Οι μάχες στο Μπαν Βαλίντ συνεχίζονται |
Τα πρώτα, αν και σίγουρα πρόχειρα στοιχεία, για το μακελειό στη Λιβύη, με τη βάρβαρη επέμβαση του ΝΑΤΟ που στηρίζει τους αντικαθεστωτικούς πρώην στελέχη του καθεστώτος Καντάφι, δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα στην πρώτη συνέντευξη Τύπου έδωσε η προσωρινή ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Εκεί ανακοινώθηκε ότι «τα υπάρχοντα στοιχεία από νοσοκομεία δείχνουν ότι από την έναρξη των συγκρούσεων μέχρι σήμερα έχουν σκοτωθεί 30.000 άνθρωποι και έχουν τραυματιστεί 50.000» και ότι συνεχίζεται η συγκέντρωση πληροφοριών.
Την ίδια στιγμή, τα προπύργια των δυνάμεων του Καντάφι (Μπάνι Ουαλίντ, Σύρτη, Τζούφρα, Σάμπχα) παραμένουν υπό πολιορκία ενώ το τελεσίγραφο παράδοσης που έχουν δώσει οι αντικαθεστωτικοί λήγει το Σάββατο. Χτες, στο Μπάνι Ουαλίντ, όπου είχε αναφερθεί πρόοδος στις διαπραγματεύσεις για λύση της πολιορκίας αναίμακτα, σημειώθηκε εκτόξευση ρουκετών από τις πιστές στον Καντάφι δυνάμεις, χωρίς να υπάρξει απάντηση αφού αναμένεται η λήξη του τελεσιγράφου. Ο ΓΓ του ΝΑΤΟ, πάντως, επανέλαβε ότι «μέχρι να εξαλειφθεί η απειλή του Καντάφι, θα συνεχιστούν οι επιχειρήσεις».
Ο ίδιος ο Καντάφι, σε νέο ηχητικό του μήνυμα, δήλωσε αποφασισμένος «να συνεχίσει τη μάχη» και ότι «ετοιμάζονται πολλές επιθέσεις κατά των αντικαθεστωτικών», ενώ χαρακτήρισε «ψυχολογικό πόλεμο» τη φημολογία ότι έχει φύγει από τη Λιβύη και βρίσκεται στο Νίγηρα. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, από την πλευρά του, κάλεσε την Ιντερπόλ να εκδώσει εντάλματα σύλληψης για το συνταγματάρχη, το γιο του Σαΐφ αλ Ισλάμ και τον πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών, Αμπντάλα Σανούσι. Παράλληλα, έγινε γνωστό ότι οι τυνησιακές αρχές απαγόρευσαν την έξοδο από τη χώρα σε στενό συνεργάτη του Καντάφι «αναμένοντας διευκρινίσεις για το ποιος και αν πρέπει να συλληφθεί και πού να παραδοθεί».
Ταυτόχρονα, έρχεται στην επιφάνεια άλλο ένα στοιχείο που διαψεύδει τη φημολογία που σκόπιμα διοχετεύτηκε από τα διεθνή αστικά ΜΜΕ ότι υπήρξε από την οικογένεια Καντάφι μεγάλη υπεξαίρεση περιουσιακών στοιχείων της Κεντρικής Λιβυκής Τράπεζας, χρηματικών ποσών και χρυσού. Ο επικεφαλής της Τράπεζας δεν απέκλεισε οι Καντάφι να έχουν πάρει χρυσό αλλά συμπλήρωσε ότι προφανώς πρόκειται για περιουσιακά στοιχεία που είχαν σε προσωπικούς λογαριασμούς.
Ο Αζόζ υποστήριξε ότι, με βάση τους ελέγχους που έγιναν, τα περιουσιακά στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Λιβύης αποτιμήθηκαν στα 115 δισ. δολάρια, εκ των οποίων περίπου τα 90 βρίσκονται στο εξωτερικό. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται και 145 τόνοι χρυσού. Ο Αζόζ τόνισε ότι κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων η ηγεσία Καντάφι ρευστοποίησε το 20% του χρυσού που διέθετε προκειμένου να καλύψει μισθούς, συντάξεις και την καθημερινή λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών.
TEΛ ΑΒΙΒ - ΑΓΚΥΡΑ - ΡΑΜΑΛΑ -ΛΕΥΚΩΣΙΑ.--
«Η ένταση με την Τουρκία δεν είναι επιλογή μας και θέλουμε να βελτιωθούν οι σχέσεις μας», δήλωσε, χθες, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, ενώ ο Ισραηλινός υπουργός Αμυνας συμπλήρωνε αισιόδοξα ότι «η κρίση θα ξεπεραστεί. Και η Τουρκία και εμείς γνωρίζουμε ότι οι δύο χώρες μας είναι σημαντικές για τη Δύση. Αλλα είναι τα προβλήματα στην περιοχή, π.χ. η Συρία, το Ιράν, και το τι γίνεται στην Αίγυπτο, όχι η Τουρκία». Ο Εχούντ Μπαράκ επέμεινε, επίσης, ότι το Τελ Αβίβ εξέφρασε τη θλίψη του για το θάνατο των εννιά Τούρκων ακτιβιστών στο «Μάβι Μαρμαρά», το Μάη του 2010, συμπληρώνοντας ότι «μπορεί να έγιναν και ορισμένα σφάλματα στο στρατιωτικό χειρισμό της υπόθεσης».
Το καθησυχαστικό κλίμα που θέλησε να καλλιεργήσει η ισραηλινή πλευρά δεν κράτησε, πάντως, πολύ. Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωνε στο «αλ Τζαζίρα» ότι πλέον τουρκικά πολεμικά πλοία θα συνοδεύουν την οποιαδήποτε αποστολή βοήθειας από τουρκικά πλοία στη Γάζα και επανήλθε στο ζήτημα των εξορύξεων φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο, διαμηνύοντας ότι «η Τουρκία έλαβε ήδη μέτρα, έτσι ώστε το Ισραήλ να μην εκμεταλλευτεί μονομερώς τους φυσικούς πόρους της περιοχής».
Διατεθειμένη να προχωρήσει κανονικά στους σχεδιασμούς της όσον αφορά τις γεωτρήσεις στο «οικόπεδο 12» για την εξεύρεση φυσικού αερίου, παρά τις τουρκικές απειλές, είναι η «Noble Energy», δηλώνουν μέλη του Κυπρο-Αμερικανικού Επιχειρηματικού Συνδέσμου. Πιέζουν παράλληλα την κυπριακή κυβέρνηση να λάβει οριστικές αποφάσεις επί του θέματος, με αίτημα επί της ουσίας να καταστεί η «Delek», που μετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της «Noble Energy», συνέταιρος στα κυπριακά κοιτάσματα. Ο Κύπριος υπουργός Αμυνας, Δημήτρης Ηλιάδης, αναφερόμενος στις απειλές που δέχεται η Λευκωσία από την Τουρκία, επανέλαβε ότι «οι θέσεις της Κύπρου είναι σαφείς, στηρίζονται στο Διεθνές Δίκαιο και αποβλέπουν στην άσκηση αυτονόητων κυριαρχικών δικαιωμάτων», σημειώνοντας ότι η κυπριακή κυβέρνηση παρακολουθεί τις εξελίξεις με «προσοχή και ψυχραιμία». Στο θέμα της κυπριακής ΑΟΖ αναφέρθηκαν και μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, κατά την ενημέρωσή τους για το Κυπριακό, από τον ειδικό σύμβουλο του ΓΓ του ΟΗΕ, για το θέμα, Αλεξάντερ Ντάουνερ, την Τετάρτη, επαναβεβαιώνοντας τα συγκρουόμενα συμφέροντα, με τη Βρετανία να ζητά «καθησυχαστικές δηλώσεις» προς την Τουρκία αναφορικά με το θέμα, ενώ η Γερμανία χαρακτήρισε δικαίωμα του κάθε κράτους τη διευθέτηση της ΑΟΖ.
Με μια συμβολική συγκέντρωση έξω από τα γραφεία του ΟΗΕ στη Ραμάλα, άρχισε η τελική φάση της παλαιστινιακής διπλωματικής εκστρατείας με αίτημα την αναγνώριση της Παλαιστίνης, στα όρια του '67, ως κράτους από τον ΟΗΕ, αίτημα που θα κατατεθεί πιθανότατα στις 23 του μήνα. Ο ισραηλινός στρατός έχει τεθεί σε επιφυλακή για «καταστολή διαδηλώσεων», ενώ έχουν εκπαιδευτεί και οι έποικοι. Αργά το βράδυ, η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε επίσημα ότι θα ασκήσει βέτο αν το παλαιστινιακό αίτημα φτάσει στο Συμβούλιο Ασφαλείας.
Χθες, στα γραφεία του ΟΗΕ παραδόθηκε επιστολή προς τον ΓΓ του Οργανισμού με το σχετικό αίτημα. Παραδόθηκε από μία 70χρονη Παλαιστίνια πρόσφυγα που έχει χάσει ένα γιο από τον ισραηλινό στρατό, έχει άλλους επτά στις ισραηλινές φυλακές και το σπίτι της έχει γκρεμιστεί δύο φορές από την ισραηλινή κατοχή.
ΔΑΜΑΣΚΟΣ - ΜΟΣΧΑ - ΤΕΧΕΡΑΝΗ.--
Οξύνεται σταδιακά η διπλωματική αντιπαράθεση ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικές και περιφερειακές δυνάμεις για το τι μέλλει γενέσθαι στη Συρία, που συγκλονίζεται για πέμπτο συνεχόμενο μήνα από αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις και τη σκληρή καταστολή τους. Από τη μία Γαλλία, ΗΠΑ, Βρετανία και ΕΕ συνολικότερα, πιέζουν τη συριακή ηγεσία με κυρώσεις και με το αίτημα για αποχώρηση του Ασαντ από την εξουσία (και η Τουρκία πλέον εμφανίζεται πιο πιεστική), από την άλλη Ρωσία, Κίνα και Ιράν επιμένουν, ολοένα και πιο έντονα, στην εξεύρεση μέσης λύσης.
Ο Μιχαήλ Μαργκέλοφ, ειδικός απεσταλμένος του Κρεμλίνου στον αραβικό κόσμο, γνωστοποίησε ότι σήμερα θα συναντηθεί στη Μόσχα με αντιπροσωπεία συριακών αντικαθεστωτικών δυνάμεων και λίγο μετά με την σύμβουλο του Ασαντ, Μπουτάινα Σάαμπαν. Στόχος, «να τερματιστεί άμεσα η βία και να εφαρμοστούν μεταρρυθμίσεις». Επαναδιατύπωσε τη ρωσική άποψη ότι ο Ασαντ πρέπει να μείνει στην εξουσία γιατί, όπως είπε κυνικά, «είναι νέος, ανοιχτόμυαλος, έχει καλή μόρφωση και μπορεί να εκσυγχρονίσει τη χώρα. Επίσης, είναι κοσμικός ηγέτης και αν φύγει, υπάρχει μεγάλος φόβος ανάδειξης ισλαμιστών εξτρεμιστών και οι συνέπειες για όλη την περιοχή θα είναι απρόβλεπτες». Κάλεσε μάλιστα τους δυτικούς διπλωμάτες να «διαβάσουν περισσότερο Ιστορία» γιατί «σε παραδοσιακές κοινωνίες, όπως είναι οι περισσότερες αραβικές, δεν μπορούν να γίνουν άλματα προς τον εκδημοκρατισμό γιατί μπορεί τα αποτελέσματα να είναι εξαιρετικά αρνητικά τελικά για όλους».
Με τη ρωσική άποψη εμφανίστηκε να συμφωνεί και ένας έτερος σημαντικός σύμμαχος της Δαμασκού. Ο Ιρανός Πρόεδρος, εγκαταλείποντας την αμέριστη υποστήριξη προς την ηγεσία Ασαντ, ζήτησε, πάλι, να σταματήσει άμεσα η καταστολή καλώντας τον Ασαντ «να αρχίσει διάλογο αμέσως». «Καμία στρατιωτική λύση δεν είναι καλή λύση», υποστήριξε ο Αχμαντινετζάντ, συμπληρώνοντας ότι θα πρέπει να υλοποιηθούν δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Υπέρ της πολιτικής λύσης έχει ταχθεί, μέχρι στιγμής, και η Κίνα, γεγονός που καθιστά μάλλον απίθανο να υιοθετηθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ η νέα γαλλο-βρετανο-αμερικανική πρόταση ψηφίσματος που απειλεί με νέο κύκλο κυρώσεων.
Εντός Συρίας, οι αντικαθεστωτικές οργανώσεις κατήγγειλαν ότι ο συριακός στρατός επιχειρεί με τανκς στη Χομς, όπου το τελευταίο 24ωρο έχουν σκοτωθεί 21 άνθρωποι και έχουν τραυματιστεί δεκάδες, ενώ αναφέρονται συγκρούσεις και σε Χάμα και Σαρμίν της επαρχίας Ιντλίμπ.