ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 29 Δεκέμβρη 2000
Σελ. /28
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ
Οι μισθωτοί και συνταξιούχοι πλήρωσαν το 59% των φόρων

Με μέσο  κατά κεφαλή εισόδημα 3.955.610 δραχμές  για όλους τους φορολογούμενους, οι μισθωτοί  εμφανίζονται σαν πλούσιοι (μέσο  εισόδημα 4.290.412 δραχμές) αμέσως μετά τους  εμποροβιομήχανους- βιοτέχνες- επιτηδευματίες (μέσο εισόδημα  3.930.548 δραχμές)

Μισθωτοί και συνταξιούχοι εξακολουθούν να σηκώνουν το κύριο βάρος της φορολογίας προσωπικών εισοδημάτων καθώς στο σύνολο των εισοδημάτων (περίπου 16 τρισ. δραχμές) που αποκτήθηκαν το 1999 (δηλώθηκαν και εκκαθαρίστηκαν φέτος), πλήρωσαν περίπου το 59% των συνολικών φόρων (1,3 τρισ. δραχμές). Αυτό προκύπτει από τα αναλυτικά στοιχεία που δημοσιοποίησε το υπουργείο Οικονομικών, που τεκμηριώνουν με τη γλώσσα των αριθμών, πως η φορολογική αφαίμαξη των μη εχόντων σε όφελος της πλουτοκρατίας, αυξάνει με ταχύτατους ρυθμούς.

Ενδεικτικά αναφέρουμε το γεγονός ότι για τα εισοδήματα που απέκτησαν πέρσι και εκκαθαρίστηκαν φέτος, ο μέσος φορολογικός συντελεστής για τους μισθωτούς ανέβηκε στο 12,87% έναντι 12,29% πέρυσι.

Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ανάγλυφα η αντιλαϊκή επέλαση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, που σε μια προσπάθεια συσκότισης των πραγμάτων τσουβαλιάζει σε ένα σακί διαφορετικές κοινωνικές τάξεις και επαγγέλματα προκειμένου να συσκοτίσει, κατά το δυνατόν, την πραγματική κατάσταση.

Παρά ταύτα η πολιτική της κυβέρνησης προκύπτει και από τα ακόλουθα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, που μας πληροφορούν ότι:

  • Η μείωση του φόρου για τους μισθωτούς σε σύγκριση με το οικονομικό έτος 1999 ήταν μόλις 2,2% και χαμηλότερη από τη μείωση για το σύνολο των φορολογουμένων που έφτασε σε 2,52%. Το γεγονός αυτό αποδείχνει και την ψευδολογία των προεκλογικών εξαγγελιών για δήθεν μεγάλες φοροελαφρύνσεις στους μισθωτούς.
  • Από τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών δεν προκύπτει κάποια πραγματική αύξηση του εισοδήματος για τους μισθωτούς και το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τους συνταξιούχους. Ετσι τα εισοδήματα που απέκτησαν οι δύο αυτές κατηγορίες και δηλώθηκαν μέσα στο 2000, παρέμειναν καθηλωμένα στα επίπεδα της προηγούμενης χρονιάς.

Ειδικότερα σύμφωνα με τα στοιχεία που κατέθεσε στη Βουλή η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών και τα οποία υπολείπονται του συνόλου κατά περίπου 40.000 δηλώσεις:

Μισθωτοί. Συνεισέφεραν το 44,4% του συνόλου. Ο φόρος που πλήρωσαν έφτασε σε 572,5 δισ. δραχμές και το μέσο δηλωθέν εισόδημα σε 4.290.312 δρχ.

Συνταξιούχοι. Το ποσοστό στο σύνολο του φόρου έφτασε σε 14,2%, ο φόρος που κατέβαλαν σε 182,8 δισ. και το μέσο εισόδημα σε 3.185.550 δρχ.

Ελεύθεροι επαγγελματίες. Ποσοστό συμμετοχής 13,5%, συνολικός φόρος 174,5 δισ. και μέσο εισόδημα 8.024.926 δρχ.

Εμποροι, βιομήχανοι, βιοτέχνες, επιτηδευματίες. Αυτού του είδους είναι η ταξινόμηση που χρησιμοποιούν οι κυβερνώντες προκειμένου να αποκρύψουν τα πραγματικά στοιχεία για τα φορολογικά βάρη. Βγάζουν τη συμμετοχή της κατηγορίας στο σύνολο του φόρου σε 22,1% και... μέσο εισόδημα 3.930.548 δρχ.

Γεωργοί, κτηνοτρόφοι, αλιείς. Το μέσο εισόδημά τους ήταν μόλις 1.439.731 δρχ., το χαμηλότερο από κάθε άλλη κατηγορία και συμμετοχή στο σύνολο του φόρου 0,9%.

Εισοδηματίες. Δήλωσαν μέσο εισόδημα 1.520.944 δρχ. και η συμμετοχή στο σύνολο του φόρου διαμορφώθηκε σε 5%.

Το σύνολο των εισοδημάτων φυσικών προσώπων που αποκτήθηκε το 1999 από τους 4.585.287 φορολογούμενους (δηλώθηκε και εκκαθαρίστηκε μέσα στο 2000) έφτασε σε περίπου 16τρισεκατομμύρια δραχμές (χωρίς τεκμήρια και δαπάνες διαβίωσης) και το σύνολο του φόρου που κατεβλήθη σε 1,29 τρισεκατομμύρια δραχμές. Αυτό σημαίνει, ότι για το σύνολο των 4.585.287 φορολογουμένων, το μέσο κατά κεφαλή δηλωθέν εισόδημα ήταν 3.955.610 δραχμές και ο μέσος κατά κεφαλή φόρος 326.182 δραχμές.

ΑΓΟΡΑ
Πτώση της κίνησης

«Μέρες αργίας» περνούσε και χτες η κεντρική αγορά της Αθήνας καθώς η Βαρβάκειος ήταν σχεδόν έρημη, ενώ οι τιμές των κρεάτων μπορούσαν να χαρακτηριστούν ιδιαίτερα προσιτές. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι οι τιμές στα αμνοερίφια κυμαίνονταν από τις 1.600 έως τις 2.800 δραχμές το κιλό, ενώ οι νωπές εγχώριες γαλοπούλες κυμαίνονται από τις 1.200 έως τις 2.000 δραχμές το κιλό. Σύμφωνα με κρεοπώλες της Βαρβακείου, η αγορά αναμένεται να επαναθερμανθεί το Σαββατοκύριακο και σε ό,τι αφορά το επίπεδο των τιμών, εκτιμάται ότι θα είναι χαμηλότερο από αυτό των ημερών των Χριστουγέννων.

Σε ό,τι αφορά το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων: Τα κρεοπωλεία σήμερα θα είναι ανοιχτά από τις 7 το πρωί έως τις 8 το βράδυ, αύριο θα είναι ανοιχτά από τις 7 το πρωί έως τις 6 το απόγευμα και την Κυριακή από τις 8 έως τις 6 το απόγευμα. Τα σούπερ μάρκετ σήμερα είναι ανοιχτά από τις 8 το πρωί έως τις 8 το βράδυ, αύριο από τις 8 το πρωί έως τις 6 το απόγευμα και την Κυριακή από τις 8 το πρωί έως τις 8 το βράδυ. Τα εμπορικά καταστήματα σήμερα θα είναι ανοιχτά από τις 9 το πρωί έως τις 8 το βράδυ, αύριο θα είναι ανοιχτά από τις 9 έως τις 6 και την Κυριακή από τις 10 το πρωί έως τις 5 το απόγευμα. Να σημειωθεί ότι στις 2 Γενάρη όλα τα προαναφερθέντα καταστήματα θα είναι κλειστά.

«Φτώχεια» στη Θεσσαλονίκη...

Στενάζει και φέτος την εορταστική περίοδο, κάτω από το βάρος της ακρίβειας και της ανέχειας των λαϊκών στρωμάτων, η αγορά της Θεσσαλονίκης. Ο τζίρος εμφανίζεται μειωμένος κατά 15-20% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε σε όλη την εορταστική περίοδο - μέχρι και χτες - η Αγωνιστική Ενότητα Εμπόρων. Το στέλεχος της παράταξης και μέλος της Διοίκησης του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Γιώργος Χατζηγεωργίου, μας δήλωσε ότι η κατάσταση στην αγορά της πόλης είναι φέτος απελπιστική. Δεν είναι τυχαίο, τόνισε, ότι ακόμη και μεγάλα εμπορικά καταστήματα αναγκάζονται να εκποιούν, κάτι που δεν έχει συμβεί ξανά στο παρελθόν, αυτή την περίοδο.

Σε αντίθεση με την εκτίμηση αυτή ο γενικός γραμματέας του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Κωστής Χατζαρίδης, υποστηρίζει ότι παρά το γεγονός πως το πρώτο 15ήμερο του Δεκεμβρίου ο τζίρος της αγοράς ήταν αρκετά πιο χαμηλός από την αντίστοιχη περσινή περίοδο, από την παραμονή Χριστουγέννων και μετά η κίνηση είναι «πολύ καλή» και εάν συνεχιστεί ενδέχεται να εξισορροπήσει τα άσχημα αποτελέσματα του πρώτου δεκαπενθήμερου και ίσως να έχουμε φέτος καλύτερο Δεκέμβρη από πέρσι. Το ίδιο στέλεχος του ΕΣΘ σε δηλώσεις του σε τοπική εφημερίδα, παραμονές των Χριστουγέννων, επισήμανε την άσχημη κατάσταση της αγοράς και τον μειωμένο τζίρο και εξέφραζε την ευχή να βελτιωθεί η κατάσταση μέσα στις επόμενες μέρες.

... και παραβίαση του ωραρίου

Προσπάθεια εκτεταμένης παραβίασης του ωραρίου εργασίας εκδηλώθηκε την εορταστική περίοδο, ιδιαίτερα την παραμονή των Χριστουγέννων, από καταστήματα σούπερ μάρκετ της Θεσσαλονίκης. Οπως καταγγέλλει η Ενωση, πολλά καταστήματα των εταιριών «Μασούτης», «Γαλαξίας» και «Αλφα Δέλτα» είχαν ειδοποιήσει τους υπαλλήλους ότι την ημέρα αυτή θα εργάζονταν μέχρι τις 7 ή 8 ή και αργότερα, παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τον κανονισμό έπρεπε να κλείσουν στις 5 μ.μ. Μάλιστα η αλυσίδα καταστημάτων «Μασούτης» είχε αναγγείλει και μέσω internet ότι τα καταστήματά της θα λειτουργούσαν μέχρι τις 8 μ.μ.

Με άμεση παρέμβαση του σωματείου ειδοποιήθηκαν γραπτά η Επιθεώρηση Εργασίας, η Νομαρχία και η Αστυνομία, Τμήμα Εφαρμογής Νομοθεσίας, για την επιχειρούμενη παραβίαση του νόμιμου ωραρίου εργασίας και ζητήθηκε η λήψη άμεσων μέτρων για τη σωστή εφαρμογή του κανονισμού. Οπως μας δήλωσε η πρόεδρος της Ενωσης Εμποροϋπαλλήλων Θεσσαλονίκης, Σοφία Καλαντίδου, και οι 3 αυτές υπηρεσίες, για πρώτη φορά, απάντησαν αμέσως γραπτά στο αίτημα του σωματείου και υποσχέθηκαν ότι θα πάρουν όλα τα μέτρα για την εφαρμογή του κανονισμού.

Με την παρέμβαση των αρχών και την παρουσία στελεχών του σωματείου σε πολλά από τα καταστήματα αυτά αποφεύχθηκε τελικά η παραβίαση του ωραρίου στις περισσότερες περιπτώσεις και τα καταστήματα έκλεισαν την κανονική ώρα, εκτός λίγων περιπτώσεων, όπως του σούπερ μάρκετ «Βερόπουλος» στο Ωραιόκαστρο, που παρέμεινε ανοιχτό μέχρι τις 8, γιατί λόγω και της απόστασης δεν έγινε δυνατό να γίνει παρέμβαση εκεί. Το Σωματείο τονίζει ότι αμέσως μετά τις γιορτές θα αρχίσει έντονος αγώνας για να πληρωθούν οι εργαζόμενοι κανονικά τις υπερωρίες που δούλεψαν την εορταστική περίοδο, γιατί πολλοί εργοδότες δε θέλουν να πληρώσουν τις υπερωρίες και προσπαθούν με διάφορα τεχνάσματα και ανοιχτή τρομοκρατία να μην καταβάλουν τα νόμιμα δεδουλευμένα.

ΔΗΚΕΒΕ
Αγώνας για την ανατροπή αυτής της πολιτικής

Χρονιά των οξυμένων προβλημάτων μπορεί να χαρακτηριστεί το 2000 και για τους επαγγελματίες - βιοτέχνες - εμπόρους της χώρας, όπως και για το σύνολο των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. «Κάθε πέρσι και καλύτερα» μπορούμε να πούμε για τους ΕΒΕ, που χρόνο με το χρόνο βλέπουν το εισόδημά τους να συρρικνώνεται, δεκάδες χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις να κλείνουν, με την κυβερνητική πολιτική να σφίγγει τη «θηλιά» γύρω από τις μικρές επιχειρήσεις. Αυτό είναι το στίγμα του συνοπτικού απολογισμού «πεπραγμένων» της Δημοκρατικής Κίνησης Επαγγελματιών - Βιοτεχνών - Εμπόρων (ΔΗΚΕΒΕ), που: α) Καταγράφει σειρά προβλημάτων των ΕΒΕ και αποκαλύπτει τους υπαίτιους της τραγικής κατάστασης. β) Ενόψει της νέας χρονιάς, καλεί όλους όσοι πλήττονται από αυτή την πολιτική σε έναν παλλαϊκό αγώνα για την ανατροπή της και την αντικατάστασή της από μια πολιτική σχεδιασμένης ανάπτυξης, λαϊκής οικονομίας με κέντρο τον άνθρωπο.

Στο «εορταστικό» της μήνυμα η ΔΗΚΕΒΕ σημειώνει:

«Διανύοντας τις τελευταίες μέρες του χρόνου άλλη μια εορταστική περίοδος αποδείχτηκε Γολγοθάς για τους εργαζόμενους καταναλωτές και τις μικρές επιχειρήσεις. Χαρακτηριστικό και αυτής της χρονιάς η πτώση του τζίρου για τις μικρές επιχειρήσεις, η οικονομική αδυναμία των εργαζομένων λόγω της πολιτικής λιτότητας να καλύψουν ακόμα και βασικές καταναλωτικές ανάγκες (πολλοί από αυτούς αναγκάζονται να προσφύγουν στα καταναλωτικά δάνεια των τραπεζών), η μετατόπιση ακόμα ενός μεγαλύτερου μέρους της οικονομικής δραστηριότητας της αγοράς στα πολυκαταστήματα και τα σούπερ μάρκετ.

Ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες οι υπέρογκες αυξήσεις στα καύσιμα και η ανατίμηση του δολαρίου απορρόφησαν τις όποιες οικονομίες των εργαζομένων και επιδείνωσαν την κατάσταση στην αγορά. Η αναμενόμενη αναθέρμανση τις τελευταίες μέρες, λόγω και του 13ου μισθού, όχι μόνο δεν έγινε, αλλά η οικονομική δραστηριότητα κινείται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Διπλά κερδισμένο είναι το μεγάλο κεφάλαιο, το οποίο στηρίζεται με θεσμικά και οικονομικά μέτρα, όπως απελευθέρωση προσφορών και εκπτώσεων, φτηνή χρηματοδότηση, μείωση φορολογίας εισοδήματος. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας για το 1999 τα ετήσια κέρδη των μικρών επιχειρήσεων της μεταποίησης αυξήθηκαν κατά 3,2%, ενώ των μεσαίων κατά 26,4% και των μεγάλων κατά 32,7%. Αλλά και στους υπόλοιπους τομείς δε διαφέρει αυτή η κατάσταση. Στον τομέα του εμπορίου οι πολυεθνικές σήμερα κατέχουν το 32% της αγοράς. Σύμφωνα με έρευνα της ICAP, το 1,4% των εμπορικών επιχειρήσεων πραγματοποίησαν το 47% των συνολικών πωλήσεων την προηγούμενη διετία.

Ο τομέας του λιανικού εμπορίου τροφίμων σήμερα κυριαρχείται από τα σούπερ μάρκετ σε ποσοστό 70%. Στη μεταποίηση, κλάδοι που κυριαρχούνται από μικρές επιχειρήσεις χτυπιούνται. Ο δείκτης βιομηχανικής παραγωγής την περίοδο 1985-1999 έπεσε, στο Μέταλλο, από το 90% στο 73%, στα τυπογραφεία από το 119% στο 72%, στον ιματισμό και το παπούτσι από το 85% στο 40%, στο δέρμα από το 75% στο 29%. Το 50% και πλέον της ελληνικής αγοράς έχει καταληφθεί από εισαγόμενα προϊόντα και η χώρα έχει γίνει καλή αγορά για τα μονοπώλια της ΕΕ.

Σε τομείς της μεταφοράς όπου κυριαρχούν οι αυτοαπασχολούμενοι όπως Ταξί, αστικά και υπεραστικά ΚΤΕΛ και φορτηγά ΔΧ, ετοιμάζεται το επόμενο διάστημα ευρείας έκτασης επίθεση από πλευράς κυβέρνησης. Ο προϋπολογισμός για το 2001 με την καθήλωση και τη συμπίεση των κονδυλίων προδιαγράφει τη συνέχιση αυτής της πολιτικής και θα κάνει ακόμη πιο επώδυνη την κατάσταση για τους ΕΒΕ και τους εργαζόμενους. Η προβλεπόμενη αύξηση κατά 5% του ΑΕΠ και αν ακόμη πραγματοποιηθεί, δεν πρόκειται να βελτιώσει τη δεινή θέση των μικρών ΕΒΕ και αυτοαπασχολούμενων, γιατί στα πλαίσια της ελεύθερης αγοράς θα την καρπωθεί και αυτή το μεγάλο κεφάλαιο.

  • Η ουσιαστική διάλυση του ΕΟΜΜΕΧ εντάσσεται σ' αυτή την κατεύθυνση. Η επιχορήγησή του προϋπολογίζεται σε 3.870 εκατομμύρια δραχμές, δηλαδή όσα ακριβώς εκτιμάται ότι διατίθενται το 2000, ενώ το 1999 είχαν διατεθεί 4.170 εκατομμύρια δραχμές.
  • Διατηρείται το 35% στη φορολογία των συνεταιρισμών, παρά τη μείωση των συντελεστών φορολογίας στις ΑΕ και στα υψηλά εισοδήματα.
  • Διατηρείται η άγρια φοροκλοπή μέσω του εξολογιστικού προσδιορισμού των κερδών και της "αντικειμενικοποίησης" του ΦΠΑ.
  • Καθηλώνεται η κρατική επιχορήγηση στα ασφαλιστικά ταμεία των αυτοαπασχολούμενων στα ίδια επίπεδα (42.900 εκατομμύρια δραχμές το 1999, 41.800 εκατομμύρια δραχμές το 2000 και 41.800 εκατ. δρχ. επίσης το 2001), συνδυασμένη με την αύξηση των εισφορών πολλαπλάσια του πληθωρισμού.

Αυτή η κατάσταση μπορεί να αλλάξει. Η αμφισβήτηση και η ρήξη με αυτή την πολιτική είναι αφετηρία για νέους κοινούς αγώνες επαγγελματιών - βιοτεχνών - εμπόρων - αυτοκινητιστών - εργαζομένων - αγροτών και νεολαίας. Στην ανατολή του νέου χρόνου το συνδικαλιστικό κίνημα (ομοσπονδίες, σωματεία) πρέπει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να προσανατολιστεί σε ρήξη με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Επιτακτική είναι η ανάγκη για διεκδίκηση μιας άλλης πολιτικής, σχεδιασμένης ανάπτυξης, λαϊκής οικονομίας, με κέντρο τον άνθρωπο, που θα προωθεί τη συνεταιριστικοποίηση και την εφαρμογή κλαδικών και διακλαδικών πολιτικών».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ