Fernando Garcia - Oscar Sola |
Ο Φιντέλ Κάστρο έχει συλληφθεί και ανακρίνεται από αστυνομικούς μετά την επίθεση στο στρατόπεδο της Μονκάδα |
Η δικαίωση δεν άργησε να έρθει. Πέντε χρόνια, πέντε μήνες και πέντε μέρες αργότερα, την 1η του Γενάρη του 1959 η Επανάσταση νίκησε, καθώς την ίδια μέρα δόθηκε η αποφασιστική μάχη στη Σάντα Κλάρα με νίκη των επαναστατών. Την προηγούμενη, 31 του Δεκέμβρη 1958, ο δικτάτορας Μπατίστα είχε εγκαταλείψει τη χώρα, φεύγοντας κρυφά για τον Αγιο Δομίνικο. Με τη νίκη της Επανάστασης αποδείχθηκε πως ο ιμπεριαλισμός δεν είναι ανίκητος. Η σοσιαλιστική Κούβα, παρά τις προσπάθειες του ιμπεριαλισμού να ανατρέψει το καθεστώς της, συνεχίζει δυναμικά έχοντας στο πλευρό της το λαό.
Ουσιαστικά, η 26η του Ιούλη σηματοδοτεί την απαρχή της μεγάλης μαζικής εξέγερσης κατά του δικτατορικού καθεστώτος του Φ. Μπατίστα με οδηγό τις επαναστατικές δυνάμεις του κινήματος της 26ης του Ιούλη, που κατέληξε στη Νίκη της Επανάστασης. Η επίθεση μπορεί να απέτυχε, αφού ελάχιστοι από τους επαναστάτες της Μονκάδα κατάφεραν να επιζήσουν, ωστόσο, οι επαναστατικές δυνάμεις συνέχισαν τις προετοιμασίες για τη νέα προσπάθεια ανατροπής του αιματοβαμμένου καθεστώτος του Μπατίστα και απελευθέρωσης της Κούβας από τα δεσμά του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Μετά από δύο χρόνια φυλάκισης, ο Φιντέλ απελευθερώθηκε και αυτοεξορίστηκε στο Μεξικό, όπου μαζί με τον Αργεντινό Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα, τον Καμίλο Σιενφουέγκος και άλλους ξεκίνησαν τις ετοιμασίες για τη συνέχεια του αγώνα τους. Με ένα μικρό πλοίο, την «Γκράνμα» (σώζεται στο μουσείο της Επανάστασης στην Κούβα), 82 επαναστάτες αποβιβάστηκαν σε μια παραλία στους πρόποδες της οροσειράς της Σιέρα Μαέστρα στις 30 του Νοέμβρη του 1956. Μόνο 10 απ' αυτούς κατάφεραν να επιζήσουν από τα εξοντωτικά χτυπήματα και τις επιδρομές της αεροπορίας της δικτατορίας. Με όσους όμως απέμειναν, μεταξύ τους ο Φιντέλ, ο αδελφός του, Ραούλ, ο Τσε, ο Σιενφουέγκος και ο Χουάν Αλμέιδα, άρχισε η εποποιία του αγώνα στα βουνά και οι διαδοχικές νίκες κατά του εκπαιδευμένου από Αμερικανούς ειδικούς στρατού του Μπατίστα.
Ετσι ξεκίνησε ο επαναστατικός στρατός, που στηρίχτηκε στην πολιτικο-στρατιωτική δουλειά που είχαν ξεκινήσει το Κίνημα 26ης Ιούλη με επικεφαλής τον Φρανκ Πάις, το Επαναστατικό Διευθυντήριο, φλογεροί επαναστάτες φοιτητές και το Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα Κούβας, όπως είχε ονομαστεί το ΚΚ Κούβας, το οποίο το 1955 είχε απορρίψει την έκκληση του Κάστρο για ένοπλο αγώνα, αλλά είχε δώσει όλες τις δυνάμεις του στην πάλη για τη δημιουργία μαχητικών επιτροπών στα εργοστάσια και στις κοινότητες και ενός εθνικού δημοκρατικού μετώπου, που θα ένωνε όλες τις δυνάμεις που ήταν αντίθετες στον Μπατίστα. Αυτή η προσεκτική πολιτική προετοιμασία της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών δυνάμεων αποδείχτηκε κρίσιμη για την επιτυχία της Επανάστασης.
Με προκλητικό κυνισμό, το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ ...επέλεξε την 26η του Ιούλη ως προθεσμία υποβολής αιτήσεων για συγκεκριμένα «σχέδια δράσης» που σκοπό θα έχουν την αποσταθεροποίηση της κουβανικής κοινωνίας και στόχο την ανατροπή της σοσιαλιστικής διακυβέρνησης. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, μέσω του «Γραφείου για τη Δημοκρατία, τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και την Εργασία» (DRL), καλεί ομάδες, οργανώσεις και άλλους να καταθέσουν τα συγκεκριμένα τους σχέδια και οι «καλύτεροι» θα ...βραβευτούν με 3,6 εκατομμύρια δολάρια για αντεπαναστατικές ενέργειες κατά του Νησιού της Επανάστασης. Οπως αναφέρεται σε ειδική ανακοίνωση (28 του Ιούνη 2010), θα δοθούν 500.000 δολάρια για την ενίσχυση του κινήματος για την απελευθέρωση των λεγόμενων πολιτικών κρατουμένων και των οικογενειών τους είτε σε χρήμα είτε σε υλικά, βραβεύοντας ουσιαστικά όσους έχουν δικαστεί και καταδικαστεί στην Κούβα, μετά τις αποκαλύψεις πως έλαβαν χρήματα από αμερικανικές κυβερνητικές πηγές και είχαν επαφές με διπλωμάτες των ΗΠΑ, για να υπονομεύσουν και να ανατρέψουν τη σοσιαλιστική κυβέρνηση.
Αλλα 1.500.000 δολάρια θα δοθούν σε προγράμματα που σχετίζονται με την «ελευθερία της έκφρασης» και όπως αναφέρεται «ιδιαίτερα σε διανοούμενους, καλλιτέχνες, μουσικούς, ποιητές, συγγραφείς, δημοσιογράφους, μπλόγκερς» και επιπλέον 500.000 δολάρια για θρησκευτικές ομάδες που προωθούν την αντιδραστική πολιτική των ΗΠΑ. Το ποσό του ενός εκατομμυρίου δολαρίων προτίθεται να διαθέσει η κυβέρνηση των ΗΠΑ σε εργατικά σωματεία, 350.000 σε ομάδες γυναικών και 300.000 στη λεγόμενη κοινωνία των πολιτών για να στηρίξουν και να προπαγανδίσουν ουσιαστικά τον οικονομικό, χρηματοπιστωτικό και εμπορικό αποκλεισμό κατά της Κούβας.
Στα παραπάνω θα πρέπει να υπολογιστούν και τα 16 εκατομμύρια δολάρια που αποδέσμευσε η κυβέρνηση των ΗΠΑ στις 8 του Ιούνη για τη λεγόμενη προώθηση της δημοκρατίας στην Κούβα. Το ποσό αυτό ήδη διανέμεται σε διάφορες ομάδες και οργανώσεις από το λεγόμενο Γραφείο Αναπτυξιακής Βοήθειας των ΗΠΑ (USAID), με στόχο τη χρηματοδότηση ανατρεπτικών πράξεων που στρέφονται κατά της σοσιαλιστικής εξουσίας.
Χωρίς αντίκτυπο όμως θα είναι αυτές οι προσπάθειες του ιμπεριαλισμού καθώς ο κουβανικός λαός, από την επίθεση στους στρατώνες της Μονκάδα, τις πρώτες μέρες της Επανάστασης, τη δύσκολη περίοδο των ανατροπών των σοσιαλιστικών χωρών και της «ειδικής περιόδου» στη χώρα, έχει αποδείξει πως είναι διατεθειμένος να υπερασπιστεί την εθνική κυριαρχία της χώρας, τη σοσιαλιστική εξουσία.
Οι Κουβανοί άντεξαν, έχοντας την αμέριστη υποστήριξη και βοήθεια των σοσιαλιστικών χωρών και της ΕΣΣΔ. Συνεχίζουν και σήμερα σε συνθήκες «πολέμου» ενάντιά τους, με άνισο διεθνή συσχετισμό μετά την αντεπανάσταση. Η υπεράσπιση της Κουβανικής Επανάστασης είναι συστατικό στοιχείο της πάλης των λαών. Και η αλληλεγγύη τους εγγύηση ότι μπορεί να συνεχίζει.
Ο Μπορίς Γιέλτσιν, ηγετική φιγούρα των αντεπαναστατικών δυνάμεων, αποχωρεί από την αίθουσα του Συνεδρίου. Νωρίτερα είχε δηλώσει ότι αποχωρεί από το ΚΚΣΕ |
Και είναι θλιβερό το μέλλον του πολιτικού κόμματος, εάν όλο του το κεφάλαιο συνίσταται στη γνώση μόνο εκείνου του γεγονότος, ότι ο τάδε άνθρωπος δεν αξίζει την εμπιστοσύνη».
(Φρ. Ενγκελς, «Επανάσταση και αντεπανάσταση στη Γερμανία»)
Το 28ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ αποτέλεσε την τελευταία «πράξη» μιας διαδικασίας που είχε ξεκινήσει νωρίτερα και τα τελευταία επεισόδιά της ήταν η λεγόμενη περεστρόικα, που αποδείχτηκε «όχημα της αντεπανάστασης», μέσα από τον έλεγχο του ΚΚΣΕ από την ομάδα Γκορμπατσόφ στο 27ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1986) και αργότερα στη 19η κομματική συνδιάσκεψη του ΚΚΣΕ. Γεγονότα, που, ωστόσο, έχουν τις ρίζες τους στο 20ό Συνέδριο, το οποίο με τις αποφάσεις του οδήγησε στην επικράτηση λαθεμένων αντιλήψεων, στην ενίσχυση των κοινωνικών ανισοτήτων και διαφορών και αντίστοιχα των δυνάμεων της αντεπανάστασης και στην κοινωνική οπισθοδρόμηση.
O Βίκτορ Τιούλκιν στο βήμα του 28ου Συνεδρίου, ως εκπρόσωπος του «Κινήματος Κομμουνιστικής Πρωτοβουλίας», που δρούσε μέσα στο ΚΚΣΕ, εκφράζοντας τις συνεπείς κομμουνιστικές δυνάμεις, διαβάζει την έκκληση κατά της «περεστρόικα», που υποστήριξε το 1/3 των αντιπροσώπων (1.259 αντιπρόσωποι από τους παρόντες 3.685) |
Οι οπορτουνιστές φρόντισαν την περίοδο της «περεστρόικα», με ωραίες φράσεις, περί «περισσότερης δημοκρατίας», δήθεν «ανθρώπινου και δημοκρατικού σοσιαλισμού», «πολιτικού πλουραλισμού» και «οικονομίας της σχεδιοποιημένης αγοράς», να οδηγήσουν τους Σοβιετικούς κομμουνιστές και το λαό προς τον καπιταλισμό «υπό την κόκκινη σημαία», παραπλανώντας τον. Ετσι, είναι χαρακτηριστικό πως στον απολογισμό της απερχόμενης ΚΕ προς το 28ο Συνέδριο εκθειάζονταν με καλυμμένο τρόπο τα δήθεν «πλεονεκτήματα» της καπιταλιστικής οικονομίας: «Στις συνθήκες της αγοράς ανοίγεται δυνατότητα ουσιαστικά να αποκαλυφθούν οι ανάγκες και να βρεθούν οι τρόποι της αποτελεσματικής ικανοποίησής τους». Ακόμη διαβεβαίωναν πως με την αγορά «οι εργαζόμενοι γίνονται πραγματικοί νοικοκύρηδες των μέσων παραγωγής και των αποτελεσμάτων της εργασίας τους». Οι οπορτουνιστικές δυνάμεις, για να δικαιολογήσουν τις επιλογές τους, έκαναν τη λαθροχειρία να επικαλούνται τη «Νέα Οικονομική Πολιτική» (ΝΕΠ), που εφαρμόστηκε από τον Λένιν μετά το τέλος του ρωσικού εμφυλίου πολέμου, και η οποία συνιστούσε μια πολιτική προσωρινών εκχωρήσεων προς τον καπιταλισμό, αποσιωπώντας πως αυτές οι υποχωρήσεις ήταν προσωρινές κι επιβάλλονταν από τις ειδικές συνθήκες εκείνης της εποχής (καταστροφές του πολέμου, τεράστιο ποσοστό μικροκαλλιεργητών, κ.ά.), κατάσταση που βέβαια δεν είχε καμία σχέση με αυτή της Σοβιετικής Ενωσης της δεκαετίας του '80.
Σήμερα, που γνωρίζουμε εκ των υστέρων τα αποτελέσματα αυτής της δημαγωγικής προσπάθειας για τους λαούς της Σοβιετικής Ενωσης, που βιώνουμε ακόμη πιο έντονα τα αδιέξοδα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, στο φόντο της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, νιώθουμε πόσο απατηλά και ύπουλα ήταν εκείνα τα κηρύγματα του οπορτουνισμού.
Πρέπει να πούμε πως δε συμφώνησαν όλοι οι Σοβιετικοί κομμουνιστές με τη γραμμή της «περεστρόικα». Στο 28ο Συνέδριο υπήρξαν κομμουνιστές που αντιστάθηκαν κι έδωσαν σκληρή μάχη με τον γκορμπατσοφισμό και οι οποίοι συσπειρώνονταν στο «Κίνημα της Κομμουνιστικής Πρωτοβουλίας» καθώς και στη «Μαρξιστική πλατφόρμα». Εξ ονόματος της μειοψηφίας του Συνεδρίου έκαναν Δήλωση, στην οποία προειδοποιούσαν για τις αναπόφευκτες και καταστροφικές συνέπειες που θα είχε για το Κόμμα η «γραμμή» της αγοράς.
Η οπορτουνιστική ηγεσία του ΚΚΣΕ έκανε τα πάντα για να μην ακουστεί η φωνή αυτή. Δε διένειμαν στους αντιπροσώπους το σχέδιο του ψηφίσματος της μειοψηφίας. Δεν άφηναν να περάσει στο βήμα του Συνεδρίου ο αντιπρόσωπος του «Κινήματος Κομμουνιστικής Πρωτοβουλίας», Βίκτορ Τιούλκιν (σημερινός Α' Γραμματέας του Κομμουνιστικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας), με το πρόσχημα πως έχασαν την αίτηση για την ομιλία, την οποία συνυπέγραφαν 150 αντιπρόσωποι του Συνεδρίου. Και μετά την ομιλία του προσπάθησαν να αποσιωπήσουν και να υποτιμήσουν τη σημασία της. Η Δήλωση της μειοψηφίας διαβάστηκε τελικά από τον Β. Τιούλκιν στην προτελευταία συνεδρίαση της τελευταίας μέρας του Συνεδρίου. Εκεί οι κομμουνιστικές δυνάμεις του Συνεδρίου ευθέως αναφέρονταν στις συνέπειες του περάσματος στην οικονομία της αγοράς:
«Θεωρούμε αναγκαίο να προειδοποιήσουμε όλους τους κομμουνιστές της χώρας. Το ατόπημα του περάσματος στην αγορά ως γενικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς κεφαλαίων και της αγοράς εργατικής δύναμης, θα σημάνει την αναπόφευκτη διολίσθηση στην επικράτηση των καπιταλιστικών σχέσεων. Ενώ η βίαιη, και παρά τις αντικειμενικές διαδικασίες, θεραπεία του σοσιαλισμού με καπιταλισμό θα συνεπιφέρει όχι την αύξηση της παραγωγής και τη βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης, αλλά την αναπόφευκτη πτώση τους, θα προκαλέσει την πλατιά κοινωνική διαμαρτυρία, θα οδηγήσει σε μεγάλα βάσανα το λαό. Σ' ό,τι αφορά το Κομμουνιστικό Κόμμα, αυτό απλώς δε θα αντέξει τέτοια τραντάγματα και κανένας δε θα μπορέσει να υπερασπιστεί τους τελικούς σκοπούς του κινήματος».
Υπέρ της «Δήλωσης της μειοψηφίας» ψήφισαν 1.259 αντιπρόσωποι (δηλαδή το 34%) από τους παρόντες 3.685 αντιπροσώπους (Για την ιστορία: 2.012 αντιπρόσωποι ψήφισαν «κατά», 414 «λευκό», ενώ 160 αντιπρόσωποι δεν πήραν μέρος στην ψηφοφορία).
Η συνέχεια είναι γνωστή: Oι συνεπείς κομμουνιστικές δυνάμεις, που αντέδρασαν στην τελευταία φάση της προδοσίας, στο 28ο Συνέδριο του KKΣE, δεν κατόρθωσαν έγκαιρα να την αποκαλύψουν και να οργανώσουν με επιτυχία την επαναστατική αντίδραση της εργατικής τάξης.
Σήμερα γνωρίζουμε πως όλες οι παραπάνω προβλέψεις, που διατυπώνονταν στη Δήλωσή τους σ' εκείνο το Συνέδριο, επαληθεύτηκαν στο 100%. Το ίδιο το ΚΚΣΕ, αλλά και συνολικά η Σοβιετική Ενωση εξαφανίστηκαν, γεγονός που συνοδεύτηκε με τεράστια βάσανα και δυστυχία όχι μόνο για τους λαούς εκείνων των χωρών που προήλθαν από την ΕΣΣΔ, αλλά και ολόκληρου του πλανήτη, αφού η «πλάστιγγα» στο διεθνή συσχετισμό δύναμης έγειρε συντριπτικά υπέρ του ιμπεριαλισμού.
Σε τελευταία ανάλυση, στο 28ο Συνέδριο το ΚΚΣΕ δεν ήταν πια κομμουνιστικό κόμμα. Δεν εξέφραζε τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και του εργαζόμενου λαού, είχε απαρνηθεί τη θεωρία του μαρξισμού - λενινισμού, ενώ «κομμουνιστικό» παρέμενε μόνο στην ονομασία. Πώς όμως έγινε κατορθωτός ο πολιτικός εκφυλισμός του ΚΚΣΕ, όπως εκδηλώθηκε από την οπορτουνιστική πλειοψηφία στο 28ο Συνέδριο; Το ερώτημα αυτό είναι αναγκαίο να τεθεί!
Στην πραγματικότητα η «κερκόπορτα» είχε ανοίξει μερικές δεκαετίες νωρίτερα. Σε όλη την πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης τόσο μέσα στο ΚΚ, όσο και στους επιστημονικούς κύκλους υπήρχε σημαντική συζήτηση και διαπάλη για τους δρόμους ανάπτυξης του σοσιαλισμού. Στη σφαίρα της οικονομίας και για το ξεπέρασμα υπαρκτών προβλημάτων, συγκρούονταν με κάθε μέσο από τη μια οι δυνάμεις που επιδίωκαν την εμβάθυνση των σοσιαλιστικών σχέσεων κι από την άλλη εκείνες που υποστήριζαν το «δανεισμό» εργαλείων του καπιταλισμού και της αγοράς, όπως ο νόμος της αξίας. Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, με το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, που τελικά αποτέλεσε συνέδριο κυριαρχίας της δεξιάς οπορτουνιστικής παρέκκλισης, σταδιακά υιοθετήθηκαν πολιτικές επιλογές που υποστήριζαν το ρεύμα των «οπαδών της αγοράς» ή αλλιώς των «αγοραίων». Ετσι σταδιακά διευρύνθηκαν οι εμπορευματοχρηματικές (δυνάμει καπιταλιστικές) σχέσεις, στο όνομα της διόρθωσης των αδυναμιών του Κεντρικού Σχεδιασμού και της διεύθυνσης των σοσιαλιστικών παραγωγικών μονάδων. Σημεία - «κλειδιά» αυτής της πορείας ήταν η αγροτική μεταρρύθμιση του 1958 και η ανάλογη βιομηχανική του 1965, που αποδυνάμωσαν το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής.
Και πάλι εκ των υστέρων γνωρίζουμε σήμερα πως εκείνες οι απόψεις και μεταρρυθμίσεις όχι μόνο δεν έλυσαν προβλήματα, αλλά οδήγησαν στη διαφοροποίηση των εισοδημάτων και στη δημιουργία κοινωνικών στρωμάτων παρεμπόδισης της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Ετσι, π.χ., στη βιομηχανία, όπου είχαμε ως απόρροια των μεταρρυθμίσεων τη συγκέντρωση του «επιχειρησιακού κέρδους», που διαχειρίζονταν τα διευθυντικά στελέχη, δημιουργήθηκε το λεγόμενο σκιώδες κεφάλαιο. Αυτό ήταν αποτέλεσμα όχι μόνο πλουτισμού από το επιχειρησιακό κέρδος, αλλά και της «μαύρης» αγοράς, εγκληματικών πράξεων σφετερισμού του κοινωνικού προϊόντος. Το «σκιώδες κεφάλαιο» επιδίωκε τη νόμιμη λειτουργία του ως κεφαλαίου στην παραγωγή, δηλαδή την ιδιωτικοποίηση των μέσων παραγωγής, την παλινόρθωση του καπιταλισμού. Oι κάτοχοί του αποτέλεσαν την κινητήρια κοινωνική δύναμη της αντεπανάστασης. Aξιοποίησαν τη θέση τους στον κρατικό και κομματικό μηχανισμό. Αμεσα ή έμμεσα, επέδρασαν στο Κόμμα, ενισχύοντας την οπορτουνιστική διάβρωση και τον αντεπαναστατικό εκφυλισμό, που εκφράστηκε με την πολιτική της «περεστρόικα» και πέτυχε με την ανατροπή τη θεσμική κατοχύρωση των καπιταλιστικών σχέσεων.
Η πιο θλιβερή κληρονομιά του 28ου Συνεδρίου είναι πως ο γκορμπατσοφικός οπορτουνισμός κι ιδιαίτερα η θεωρία του «σοσιαλισμού της αγοράς», η παραίτηση από την επαναστατική εργατική εξουσία (τη δικτατορία του προλεταριάτου) με την αποθέωση του λεγόμενου πολιτικού πλουραλισμού, παραμένει ακόμη ζωντανή και σήμερα εξακολουθεί να επηρεάζει το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.
Οπως γράφει η εφημερίδα «Εργαζόμενη Ρωσία», του Κομμουνιστικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας (ΚΕΚΡ-ΕΚΚ), «σήμερα γίνονται ακόμη αναφορές στη ρωσική ΝΕΠ, στην εμπειρία των "μεταρρυθμίσεων" της Κίνας κ.ά. Ταυτόχρονα σκόπιμα αγνοείται πως η εμπορευματική παραγωγή κάθε ώρα και κάθε στιγμή γεννά τον καπιταλισμό, και γι' αυτό και η ΝΕΠ δεν ήταν μια κίνηση μπροστά, αλλά μια προσωρινή υποχώρηση για την ανασύνταξη των δυνάμεων καθώς και την παραπέρα όξυνση της διαπάλης με το καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, όπως πάντα επισήμαινε ο Β. Ι. Λένιν». Η εφημερίδα του ΚΕΚΡ ασκεί κριτική στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ρωσικής Ομοσπονδίας (ΚΚΡΟ), που εκθειάζει τη ΝΕΠ και τις επιτυχίες της κινεζικής οικονομίας, παραβλέποντας ότι εκεί επικρατούν πλέον οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, κάτι που, όπως έχει δηλώσει ο Βίκτορ Τιούλκιν, υπάρχει περίπτωση να οδηγήσει το κυβερνητικό Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας στο ν' ακολουθήσει το «άδοξο τέλος» του ΚΚΣΕ.
Η εφημερίδα του ΚΕΚΡ συνεχίζει: «Κάποτε ο Γκορμπατσόφ εξέφρασε τη λύπη του γιατί δεν μπόρεσαν σιγά σιγά κι αρμονικά να μεταφέρουν στο ΚΚΣΕ τις "κανονικές σοσιαλδημοκρατικές αξίες". Στο ΚΚΣΕ δεν μπόρεσαν να τις μεταφέρουν, ωστόσο το έργο του Γκορμπατσόφ ζει σε πολλά πράγματα και συνεχίζεται στην πρακτική του ΚΚΡΟ, που εγκατέλειψε τις θεωρητικές θέσεις για την ανάγκη της δικτατορίας του προλεταριάτου και τάχτηκε υπέρ της οικονομίας της αγοράς». Στο στόχαστρο του ΚΕΚΡ βρίσκεται ακόμη ο ισχυρισμός στελεχών του ΚΚΡΟ πως δήθεν «η Ρωσία εξάντλησε τα περιθώριά της για επαναστάσεις». «Μα αν είναι έτσι, αυτό που απομένει μονάχα είναι να προσαρμοστούμε στο σύστημα», γράφει καυστικά η «Εργαζόμενη Ρωσία», που σχολιάζει ακόμη «τις προσπάθειες (στελεχών του ΚΚΡΟ) να αποδείξουν πως το ζήτημα δεν είναι στο χαρακτήρα της εξουσίας, αλλά στις προσωπικότητες που αναρριχήθηκαν στην εξουσία. Δεν ήρθαν οι κατάλληλοι, ενώ εάν θα έρχονταν οι "αληθινοί επαγγελματίες"...».
Το κομμουνιστικό κίνημα πρέπει να αντλήσει από το παρελθόν του, τόσο από μεγάλες νικηφόρες στιγμές, όσο και από τις προσωρινές ήττες, όπως ήταν η ανατροπή του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ και στην Ανατολική Ευρώπη, χρήσιμα διδάγματα και να μην επιτρέψει ιστορικές στιγμές όπως αυτή του 28ου Συνεδρίου.