Νέα πεδία κερδοφορίας για τα μονοπώλια της Ενέργειας, ένταση της επίθεσης στα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα
Η διαδικασία θα «τρέξει» με ταχύτατους ρυθμούς, καθώς ο διαγωνισμός πρέπει να προκηρυχθεί μέσα στο Μάη και πριν το τέλος του χρόνου να έχουν υπογραφεί οι συμβάσεις με τους νέους επενδυτές.
Το νέο αυτό βήμα επιβάλλεται από τη στρατηγική ΕΕ - κεφαλαίου και αποτελεί συνέχεια των νόμων που ψήφισαν όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις. Η διασφάλιση όρων ανταγωνισμού στην «απελευθερωμένη» αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας απαιτεί την παραχώρηση ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη στους ανταγωνιστές της ΔΕΗ, δηλαδή απαιτεί την ιδιωτικοποίηση. Γι' αυτό «απελευθέρωση» και πώληση λιγνιτικών μονάδων πάνε πακέτο.
Παράλληλα με την «αποεπένδυση», όπως βαφτίστηκε η πώληση της λειτουργούσας μονάδας 1 του ΑΗΣ Μελίτης, της αδειοδοτημένης μονάδας Μελίτη 2 και των μονάδων 3 και 4 της Μεγαλόπολης, με τα αναγκαία ορυχεία, «τρέχει» και η υλοποίηση του σχεδιασμού για περιορισμό του λιγνίτη στην παραγωγή και τη στήριξη της κερδοφορίας μονοπωλιακών ομίλων σε άλλες μορφές (φυσικό αέριο, ΑΠΕ).
Οι συνέπειες από την έως τώρα πορεία της «απελευθέρωσης» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, στο πλαίσιο της οποίας και η «κρατική» ΔΕΗ ΑΕ λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, είναι αρνητικές και θα γίνουν ακόμη χειρότερες το επόμενο διάστημα.
Ηδη οι εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους ζουν στο πετσί τους τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων, τις μειώσεις σε μισθούς, την εντατικοποίηση της δουλειάς και την αύξηση των εργατικών «ατυχημάτων», τη διάλυση οικισμών όπου επεκτείνονται τα ορυχεία, χωρίς κανένα σχεδιασμό ολοκληρωμένης μετεγκατάστασης με τις απαραίτητες υποδομές, ρεύμα πανάκριβο για το λαό και φτηνό για τις μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις. Επιβεβαιώθηκε και με το παραπάνω όλα αυτά τα χρόνια ότι ο ενεργειακός σχεδιασμός όλων των κυβερνήσεων δεν γίνεται με κριτήριο τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες, αλλά τα κέρδη των μονοπωλίων.
Κυβερνήσεις, αστικά κόμματα, εκλεγμένοι στην Τοπική Διοίκηση, όλοι τους στήριξαν ποικιλόμορφα την προσπάθεια να προχωρήσει ο σχεδιασμός ΕΕ - κεφαλαίου στην παραγωγή και διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας, με διάφορα προσχήματα και δικαιολογίες, επιχειρηματολογώντας υπέρ μιας «υγιούς ΔΕΗ» και μιας «δίκαιης απελευθέρωσης», που δεν θα θίγει τάχα τους εργαζόμενους της επιχείρησης και το λαό.
Σήμερα, ξιφουλκούν ξανά ενάντια στο νομοσχέδιο, όμως παράλληλα καλλιεργούν τη μοιρολατρία, την αναποτελεσματικότητα των αγώνων και σπρώχνουν το λαό να επιλέξει το μικρότερο κακό. Από κοντά, οι εκπρόσωποι του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού αντιδρούν στην ιδιωτικοποίηση, από τη σκοπιά όμως της ΔΕΗ ΑΕ, στον ανταγωνισμό της με άλλους επιχειρηματικούς ομίλους.
Με την παραπέρα ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, θα υπάρξουν νέες, πρόσθετες αυξήσεις στα τιμολόγια της ηλεκτρικής ενέργειας, απολύσεις και επιδείνωση των όρων εργασίας για τους εργαζόμενους στον κλάδο, ενώ μοναδικοί ωφελημένοι θα είναι οι επενδυτές που θα εξασφαλίσουν φτηνή ηλεκτροπαραγωγή και ακόμα μεγαλύτερα κέρδη.
Από εδώ ακριβώς προκύπτει η ανάγκη για τους εργαζόμενους, συνολικά για το λαό, να αντισταθούν στα σχέδια περαιτέρω ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ, χτυπώντας τον πυρήνα τους, την εμπορευματοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας, την πολιτική ΕΕ - άρχουσας τάξης για την απελευθέρωση, το κίνητρο του κέρδους στην παραγωγή, την καπιταλιστική ιδιοκτησία που τα παράγει, χωρίς αυταπάτες για μια τάχα φιλολαϊκή «απελευθέρωση» της Ενέργειας.
Περιγράφοντας την εμπειρία και τις συνέπειες από την πορεία ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ ΑΕ, ο Πέτρος Ταταρίδης, πρόεδρος του Σωματείου Εργατοτεχνιτών και Εργαζομένων στην Ενέργεια Δυτ. Μακεδονίας, αναφέρει: «Μειώθηκε σημαντικά το μόνιμο προσωπικό από 36.000 πανελλαδικά που ήταν το 1996 - 1997, σε λιγότερο από 18.000 σήμερα και στις τρεις εταιρείες (ΔΕΗ, ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ).
Επίσης το 60% του μόνιμου προσωπικού σήμερα είναι πάνω από 51 χρόνων, με αποτέλεσμα τα επόμενα χρόνια, λόγω συνταξιοδότησης, να μειωθεί ακόμη περισσότερο. Επίσης, έχουν επιβληθεί μειώσεις μισθών έως και 40%.
Το μόνιμο προσωπικό αντικαθίσταται από εργαζόμενους με ευέλικτες εργασιακές σχέσεις, είτε με 8μηνες και δίμηνες συμβάσεις, που υπογράφει απευθείας η ΔΕΗ, είτε με εργολαβικούς εργαζόμενους, που είναι οι πιο κακοπληρωμένοι (500-580 ευρώ με υπερωρίες και σαββατοκυριακάτικη εργασία όταν αμείβεται) και ταλαιπωρημένοι, με χαμηλούς μισθούς, χωρίς δικαιώματα και απλήρωτοι για μήνες.
Συνολικά πάνω από το 50% των εργαζομένων στη ΔΕΗ ΑΕ στο Λιγνιτικό Κέντρο Δυτικής Μακεδονίας απασχολείται με ελαστικές εργασιακές σχέσεις. Περίπου 1.500 εργαζόμενοι είναι εργολαβικοί, 1.200 με 8μηνα και δίμηνα, ενώ το μόνιμο προσωπικό που απέμεινε είναι περίπου 2.500. Η εντατικοποίηση της εργασίας μεγαλώνει και, σε συνδυασμό με τον περιορισμό των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας, αυξάνονται τα εργατικά "ατυχήματα" - εργοδοτικά εγκλήματα.
Παράλληλα, διευρύνεται η ενεργειακή φτώχεια για τα λαϊκά νοικοκυριά, καθώς η τιμή της κιλοβατώρας εκτοξεύτηκε την τελευταία 10ετία κατά 147%, από επιβολή φόρων ρύπων και χαρατσιών για την ενίσχυση των ΑΠΕ. Υπάρχουν εργαζόμενοι που δουλεύουν στις εργολαβίες της ΔΕΗ και συμβάλλουν στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, που στα σπίτια τους δεν έχουν ρεύμα γιατί δεν μπορούν να το πληρώσουν, ενώ πάρα πολλοί έχουν προχωρήσει σε διακανονισμούς ρύθμισης των οφειλών τους.
Την ίδια ώρα, άλλοι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι βγάζουν μεγάλα κέρδη μόνο από την αγοραπωλησία του ρεύματος, μέσω των δημοπρασιών ΝΟΜΕ και σε ιδιαίτερα συμφέρουσες τιμές από τη ΔΕΗ, στο όνομα του "ανταγωνισμού". Για παράδειγμα, ενώ η μεγαβατώρα στοιχίζει 52 ευρώ με βάση τα δεδομένα που καταθέτει η ΔΕΗ, οι μεταπράτες πάροχοι το αγοράζουν μέσω των ΝΟΜΕ με 32 και 36 ευρώ και όταν έχει ανάγκη το δίκτυο και τη δίνουν στο σύστημα, την πουλάνε πολύ ακριβά».
Το μεγάλο επιχειρηματικό πανηγύρι γύρω από την «απελευθέρωση» της ηλεκτρικής ενέργειας και την παραπέρα ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ
Στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού των μέσων παραγωγής, η ΔΕΗ ΑΕ προχωρά σε κλείσιμο μονάδων και δημιουργία νέων, σύγχρονων, όπως η μονάδα «Πτολεμαΐδα 5». Ετσι, κλείνει ο ΑΗΣ Καρδιάς, αφού προβλέπεται τον Οκτώβρη του 2018 να αποσυρθούν από την παραγωγή οι δύο μονάδες και μέσα στο πρώτο 6μηνο του 2019, το αργότερο μέχρι τέλος του χρόνου, οι άλλες δύο μονάδες. Μέσα στο 2019 αναμένεται να κλείσει και ο ΑΗΣ Αμυνταίου, ενώ τα επόμενα χρόνια θα κλείσουν και οι μονάδες 1 και 2 του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου.
Με το κλείσιμο των μονάδων, θα προκύψει παραπέρα συρρίκνωση του προσωπικού στη ΔΕΗ ΑΕ και η ανεργία στην περιοχή θα χτυπήσει «κόκκινο». Μόνο στους ΑΗΣ Καρδιάς και Αγίου Δημητρίου απασχολούνται περίπου 1.000 μόνιμοι και 600 εργολαβικοί εργαζόμενοι. Οι μόνιμοι εργαζόμενοι - όσοι δεν φύγουν με εθελούσια και δεν συνταξιοδοτηθούν - θα καλύψουν ανάγκες των άλλων ΑΗΣ. Ετσι, πρώτα θύματα θα είναι οι ελαστικά απασχολούμενοι, αρχικά οι εργολαβικοί, που θα πεταχτούν πιο γρήγορα στην ανεργία και στη συνέχεια οι συμβασιούχοι.
Ηδη στις εργολαβίες των φορτηγών, τα τελευταία χρόνια, λόγω της μείωσης της παραγωγής λιγνίτη, έχουν χάσει τη δουλειά τους εκατοντάδες εργαζόμενοι. Συνολικά εκτιμάται ότι η απώλεια άμεσων και έμμεσων θέσεων εργασίας στην περιοχή θα ξεπεράσει τις 10.000. Η πολιτική «απελευθέρωσης» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας φέρνει σημαντικές επιπτώσεις και στη θέρμανση του λαού της περιοχής που βρίσκεται στην ενεργειακή καρδιά της χώρας. Μέχρι τώρα, από τη λειτουργία των ΑΗΣ τροφοδοτούνταν με χαμηλού κόστους θέρμανση η Κοζάνη, η Πτολεμαΐδα, το Αμύνταιο και ο Φιλώτας και ετοιμάζονταν να ενταχθούν στο σύστημα της τηλεθέρμανσης η Φλώρινα και η Μελίτη.
Το προγραμματισμένο κλείσιμο του ΑΗΣ Αμυνταίου για το 2019 βρίσκεται υπό αίρεση καθώς έχει εκφραστεί επενδυτικό ενδιαφέρον από τον όμιλο Μυτιληναίου και τον όμιλο Κοπελούζου, από κοινού με την κινεζική «Senhoua».
Ο όμιλος Μυτιληναίου κατέθεσε πρόταση προς τη ΔΕΗ για ανάληψη πλήρως του κόστους αναβάθμισης του ΑΗΣ, ύψους 110 εκατ. ευρώ, ώστε να συμμορφωθεί με τα περιβαλλοντικά στάνταρντ της ΕΕ και να παραμείνει εν λειτουργία, έναντι μακροχρόνιας σύμβασης τροφοδοσίας της «Αλουμίνιον» - αλλά και όσων ενεργοβόρων βιομηχανιών επιθυμούν να συμμετάσχουν στο εγχείρημα - έως το 2030 για ισχύ 300-400 MW, με σταθερό και φυσικά χαμηλό ενεργειακό κόστος. Μία επένδυση από την οποία ο όμιλος προσδοκά να βγει πολλαπλάσια κερδισμένος.
Σε ό,τι αφορά τη μονάδα «Πτολεμαΐδα 5», η κατασκευή της αναμένεται να ολοκληρωθεί μέσα στο 2019 και να τεθεί σε εμπορική λειτουργία το 2ο εξάμηνο του 2020, με εγκατεστημένη ισχύ στα 660 MW, ενώ εκτιμάται ότι θα απασχολεί 130 εργαζόμενους.
Ανάδοχος του μεγάλου αυτού έργου, ύψους 1,39 δισ. ευρώ, είναι μια κοινοπραξία της οποίας ηγείται η ΤΕΡΝΑ ΑΕ με υπεργολάβους τις «Hitachi Power Europe GmbH», «Hitachi Ltd» Ιαπωνίας και «Hamon Environmental». Στο έργο κατασκευής της μονάδας απασχολούνται αυτήν την περίοδο περίπου 1.300 εργαζόμενοι, στην πλειοψηφία τους μέσω εργολάβων, με εξαντλητικά ωράρια, χαμηλούς μισθούς, απλήρωτες υπερωρίες, ελλιπή καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, εντατικοποίηση και απουσία μέτρων ασφαλείας, που οδηγούν σε συχνά εργατικά «ατυχήματα».
Τα όποια μέτρα προστασίας υπάρχουν, ήταν αποτέλεσμα του αγώνα του Συνδικάτου που δημιουργήθηκε και η εργοδοσία έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να το χτυπήσει.
Αντίστοιχα στη Δυτ. Μακεδονία, το Σωματείο Εργατοτεχνιτών και Εργαζομένων στην Ενέργεια εδώ και μέρες βρίσκεται στους χώρους δουλειάς, οργανώνει περιοδείες, συγκεντρώσεις και συζητήσεις, δουλεύοντας με το πλαίσιο πάλης του για τις απεργιακές κινητοποιήσεις.
Οπως είπε ο Σταύρος Μωυσιάδης, αντιπρόεδρος του ΣΕΕΕΝ, «το σωματείο παλεύει να γίνουν συνελεύσεις, ώστε μέσα από μαζικές διαδικασίες και με καλύτερους όρους να μπουν στον αγώνα οι εργαζόμενοι, κόντρα σε όσους προωθούν ένα ακίνδυνο "κίνημα" με καμπάνιες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με χάπενινγκ, με διαβήματα σε βουλευτές, μακριά από τους χώρους δουλειάς».
Την περασμένη Τρίτη πραγματοποίησε συγκέντρωση στη Φλώρινα, ενάντια στην πώληση μονάδων της ΔΕΗ και ενάντια στην πολιτική της «απελευθέρωσης». Την Τρίτη 24 Απρίλη προγραμματίζει απεργιακή συγκέντρωση στις 10 το πρωί στην κεντρική πλατεία της Πτολεμαΐδας. Καλεί τους εργαζόμενους να μπουν στη μάχη και να σταθούν αποφασιστικά στις πύλες των ορυχείων και των ΑΗΣ για την περιφρούρηση της απεργίας. Να δοθεί αποφασιστικά η μάχη όχι μόνο ενάντια στην παραπέρα ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, αλλά και για την υπογραφή ΣΣΕ με αυξήσεις για όλο το προσωπικό ανεξαρτήτως εργασιακής σχέσης.
Το νομοσχέδιο κατατέθηκε με την ...επεξήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι «τα διορθωτικά μέτρα αποσκοπούν στην εξάλειψη των προνομίων που έχουν δημιουργηθεί από τα ειδικά δικαιώματα πρόσβασης που έχουν παραχωρηθεί στη ΔΕΗ (...) Τα περιουσιακά στοιχεία που πρόκειται να εκχωρηθούν θα επιτρέψουν στους αγοραστές να ανταγωνίζονται άμεσα και πιο αποτελεσματικά στην ελληνική χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας».
Το νομοσχέδιο προβλέπει τη δημιουργία δύο Ανώνυμων Εταιρειών, μία για τις μονάδες και τα ορυχεία της Μελίτης και μία για τις μονάδες και τα ορυχεία της Μεγαλόπολης, με μοναδικό μέτοχο τη ΔΕΗ ΑΕ.
Στην πρώτη εταιρεία εισφέρονται ως περιουσιακά στοιχεία η μονάδα 1 του ΑΗΣ Μελίτης ισχύος 330 MW, η άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της μονάδας 2 του ΑΗΣ Μελίτης ισχύος 450 MW, τα δικαιώματα έρευνας και εκμετάλλευσης που έχουν παραχωρηθεί στη ΔΕΗ ΑΕ επί των κοιτασμάτων λιγνίτη στη Μελίτη Φλώρινας και στην ευρύτερη περιοχή (λιγνιτικά κοιτάσματα Κλειδιού, Λόφων Μελίτης και Βεύης) καθώς και το δικαίωμα χρήσης των εκτάσεων κυριότητας της ΔΕΗ ΑΕ στην περιοχή του Κλειδιού. Επίσης, το γήπεδο του ΑΗΣ Μελίτης και το γήπεδο απόθεσης στερεών παραπροϊόντων του ΑΗΣ, το σύνολο κτιριακών και βοηθητικών εγκαταστάσεων, μηχανολογικού εξοπλισμού, οχημάτων, κ.λπ.
Η ΔΕΗ ΑΕ θα μεταβιβάσει τις νέες εταιρείες στους «προτιμητέους επενδυτές» που θα αναδειχθούν μέσα από ανοιχτό διεθνή πλειοδοτικό διαγωνισμό, ο οποίος θα πρέπει να προκηρυχθεί μέχρι 31 Μάη 2018.
Τα εργασιακά δικαιώματα και υποχρεώσεις του προσωπικού της ΔΕΗ ΑΕ που απασχολείται με σύμβαση ή σχέση εργασίας στους κλάδους που αποσχίζονται, μεταβιβάζονται στη νέα Ανώνυμη Εταιρεία. Μετά την πώληση των νέων εταιρειών, το εργασιακό καθεστώς του προσωπικού «θα διέπεται από την εργατική νομοθεσία και τον κανονισμό εργασίας που θα καταρτιστεί σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις».
Οι νέες εταιρείες, σύμφωνα με το νομοσχέδιο, «δεν δύνανται να προβούν για λόγους οικονομικούς, τεχνικούς, ή οργανώσεως, σε απολύσεις εργατικού δυναμικού που προέρχεται από τη ΔΕΗ ΑΕ, εξαιτίας των αποσχίσεων, για χρονική περίοδο έξι χρόνων από την ολοκλήρωση αυτών».
Προβλέπεται επίσης ότι «το προσωπικό της ΔΕΗ ΑΕ που απασχολείται σε υπηρεσιακές μονάδες που τίθενται εκτός λειτουργίας, καθώς και το προσωπικό των μονάδων στη Μελίτη και τη Μεγαλόπολη, που δεν εισφέρεται κατά την ημερομηνία απόσχισης στις νέες εταιρείες, δύναται να μετατεθεί με απόφαση της ΔΕΗ ΑΕ για την κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών άλλων μονάδων της ΔΕΗ, να μετακινηθεί σε άλλες θυγατρικές εταιρείες της ΔΕΗ ΑΕ ή να ενταχθεί σε πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου».
Στον ΑΗΣ Μελίτης σήμερα δουλεύουν 204 μόνιμοι εργαζόμενοι και περίπου 30 με 8μηνα και μέσω εργολάβων. Το γεγονός ότι προσπαθούν να χρυσώσουν το χάπι της «απελευθέρωσης» με δεσμεύσεις ότι οι θέσεις εργασίας διασφαλίζονται για τα επόμενα έξι χρόνια, καθόλου δεν πρέπει να εφησυχάσει και να αφοπλίσει τους εργαζόμενους.
Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση και η διοίκηση της ΔΕΗ κάνουν έναν ελιγμό σε ό,τι αφορά τα εργασιακά, για να αποφύγουν αντιδράσεις, καθώς είναι βέβαιο ότι στο άμεσο μέλλον ούτε το σύνολο των θέσεων θα διατηρηθεί ούτε βέβαια τα εργασιακά δικαιώματα, που θα κουτσουρεύονται ακόμα περισσότερο, όσο ο ανταγωνισμός οξύνεται.
Καθόλου τυχαίο δεν είναι και το γεγονός ότι οι πωλήσεις των μονάδων της ΔΕΗ και η διαπραγμάτευση για τη ΣΣΕ στην επιχείρηση γίνονται την ίδια χρονική περίοδο, δίνοντας τη δυνατότητα στη ΔΕΗ να εκβιάζει για τους δικούς της όρους, έχοντας ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας και με τη συνδικαλιστική πλειοψηφία του κλάδου.
Ετσι, η ΔΕΗ ετοιμάζει Συλλογική Σύμβαση Εργασίας με μειώσεις στο τακτικό προσωπικό, ούτε καν συζητάει την υπογραφή ΣΣΕ για τους εργαζόμενους με ελαστικές σχέσεις εργασίας, εισάγει την «αξιολόγηση», που στόχο έχει την εντατικοποίηση της εργασίας και τις περικοπές μισθών, προωθεί την ιδιωτική ασφάλιση με τη βούλα της πλειοψηφίας της ΓΕΝΟΠ, εισάγει τις απολύσεις με τις λεγόμενες «εθελούσιες» και επιδιώκει να μειώσει δραστικά τους δικαιούχους του λεγόμενου τροφείου (6 ευρώ για κάθε μέρα εργασίας).
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Αννα ΑΝΑΝΙΑΔΟΥ
Οι μετεγκαταστάσεις έγιναν μια «Οδύσσεια» για τους κατοίκους των πληττόμενων οικισμών. Χρόνια τώρα η ΔΕΗ προχωρά σε απαλλοτριώσεις εκτάσεων για την επέκταση των ορυχείων της, όμως αποφεύγει να επωμιστεί το κόστος δημιουργίας υποδομών για την ολοκληρωμένη μετεγκατάσταση οικισμών.
Ετσι, αποζημιώνει για τις απαλλοτριωμένες εκτάσεις, ξεφεύγει όμως από την υποχρέωση να καλύψει το κόστος των υποδομών, αφού στο μεταξύ, στα χρόνια καθυστερήσεων, οι κάτοικοι που ξεσπιτώθηκαν αναζήτησαν και βρήκαν στέγη στα αστικά κέντρα της περιοχής. Για παράδειγμα, δεν έγιναν οι μετεγκαταστάσεις του Κομάνου, της Μαυροπηγής, ενώ ίδιο προβλέπεται το μέλλον και για τους κατοίκους της Ποντοκώμης, όπου προχωρούν οι απαλλοτριώσεις, αλλά και της Ακρινής και των Αναργύρων, όπου ακόμη εκκρεμούν.
Με την είσοδο κι άλλων εταιριών στον ανταγωνισμό με τη ΔΕΗ, η κατάσταση θα χειροτερέψει ακόμη περισσότερο. Παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της Αχλάδας, όπου το λιγνιτικό πεδίο από το οποίο επίσης τροφοδοτείται ο ΑΗΣ Μελίτης παραχωρήθηκε σε άλλον επιχειρηματικό όμιλο, με τη δέσμευση να πληρώσει τη μετεγκατάσταση του οικισμού. Η εταιρεία έχει δηλώσει αδυναμία να καλύψει το κόστος ενιαίας μετεγκατάστασης και πρότεινε τμηματική μετακίνηση - αποζημίωση του οικισμού, σε τρεις φάσεις.
Οι εξελίξεις στον κλάδο της Ενέργειας και η πείρα των ίδιων των εργαζομένων αποδεικνύουν σήμερα ότι οι λαϊκές ανάγκες δεν μπορούν να υπηρετηθούν ούτε από την επιστροφή στο κρατικό μονοπώλιο, ούτε βέβαια από την «απελευθερωμένη» αγορά, που θα ρυθμίζεται τάχα από το κράτος.
Η ταξική πραγματικότητα είναι πως όσο το κράτος υπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου, των μονοπωλιακών ομίλων, δεν μπορεί να υπάρξει ενεργειακός σχεδιασμός για την ικανοποίηση των αναγκών του λαού. Για να υπηρετήσει ο ενεργειακός σχεδιασμός τη λαϊκή ευημερία πρέπει να απαλλαγεί απ' τους νόμους της αγοράς, τους νόμους του καπιταλιστικού κέρδους.
Για να λυθεί ριζικά και το πρόβλημα της Ενέργειας, απαιτείται γραμμή σύγκρουσης και ρήξης με το καθεστώς ιδιοκτησίας των μονοπωλίων στον τομέα της Ενέργειας και συνολικά στην οικονομία. Μόνο ο νέος τρόπος παραγωγής, η εργατική - λαϊκή εξουσία μπορούν να διασφαλίσουν την ικανοποίηση όλων των λαϊκών αναγκών, και στην Ενέργεια.
Αυτήν τη λύση τεκμηριώνει το Πρόγραμμα του ΚΚΕ. Μόνο μέσα σε αυτό το πλαίσιο της κεντρικά σχεδιασμένης παραγωγής, με στόχο την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά ο ενιαίος, αποκλειστικά κρατικός φορέας Ενέργειας, ως μηχανισμός της εργατικής εξουσίας.
Σ' αυτόν τον ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, ο ενεργειακός σχεδιασμός θα μπορεί να αναπτύσσει την παραγωγή και να ικανοποιεί συνδυασμένα το σύνολο των λαϊκών αναγκών. Πάνω από όλα, θα κατοχυρώνει ότι το ενεργειακό προϊόν θα είναι κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα.
Μόνο ο νέος τρόπος παραγωγής, η εργατική - λαϊκή εξουσία μπορούν να αξιοποιήσουν τις μεγάλες δυνατότητες του σημερινού επιπέδου ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων προς όφελος των κοινωνικών αναγκών.
Αυτός ο μοναδικά ελπιδοφόρος δρόμος της ανατροπής προετοιμάζεται από σήμερα, με την οργάνωση της πάλης των εργαζομένων σε κατεύθυνση ρήξης και σύγκρουσης με την πολιτική της αστικής τάξης, με τη συγκέντρωση δυνάμεων για την αποφασιστική αναμέτρηση. Η οργάνωση της πάλης, που φέρνει στο προσκήνιο την απαίτηση ικανοποίησης των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, είναι ο μοναδικός δρόμος που μπορεί να οδηγήσει σε αποτελέσματα.
Στον τομέα της Ενέργειας, αυτό σημαίνει έναν αγώνα που διεξάγεται όχι με το αίτημα της επιστροφής στο καθεστώς των παλιών κρατικών μονοπωλίων, με τη σημαία του χτες, αλλά με τη σημαία του αύριο.
Το ΚΚΕ καλεί σε αγωνιστική συσπείρωση, που δεν περιορίζεται μόνο σε αιτήματα άμεσης ανακούφισης της λαϊκής οικογένειας, αλλά προβάλλει γραμμή αντεπίθεσης, με ριζοσπαστικούς, διεκδικητικούς στόχους.