Υπογράφουν κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα και διεθνείς μαζικές οργανώσεις, που συμμετείχαν στο 16ο Συνέδριο του ΚΚΕ
Οι εξελίξεις στην Κολομβία είναι ιδιαίτερα κρίσιμες. Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, με τη μεθόδευση του «Σχεδίου Κολομβία», μεθοδεύει εδώ και καιρό τον τρόπο της καθολικής του επέμβασης, που θα έχει συνέπειες σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα, καθώς και διεθνείς μαζικές οργανώσεις, που μετείχαν στο 16ο Συνέδριο του ΚΚΕ, υπέγραψαν ψήφισμα καταδίκης της ιμπεριαλιστικής επέμβασης και άμεσης δράσης. Ολόκληρο το ψήφισμα έχει ως εξής:
«Σχετικά με το "Σχέδιο Κολομβία" δηλώνουμε:
1. Οτι στην πραγματικότητα αυτό το σχέδιο είναι πολεμικό, με πρόφαση τον αγώνα κατά του εμπορίου ναρκωτικών, στοχεύει στην πραγματικότητα σε μία στρατιωτική επανεγκατάσταση των ΗΠΑ στην περιοχή των Ανδεων και της Αμαζονίας, για την εξασφάλιση του στρατηγικού ελέγχου του φυσικού πλούτου και των ενεργειακών πόρων που υπάρχουν στην περιοχή.
2. Πίσω από το "Σχέδιο Κολομβία", κρύβεται επίσης η οριστική επιβολή και με στρατιωτικό τρόπο των νεοφιλέλευθερων μέτρων, σε μία περίοδο που η λαϊκή αντίσταση αυξάνεται και εκφράζεται με τις πιο διαφορετικές μορφές. Αυτό σημαίνει ένα νέο μοντέλο ανάμειξης των ΗΠΑ στα εσωτερικά ζητήματα της κάθε χώρας. Ακόμα, οι ΗΠΑ επιδιώκουν να διακοπεί η δημοκρατική εμπειρία, που ζει η Βενεζουέλα και να εντείνουν τον αποκλεισμό κατά της σοσιαλιστικής Κούβας.
3. Οσον αφορά ειδικά την Κολομβία, το εν λόγω σχέδιο επιδιώκει τη διακοπή της ειρηνευτικής διαδικασίας, που εξελίσσεται με μεγάλες δυσκολίες σε αυτήν τη χώρα. Ακόμα, στόχο έχει να συγκρατήσει την άνοδο των Ενοπλων Επαναστατικών Δυνάμεων της Κολομβίας FARC-EP και γενικότερα του αντάρτικου κινήματος, σε μία χώρα όπου η επίσημη αντιπολίτευση έχει κατασταλεί βίαια, σε βαθμό πλήρους εξόντωσης λαϊκών οργανώσεων.
4. Το "Σχέδιο Κολομβία" είναι μόνο ένα μέρος ενός στρατηγικού σχεδίου, που, πέρα από τη μόνιμη και σταδιακή στρατιωτική βοήθεια στις Ενοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας, στοχεύει στην ανάμειξη και άλλων λατινοαμερικάνικων χωρών σε έναν πόλεμο που δεν είναι δικός τους, χωρίς να εγκαταλείπεται η ιδέα της άμεσης επέμβασης στην Κολομβία. Γι' αυτό το σκοπό, οι ΗΠΑ έχουν ξεδιπλώσει μία σειρά στρατιωτικών βάσεων, που ξεκινούν από τον Παναμά, το Εκουαδόρ, Περού και Αργεντινή και φτάνουν σε ευρωπαϊκό έδαφος στα ολλανδικά νησιά Αρούα και Κουρασάο, από όπου εξαπολύονται μυστικές επιχειρήσεις.
Γι' αυτό καλούμε:
α) Τους λαούς και τις δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις να απορρίψουν αυτό το σχέδιο.
β) Τη διεθνή κοινότητα να αναζητήσει από κοινού πραγματικές λύσεις σε αυτήν τη μεγάλη πληγή της ανθρωπότητας, που είναι το εμπόριο ναρκωτικών.
δ) Την κολομβιανή κυβέρνηση να κάνει ειλικρινείς προσπάθειες για ειρήνευση, χτυπώντας τις παραστρατιωτικές ομάδες που ευθύνονται καθημερινά για το θάνατο δεκάδων Κολομβιανών.
Η ΚΟΛΟΜΒΙΑ ΚΑΙ Ο ΛΑΟΣ ΤΗΣ ΕΧΟΥΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΟΡΙΣΟΥΝ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥΣ ΜΕ ΑΥΤΟΝΟΜΟ ΚΑΙ ΚΥΡΙΑΡΧΟ ΤΡΟΠΟ.
Υπογράφουν:
Κομμουνιστικό Κόμμα Αλβανίας
Κομμουνιστικό Κόμμα της Αργεντινής
Κομμουνιστικό Κόμμα Αρμενίας
Κομμουνιστικό Κόμμα Αυστρίας
Κομμουνιστικό Κόμμα του Μπαγκλαντές
Κομμουνιστικό Κόμμα της Λευκορωσίας
Κομμουνιστικό Κόμμα Βελγίου
Κομμουνιστικό Κόμμα Βραζιλίας
Κομμουνιστικό Κόμμα Αγγλίας
Κομμουνιστικό Κόμμα Βουλγαρίας "Γκεόργκι Ντιμιτρόφ"
Σοσιαλιστικό Κόμμα Μαρξιστική Πλατφόρμα της Βουλγαρίας
Κομμουνιστικό Κόμμα Κούβας
ΑΚΕΛ Κύπρου
Κομμουνιστικό Κόμμα Βοημίας Μοραβίας
Δανέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα
Κομμουνιστικό Κόμμα Δανίας
Αιγυπτιακό Κομμουνιστικό Κόμμα
Κομμουνιστικό Κόμμα Φιλανδίας
Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα
Κόμμα Δημοκρατικού Σοσιαλισμού της Γερμανίας
Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας
Κόμμα του Ουγγρικού Λαού
Κομμουνιστικό Κόμμα Ινδίας
Κομμουνιστικό Μαρξιστικό Κόμμα Ινδίας
Κόμμα Τουντέχ Ιράν
Ιρακινό Κομμουνιστικό Κόμμα
Κομμουνιστικό Κόμμα του Κουρδιστάν (Ιράκ)
Κομμουνιστικό Κόμμα Ισραήλ
Κόμμα της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης (Ιταλία)
Κόμμα των Ιταλών Κομμουνιστών
Κομμουνιστικό Κόμμα Ιορδανίας
Κόμμα του Λαού της Κορέας
Κομμουνιστικό Κόμμα Λιθουανίας
Λιβανέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα
Σοσιαλιστικό Λαϊκό Κόμμα Μεξικού
Προοδευτικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (Μαρόκο)
Νέο Κομμουνιστικό Κόμμα Ολλανδίας
Δημοκρατικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης
Λαϊκό Κόμμα Παλαιστίνης
Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης
Πορτογαλικό Κομμουνιστικό Κόμμα
Ρουμάνικο Κομμουνιστικό Κόμμα
Κομμουνιστικό Κόμμα Ρωσικής Ομοσπονδίας
Κόμμα του Λαού της Ρωσίας
Κόμμα της Ενωσης Κομμουνιστών (Ρωσία)
Κομμουνιστικό Κόμμα Σλοβακίας
Νοτιοαφρικανικό Κομμουνιστικό Κόμμα
Κομμουνιστικό Κόμμα Ισπανίας
Ενωμένη Αριστερά Ισπανίας
Κομμουνιστικό Κόμμα των Λαών της Ισπανίας
Σουδανικό Κομμουνιστικό Κόμμα
Συριακό Κομμουνιστικό Κόμμα
Κόμμα της Απελευθέρωσης και Αλληλεγγύης (Τουρκία)
Κόμμα Εργασίας (Τουρκία)
Ενωση Κομμουνιστών της Ουκρανίας
Κομμουνιστικό Κόμμα των Ηνωμένων Πολιτειών
Νέο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γιουγκοσλαβίας
Γιουγκοσλάβικη Αριστερά
OSPAAAL (Οργάνωση για την Αλληλεγγύη με τους λαούς της Αφρικής, Ασίας και Λατινικής Αμερικής)
WFTU (Παγκόσμια Συνδικαλιστική Οργάνωση)».
Associated Press |
Η σφεντόνα, σύμβολο και αυτής της Ιντιφάντα |
Σε αντίθεση με τις αμέσως προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, το 1996 και το 1999, σε αυτήν την πρωθυπουργική κούρσα, η Ουάσιγκτον, σταθερός και πιστός σύμμαχος του Ισραήλ, έχει επιμελώς αποφύγει την ανοιχτή ανάμειξη, καθώς η νέα αμερικανική προεδρία έχει δώσει ενδείξεις ότι θα ρίξει το βάρος της στον Κόλπο, παρακολουθώντας από «μακριά» το Παλαιστινιακό. Τέσσερις μήνες μετά από το ξέσπασμα της Ιντιφάντα, της οποίας ο αιματηρός κατάλογος δεν έχει τελειωμό, η αίσθηση που επικρατεί είναι ότι συμπαρέσυρε στη δίνη της και την ισραηλινή πολιτική σκηνή. Η πραγματικότητα, όμως, δεν είναι ακριβώς αυτή.
Associated Press |
Αλλος ένας από τους τόσους νεκρούς των τελευταίων μηνών |
Ενας βασικός και οξυνόμενος, μέρα με την ημέρα, λόγος είναι οι θρησκευόμενοι εβραίοι και οι απλοί πολίτες, μια διαφορά που βυθίζεται πίσω στο χρόνο, καθώς η πλειοψηφία των θρησκευόμενων εβραίων είναι Σεφαρντίμ (εβραίοι της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής) και η πλειοψηφία των λαϊκών πολιτών είναι Ασκενάζι (εβραίοι της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής). Οι δύο κατηγορίες, εδώ και χρόνια, είχαν διαχωρίσει «τις θέσεις τους». Παραδοσιακά οι Σεφαρντίμ, αρκετοί από τους οποίους δεν αναγνωρίζουν καν τις δικαιοδοσίες του ισραηλινού κράτους και ακολουθούν μόνο τον εβραϊκό νόμο, υποστήριζαν το Λικούντ, και η αντίληψή τους για το Ισραήλ ήταν ότι πρόκειται για ιερό τόπο με απαραβίαστα δικαιώματα.
Το μεγάλο πρόβλημα με τους Ασκενάζι ήταν ότι, εκτός του ότι δε συμμερίζονταν τη νοοτροπία αυτή και αντιλαμβάνονταν το Ισραήλ σαν μια σύγχρονη χώρα με δυτικού τύπου ανάπτυξη, τους αντιμετώπιζαν πάντα ως «κατώτερους μορφωτικά και πολιτισμικά». Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες ηγετικές θέσεις καταλαμβάνονται, δεκαετίες τώρα, από Εβραίους Ασκενάζι, οι οποίοι, επίσης, παραδοσιακά υποστήριζαν το Εργατικό Κόμμα.
Με την πάροδο των χρόνων, η διχόνοια αυτή βάθυνε ακόμη περισσότερο και οι αιτίες ήταν προφανείς. Οι Σεφαρντίμ μπορεί να «παραμερίζονταν» από αξιώματα, αλλά, επικαλούμενοι τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, στην πλειοψηφία τους, δε στρατεύονται, δεν εργάζονται κανονικά και αφήνουν το κόστος, τόσο της οικονομικής, όσο και της στρατιωτικής παρουσίας στους Ασκενάζι, ενώ παράλληλα διαδραματίζουν, μέσα από τις πολιτικές τους παρατάξεις εκτός του Λικούντ, ρυθμιστικό ρόλο.
Τα τελευταία χρόνια, η αντιπαλότητα αυτή έχει λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις, καθώς οι θρησκευτικοί ηγέτες των Σεφαρντίμ αρνούνται να αναγνωρίσουν ως εβραίους τους εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες από τη Ρωσία, οι οποίοι, σε μεγάλο βαθμό, στελεχώνουν το κύρια αναπτυσσόμενο τμήμα της ισραηλινής οικονομίας, αυτό της υψηλής τεχνολογίας, και φυσικά αποτελούν σοβαρό πολιτικό παράγοντα, μέσα από το κόμμα τους «Yisrael B` Aliya» του Νατάν Σαράνσκι.
Αυτό το φλέγον θέμα «άγγιξε» ο Εχούντ Μπαράκ και τελικά κάηκε. Η επιμονή του για θεμελίωση ενός ξεκάθαρα λαϊκού κράτους με ολοκληρωμένο σύνταγμα και όχι αποσπασματική νομοθεσία στο περιθώριο του εβραϊκού νόμου, προκάλεσε σοβαρότατους κλυδωνισμούς στην εύθραυστη κυβερνητική του συμμαχία. Αλλωστε, τα θρησκευτικά κόμματα με πρώτο το «Shas» (17 βουλευτές) που απέσυραν την εμπιστοσύνη τους ανοίγοντας το δρόμο στις πρόωρες εκλογές, δεν είχαν άλλο λόγο πέραν από την άρνηση του Μπαράκ να τους εκχωρήσει εξ ολοκλήρου τον έλεγχο του υπουργείου Παιδείας, αλλά και να χρηματοδοτήσει εν λευκώ το δίκτυο των σχολείων που ελέγχουν.
Στο περιθώριο αυτού του διχασμού, βρίσκεται και το 1 εκατομμύριο Ισραηλινών Αράβων, οι οποίοι επί χρόνια έχουν υποφέρει σειρά διακρίσεων, οικονομικών, εκπαιδευτικών και κοινωνικών, και, αν και παραδοσιακά στήριζαν το Εργατικό Κόμμα, αυτή τη φορά δε δείχνουν διατεθειμένοι να το πράξουν. Αιτία είναι η αιματηρή καταστολή των κινητοποιήσεων συμπαράστασης στον παλαιστινιακό λαό που πραγματοποίησαν με την έναρξη της Ιντιφάντα, οπότε θρήνησαν 13 νεκρούς. Σε μια ύστατη προσπάθεια να επανακτήσει την ψήφο τους, ο Μπαράκ, εκτός από τις γνωστές υποσχέσεις περί κατάργησης των διακρίσεων κλπ., προχώρησε εσπευσμένα σε σύσταση ερευνητικής επιτροπής για τις 13 αυτές δολοφονίες και την τιμωρία των ενόχων.
Ως πρώτο βήμα εκδημοκρατισμού του εκλογικού συστήματος, όπως ευρέως παρουσιάστηκε το 1996, η Κνεσέτ ενέκρινε την ξεχωριστή ανάδειξη του πρωθυπουργού από το κοινοβουλευτικό σώμα και μάλιστα με την προϋπόθεση ο νικητής να συγκεντρώσει στον πρώτο ή στο δεύτερο γύρο ποσοστό μεγαλύτερο του 50% των ψήφων. Εντούτοις, όπως τονίζει η αρθρογράφος της ισραηλινής εφημερίδας «Yediot Aharonot», Τάνια Ράινχαρτ, δεν πρόκειται παρά για μια «απίστευτη επίφαση δημοκρατίας».
Συγκεκριμένα, κανένας Ισραηλινός πρωθυπουργός ή κόμμα δεν έχει ποτέ, στην ιστορία του Ισραήλ, καταφέρει να συγκεντρώσει το «50 + 1», σκηνικό που αναμένεται να επαναληφθεί και σε αυτήν την εκλογική αναμέτρηση. Με αυτό το δεδομένο, κομβικότατο ρόλο καλούνται να διαδραματίσουν τα μικρότερα κόμματα, «κόμματα συντεχνιών» στην πλειοψηφία τους, όπως υποστηρίζει η Ράινχαρτ, θρησκευτικά ή όχι, τα οποία με τους δύο ή τρεις βουλευτές τους θα στηρίξουν τη δημιουργία ή όχι κυβέρνησης. Μιας κυβέρνησης, που δε θα έχει πολιτική, ιδεολογική ή προγραμματική ενότητα και θα είναι υποχείριο των συντεχνιακών αιτημάτων των συμμετεχόντων της, όπως έγινε με την κυβέρνηση Νετανιάχου, αλλά και με την κυβέρνηση Μπαράκ.
Εκτός από δύο αντιπάλους, που εκφράζουν και τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της χώρας, όλοι οι υπόλοιποι, ακριβώς λόγω της αδυναμίας σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης, υποχρεώνονται σε παραίτηση, πριν ακόμη από τον πρώτο γύρο των εκλογών, διαπραγματευόμενοι ανταλλάγματα και συμμετοχή από την επόμενη κυβέρνηση συνασπισμού.
Ενδεικτικότερο της ασφυκτικής πίεσης για επικράτηση των κυρίαρχων δυνάμεων είναι, ίσως, το γεγονός ότι από το 1996, επί πρωθυπουργίας Σιμόν Περές, χαρακτηρίζονται «αποκλεισμένα» τα λευκά ψηφοδέλτια και δεν καταμετρούνται πλέον στο αποτέλεσμα σαν να μην υπάρχουν! Οπως τονίζει η Ράινχαρτ, στην παρούσα φάση, το 60% του ισραηλινού λαού δεν επιλέγει κανέναν από τους Σαρόν - Μπαράκ, εντούτοις η λευκή τους ψήφος, που αποτελεί από μόνη της πλειοψηφία, δε θα καταμετρηθεί, η πλειοψηφία του ισραηλινού λαού θα τεθεί στο περιθώριο του πολιτικού παιχνιδιού αποκλεισμένη ακόμη και από το ελάχιστο μέσο, που έχει να εκφράσει τη δυσαρέσκειά της. Ετσι, θα αναδειχτεί και πάλι ένας πρωθυπουργός, συγκεντρώνοντας μια πλασματική πλειοψηφία.
«Ο ισραηλινός λαός καλείται να διαλέξει ανάμεσα σε δύο διαφορετικές εκφράσεις της ίδιας πολιτικής, χωρίς να έχει δικαίωμα να επιλέξει τίποτε άλλο, εκτός από τις κυρίαρχες απόψεις, καλείται να δώσει άλλοθι σε μια βαθιά αντιδημοκρατική διαδικασία». Αυτό τονίζουν πολλοί Ισραηλινοί αναλυτές, στην τελική αυτή ευθεία της εκλογικής αναμέτρησης. Είτε εκλεγεί ο Σαρόν, είτε ο Μπαράκ (ή ο Πέρες), οι δυνατότητες ελιγμού της νέας ηγεσίας είναι ελάχιστες, αφού οι έδρες στο Κοινοβούλιο είναι δεδομένες. (Εργατικό Κόμμα: 26, Λικούντ: 17). Επιπλέον, όσον αφορά στην οικονομία, τα πράγματα είναι επίσης σταθερά.
Ποσοστό μεγαλύτερο του 50% των εξαγωγών του Ισραήλ είναι προϊόντα υψηλής τεχνολογίας (7 δισ. δολάρια ανά έτος τα έσοδα), κλάδος που δε φαίνεται να επηρεάζεται από τις όποιες εξελίξεις με τους Παλαιστινίους. Το 40% των εξαγωγών αφορούν στις ΗΠΑ, και το 30% στην Ευρώπη, και αν κάτι μπορεί να επηρεάσει το Ισραήλ είναι απλώς η ύφεση που καταγράφεται στην αμερικανική αγορά. Μία όξυνση της κρίσης με τους Παλαιστινίους βλάπτει, μόνο, μέρος του ισραηλινού τουρισμού και ανακόπτει (προσωρινά όπως λέει ο οίκος Moody's) την πορεία των ξένων επενδύσεων, γι' αυτό άλλωστε και η υποψηφιότητα Σαρόν δεν είναι ιδιαίτερα αρεστή στους χρηματιστηριακούς κύκλους.
Εκτός, όμως, από αυτά, η Τάνια Ράινχαρτ προχωρά και στην ουσία. «Ποιες οι διαφορές ακόμη και στο μοναδικό θέμα που χρησιμοποιήθηκε στην προεκλογική εκστρατεία, το Παλαιστινιακό, ανάμεσα στους δύο υποψηφίους; Καμία. Ο Μπαράκ, ελέγχοντας μεγάλο μέρος των ΜΜΕ και έχοντας ικανούς επικοινωνιακούς συμβούλους, έχει διαμορφώσει την εικόνα ότι είναι διατεθειμένος να προχωρήσει σε παραχωρήσεις προς τους Αραβες και τους Παλαιστινίους. Διατείνεται ότι προσέφερε τα πάντα στη Συρία και η Δαμασκός δε δέχτηκε την ειρήνη. Το ίδιο με τους Παλαιστινίους. Αρα, φταίνε οι Αραβες που δεν είναι ικανοποιημένοι με τίποτα. Δεν είναι, όμως, έτσι.
Τα έγγραφα που καταγράφουν τις "προσφορές" Μπαράκ και προς τις δύο πλευρές είναι αποκαλυπτικά: Στη Συρία δεν προσέφερε παρά μόνο στρατιωτική αποχώρηση, αλλά παράταση της ισραηλινής κυριαρχίας και των εποικισμών σε όλα τα κατειλημμένα εδάφη. Αναλόγως αποκαλύπτεται ότι έχει πράξει με τους Παλαιστινίους. Η μόνη διαφορά είναι ότι ο Μπαράκ έχει αντιληφθεί πως το "κοινό όραμα" που μοιράζεται με το Σαρόν για το παντοδύναμο Ισραήλ δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί με τον τρόπο του Σαρόν: Δηλαδή τη γλώσσα της απειλής και της βίας. Ασχέτως αν στην πράξη χρησιμοποιούνται και τα δύο. Ο Μπαράκ μιλά για ειρήνη και ετοιμάζει πόλεμο, ο Σαρόν και μιλά για τον πόλεμο. Και οι διαφωνούντες Ισραηλινοί βυθίζονται στην ανυπαρξία με τη διαγραφή ακόμη και της ψήφου τους».