Συνάντηση με τον πρόεδρο του ΣΕΒ είχε χτες ο υπουργός Εργασίας. Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ τώρα θεωρεί «θολά» και τα σχέδια Κομισιόν - ΔΝΤ
«Ολοκληρωμένη και ειλικρινή» χαρακτήρισε τη συζήτηση ο υπουργός Εργασίας, όπου εξήγησε στον πρόεδρο του ΣΕΒ «τις βασικές αρχές του ασφαλιστικού με συγκεκριμένους πια όρους, όπως αυτές οι αρχές διατυπώνονται στο σχέδιο νόμου που ετοιμάστηκε». Σύμφωνα με τον υπουργό, σήμερα θα ενημερώσει το πολιτικό συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ, ενώ έχει ζητήσει για την επόμενη βδομάδα συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου όπου θα παρουσιαστεί, για να πάρει στη συνέχεια το δρόμο για τη Βουλή.
Ο Α. Λοβέρδος δήλωσε ότι ήδη έχουν διατυπωθεί «κοινές αξιολογήσεις» για το νομοσχέδιο από τα διάφορα όργανα της ΕΕ και τους εκπροσώπους της τρόικας που είναι στη χώρα. Ταυτόχρονα, ο υπουργός στις δηλώσεις του επανέλαβε ότι στο «τραπέζι» έχει τεθεί το θέμα του 13ου και 14ου μισθού και συνολικά το εργατικό δίκαιο και ήδη την ίδια ώρα οι εκπρόσωποι του κλιμακίου έκαναν συζήτηση με τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Ροβέρτο Σπυρόπουλο. Και βέβαια στη γνωστή τακτική να το παίζει «αντιστασιακός», καμώθηκε ότι «ούτε εμείς ως κράτος, αλλά ούτε και οι κοινωνικοί εταίροι» δε δεχόμαστε την περικοπή. Αυτά, όταν ο ίδιος εμφανίζεται διαπρύσιος υποστηρικτής του Συμφώνου Σταθερότητας, των πρόσθετων μέτρων που συζητούνται με τους εταίρους, αλλά και ό,τι άλλο ζητηθεί..! Και όλα αυτά για «να διασωθεί η πατρίδα», αφού όπως επανέλαβε στους γνωστούς κινδυνολογικούς τόνους «πρόκειται για την τελευταία ευκαιρία»!
Σε ρόλο «σωτήρα» των συντάξεων επιχείρησε να εμφανιστεί και ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δ. Δασκαλόπουλος, ο οποίος τάχτηκε αναφανδόν υπέρ των ανατροπών στο ασφαλιστικό και απαντώντας στην ερώτηση αν το νομοσχέδιο έχει μείωση συντάξεων και αύξηση ορίων ηλικίας, δήλωσε: «Νομίζω έχει όλα εκείνα σαν αρχές, που πρέπει να γίνουν, για να εξασφαλίσουμε συντάξεις όχι μόνο για μας, αλλά και για τα παιδιά μας». Να, λοιπόν, που ο ΣΕΒ, εκτός από τη φροντίδα που δείχνει απέναντι στους χιλιάδες εργαζόμενους που απολύουν κάθε μέρα οι επιχειρήσεις τους, νοιάζεται και για τη νέα γενιά. Στο ίδιο πνεύμα με τον υπουργό, χαρακτήρισε το ασφαλιστικό «δημοσιονομική νάρκη» και επιδιώκοντας να κάνει συνενόχους τους εργαζόμενους στην κρίση, με απύθμενο θράσος είπε ότι «έχουμε κατασπαταλήσει τις εισφορές και τις συντάξεις των επόμενων γενεών...». Δε διευκρίνισε βέβαια αν πρόκειται για εκείνες τις εισφορές που δεν καταβάλλουν οι εισφοροφυγάδες της τάξης που εκπροσωπεί και αν η «σπατάλη» αφορά στα δεκάδες δισεκατομμύρια των αποθεματικών που μετατράπηκαν σε άτοκα δάνεια για την ανόρθωση της «εθνικής» βιομηχανίας.
Στους δύο «σωτήρες» των εργαζομένων προστέθηκε και ένας τρίτος, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γ. Παναγόπουλος, ο οποίος και αυτός εμφανίστηκε να δίνει μάχη στα «μαρμαρένια αλώνια» του ΔΝΤ. Ετσι ο Γ. Παναγόπουλος έσπευσε να συναντηθεί χτες με τους εκπροσώπους του κλιμακίου (ΔΝΤ - ΕΕ - ΕΚΤ), οι οποίοι όπως δήλωσε «δεν αποκάλυψαν τις θέσεις τους», αλλά «ζήτησαν μόνο να ακούσουν την άποψη του Προέδρου της ΓΣΕΕ, χωρίς διάλογο»!
Πάντως, σύμφωνα με πληροφορίες, οι εκπρόσωποι της τρόικας εκτίμησαν ότι υπάρχει σύμπνοια απόψεων εργαζομένων - εργοδοτών. Καθόλου περίεργο, αν αναλογιστεί κανείς τις θέσεις της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ και την πρακτική της, αλλά και την ίδια τη δήλωση του προέδρου της ΓΣΕΕ χτες - με την οποία καλεί τις εργοδοτικές οργανώσεις να συμφωνήσουν για τη νέα Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας - σύμφωνα με την οποία είναι «δεδομένη η θέση των εργοδοτικών οργανώσεων να μην υπάρξουν περικοπές»! Ενώ ακόμα μια φορά έκανε λόγο για «άδικα και αντικοινωνικά μέτρα», συγκαλύπτοντας ξανά τον βαθιά ταξικό χαρακτήρα των μέτρων, ρίχνοντας και με αυτόν τον τρόπο νερό στο μύλο του αποπροσανατολισμού των λαϊκών μαζών ώστε να πειστούν ότι όλη η «κοινωνία» ζημιώνεται, ταυτίζοντας τη δική τους μοίρα με αυτή του κεφαλαίου...
Ανακοίνωση της Εκτελεστικής Γραμματείας για τις χτεσινές συναντήσεις
Με ανακοίνωσή της, η Εκτελεστική Γραμματεία του ΠΑΜΕ, σχετικά με τις δηλώσεις του υπουργού Εργασίας, του προέδρου του ΣΕΒ, καθώς και τις δηλώσεις και την επιστολή του προέδρου της ΓΣΕΕ για την υπογραφή της νέας Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας σημειώνει:
«Οι 100άδες χιλιάδες άνεργοι, οι 100άδες καθημερινές απολύσεις, οι χιλιάδες απλήρωτοι στους τόπους δουλειάς, οι περικοπές μισθών, οι απλήρωτες υπερωρίες, οι χιλιάδες που εργάζονται ανασφάλιστοι ή με μειωμένα ένσημα, οι διαθεσιμότητες, οι μισθοί των 400, των 500, των 600 και των 700 ευρώ, οι συντάξεις πείνας μιλούν από μόνα τους για τα έργα και τις ημέρες, αλλά και τις προθέσεις των παραπάνω.
Αυτήν την πραγματικότητα καμιά δήλωση κανενός τους στα πλαίσια των "ρόλων" τους δεν μπορεί να την αλλάξει να ξεγελάσει και να καθησυχάσει τους εργαζόμενους και τη νεολαία.
Καλά κάνουν και ανησυχούν, κανένας εκβιασμός, καμιά απειλή, κανένας μηχανισμός από αυτούς που ενεργοποιούν (κρυφούς και φανερούς) το τελευταίο διάστημα δε θα μας σταματήσει.
Ακόμα περισσότερους και πιο μαζικά θα μας μετρούν στις διαδηλώσεις και στις πορείες. Ακόμα περισσότερους και πιο αποφασισμένους θα μας βλέπουν στις απεργίες, στις περιφρουρήσεις στα εργοστάσια, στα ξενοδοχεία, στα πλοία σε κάθε τόπο δουλειάς.
Σε περισσότερες πρωτοβουλίες κοινής δράσης με τους αυτοαπασχολούμενους, τους μικρούς ΕΒΕ, τη νεολαία, τους αγρότες θα μας βλέπουν.
Για ένα πράγμα μπορούν να είναι σίγουροι. Οτι θα κάνουμε τα πάντα για να γίνουν οι χειρότεροι εφιάλτες τους πραγματικότητα».
Σχόλιο του Γραφείου Τύπου της ΚΕ για τη συνάντηση Λοβέρδου - ΣΕΒ
Με σχόλιό του, για τη συνάντηση Λοβέρδου - ΣΕΒ, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ επισημαίνει:
«Είναι απίστευτο το θράσος του ΣΕΒ και της κυβέρνησης, αυτών που καταλήστεψαν τα ασφαλιστικά ταμεία, που σφαγιάζουν όσα ασφαλιστικά δικαιώματα έχουν απομείνει για να μην έχουν καμία εισφορά, αυτών που στο όνομα της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης τσάκισαν μισθούς, μεροκάματα και εργασιακές σχέσεις, να εμφανίζονται τώρα ως φίλοι των εργαζομένων και ότι διαφωνούν με τις κατευθύνσεις ΕΕ - ΔΝΤ για το 13ο και 14ο μισθό.
Υποκρίνονται, όταν την ίδια στιγμή ζητούν την πλήρη απελευθέρωση των απολύσεων, την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και των κατώτατων μεροκάματων και μισθών, δηλαδή τη συμπίεση στο κατώτερο δυνατό της τιμής της εργατικής δύναμης».