηση αμυντικών συνεργειών και πρωτοβουλιών ασφαλείας, λειτουργώντας ως "αγωγός" επικοινωνίας μεταξύ χωρών όπως η Κύπρος, το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Ιορδανία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (...) Οι τριμερείς Ελλάδας - Κύπρου - Αιγύπτου και Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ το αποδεικνύουν με τον πλέον αντιπροσωπευτικό τρόπο (...) Επίσης, στα Βαλκάνια έχουμε πρωτοστατήσει στην δημιουργία αμυντικής συνεργασίας με τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και τη Σερβία. Παράλληλα, τιμούμε τις δεσμεύσεις μας απέναντι στο ΝΑΤΟ, την ΕΕ και τον ΟΗΕ (...) Τα τελευταία χρόνια αναπτύσσουμε πληθώρα δραστηριοτήτων και συνεκπαιδεύσεων με τις Ενοπλες Δυνάμεις πολλών χωρών και έχουμε επιδείξει εξαιρετική δραστηριότητα στη διαμόρφωση νέων συσχετισμών δυνάμεων και συμμαχιών».