Copyright 2018 The Associated |
Από παλιότερη συνάντηση των ΥΠΕΞ ΗΠΑ και Τουρκίας |
Αντιπροσωπεία των ΗΠΑ έφτασε την Πέμπτη στην Αγκυρα, στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων διαπραγματεύσεων για την πιθανή έκδοση του ισλαμιστή επιχειρηματία Φετουλάχ Γκιουλέν (ζει στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ), την οποία έχει ζητήσει η κυβέρνηση Ερντογάν, συνδέοντάς την μάλιστα με την πορεία επαναπροσέγγισης των δύο χωρών.
Σύμφωνα με τον τουρκικό Τύπο, η αμερικανική αντιπροσωπεία περιλαμβάνει στελέχη του FBI και αναμενόταν να πληροφορηθεί για την εκδίκαση υποθέσεων διαφόρων υπόπτων για συμμετοχή στη FETO (την «τρομοκρατική οργάνωση» του Γκιουλέν), προκειμένου να αποκτήσει περισσότερα στοιχεία για τον τρόπο δράσης των μελών της, που θα μπορούσαν να συμβάλουν στη δίωξη περισσότερων «γκιουλενιστών» και στις ίδιες τις ΗΠΑ.
Στις υποθέσεις για τις οποίες θα ενημερωνόταν η αμερικανική αντιπροσωπεία είναι και αυτή του Κεμάλ Μπατμάζ, ο οποίος θεωρείται ότι έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αξιοποίηση της αεροπορικής βάσης Ακιντζί κατά τη διάρκεια της απόπειρας ανατροπής της κυβέρνησης Ερντογάν, τον Ιούλη του 2016.
Το παζάρι για τη FETO και τον Γκιουλέν αφορά το ευρύτερο αλισβερίσι Αγκυρας - Ουάσιγκτον, το οποίο κυρίως εκδηλώνεται γύρω από τα μέτωπα του Συριακού, της Νοτιοανατολικής Μεσογείου (βλέπε σχετικά θέματα στις σελίδες 6 - 7) κ.λπ.
Ενδεικτική των διαθέσεων είναι και η είδηση που μετέδωσαν τουρκικά ΜΜΕ ότι η Ουάσιγκτον υπέβαλε νέα πρόταση στην Αγκυρα για την πώληση των πυραύλων «Πάτριοτ», που ενδιαφέρει την τουρκική πλευρά.
Αν και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έδωσε το «πράσινο φως» για την πώληση των πυραύλων στην Τουρκία, παραμένουν ενστάσεις για τους «κινδύνους» που πολλές επιλογές της Τουρκίας προκαλούν για την «εθνική ασφάλεια» των ΗΠΑ. Επίσης, η Ουάσιγκτον προσπαθεί με κάθε τρόπο να ακυρώσει τη συμφωνία της Τουρκίας με τη Ρωσία για την αγορά συστημάτων αεράμυνας «S-400».
ΠΑΡΙΣΙ.--
«Οταν κάποιος οργανώνει μια διαδήλωση ενώ δεν το έχει δηλώσει, σημαίνει πως δεν σέβεται το κράτος δικαίου», δήλωσε την Πέμπτη ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Μπρουνό Λεμέρ, μετά από τη νέα σύλληψη διαδηλωτή, με σκεπτικό μάλιστα αποκαλυπτικό για την προσήλωση της κυβέρνησης Μακρόν στην «υπεράσπιση της τάξης» και την ένταση της καταστολής.
«Σε μια Δημοκρατία, η τάξη είναι σημαντική (...) Δημοκρατία δεν σημαίνει αναρχία», δήλωσε από την πλευρά του ο υπουργός Δημόσιων Λογαριασμών Ζεράλ Νταρμανέν. Ο δε Πρόεδρος της χώρας, Εμανουέλ Μακρόν, στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του είχε τονίσει ότι «η δημοκρατική τάξη θα διασφαλιστεί χωρίς ανοχή».
Η σύλληψη του διαδηλωτή, ενός νεαρού οδηγού ταξί ονόματι Ερίκ Ντρουέ, ο οποίος θεωρείται πρωτεργάτης των «κίτρινων γιλέκων», έγινε με την κατηγορία της «οργάνωσης διαδήλωσης που δεν είχε δηλωθεί εκ των προτέρων».
Θυμίζουμε ότι το Δεκέμβρη η κυβέρνηση Μακρόν πρόσθεσε νέες περγαμηνές στην καταστολή λαϊκών διαδηλώσεων, με ξεχωριστά τα πλάνα από τη βάναυση μεταχείριση μαθητών που αντιδρούσαν σε αντιεκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις και τους οποίους η αστυνομία «μάντρωσε» σε ένα προαύλιο, λες και ήταν κρατούμενοι σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Η καταστολή δυναμώνει, απέναντι στην αγανάκτηση για την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης, δυναμώνουν όμως και οι προσπάθειες για την εκτόνωσή της. Τέτοιος είναι ο ρόλος που αναλαμβάνουν και πολιτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης, που στήριξαν κινητοποιήσεις προσπαθώντας να καπηλευτούν, αλλά και να κατευθύνουν την αγανάκτηση των λαϊκών στρωμάτων σε οδούς ακίνδυνες για τους πραγματικούς υπεύθυνους των προβλημάτων τους.
Σε αυτό το πλαίσιο αναπτύχθηκε και το λεγόμενο «κίνημα των κίτρινων γιλέκων», με συνθήματα όπως «Μακρόν παραιτήσου» και αιτήματα που συμπίπτουν με όσα κατά καιρούς εγείρουν μερίδες του γαλλικού κεφαλαίου - για ανάκτηση της δυναμικής της γαλλικής οικονομίας, σχεδιασμένη μετάβαση στις νέες μορφές Ενέργειας κ.ο.κ.
Χαρακτηριστικά, έντονη αντίδραση για τη σύλληψη Ντρουέ εξέφρασε η πρόεδρος του ακροδεξιού «Εθνικού Συναγερμού», Μαρίν Λεπέν, κάνοντας λόγο για «συστηματική παραβίαση των πολιτικών δικαιωμάτων των αντιπάλων» του Μακρόν και για «τρομερά ανησυχητικό πρόσωπο» του Γάλλου Προέδρου. Αλλά και ο Ζαν - Λικ Μελανσόν, επικεφαλής της «Ανυπότακτης Γαλλίας» (που διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο στην αναμόρφωση της σοσιαλδημοκρατίας), μίλησε για «κατάχρηση εξουσίας».
Σε μια παράλληλη εξέλιξη, την παραίτησή του ανακοίνωσε ο 46χρονος σύμβουλος επικοινωνίας του Μακρόν, Σιλβέν Φορ, υποστηρίζοντας ότι «παραμένει πιστός» στον Γάλλο Πρόεδρο αλλά θέλει να στραφεί σε επαγγελματικά του σχέδια και να αφιερώσει χρόνο στην οικογένειά του.
ΤΕΛ ΑΒΙΒ.--
Εντείνονται οι ενδοαστικές ζυμώσεις στο Ισραήλ, ενόψει των πρόωρων γενικών εκλογών της 9ης Απρίλη.
Την Πέμπτη, το κεντροδεξιό κόμμα «Kulanu» (που ίδρυσε ο Μοσέ Καχλόν, πρώην υπουργός Οικονομίας και πρώην στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος «Λικούντ», του πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου) διέψευσε τα σενάρια συγχώνευσης με το «Λικούντ» και διαβεβαίωσε ότι θα συμμετάσχει αυτόνομα στις εκλογές του Απρίλη.
Η εξέλιξη φάνηκε να απαντά σε πληροφορίες της ισραηλινής εφημερίδας «Ma'ariv» πως υπήρξαν έντονες αντιδράσεις από ανώτερα στελέχη του «Λικούντ» στην προοπτική συγχώνευσης με το «Κulanu», καθώς στην περίπτωση αυτή το δέλεαρ για το κόμμα του Καχλόν θα ήταν η διατήρηση του υπουργείου Οικονομίας (σε περίπτωση νίκης του Νετανιάχου στις εκλογές) και ο διορισμός αρκετών στελεχών του κόμματος σε κρατικά πόστα και δημόσιους οργανισμούς, στερώντας τις θέσεις αυτές από ανώτερα στελέχη του «Λικούντ».
Την ίδια μέρα, ακόμη ένας και πρώην αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού εκδήλωσε ενδιαφέρον για συμμετοχή στις εκλογές. Πρόκειται για τον στρατηγό ε.α. Γκάμπι Ασκενάζι, ο οποίος σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας «Israel Hayom» δήλωσε «έτοιμος» να εισέλθει στην «πολιτική αρένα», προτιμώντας σε αυτήν την περίπτωση υποψηφιότητα με το «Λικούντ».
Πριν από λίγες μέρες, ο στρατηγός ε.α. και πρώην αρχηγός του ΓΕΣ, Μπένι Γκαντζ, ανακοίνωσε την ίδρυση νέου κόμματος με την ονομασία «Κόμμα Ισραηλινής Ανθεκτικότητας», τονίζοντας ότι θα συμμετάσχει αυτόνομα στις εκλογές του Απρίλη. Ενδιαφέρον για συμμετοχή στις εκλογές εκδήλωσε και ο πρώην υπουργός Αμυνας, Μοσέ Γιααλόν. Νωρίτερα, ο ακροδεξιός υπουργός Παιδείας Ναφτάλι Μπένετ είχε αποχωρήσει από το κόμμα «Εβραϊκό Σπίτι» για να ιδρύσει νέο ακροδεξιό κόμμα, τη «Νέα Δεξιά».
Διεργασίες εντείνονται και στους αντιπολιτευόμενους σοσιαλδημοκράτες. Ο αρχηγός των Εργατικών Αβι Γκαμπάι ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την Τρίτη τη διάλυση της «Σιωνιστικής Ενωσης», που είχε συγκροτηθεί με το κόμμα «Χατνουά» («Κίνημα») της πρώην υπουργού Εξωτερικών του Ισραήλ και πρώην στελέχους των Εργατικών, Τζίπι Λίβνι.
Και ενώ οι διεργασίες αυτές τροφοδοτούν το προεκλογικό κλίμα στο Ισραήλ, οργανώσεις ακροδεξιών εποίκων προσπαθούν να αξιοποιήσουν την περίσταση για να πετύχουν ακόμα μεγαλύτερη αύξηση των εποικισμών στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.
Νωρίς το πρωί της Πέμπτης, ισχυρές δυνάμεις της αστυνομίας και συνοριοφυλάκων συγκρούστηκαν με περίπου 300 ακροδεξιούς νεαρούς Εβραίους εποίκους στον πρώην εποικισμό Αμόμα, που είχε εκκενωθεί το 2006 και το 2017 έπειτα από απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στο Ισραήλ, με το σκεπτικό ότι φτιάχτηκε πάνω σε ιδιωτική γη Παλαιστινίων.
Οι νεαροί πέταξαν πέτρες στους αστυνομικούς, έστησαν οδοφράγματα και περικύκλωσαν δύο κατοικίες στο χώρο του εποικισμού Αμόμα, προερχόμενοι από τον παρακείμενο εποικισμό Οφρα στα κατεχόμενα της Δυτικής Οχθης. Η νέα εντολή εκκένωσης όλων των κτιρίων εντός του Αμόμα δόθηκε με απόφαση δικαστηρίου της κατεχόμενης Ιερουσαλήμ.
Την επεμβατική στάση της κυβέρνησης και του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, καταδικάζει με ανακοίνωσή της η κυβέρνηση της Βενεζουέλας. Οπως σημειώνει, «σε μια από τις πολλές προκλητικές του δηλώσεις ο Αμερικανός ΥΠΕΞ ήρθε στη Λατινική Αμερική και απηύθυνε εντολές στις υποταγμένες στην Ουάσιγκτον κυβερνήσεις, ώστε αυτές να κλιμακώσουν την επιθετικότητά τους ενάντια στον βενεζουελανό λαό, με στόχο να προκληθεί με τη βία αλλαγή καθεστώτος».
Και προσθέτει: «Η μπολιβαριανή κυβέρνηση καταγγέλλει για άλλη μια φορά σε όλο τον κόσμο την απροκάλυπτη και συνεχιζόμενη επέμβαση της διοίκησης Τραμπ στις εσωτερικές υποθέσεις της Βενεζουέλας, που συνοδεύεται με απειλές και πιέσεις σε χώρες της περιοχής, σε ανοιχτή παραβίαση των πιο βασικών αρχών του Διεθνούς Δικαίου».
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ.--
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εξέδωσε την Πέμπτη νέα ταξιδιωτική οδηγία για τους Αμερικανούς πολίτες που ταξιδεύουν στην Κίνα να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί εξαιτίας της «επιλεκτικής εφαρμογής της τοπικής νομοθεσίας».
Η ταξιδιωτική οδηγία ακολουθεί τη σύλληψη δύο Καναδών που έγινε το Δεκέμβρη στην Κίνα, ενώ είχε προηγηθεί η σύλληψη της οικονομικής διευθύντριας του κινεζικού κολοσσού «Huawei», Μενγκ Ουάνγκζου, στην Οτάβα, την 1η Δεκέμβρη, μετά από αίτημα της Ουάσιγκτον, αναζωπυρώνοντας τους υψηλούς τόνους μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, που φυσικά αφορούν βαθιές και πολύπλευρες αντιθέσεις.
Σύμφωνα με το «Ρόιτερς», η νέα οδηγία (που αποτελεί επικαιροποίηση προηγούμενης) προειδοποιεί για «πρόσθετους ελέγχους ασφαλείας» όπως και «αυξημένα επίπεδα παρουσίας της αστυνομίας», μιλώντας ειδικά για τις περιοχές της Σιντζιάνγκ (αυτόνομη περιοχή όπου μένουν οι Ουιγούροι, με ισχυρό αυτονομιστικό κίνημα), αλλά και του Θιβέτ.
Επίσης, αναφέρεται ότι «οι αρχές μπορεί να επιβάλουν απαγόρευση κυκλοφορίας και ταξιδιωτικούς περιορισμούς» για σύντομο χρονικό διάστημα, αλλά και να εκδώσουν απαγορεύσεις εξόδου από τη χώρα, που θα μπορούσαν να εμποδίσουν Αμερικανούς πολίτες να φύγουν από τη χώρα.