ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Απρίλη 2001
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Δεν έφυγε κανένας ποτέ

Είναι η αγαπημένη σελίδα, την παρακολουθώ χρόνια, συστηματικά. Μόλις ανοίξω την εφημερίδα, το μάτι μου αμέσως και πρώτ απ' όλα πέφτει στη σελίδα 20 για να βρει τα πρόσωπα που αποτυπώνονται στις φωτογραφίες. Μετά διαβάζω τα ονόματά τους: «Δέσποινα Παπασαράντου. Πιάστηκε το 1936 και κλείστηκε στις Φυλακές Αβέρωφ. Ηταν στην ομάδα της Ηλέκτρας Αποστόλου, η οποία την είχε υπό την προστασία της. Αποφυλακίστηκε το 1939. Από τότε δούλευε παράνομα στη συνοικία της ως το 1941. Το 1945 κυνηγήθηκε από τους Αγγλους και τα Τάγματα Ασφαλείας». Παρακάτω επίσης: «Γιώργος Κουγιουμτζής, μαχητής του ΕΛΑΣ».

Πάντοτε μένω έκπληκτος πώς τα πρόσωπα αυτά, ενώ απολαμβάνεις το καθένα ξεχωριστά, ταυτόχρονα συγκροτούν ένα όλον. Οι οικογένειες φροντίζουν τις φωτογραφίες τους σαν να καλλιεργούν λουλούδια σ' έναν κοινό κήπο, σε συνθήκες που μόνο το αίμα γνωρίζει. Δίχως να το καταλάβουν, με τη χειρονομία τους, που αρχίζει ως υπενθύμιση φέρνοντας μέσα της το σπέρμα του χρέους απέναντι στους αγωνιστές, δημιουργούν ένα αρχείο αγάπης που μοιράζονται μαζί μας. Αρχείο που αρχή δεν έχει, ούτε τέλος.

Ετσι λοιπόν, σαν μια αλήθεια που ξέφυγε και επιμένει, τα πρόσωπα των αγωνιστών στις φωτογραφίες λειτουργούν σαν μια πυκνότητα οραμάτων, πέφτουν πάνω σ' αυτόν τον κόσμο, μετατρέποντάς τον σε κόσμημα. Σύμφωνα με τα μαθηματικά, η αιωνιότητα αρχίζει από ένα «τώρα» γίνεται συγκεκριμένο από τη στιγμή που αυτοί που το ζήτησαν έδωσαν τη ζωή τους γι' αυτό. Σ' ένα «τώρα» βαθιά σύγχρονο, που θυμίζει τραγούδι των Βρετανών Μπαουχάουζ. Ας τους ακούσουμε:

«Τούτος ο δίσκος είναι ν' ακούγεται μόνο όταν ο άνεμος χτυπά τα τηλεγραφικά καλώδια και τα κάνει να τρίζουν σαν κόκαλα. Τούτος ο δίσκος είναι ν' ακούγεται μόνο όταν τ' αυτοκίνητα πρώτων βοηθειών ουρλιάζουν τα μεσάνυχτα».

Η αγαπημένη σελίδα είναι ένα σημείο, είναι ένα κέντρο, μια ξεχασμένη φράση, ένα ρίγος που ανανεώνει τα πάντα, ένα νησί που πλέει μόνο του μέσα στην εφημερίδα. Θυμίζει αυτό που έλεγε ο Σαιν-Ζυστ: «Οι ανθρώπινες σχέσεις πρέπει να θεμελιώνονται στο πάθος».

Χρόνια ολόκληρα έκανα απόπειρες να στείλω ένα γράμμα σ' αυτές τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες, που σχηματίζουν ένα πρόσωπο. Ωστόσο, τόσο λίγος μπροστά τους, κατέληγα σε αποσπάσματα: «Αγαπημένε μου σύντροφε, η καθημερινότητα με κρατούσε όχι μόνο μακριά σου αλλά και μακριά από μένα. Νόμιζα ότι γυρνούσα ελεύθερος, όταν λύγισα κάτω από το βάρος μιας φωτογραφίας σου. Ησουν με μαύρο σκούφο στην ομάδα του Αρη. Ηταν απίστευτο αυτό που με διαπέρασε. Τα οράματα διαδεχόταν το ένα το άλλο, σχηματίζοντας στα χείλη μου ένα θαύμα που χτύπαγε πρώτα τη γλώσσα. Τραύλιζα κι όπου κι αν γυρνούσα το κεφάλι μου, δάκρυα έβλεπα, όχι από αυτά που γνωρίζουμε, αλλά από τα άλλα, που έρχονται από τον ουρανό και που εμφανίζονται όποτε εκείνα θέλουν. Διέκρινα ανάμεσα στα άλλα και τα δικά σου. Σε μια άλλη φωτογραφία ήταν το κεφάλι σου πλάι σ' αυτό του Αρη παλουκωμένα και τα δυο στην πλατεία της Λαμίας. Δεν μπόρεσαν να αναχαιτίσουν το θάνατό σας. Αλλά τη δική σας ομορφιά δεν μπορεί να την αφαιρέσει ούτε άνθρωπος ούτε Θεός».

Αν τα έργα είναι αυτά που μένουν κι όχι τα πρόσωπα, θα διαλέξω τα πρόσωπα, αυτά που συνάντησα όταν ήμουν παιδί και αυτά που με χαιρετούν πάλι σαν παιδί - το πρόσωπο ενός συντρόφου, στην αγαπημένη σελίδα στη μνήμη των αγωνιστών, με το γέλιο της κατανόησης.


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ


Δυναμικά σχήματα και χρώμα

«Ελιές», 1962, λάδι σε μουσαμά
«Ελιές», 1962, λάδι σε μουσαμά
Αναδρομική έκθεση του ζωγράφου Γιάννη Μηταράκη (1898 - 1963) φιλοξενείται αυτές τις μέρες στο Μέγαρο Εϋνάρδου του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τράπεζας (Αγ. Κωνσταντίνου 20 και Μενάνδρου). Η ενδιαφέρουσα αυτή εικαστική παρουσίαση περιλαμβάνει κυρίως έργα της περιόδου μετά το 1950, με ελάχιστα δείγματα από τη δεκαετία του 1920, όταν άρχισε να εκθέτει, και από τη δεκαετία του 1930, στη διάρκεια της οποίας έγινε γνωστός με θέματα ως επί το πλείστον τοπία, αλλά και καθημερινές σκηνές.

Ο Γ. Μηταράκης γεννήθηκε το 1898 στην Αλεξάνδρεια. Τελείωσε το γυμνάσιο της Χίου και έφυγε για το Παρίσι, όπου σπούδασε Αγρονομία. Ηταν περίπου 22 ετών, όταν στράφηκε στη ζωγραφική, στην οποία αφιέρωσε όλη την υπόλοιπη ζωή του. Διακρίθηκε γρήγορα, και το 1922 εκθέτει στο «Σαλόνι των Ανεξαρτήτων», ενώ παράλληλα παρουσίασε έργα του σε διάφορες ομαδικές εκθέσεις.

Στην πρώτη του αυτή περίοδο, ο Γ. Μηταράκης ενσωματώνεται στην καλλιτεχνική κίνηση του Παρισιού, και τα πρώτα του έργα επικεντρώνονται σε αυτοπροσωπογραφίες, γυμνά, πορτρέτα και τοπία της Γαλλίας. Οπως σημειώνει στον κατάλογο της έκθεσης ο Ανδρέας Ιωαννίδης, «από τα πρώτα του έργα διαπιστώνουμε ότι κυριαρχεί το χρώμα ως δομικό υλικό. Ενα χρώμα, που, τόσο στη φωτεινή, όσο και στη σκοτεινή του εκδοχή δεν ανακλά το φως, αλλά το απορροφά και το μετατρέπει σε ύλη, σε χρωματική μάζα, η οποία έτσι καθίσταται αυτόφωτη. Αυτό θα παραμείνει το κύριο στοιχείο της ζωγραφικής του ως το τέλος».

«Αυτοπροσωπογραφία», 1952, λάδι σε μουσαμά
«Αυτοπροσωπογραφία», 1952, λάδι σε μουσαμά
Το 1929, ο Γ. Μηταράκης αφήνει το Παρίσι. Εγκαθίσταται στην Αθήνα και ιδρύει την «Ομάδα Τέχνης», με τους Μ. Τόμπρο, Ν. Χατζηκυριάκο - Γκίκα και άλλους. Είκοσι χρόνια αργότερα (1949), ιδρύει την ομάδα «Στάθμη» με τους Γ. Μπουζιάνη, Σ. Βασιλείου, Γ. Γουναρόπουλο κ.ά. Τη χρονιά που έρχεται στην Αθήνα, εκθέτει για πρώτη φορά στην Ελλάδα στην «Αίθουσα Στρατηγόπουλου», με μεγάλη απήχηση στο κοινό. Σχεδόν αμέσως αρχίζει τα ταξίδια του στην Ελλάδα και ζωγραφίζει τα Μέγαρα, τη Χίο, τη Μύκονο, την Υδρα και τη Σαντορίνη. Επίσης αρχίζει τα ταξίδια του στην Αίγυπτο. «Γυρεύω μια σημαντική απλοποίηση στη φόρμα», έλεγε ο ζωγράφος το 1954. «Η φόρμα έτσι παίρνει μια γενικότητα, χωρίς λεπτομέρειες και όγκους, πάνω σε ένα επίπεδο. Το βάθος δε μου χρειάζεται. Με τη δουλιά μου θέλω να δείξω αυτό που δε βλέπει το μάτι».

Τώρα πια, τα πορτρέτα του είναι λιγότερα, όπως και τα γυμνά του, ενώ ο αριθμός των ελληνικών τοπίων - κυρίως τα νησιωτικά - αυξάνεται. Η ηρεμία των κλειστών χρωματικών επιφανειών των πρώιμων έργων κάτω από την πίεση της κινητικής πινελιάς, δίνει τη θέση της στην ένταση και το περιεχόμενο. «Εδώ ακριβώς», υπογραμμίζει ο Α. Ιωαννίδης, «έγκειται και η εξπρεσιονιστική διάθεση που αποδίδεται στον Μηταράκη, φανερή ήδη στα τοπία της δεκαετίας του 1930, που ωθεί το ζωγράφο να βλέπει "την κλασική λιτότητα της υπερβολικά διανοητικής νησιώτικης φύσεως με ένα δικό του διονυσιακό τρόπο"». Το ζεστό φως του ελληνικού ουρανού διαπερνά τα τοπία του, στα οποία δίνει μια δική του διάσταση. Αγαπημένο του θέμα είναι οι ελιές, οι οποίες απεικονίζονται σε όλες τις φάσεις της καλλιτεχνικής του δημιουργίας. Η τέχνη του Γ. Μηταράκη αποπνέει ηρεμία και σιγουριά. Τα έργα του δεν προκαλούν με χρωματικές αντιθέσεις, ούτε με σκληρά ή αιχμηρά σχήματα.

Κοντά στο 1955, ο Γ. Μηταράκης ανακαλύπτει τους γιγάντιους βράχους των Μετεώρων, οι οποίοι γίνονται αγαπημένο του θέμα στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Από το 1922 έως και το 1963, ο καλλιτέχνης παρουσίασε πολλές ατομικές εκθέσεις στο Παρίσι, στην Αθήνα, στην Αλεξάνδρεια, στο Κάιρο, συμμετείχε με έργο του στην παγκόσμια έκθεση Νέας Υόρκης (1939), αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στην Μπιενάλε Βενετίας (1940), στην Μπιενάλε Αλεξάνδρειας και στην Μπιενάλε του Σάο Πάολο (1955). To 1958 ήταν υποψήφιος για το βραβείο Γκουγκενχάιμ και τον ίδιο χρόνο συμμετείχε σε ομαδικές εκθέσεις στη Γερμανία, στο Παρίσι, στον Καναδά, στην Ουάσιγκτον (1959) κ.α. Σημειώνουμε ότι μέρος των έργων του, από όσα άφησε στο εργαστήριό του, παραχώρησε ο γιος του Παύλος Μηταράκης στο Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τράπεζας, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η έκθεση αυτή στο Μέγαρο Εϋνάρδου. Θα διαρκέσει έως τις 29 Απριλίου.


Η. ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ