ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 7 Μάρτη 2010
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Επίθεση του κεφαλαίου στην Κοινωνική Ασφάλιση

Σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο παίρνονται πίσω λαϊκές κατακτήσεις

Από παλιότερη διαδήλωση εργαζομένων στην Κοπεγχάγη
Από παλιότερη διαδήλωση εργαζομένων στην Κοπεγχάγη
Αυτές τις μέρες που ο εργαζόμενος λαός της χώρας μας βομβαρδίζεται πολύμορφα για να αποδεχτεί να πάει «ως πρόβατο επί σφαγήν» για τα κέρδη του κεφαλαίου, δήθεν για να αντιμετωπιστούν το υπέρογκο χρέος και τα ελλείμματα, ενδιαφέρον έχει να δούμε τι συμβαίνει σε μια σειρά άλλες καπιταλιστικές χώρες στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Σε όλη την Ευρώπη, σε όλο γενικά τον καπιταλιστικό κόσμο, είτε η οικονομία είναι σε κρίση, είτε οι χώρες έχουν χρέη είτε δεν έχουν, είτε είναι στην ευρωζώνη είτε όχι, είτε είναι σε φάση ανάπτυξης, τα μέτρα που παίρνονται από σοσιαλδημοκρατικές και νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις είναι ίδια και προσβλέπουν σε ένα πράγμα: Στην εξασφάλιση της κερδοφορίας των κεφαλαιοκρατών, κάνοντας όλο και πιο φτηνή την εργατική δύναμη, με την εκμετάλλευση της οποίας πλουτίζουν οι καπιταλιστές. Ο,τι κατακτήσεις είχαν πετύχει οι εργαζόμενοι με τον αγώνα τους και τις παραχωρήσεις που έκαναν οι καπιταλιστές, λόγω της πίεσης που ασκούσαν η ΕΣΣΔ και οι σοσιαλιστικές χώρες που πρόσφεραν σημαντικά δικαιώματα στους λαούς, τώρα παίρνονται πίσω, παντού.

Γερμανία: Διαρκές χτύπημα δικαιωμάτων

Στη Γερμανία, την ατμομηχανή της ΕΕ, εδώ και χρόνια κλιμακώνεται η επίθεση στα ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων. Το ξεθεμελίωμα άρχισε η κυβέρνηση συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών (SPD) και Πρασίνων (1998-2005), του οποίου ηγούνταν ο Γκέρχαρντ Σρέντερ και ο Γιόσκα Φίσερ (ο «οικολόγος» υπερασπιστής της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στη Γιουγκοσλαβία) που εισήγαγαν τους νόμους του λεγόμενου πακέτου Harz IV (Χάρτζ 4) και της «Ατζέντας 2010», που αποσκοπούσαν στην αποδιάρθρωση του συστήματος Ασφάλισης, Υγείας και Πρόνοιας. Στην ίδια ρότα συνέχισαν ο «μεγάλος κυβερνητικός συνασπισμός» χριστιανοδημοκρατών (CDU/CSU) και σοσιαλδημοκρατών (SPD) και η σημερινή κυβέρνηση χριστιανοδημοκρατών - φιλελευθέρων. Ετσι έχουν αυξηθεί (από το 2008) τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 (από 65). Η αύξηση από τα 65 στα 67 γίνεται σταδιακά, ωστόσο με βάση τα καινούρια δεδομένα, για κάθε ένα μήνα που κάποιος βγει νωρίτερα στη σύνταξη από τα 67, χάνει 0,3% από τη σύνταξή του. Για παράδειγμα, αν κάποιος βγει στη σύνταξη στα 65, θα χάσει το 7,2% της σύνταξής του. Η αύξηση του ορίου πλήττει και τους εργαζόμενους με αναπηρία, ειδικά αυτούς που είναι γεννημένοι μετά το 1964.

Σύμφωνα, επίσης, με τα επίσημα στοιχεία, η ανεργία στη Γερμανία το Φλεβάρη έφτασε το 8,7%, κατά 0,1% περισσότερο από τον προηγούμενο μήνα. Ωστόσο, αυτό πλέον που έχει διευρυνθεί είναι το γεγονός ότι όλο και περισσότερες επιχειρήσεις με τη συναίνεση και των συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών - στο όνομα της μη απόλυσης - έχουν υποχρεώσει τους εργαζόμενους να δουλεύουν λιγότερες μέρες τη βδομάδα (εκτιμάται ότι το Φλεβάρη 890.000 εργαζόμενοι δούλευαν με μειωμένο ωράριο). Επίσης οι μερικά απασχολούμενοι ακόμα και μερικές μέρες το μήνα δεν εμφανίζονται ως άνεργοι.

Την ίδια στιγμή, στη μέχρι πρότινος πρώτη εξαγωγική χώρα του πλανήτη, 1 στους 7 πολίτες της ζει στα όρια της φτώχειας, δηλαδή το 14% του πληθυσμού ή 11,4 εκατομμύρια άνθρωποι.

Αυτές τις πολιτικές που έχουν χτυπήσει το βιοτικό επίπεδο των Γερμανών εργαζομένων έρχονται να σιγοντάρουν παντού όπου συγκυβερνούν οι λεγόμενοι αριστεροί του PDS (Κόμμα Δημοκρατικού Σοσιαλισμού) και σήμερα Die Linke, όπως, για παράδειγμα, στην τοπική κυβέρνηση του Βερολίνου. Σ' αυτήν την υποτίθεται «εναλλακτική» διαχείριση προωθήθηκαν η μερική απασχόληση, οι συμβάσεις του ενός ευρώ την ώρα στους οδοκαθαριστές, στους εργαζόμενους στις τραπεζαρίες στα δημοτικά νηπιαγωγεία. Στο Βερολίνο σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα αυξήθηκαν κατά 111% από το 2003 - 2006 οι ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι, ουσιαστικά χωρίς δικαιώματα (μόνο στο Δήμο υπάρχουν 15.000 τέτοιοι εργαζόμενοι). Στον τομέα της Υγείας εφάρμοσαν όλες τις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις που πέρασε ο «μεγάλος συνασπισμός». Ιδιωτικοποιήθηκαν δημοτικά νοσοκομεία και στο διάστημα 1996 - 2004 μειώθηκε το νοσηλευτικό προσωπικό από 21.000 σε 6.000. Ιδιωτικοποιήθηκαν πολλά γηροκομεία που πριν ήταν δημόσια (κυρίως στην πλευρά της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας). Συμφώνησαν στο να διαχωριστεί η Κοινωνική Ασφάλιση από την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Η βαρβαρότητα της Βρετανίας

Η αντιασφαλιστική λαίλαπα προχωράει και στη Βρετανία, χώρα που δεν ανήκει στη ζώνη του ευρώ, ωστόσο το κεφάλαιο και εδώ προωθεί την ίδια στρατηγική. Η εφαρμογή των αντιλαϊκών πολιτικών από τις κυβερνήσεις των συντηρητικών και «εργατικών» κυβερνήσεων έχει οδηγήσει στο γεγονός ότι σήμερα όλοι σχεδόν οι Βρετανοί πολίτες και όσοι εργάζονται νόμιμα παίρνουν μια βασική σύνταξη πτωχοκομείου 416 ευρώ, μόλις συμπληρώσουν τα 65 έτη. Εάν κάποιος εργαζόμενος επιθυμεί (στην ουσία υποχρεώνεται), μπορεί να καταβάλλει περισσότερα χρήματα στο Ταμείο και να λάβει μεγαλύτερη σύνταξη. Οι σχεδιασμοί που υπάρχουν είναι το όριο ηλικίας να πάει στα 67 έτη. Στη Βρετανία εισφορές καταβάλλουν οι εργαζόμενοι και οι εργοδότες, ενώ το κράτος απλά τις συλλέγει και τις διαχειρίζεται. Οι συνταξιούχοι μπορούν να αρνηθούν να πάρουν τη σύνταξή τους προκειμένου να συνεχίσουν να δουλεύουν και μετά τα 65, πράγμα που συμβαίνει συχνά, καθώς πολλοί ηλικιωμένοι αποφασίζουν να συνεχίσουν να εργάζονται απεμπολώντας το δικαίωμα στη σύνταξη μέχρι να σταματήσουν να εργάζονται. Ακόμα, οι συνταξιούχοι μπορούν να εργάζονται ως ωρομίσθιοι για να συμπληρώσουν το πενιχρό εισόδημα από την σύνταξη. Αυτό έχει οδηγήσει χιλιάδες ηλικιωμένους να δουλεύουν ως τα βαθιά γεράματα. Δηλαδή, ουσιαστικά, δουλειά ως τον τάφο.

Στη Βρετανία όλο και περισσότερο προχωράει η προσπάθεια του αστικού κράτους να γίνει το ζήτημα της Ασφάλισης ατομική υπόθεση. Ετσι έχουν κυριαρχήσει τα λεγόμενα επαγγελματικά ταμεία, όπου, προκειμένου ο εργαζόμενος να έχει μια αξιοπρεπή σύνταξη στα γηρατειά του, πρέπει να καταβάλλει ως ασφάλιστρα, ένα σημαντικό κομμάτι του μισθού του. Δηλαδή, μέσω του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης, ιδιωτικοποιείται το δικαίωμα των εργαζομένων στην Κοινωνική Ασφάλιση, για να θησαυρίζουν διάφοροι κολοσσοί, τραπεζικοί και ασφαλιστικοί.

Το ιδεολόγημα της ανάγκης του ανθρώπου να προσφέρει ό,τι μπορεί ανεξαρτήτως ηλικίας (του δήθεν δικαιώματος των ηλικιωμένων στην εργασία) χρησιμοποιείται από την άρχουσα τάξη της Βρετανίας για να καλυφθεί το ξεζούμισμα των εργαζομένων και στις πιο προχωρημένες ηλικίες, ώστε να μειώνεται όσο το δυνατόν περισσότερο ο χρόνος καταβολής της σύνταξης μέχρι το θάνατο.

Δανία: Συντάξεις φτωχοκομείου

Στη Δανία επανεξετάζονται τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης που είναι στα 67 ήδη από το 2006, προκειμένου να αυξηθούν και άλλο. Στο στόχαστρο βρίσκονται και οι αναπηρικές συντάξεις, και μάλιστα με το επιχείρημα ότι όλοι οι ανάπηροι δεν είναι 100% ανάπηροι, άρα κάπου μπορούν να εργαστούν, γεγονός που διευκολύνουν και οι ελαστικές σχέσεις εργασίας.

Ετσι κι αλλιώς στη Δανία οι συντάξεις βγαίνουν με ένα σύνθετο σύστημα που αποτελείται από μια δημόσια βασική σύνταξη γήρατος έως 500 ευρώ, που συμπληρώνεται από τα ανταποδοτικά μέρη (επικουρική σύνταξη, επαγγελματικά ταμεία και ιδιωτική ασφάλιση).

Το μοντέλο της «βασικής σύνταξης», το οποίο σήμερα πλασάρει και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, επαναφέρει στο προσκήνιο το γενικότερο σχέδιο για ένα συνταξιοδοτικό σύστημα «τριών πυλώνων» που οδήγησε τους Χιλιανούς εργαζόμενους στον Καιάδα της ανασφάλειας. Το ίδιο ισχύει και στη Δανία, όπου το μόνο σταθερό μέρος της σύνταξης είναι ο πρώτος πυλώνας. Δηλαδή, στην ουσία, το ελάχιστο επίδομα φτωχοκομείου και οι υπόλοιποι πυλώνες είναι σε ανταποδοτική και κεφαλαιοποιητική βάση, που σημαίνει μπορούν να έχουν σκαμπανεβάσματα ανάλογα με το τι εισφορές έχει ο εργαζόμενος και τι διακυμάνσεις υπάρχουν στις μετοχές που τζογάρονται στο χρηματιστήριο.

Πάντως, όπως έχει υπολογιστεί και από υπηρεσίες στη Δανία, και με τους τρεις πυλώνες, ο συνταξιούχος στην καλύτερη περίπτωση θα μπορεί να φτάνει ένα χαμηλό ποσοστό αναπλήρωσης σε σχέση με τις αποδοχές που είχε όταν εργαζόταν (το 2006 είχε υπολογιστεί στο 26,8%). Αντίστοιχη εικόνα με τη Δανία ισχύει και για τη γειτονική Σουηδία, που κάποτε από τη διεθνή σοσιαλδημοκρατία θεωρούνταν πρότυπα της «εναλλακτικής ανάπτυξης». Ωστόσο αποδεικνύεται ότι όσο υπήρχε το «αντίπαλο δέος» του σοσιαλισμού το κεφάλαιο ανεχόταν και κάποιες παραχωρήσεις στους εργάτες.

Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία: Ανατροπές υπέρ του κεφαλαίου

Η τελευταία μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού - συνταξιοδοτικού συστήματος στη Γαλλία έγινε το 2003, με το νόμο του τότε υπουργού Εργασίας του πρωθυπουργού Φρανσουά Φιγιόν. Η μεταρρύθμιση εκείνη έβαλε στόχο να αυξηθούν τα χρόνια των εισφορών από τα 35 στα 42,5 χρόνια έως το 2012, με το επιχείρημα ότι η αύξηση των ορίων θα αυξήσει τις εισφορές και το ζήτημα του Ασφαλιστικού θα κλείσει. Ετσι και εκεί ο στόχος είναι η αύξηση στα σημερινά τυπικά και μόνο όρια των 60 χρόνων. (Φυσικά ανάλογα κάθε φορά με την ηλικία που μπαίνει ο νέος εργαζόμενος στην παραγωγή το όριο συνταξιοδότησης θα κυμαίνεται, αφού αυξάνονται τα υποχρεωτικά χρόνια εισφορών).

Αντίστοιχοι σχεδιασμοί που συναντάνε αντιδράσεις για αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 67 χρόνια προωθούνται και στην Πορτογαλία, στην Ισπανία και την Ιταλία. Και, φυσικά, οι εξελίξεις στις εργασιακές σχέσεις, με επέκταση των ελαστικών μορφών απασχόλησης, της μερικής απασχόλησης, των συμβάσεων 1 μέρας, επηρεάζουν άμεσα και το ζήτημα της συνταξιοδότησης.

Οι εξελίξεις στην ΕΕ αναδεικνύουν ότι η απάντηση στην ολομέτωπη επίθεση στα ασφαλιστικά δικαιώματα των λαϊκών στρωμάτων, στο δικαίωμα σε αξιοπρεπή γηρατειά για τους απόμαχους της δουλειάς, απαιτεί συντονισμένο, ενιαίο αγώνα των εργατών, φτωχών αγροτών, αυτοαπασχολούμενων εμπόρων, βιοτεχνών, σε ρήξη με τη στρατηγική του κεφαλαίου. Μόνο με αμφισβήτηση του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, που έχει οδηγήσει στη σημερινή βαρβαρότητα τού «σκοτώνουν τα άλογα μόλις γεράσουν», και τη σοσιαλιστική προοπτική μπορούν να ικανοποιηθούν οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.


Δημήτρης ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ