Ο Μακρόν δήλωσε ότι θα έρχεται στην Κίνα «τουλάχιστον μια φορά κάθε χρόνο»
Από τη χτεσινή συνάντηση του Γάλλου Προέδρου Εμ. Μακρόν με τον Κινέζο ομόλογό του, Σι Τζινπίνγκ, στο Πεκίνο |
Στενότερη συνεργασία με το Πεκίνο διεκδικεί η ιμπεριαλιστική Γαλλία, στο φόντο αντιθέσεων που βαθαίνουν στη Δύση (για παράδειγμα μεταξύ ΕΕ - ΗΠΑ αλλά και στο εσωτερικό της ΕΕ), και ενώ η ραγδαία ανάδυση της Κίνας στη διεθνή σκακιέρα αναπροσαρμόζει συνολικά τους μονοπωλιακούς αλλά και τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς, όλων των πλευρών.
Ο Εμανουέλ Μακρόν συνεχίζει σήμερα την επίσημη επίσκεψη που ξεκίνησε στην Κίνα χτες και ολοκληρώνει αύριο, δηλώνοντας από τη βορειοδυτική κινεζική πόλη Σιάν (που θεωρείται μία από τις «κοιτίδες» του αρχαίου κινεζικού πολιτισμού) ότι στόχος του είναι να επανέρχεται στην Κίνα «τουλάχιστον μία φόρα κάθε χρόνο». Υποστήριξε ότι «το μέλλον έχει ανάγκη από τη Γαλλία, την Ευρώπη και την Κίνα. Είμαστε η μνήμη του κόσμου. Σε εμάς ανήκει να αποφασίσουμε για το μέλλον», ενώ μεταξύ άλλων ανακοίνωσε πως το 2018 - 2019 θα διοργανωθεί μία «γαλλοκινεζική χρονιά οικολογικής μετάβασης».
Ανάμεσα σε άλλα, ο Μακρόν έκρινε σκόπιμο να επιδοκιμάσει την απόφαση της Κίνας να παραμείνει στη Διεθνή Συμφωνία για την «αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών», που υπογράφτηκε πριν δυο χρόνια μετά από διεθνή συνάντηση στο Παρίσι, σημειώνοντας ότι «η Συμφωνία του Παρισιού δεν θα είχε επιβιώσει» της αμερικανικής απόφασης χωρίς αυτήν την επιλογή του Πεκίνου. Μάλιστα, πρόσθεσε ότι η συνεργασία αυτή «θα δείξει στον κόσμο ότι Γάλλοι και Κινέζοι είμαστε ικανοί να κάνουμε και πάλι τον πλανήτη μας μεγάλο και όμορφο», ενώ αναδεικνύοντας ότι η Γαλλία διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο συνολικά στην Ευρώπη, υπογράμμισε: «Η Γαλλία μετασχηματίζεται εις βάθος και, μαζί της, είναι η Ευρώπη που επιστρέφει για να οικοδομήσει μία ισορροπημένη συνεργασία με την Κίνα» και ανέδειξε μάλιστα την ανάγκη να καθοριστούν «τομείς όπου μπορούμε να συνεργαστούμε και να ανοίξουμε από τη μία και την άλλη πλευρά τις αγορές μας και των τομέων όπου δεν μπορούμε να το κάνουμε».
Την ίδια στιγμή, δεν παρέλειψε να αναγνωρίσει ότι τα γαλλικά μονοπώλια διεκδικούν κολιγιές με άξονα τις δικές τους προτεραιότητες, περιγράφοντας ως επιθυμία του «η Γαλλία και η Ευρώπη να είναι παρούσες στο ραντεβού που προτείνει η Κίνα» (μιλώντας για τους «Δρόμους του Μεταξιού»), αλλά και συμπληρώνοντας ότι οι «Δρόμοι του Μεταξιού» δεν υπήρξαν ποτέ «αμιγώς κινεζικοί», όπως και ότι δεν θέλει να τους μετατρέψει «σε ευρωπαϊκούς δρόμους, αλλά αυτοί οι δρόμοι είναι κοινοί και δεν μπορούν να είναι μονόδρομος».
Από τη μεριά του, ο Πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, υποδεχόμενος χτες το απόγευμα επίσημα τον Μακρόν στο Πεκίνο, στάθηκε στο συμβολικό χαρακτήρα που έχει η επιλογή του Γάλλου ομολόγου του να κάνει το πρώτο του ταξίδι για φέτος στην Κίνα. Σύμφωνα με το «Σινχουά», ο Σι τόνισε ότι σήμερα υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες στον κόσμο, εκφράζοντας την ετοιμότητα της Κίνας να συνεργαστεί στενά με τη Γαλλία και να ενισχύσουν τη συνεργασία τους και σε τομείς που αφορούν τους «Δρόμους του Μεταξιού» και σε «μεγάλα διεθνή ζητήματα, με την ελπίδα της προώθησης της παγκόσμιας σταθερότητας και ευημερίας».
Μακρόν - Ερντογάν συζήτησαν για τους όρους της συνεργασίας, σε πολλά φλέγοντα «μέτωπα»
ΠΑΡΙΣΙ.--
Τις καθαρές διαθέσεις Τουρκίας και Γαλλίας (όπως και Τουρκίας και ΕΕ) να παζαρέψουν σκληρά τη συνεργασία τους, την οποία εξακολουθούν να έχουν ανάγκη τα μονοπώλια που εκπροσωπούν, επιβεβαίωσε η επίσημη επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου Ρ. Τ. Ερντογάν στο Παρίσι.
Ο Γάλλος ομόλογός του, Εμανουέλ Μακρόν, χαρακτήρισε ανοιχτά «σαφές, ότι οι πρόσφατες εξελίξεις και οι επιλογές της Τουρκίας δεν επιτρέπουν καμία πρόοδο στην ενταξιακή διαδικασία που έχει ξεκινήσει», προσθέτοντας ωστόσο ότι η σχέση ΕΕ - Τουρκίας πρέπει να επανεξεταστεί «όχι στο πλαίσιο της διαδικασίας ενσωμάτωσης, αλλά στο πλαίσιο μιας συνεργασίας, μιας εταιρικής σχέσης», όπως και ότι «στόχος είναι η προσκόλληση της Τουρκίας και του τουρκικού λαού στην Ευρώπη». Ο Μακρόν δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι κατά τις συνομιλίες εκδηλώθηκαν ξανά οι «διαφωνίες» που υπάρχουν σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων (που βέβαια κόβονται και ράβονται στα μέτρα διαφόρων αστικών μεθοδεύσεων και ανταγωνισμών), σημειώνοντας ότι οι δύο πλευρές προσέγγισαν το κεφάλαιο αυτό «με συγκεκριμένο τρόπο», γιατί «μόνο έτσι» μπορεί να προσεγγιστεί. Ενώ εξέφρασε και την ελπίδα ότι η Τουρκία θα παραμείνει πλήρες μέλος της διεθνούς «Σύμβασης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», ζήτημα για το οποίο είπε ότι θα κάνει «τα πάντα».
Από τη δική του μεριά, ο Ερντογάν δήλωσε ότι η Τουρκία έχει χρειαστεί να περιμένει στην «είσοδο» της ΕΕ για τα τελευταία 54 χρόνια, κρίνοντας ότι η Ενωση δεν έχει εξηγήσει με σαφήνεια τους λόγους. «Δεν μπορούμε συνεχώς να ζητάμε από την ΕΕ "κάντε μας μέλος"». Την ίδια στιγμή, ξεκαθαρίζοντας ότι η Αγκυρα δεν επιδιώκει διάρρηξη αλλά αναπροσαρμογή των σχέσεων με τα ευρωπαϊκά μονοπώλια, ο Τούρκος Πρόεδρος απηύθυνε ειδική πρόσκληση σε γαλλικές εταιρείες για να επενδύσουν στη χώρα του, επισημαίνοντας ότι «δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο για την (επιχειρηματική) δράση σας (...) Στόχος μας είναι να ανεβάσουμε τον όγκο των εμπορικών μας συναλλαγών στα 20 δισ. ευρώ. Μπορούμε να τον πετύχουμε», σημείωσε ο Τούρκος ηγέτης.
Αλλωστε, κατά την επίσκεψη Ερντογάν, υπογράφηκαν διάφορες διμερείς συμφωνίες. Ξεχώρισε η μελέτη που ανατέθηκε στη γαλλοϊταλική κοινοπραξία «Eurosam» για την ανάπτυξη και παραγωγή ενός αμυντικού πυραυλικού συστήματος, σε συνεργασία με τις τουρκικές εταιρείες «Aselsan» και «Roketsan».
Επίσης, ειδική συμφωνία υπέγραψαν οι τραπεζικοί όμιλοι «Turkish Eximbank» και «Bpifrance Assurance Export», με αντικείμενο τη χορήγηση εγγυήσεων σε εταιρείες - που εδρεύουν σε Γαλλία και Τουρκία - προκειμένου να αυξήσουν τις εξαγωγές (σε διάφορους προορισμούς) αλλά και τις επενδύσεις «σε τρίτες χώρες».
Ακόμα, επιβεβαιώθηκε ότι ο κολοσσός της «Airbus» συμφωνήθηκε να πουλήσει 25 αεροσκάφη στις «Τουρκικές Αερογραμμές», που βλέπουν τη θέση τους να ενισχύεται διεθνώς στον κλάδο των αερομεταφορών.
Τέλος, οι δύο πλευρές συζήτησαν τα περιθώρια (και την «ανάγκη», σημείωναν διάφορα ρεπορτάζ...) συνεργασίας τους σε μέτωπα όπως το Συριακό. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μακρόν μίλησε για «σύγκλιση απόψεων και στρατηγικά συμφέροντα» για την ανοικοδόμηση «μιας όσο το δυνατόν ευρύτερης και χωρίς αποκλεισμούς ειρήνης».
ΒΕΡΟΛΙΝΟ - ΑΓΚΥΡΑ.--
Η ενίσχυση της συνεργασίας Γερμανίας - Τουρκίας βρέθηκε στον πυρήνα των συζητήσεων μεταξύ των δύο ΥΠΕΞ, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ και Μεβλούτ Τσαβούσογλου, το Σάββατο, κατά τη συνάντησή τους στην ιδιαίτερη πατρίδα του Γερμανού ΥΠΕΞ, στο Γκόσλαρ. Το οικονομικό και γεωστρατηγικό παζάρι βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και περνά από διάφορες φάσεις, καθώς οι δύο πλευρές επιδιώκουν να αποκομίσουν τους καλύτερους δυνατούς όρους «συνεργασίας» για τα συμφέροντα των μονοπωλίων της κάθε χώρας.
«Οι δυο μας θα αναβιώσουμε τον στρατηγικό διάλογο των υπουργείων Εξωτερικών», σημείωσε ο Ζ. Γκάμπριελ και πρόσθεσε πως θα προτείνουν στους υπουργούς Οικονομικών να επαναλειτουργήσει η κοινή οικονομική επιτροπή, μετά από μακρόχρονη διακοπή.
Στο μεταξύ, μια μέρα πριν από την επίσκεψη Τσαβούσογλου, ο Γκάμπριελ, ερωτώμενος από το περιοδικό «Spiegel» για το ενδεχόμενο πώλησης τεθωρακισμένων στην Τουρκία, δήλωσε: «Η Τουρκία είναι εταίρος στο ΝΑΤΟ και στον αγώνα κατά του "Ισλαμικού Κράτους". Τα δύο αυτά στοιχεία θα ήταν λόγοι να μην επιβάλουμε περιορισμούς στην εξαγωγή εξοπλιστικών, όπως π.χ. κάνουμε για χώρες της Μέσης Ανατολής. Ωστόσο η γερμανική κυβέρνηση δεν έχει εγκρίνει μεγάλο αριθμό εξαγωγών εξοπλιστικών συστημάτων. Και έτσι θα παραμείνει, όσο δεν επιλύεται η υπόθεση Ντενίζ Γκιουζέλ» (ανταποκριτής της γερμανικής εφημερίδας «Die Welt», με διπλή υπηκοότητα, γερμανική και τουρκική, που συνελήφθη το Φλεβάρη του 2017 και κρατείται στις τουρκικές φυλακές ως «υποστηρικτής της τρομοκρατίας»).
Ο Μ. Τσαβούσογλου επισήμανε - χωρίς να αναφερθεί στον Γκιουζέλ - ότι «η Γερμανία όπως και η Τουρκία είναι υπερήφανα κράτη τα οποία δεν αντιδρούν σε πίεση από έξω» και κατέστησε σαφές τι είναι το πιο σημαντικό στην επίσκεψή του: «Δεν χρειάζεται να συμφωνήσουμε για τη διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, αλλά πρέπει να ξεπεράσουμε ζητήματα όπως η επικαιροποίηση της συμφωνίας τελωνειακής ένωσης με την ΕΕ», δήλωσε.
Οπως αναφέρει το «Spiegel», «από τη στιγμή που τέθηκε σε ισχύ η τελωνειακή ένωση, ο όγκος εμπορικών συναλλαγών μεταξύ Ευρώπης και Τουρκίας αυξήθηκε από 28 σε 145 δισ. ευρώ το χρόνο. Η ΕΕ είναι με διαφορά ο πιο σημαντικός εμπορικός εταίρος της Τουρκίας και μεταξύ των κρατών της ΕΕ η Γερμανία έρχεται πρώτη. Η Αγκυρα επιθυμεί επέκταση της εμπορικής συμφωνίας».