ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 21 Ιούλη 2018 - Κυριακή 22 Ιούλη 2018
Σελ. /40
ΓΥΝΑΙΚΑ
«Γυναικεία επιχειρηματικότητα»: Αποτελεσματικό εργαλείο... στους αστικούς προβληματισμούς

Eurokinissi

Η «ενθάρρυνση της γυναικείας επιχειρηματικότητας» βρίσκεται σταθερά στην ατζέντα της ΕΕ, του ΔΝΤ, του ΟΟΣΑ, των αστικών κυβερνήσεων, ως «αποτελεσματικό εργαλείο για τη γυναικεία χειραφέτηση». Στο επίκεντρο του προβληματισμού βρίσκεται η ανάγκη αύξησης του ποσοστού των γυναικών στα Κέντρα Λήψης Αποφάσεων, εκτιμώντας ότι «η πιο ισορροπημένη από την άποψη του φύλου σύνθεση των διοικητικών συμβουλίων συνδέεται με καλύτερα αποτελέσματα» όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων. Την ίδια στιγμή, η ενίσχυση της «γυναικείας επιχειρηματικότητας» εντάσσεται στις προσπάθειες των αστικών επιτελείων για την αύξηση του ποσοστού της απασχόλησης των γυναικών. Οι παραπάνω επιδιώξεις αποτυπώθηκαν και σε πρόσφατη συζήτηση στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου με θέμα «Γυναικεία εργασία - γυναικεία ανεργία»1.

«Με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια»...

Μέσα από τις τοποθετήσεις στελεχών των αστικών θεσμών, όπως της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων, του ΟΑΕΔ, αλλά και στελεχών της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ), παρουσιάστηκαν στοιχεία για το ποσοστό των γυναικών αυτοαπασχολούμενων, οι οποίες αποτελούν το 29,5% στο σύνολο των εργαζόμενων γυναικών2, αλλά και οι σχεδιασμοί για την προσέλκυση περισσότερων άνεργων γυναικών στην «επιχειρηματική δραστηριότητα».


Το κλείσιμο της ψαλίδας ανάμεσα στα ποσοστά συμμετοχής ανδρών και γυναικών στην αυτοαπασχόληση βρίσκει τη θέση του στο στρατηγικό σχεδιασμό του ΟΑΕΔ. Με βάση τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν από την διοικήτρια του ΟΑΕΔ, το ποσοστό των γυναικών στο σύνολο των αυτοαπασχολούμενων βρίσκεται στο 35%, ενώ των ανδρών στο 65%. Ορισμένα από τα μέτρα που παίρνουν για τη βελτίωση της σύνθεσης της αυτοαπασχόλησης με βάση το φύλο είναι η ποσόστωση 60% για τη συμμετοχή γυναικών στο πρόγραμμα «νεανικής επιχειρηματικότητας», που ξεκινά το Σεπτέμβρη, αφορά 5.000 υποψηφίους και 3.500 επιχειρηματικά σχέδια, η ειδική εκπαίδευση συμβούλων εργασίας σε θέματα γυναικείας επιχειρηματικότητας. Αντίστοιχα, η «ενθάρρυνση της γυναικείας επιχειρηματικότητας και συγκεκριμένα της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας» αποτελεί έναν από τους στόχους του «εθνικού σχεδίου δράσης για την ισότητα των φύλων 2016-2020», όπως παρουσιάστηκε από εκπρόσωπο της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων.

Οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί για την «Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία» στοχεύουν να πιάσουν «με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια». Από τη μια, αξιοποιείται ως μηχανισμός διαχείρισης των υψηλών ποσοστών - ιδιαίτερα - της γυναικείας ανεργίας. Από την άλλη, γίνεται προσπάθεια να διαμορφωθεί ένα πιο «ελκυστικό περιβάλλον» για την ανάπτυξη Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων, με αυξημένη γυναικεία συμμετοχή.

Ουσιαστικά, αποτελεί «όχημα» για την απαλλαγή του αστικού κράτους από την υποχρέωση της χρηματοδότησης και λειτουργίας κρατικών - κοινωνικών υποδομών και υπηρεσιών Υγείας, Πρόνοιας, όπως και για τη διαμόρφωση ενός δικτύου αποσπασματικών και υποβαθμισμένων δομών και υπηρεσιών, οι οποίες λειτουργούν και ως μηχανισμός ενσωμάτωσης και χειραγώγησης των γυναικών των εργατικών - λαϊκών οικογενειών. Προβάλλεται από το αστικό πολιτικό σύστημα ως ένας τομέας της οικονομίας, ανάμεσα στον κρατικό και τον ιδιωτικό, τον οποίο χαρακτηρίζουν «μη καπιταλιστικό», αφού - όπως ισχυρίζονται - αναπτύσσει δραστηριότητες για το «κοινωνικό όφελος».

Η αλήθεια είναι ότι καμιά ιδιωτική δραστηριότητα που έχει οικονομική σημασία δεν αποσπάται από τις καπιταλιστικές σχέσεις και κερδοφορία. Με αυτήν την έννοια, η λειτουργία και η επιβίωση των Κοινωνικών Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων και σχημάτων δεν μπορεί να αποσπαστεί από τις ανάγκες της ανταγωνιστικότητας της καπιταλιστικής οικονομίας, τον αντίστοιχο προσανατολισμό της αστικής στρατηγικής στη στήριξη συγκεκριμένων τομέων και κλάδων της οικονομίας. Σε αυτό το πλαίσιο αξιοποιείται και η συζήτηση για τη γυναικεία «επιχειρηματικότητα ευκαιρίας».

Αναλύοντας τον δείκτη αυτοαπασχόλησης στην Ελλάδα, η ΓΣΕΒΕΕ εκτιμά ότι η σταθερή άνοδος του ποσοστού της γυναικείας επιχειρηματικότητας είναι αποτέλεσμα του υψηλού ποσοστού ανεργίας των γυναικών, ανάμεσα και σε άλλους παράγοντες. Με άλλα λόγια, εκτιμούν ότι οι γυναίκες προσανατολίζονται στο άνοιγμα ή στη λειτουργία μιας μικρής, ατομικής επιχείρησης ως «λύση ανάγκης» για την εξεύρεση εργασίας, με βάση και τα υψηλά ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας στις γυναίκες. Πρόκειται για τη λεγόμενη «επιχειρηματικότητα ανάγκης», η οποία παρουσιάζει υψηλά ποσοστά σε άνδρες και γυναίκες (με βάση τα στοιχεία 2015-2016, 21% για τους άνδρες αυτοαπασχολούμενους και 24% για τις γυναίκες αυτοαπασχολούμενες). Σε αντιπαράθεση με την «επιχειρηματικότητα ανάγκης», τα αστικά επιτελεία προκρίνουν το πρότυπο της γυναικείας «επιχειρηματικότητας ευκαιρίας», σκιαγραφώντας τους στόχους και τους γενικότερους προβληματισμούς για τις προοπτικές της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας στο πλαίσιο ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της καπιταλιστικής οικονομίας. Αξιοποιείται ως ένας ακόμα κρίκος της αλυσίδας για τη λειτουργία ευρύτερων επιχειρηματικών σχημάτων, που θα λειτουργούν ως δορυφόροι των μονοπωλιακών κολοσσών...

Η πραγματική εικόνα της σμπαραλιασμένης οικογενειακής και προσωπικής ζωής της αυτοαπασχολούμενης γυναίκας

Η προσπάθεια αύξησης του ποσοστού απασχόλησης των γυναικών, μέσω και της ενίσχυσης της αυτοαπασχόλησης, όπως αποτυπώθηκε στη συζήτηση στην Επιτροπή της Βουλής, δεν μπορεί να κρύψει τη σκληρή καθημερινότητα σε κάθε πλευρά της οικονομικής, κοινωνικής ζωής των αυτοαπασχολούμενων γυναικών και των γυναικών - βοηθών σε οικογενειακές επιχειρήσεις3 στην Ελλάδα. Μεγάλο ποσοστό τους απασχολείται σε επαγγελματικές επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες, στο Εμπόριο, στον Επισιτισμό - Τουρισμό, σε υπηρεσίες Υγείας, Πρόνοιας, στην παροχή άλλων υπηρεσιών.

Οι γυναίκες αυτοαπασχολούμενες βιώνουν τις αρνητικές συνέπειες που αφορούν στην επιδείνωση των συνθηκών ζωής και εργασίας, σε συνδυασμό με τις υποβαθμισμένες κοινωνικές παροχές και τα δικαιώματα για την προστασία της μητρότητας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις το 2014 (2 χρόνια μετά την ψήφιση του αντίστοιχου νόμου) πέρασε η Υπουργική Απόφαση η οποία καθόριζε τα κριτήρια και το ύψος του επιδόματος μητρότητας για τις αυτοαπασχολούμενες γυναίκες. Πρόκειται για επίδομα που δίνεται μετά τον τοκετό, εφάπαξ, και αντιστοιχεί σε 200 ευρώ μηνιαίως για 4 μήνες, ποσό που δεν αρκεί για να αντισταθμίσει τη μείωση του οικογενειακού εισοδήματος για όσο καιρό η αυτοαπασχολούμενη μητέρα χρειάζεται να μείνει εκτός εργασίας. Την ίδια στιγμή, αποκλείονται από το μέτρο της μείωσης της ασφαλιστικής εισφοράς κατά 50%, για 12 μήνες μετά τη γέννηση του παιδιού, όσες αυτοαπασχολούμενες καταβάλλουν μειωμένες εισφορές από άλλη αιτία και οι «προαιρετικά» ασφαλισμένες μητέρες, δηλαδή ένα ποσοστό γυναικών που είναι βοηθοί σε οικογενειακές επιχειρήσεις. Η μείωση αυτή δεν τις απαλλάσσει βέβαια από την καταβολή των «τελών καθυστέρησης». Την ίδια στιγμή, η απουσία ελεύθερου χρόνου για την αυτοαπασχολούμενη διαμορφώνεται στο έδαφος των εξαντλητικών ωραρίων εργασίας και της σχεδόν αποκλειστικά ατομικής - οικογενειακής ευθύνης για τη φροντίδα των παιδιών, των ηλικιωμένων και άλλων εξαρτώμενων μελών της οικογένειας, του ατομικού νοικοκυριού.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μέσες ώρες εργασίας των αυτοαπασχολούμενων ανά βδομάδα, σε τομείς της οικονομίας που συγκεντρώνουν μεγάλο ποσοστό γυναικών, φτάνουν τις 59,2 ώρες στον Επισιτισμό - Τουρισμό, τις 50,8 ώρες στο Εμπόριο, τις 45,6 ώρες στις επαγγελματικές επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες4. Η έλλειψη σταθερού ημερήσιου και βδομαδιάτικου χρόνου εργασίας διαμορφώνεται αντικειμενικά στο έδαφος των τάσεων και των εξελίξεων της καπιταλιστικής αγοράς, με κριτήριο τις επιδιώξεις των επιχειρηματικών κολοσσών. Το ωράριο λειτουργίας εξαρτάται από τον κλάδο επαγγελματικής δραστηριότητας, την εποχικότητα του επαγγέλματος, το είδος της επιχείρησης, αλλά και τις ατομικές και οικογενειακές ανάγκες και υποχρεώσεις.

Η ανασφάλεια γενικεύεται στο σύνολο των αυτοαπασχολούμενων γυναικών και κάτω από την αγωνία για τη φροντίδα των παιδιών, ιδιαίτερα προσχολικής, νηπιακής ηλικίας, αλλά και στις μικρές σχολικές ηλικίες, σε συνθήκες εμπορευματοποίησης και υποβάθμισης των κοινωνικών υπηρεσιών και υποδομών για τη στήριξη της οικογένειας. Η ανάγκη και το δικαίωμα των παιδιών τους στην Προσχολική Αγωγή σκοντάφτει στις ελλείψεις σε δημοτικούς βρεφικούς και παιδικούς σταθμούς, στα τροφεία, στην απουσία κρατικών, δωρεάν δομών δημιουργικής απασχόλησης παιδιών και παιδιών ΑμΕΑ. Είναι αποκαλυπτικά τα στοιχεία που δίνονται από έκθεση της Eurostat για το 2017, όπου αναφέρεται ότι μόλις το 10% των παιδιών έως την ηλικία των 2 ετών και μόνο το 61% των παιδιών ηλικίας 3 έως 6 ετών είναι ενταγμένα σε δομές Προσχολικής Αγωγής (δημόσιες και ιδιωτικές). Ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, μετά το τέλος της σχολικής χρονιάς, η πλειοψηφία των εργαζόμενων γυναικών αναζητούν μια θέση για το παιδί τους στα καλοκαιρινά camp, με αντίστοιχο αντίτιμο. Σε αυτές τις συνθήκες, είναι συνηθισμένη εικόνα τα παιδιά των αυτοαπασχολούμενων γυναικών να μεγαλώνουν κυριολεκτικά μέσα στο κατάστημα ή τη μικρή επιχείρηση. Πρόκειται για επιπλέον εμπόδια που συναντά η αυτοαπασχολούμενη και η βοηθός σε οικογενειακή επιχείρηση για τη συμμετοχή της στο συνδικαλιστικό κίνημα.

Το περιεχόμενο και οι αγωνιστικές δράσεις της καμπάνιας της ΟΓΕ για τα σύγχρονα δικαιώματα των γυναικών στην εργασία, στην κοινωνική προστασία της μητρότητας, στη δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, αλλά και της Πανελλαδικής Σύσκεψης της ΠΑΣΕΒΕ με θέμα τον ελεύθερο χρόνο, μπορούν να προσδώσουν νέα πνοή στις προσπάθειες για την άνοδο της συμμετοχής των αυτοαπασχολούμενων γυναικών στην πάλη με πυξίδα τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες

Παραπομπές:

1. 24/5/2018

2. Θέσεις ΓΣΕΒΕΕ επί της συνεδρίασης της Επιτροπής Ισότητας, Νεολαίας και Δικαιωμάτων του ανθρώπου με θέμα «Γυναικεία εργασία - γυναικεία ανεργία», Μάης 2018

3. Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το Γ' τρίμηνο 2016, ο αριθμός των αυτοαπασχολούμενων γυναικών (με εξαίρεση τους τομείς της γεωργίας, δασοκομίας, κτηνοτροφίας) άγγιζε τις 179.162 και ο αντίστοιχος αριθμός των γυναικών βοηθών σε οικογενειακή επιχείρηση έφτανε τις 52.623.

4. Eurostat, Β' τρίμηνο 2008 και Β' τρίμηνο 2016, όπως παρατίθεται στο εβδομαδιαίο δελτίο του ΣΕΒ, 30/3/2017


Ε. Γ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ