Την ίδια ώρα, έρχεται στο φως της δημοσιότητας έρευνα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) που έγινε τον περασμένο Μάη και σύμφωνα με αυτήν την έρευνα, το 46% των Αμερικανών δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει έκτακτη δαπάνη 400 δολαρίων το μήνα. Σύμφωνα με την έρευνα «το ένα τέταρτο των ερωτηθέντων δεν επισκέφθηκε οδοντίατρο το τελευταίο 12μηνο, επειδή δεν έχει χρήματα. Το 20% δεν έκλεισε ραντεβού με γιατρό και το 11% δεν μπόρεσε να πάρει καν συνταγή από γιατρό». Και αυτό επειδή οι πραγματικοί μισθοί παραμένουν στάσιμοι, όταν οι δαπάνες υγείας αυξάνονται ολοένα και περισσότερο.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις άλλων επιτελείων των ΗΠΑ οι πραγματικοί μισθοί έχουν παραμείνει αμετάβλητοι ή έχουν μειωθεί, σύμφωνα με στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας του υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ. Το μέσο ωρομίσθιο το 2016 προσφέρει σχεδόν την ίδια αγοραστική δύναμη με το μέσο ωρομίσθιο το 1979. Αν και οι μέσες εβδομαδιαίες αποδοχές έχουν αυξηθεί από 232 δολάρια το α΄ τρίμηνο του 1979 στα 732 δολάρια, το β΄ τρίμηνο του 2014 σε πραγματικούς όρους δεν έχει υπάρξει απολύτως καμία μεταβολή.
«Προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες τους, οι Αμερικανοί καταφεύγουν στη χρήση πιστωτικών καρτών, ακόμη και έπειτα από όσα υπέστησαν το 2009. Ερευνητές της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed) στη Νέα Υόρκη έκρουσαν προ μηνών τον κώδωνα του κινδύνου για αύξηση της χρήσης πιστωτικών καρτών από δανειολήπτες με πολύ χαμηλή βαθμολογία, λόγω της κρίσης του 2009.
Ισως το πιο σημαντικό και συνάμα ανησυχητικό συμπέρασμα της έρευνας της Fed είναι ότι πάνω από το ένα τέταρτο των ερωτηθέντων άνω των 60 ετών (27%) δεν έχει καταφέρει να αποταμιεύσει χρήματα για το διάστημα που θα βγει στη σύνταξη... μεταξύ των βασικών λόγων στις καθυστερήσεις για την εξυπηρέτηση των δανείων είναι οι έκτακτες ιατρικές δαπάνες και η μείωση του εισοδήματος» («Καθημερινή» 27/11/2016).
Μια πρώτη παρατήρηση από τα παραπάνω είναι ότι και στις ΗΠΑ αυξήθηκαν οι εισοδηματικές ανισότητες. Εχει τη σημασία της, επειδή ο ΟΟΣΑ μιλά για σημαντική αύξηση ανισοτήτων σε χώρες όπως Σλοβακία, Ισπανία και Σουηδία, την περίοδο 2007 - 2015. Αναφέρει και την Ελλάδα βεβαίως, επικεντρώνοντας μόνο στην ανεργία ενώ το εργατικό, λαϊκό εισόδημα έχει τσακιστεί.
Μια δεύτερη παρατήρηση είναι ότι τα αστικά επιτελεία επικεντρώνουν στο γεγονός των δυνητικών απωλειών (δημιουργία «κόκκινων δανείων») των τραπεζών από αδυναμία πληρωμής δανείων και καρτών από ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα λαϊκού πληθυσμού. Για το κεφάλαιο, τα κέρδη, ή χασούρα και τυχόν νέες δυσκολίες στο χρηματωπιστωτικό σύστημα νοιάζονται και όχι για τη φτώχεια των εργαζομένων. Αλλωστε, για τους εργαζόμενους, ακόμη και να λένε ότι θα νοιαστούν, οι νόμοι κίνησης του καπιταλισμού και η πολιτική που τους υπηρετεί με τις κυβερνήσεις και άλλα κρατικά επιτελεία, μόνο τέτοια φαινόμενα μπορεί να δημιουργεί και όχι το αντίστροφο.
Μπορεί ο ΟΟΣΑ να εντοπίζει το πρόβλημα στα χρόνια της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, αλλά και στα χρόνια της ανάπτυξης, η εργατική δύναμη δημιουργεί τα κέρδη, τον πλούτο, αλλά το κεφάλαιο αυξάνεται, ενώ οι μισθοί μειώνονται και σχετικά και ενίοτε απόλυτα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που έρχεται στη δημοσιότητα το θέμα της αύξησης των ανισοτήτων στις ΗΠΑ. Το ΔΝΤ σε έκθεσή του για την αμερικανική οικονομία, το καλοκαίρι του 2016 ανέφερε «ότι ο αριθμός των Αμερικανών πολιτών που ζουν σε συνθήκες φτώχειας είναι υπερβολικά μεγάλος και καλεί να αντιμετωπίσουν επειγόντως τη φτώχεια και τις κοινωνικές ανισότητες». Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, στις ΗΠΑ, ο κατώτατος μισθός διαμορφώνεται στα 7,25 δολάρια ανά ώρα, ή στα 6,26 δολάρια μετά από φόρους και κατατάσσεται στην 11η θέση της λίστας των κρατών - μελών του που αφορά τον κατώτατο μισθό. Δηλαδή, είναι από τα κράτη με χαμηλούς κατώτατους μισθούς.
Το Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής στις ΗΠΑ (Economic Policy Institute, EPI) αναφέρεται σε στασιμότητα μισθών από τη δεκαετία του 1970. Λέει ότι υπήρξε αύξηση της παραγωγικότητας στις ΗΠΑ την περίοδο 1973 - 2014, αλλά μόνο το 15% από την αύξηση της παραγωγικότητας πέρασε σε ενίσχυση των μισθών, συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτικών εισφορών. Από το 1973 έως το 2014 η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά 72,2% ή 1,33% ανά έτος. Ομως, οι μισθοί παρέμειναν, σχεδόν, στάσιμοι με άνοδο 0,22% ανά έτος και 9,2% όλη την περίοδο 1973 - 2014. Ο ανά ώρα μέσος μισθός αναλυτικότερα αυξήθηκε κατά 0,20% ετησίως και κατά 8,7% από το 1973 έως το 2014. Το υπ. Εργασίας είχε ανακοινώσει μείωση των ωρομισθίων κατά 0,1% τον Φλεβάρη από το Γενάρη 2016 (πτώση για πρώτη φορά από το Δεκέμβρη του 2014). Εδώ ως προς την εκτίμηση έχουμε ταύτιση με την εκτίμηση των Fed και UBS, αλλά το Economic Policy Institute εξηγεί ότι ενώ η παραγωγικότητα αυξήθηκε οι μισθοί έμειναν σχεδόν στάσιμοι. Είναι ένα στοιχείο που αποκαλύπτει ότι με την άνοδο της παραγωγικότητας που αυξάνει την ανταγωνιστικότητα και ενισχύονται τα κέρδη του κεφαλαίου, δεν ενισχύονται οι μισθοί γιατί αυτό υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα. Ετσι όμως κέρδη και κεφάλαιο αναπαράγονται συνεχώς ολοένα και πιο διευρυμένα, ενώ το εργατικό εισόδημα παραμένει είτε σχετικά είτε απόλυτα καθηλωμένο.
Αυτό με την παραγωγικότητα έχει επίσης τη σημασία του. Η άνοδος της παραγωγικότητας επιδρά αρνητικά στην εργατική τάξη γιατί πρώτ' απ' όλα συμβάλλει στην αύξηση της ανεργίας. Παραγωγικότητα σημαίνει παραγωγή περισσοτέρων εμπορευμάτων στη μονάδα του χρόνου, άρα αύξηση της παραγωγής με το ίδιο ή και λιγότερο εργατικό δυναμικό. Οι καπιταλιστές αντιπαραθέτουν λοιπόν στη διεκδίκηση αύξησης μισθών τις απολύσεις, την απώλεια θέσεων εργασίας, την αύξηση της ανεργίας. Και οι ΗΠΑ, οι οποίες έχουν μειώσει την ανεργία, έχουν τέτοια παραδείγματα. Αλλά πρακτικά συμβαίνουν και τα δύο. Και άνοδος της ανεργίας και στασιμότητα μισθών ή σε πιο δύσκολες συνθήκες για την αναπαραγωγή κερδών (π.χ. καπιταλιστική οικονομική κρίση), και άνοδος της ανεργίας και δραστική μείωση μισθών.
Σύμφωνα με μελέτη της McKinsey, το κόστος της αυτοματοποίησης σε σχέση με την ανθρώπινη εργασία είναι σχεδόν το μισό από ό,τι ήταν στις αρχές της δεκαετίας του '90. Η αντικατάσταση ανθρώπου από ρομπότ είναι πιο κοντά από ό,τι φανταζόμαστε. Η «McDonalds» δήλωσε πρόσφατα πως αν αυξηθεί ο κατώτερος μισθός στα 15 δολ. την ώρα, οι εταιρείες θα σκεφτούν την αντικατάσταση ανθρώπων με μηχανές παραγγελιών.
Ετσι, οι εργαζόμενοι σε ταχυφαγεία αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, οι συμβασιούχοι δεν έχουν επιδόματα, οι εργαζόμενοι στη φροντίδα παιδιών δεν έχουν πληρωμένη άδεια.
Βεβαίως αυτό το δίλημμα με το ρομπότ ή ανεργία είναι κάλπικο για την εργατική τάξη. Το ρομπότ μπορεί να συμβάλει στη μείωση του εργάσιμου χρόνου και όχι στις απολύσεις. Μπορεί επίσης επειδή αυξάνει την παραγωγικότητα να αυξάνει και την ευημερία των εργαζομένων. Αλλά οι καπιταλιστές ούτε το ένα ούτε το άλλο εφαρμόζουν γιατί αντιβαίνει στην αύξηση κερδών και στην ανταγωνιστικότητα. Αυτό το ζήτημα δείχνει την αναγκαιότητα, τη ρεαλιστικότητα και την ωριμότητα του περάσματος στο σοσιαλισμό.
Βεβαίως, ανάλογα φαινόμενα δυσκολιών στη ζωή λόγω απωλειών εισοδήματος εμφανίζονται έντονα και στη Γερμανία. Ετσι, σύμφωνα με την DEUTSCHE WELLE, σχεδόν το 10% των πολιτών στη Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπο με προβλήματα χρέους. Η εκτίμηση γίνεται από την εταιρεία οικονομικών στατιστικών στοιχείων «Creditreform». Το φαινόμενο εντοπίζεται κυρίως στις νεότερες και μέσες ηλικίες. Υπολογίζεται ότι 6,85 εκατ. άνθρωποι στη Γερμανία έχουν χρέη και είναι 131.000 περισσότεροι από ό,τι το 2015. Η μεγαλύτερη αύξηση χρέους με 16,4% παρατηρείται σε συνταξιούχους άνω των 70 ετών. Το ποσοστό τους στο σύνολο αυτών που έχουν χρέη είναι μόλις 1,3%, αλλά η τάση είναι ανοδική και οφείλεται κυρίως στις όλο και χαμηλότερες καταβαλλόμενες συντάξεις και την ταυτόχρονη αύξηση ενοικίων.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα χρέους εντοπίζεται ωστόσο στις μέσες ηλικίες από τα 30 μέχρι τα 39 χρόνια. Σχεδόν το 20% αυτών των ηλικιών είναι υπερχρεωμένο στη Γερμανία.
Οι εκτιμήσεις της «Creditreform» για το μέλλον είναι ωστόσο απαισιόδοξες. Παρά τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας στη Γερμανία και τη γενικότερα καλή οικονομική κατάσταση θεωρεί δεδομένη την αύξηση του αριθμού των πολιτών με πρόβλημα χρέους.
Αλλά και εδώ η ανεργία είναι συγκαλυμμένη, αφού οι θέσεις εργασίας μειώνονται με τη συνεχή επέκταση και εφαρμογή ελαστικών μορφών εργασίας. Για παράδειγμα εργαζόμενος-η σε δουλειά μιας μέρας τη βδομάδα δεν θεωρείται άνεργος.
Συνολικά στην ΕΕ οι ανισότητες έχουν αυξηθεί. Αλλωστε και ο ΟΟΣΑ φέρνει ως παράδειγμα χώρες της ΕΕ. Ετσι σε έρευνα European Consumer Payment Report 2016 που έκανε η σουηδική εταιρεία Intrum Justitia, εταιρεία που δραστηριοποιείται στην είσπραξη οφειλών και στη διαχείριση «κόκκινων» δανείων, αναφέρεται ότι το 75% των Ελλήνων δεν μπορούν να είναι συνεπείς στην πληρωμή των λογαριασμών τους, ενώ το 68% δεν μπορεί να πληρώσει τα χρέη του. Επίσης, το 53% δεν έχει αρκετά χρήματα για αξιοπρεπή διαβίωση. Ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 29%, χαμηλότερος από αυτόν στην Ελλάδα, αλλά αυξημένος σε σύγκριση με το 2015 (26%). Το 65% των Ελλήνων υποστηρίζει ότι, αφού πληρώσει τους φόρους του, δεν θα μείνουν αρκετά χρήματα για την κάλυψη των αναγκών του. Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρώπη να είναι 39% (από 35% πέρυσι).(«Καθημερινή», 22/11/2016).
Από όλα τα παραπάνω συμπεραίνεται ότι: Είτε σε συνθήκες καπιταλιστικής ανάπτυξης είτε σε συνθήκες καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, η τάση είναι να χειροτερεύει η θέση της εργατικής τάξης, βεβαίως στην κρίση πολλαπλάσια σε σχέση με πριν. Σε κάθε περίπτωση, έχουμε από τη μια μεριά συγκέντρωση κεφαλαίου και κερδών και από την άλλη διεύρυνση φτώχειας, ανεργίας, εξαθλίωσης. Είναι αντικειμενική τάση στον καπιταλισμό και στις τωρινές συνθήκες με την ισχνή ανάκαμψη, την επιβράδυνση της οικονομίας διεθνώς κ.λπ., δεν υπάρχει δυνατότητα για τη ζωή της εργατικής τάξης επιστροφής στην προ κρίσης κατάσταση. Για την εργατική τάξη τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, είναι μονόδρομος η πάλη για την κάλυψη των απωλειών σε συνδυασμό με τη διεκδίκηση ικανοποίησης όλων των σύγχρονων αναγκών τους που έρχεται σε ευθεία αντίθεση - σύγκρουση με το κεφάλαιο, τα συμφέροντά του την εξουσία του. Είναι μονόδρομος η πάλη για την εργατική εξουσία και την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων.