Την πορεία της μεγάλης Ελληνίδας φωτογράφου, Βούλας Παπαϊωάννου, φωτίζει η έκθεση «Η φωτογράφος Βούλα Παπαϊωάννου 1898-1990», που φιλοξενείται στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου στο Ηράκλειο Κρήτης
Η έκθεση χωρίζεται σε έξι ενότητες: α) Τα πρώτα βήματα στη φωτογραφία (1935-1940). β) Η ζωή στην Αθήνα μετά την κήρυξη του πολέμου (1940-1942). γ) Η Πείνα (1941-1942). δ) Κατοχή - Απελευθέρωση - Δεκεμβριανά (1941-1944). ε) Η ρημαγμένη ελληνική ύπαιθρος. Η προσπάθεια ανόρθωσης της χώρας (1945-1950). στ) Η μεταπολεμική φωτογραφική απεικόνιση της Ελλάδας (1950-1960). Οι φωτογραφίες κάθε ενότητας έχουν επιλεγεί με θεματικά, αλλά και φωτογραφικά κριτήρια, ώστε πέρα από τη λειτουργία τους ως «ντοκουμέντα» να παραπέμπουν και στην προσωπική γραφή της φωτογράφου.
Η Βούλα Παπαϊωάννου κατέχει μια εξέχουσα θέση ανάμεσα στους εκπροσώπους της ανθρωπιστικής φωτογραφίας. Την κρίσιμη για την Ελλάδα δεκαετία του '40 έστρεψε το φακό της προς τον απλό άνθρωπο που σιωπηρά έφερε στους ώμους του το βάρος των ιστορικών γεγονότων. Η απόδοση από την ευαίσθητη ματιά της του γενναίου αγώνα που έδωσε ο άμαχος πληθυσμός της χώρας της «καταχωρίζεται», όπως αναφέρει ο Αγγελος Δεληβορριάς, «στα όχι καλά μελετημένα κεφάλαια μιας υποβαθμισμένης αλλά μεγαλόπνοης ιστορίας: της περιπέτειας του Ανθρώπου που δεν παύει ποτέ να διεκδικεί τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στα δρώμενα των εκάστοτε περιστάσεων».
«Το σύνολο του έργου της», τονίζει η Φανή Κωνσταντίνου (μαζί με την Ολγα Χαρδαλιά επιμελήθηκαν την έκθεση), «αποτελεί ένα σημαντικό ντοκουμέντο ιστορικής αξίας, μολονότι δεν απαθανατίζει σημαντικά γεγονότα, προσωπικότητες της δημόσιας ζωής ή πολεμικές συγκρούσεις. Με διακριτικότητα, σεβασμό και συγκρατημένη συναισθηματική συμμετοχή ...κατορθώνει να συλλάβει βλέμματα, εκφράσεις και χειρονομίες, που υπαινίσσονται μάλλον παρά καταγράφουν, που δονούν τις αισθήσεις παρά αφηγούνται. Χάρη μάλιστα στις φωτογραφικές της αρετές, τη λιτότητα στην έκφραση και την αφαίρεση περιγραφικών λεπτομερειών, συχνά τα θέματά της αποκτούν διαχρονικότητα και αντανακλούν την πίστη στην ανθρώπινη δύναμη, αλλά και την αισιοδοξία που πηγάζει μέσα από ανατρεπτικές καταστάσεις».
Κατά τη διάρκεια της έκθεσης, θα προβάλλεται η εκπομπή «Παρασκήνιο» (παραγωγή ΕΡΤ) με τον τίτλο «Η Ελλάδα μέσα από το φακό της Βούλας Παπαϊωάννου», σε σκηνοθεσία Καλλιόπης Λεγάκη, σενάριο Καλλιόπης Λεγάκη και Μαρούλας Γεντέκου. Παράλληλα, θα διατίθεται η μονογραφία «Η φωτογράφος Βούλα Παπαϊωάννου από το Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη» (έκδοση του Μουσείου Μπενάκη και της «Αγρα»).
Επειδή τον τελευταίο καιρό είχαμε για λίγο χαθεί με τον Τάκη Σπετσιώτη και δεν κάναμε τις συνηθισμένες μας συζητήσεις, μου έστειλε το παρακάτω γράμμα
Ξέρεις, βρίσκω υπερεκτιμημένη την άποψη ότι οι κωμωδίες εκείνης της εποχής είναι τα αριστουργήματα, ενώ τα μελό για πέταμα... Τα μελό είναι πιο κοντά στην κοινωνική πραγματικότητα εκείνων των χρόνων, στη φτώχεια, την ταξική ανισότητα, την ανεργία, τη μετανάστευση που χώριζαν τους ανθρώπους. Εχει ενδιαφέρον πως όλες αυτές οι διαφορές παραποιούνταν με τα χάπι εντ και τα... τοιαύτα κόλπα της συνταγής του θεάματος, κι έτσι η πλούσια παντρευόταν το φτωχό λεβέντη της καρδιάς της, ενώ η στείρα γυναίκα ξεπερνούσε το δράμα της κι έπιανε στο τέλος παιδί. (Μάρθα Βούρτση στο Αυτή που δε λύγισε), όσο κι αν όλα αυτά δίνονταν βέβαια μέσα από τη διαστρέβλωση της αλήθειας, σύμφωνα με την ιδεολογία του θεάματος, και κατέληγαν, στην προκειμένη περίπτωση, να κάνουν προπαγάνδα υπέρ της ...αταξικής κοινωνίας ή της ...τεκνοποιίας και κατά των εκτρώσεων!
Από τα dvd εφημερίδων, έπεσα και σε δύο ταινίες του πρόσφατα χαμένου Κώστα Μανουσάκη, λαμπρού διάττοντα στιλίστα σκηνοθέτη της ίδιας εποχής, που εγκατέλειψε οριστικά τη μεγάλη του αγάπη, το σινεμά, στα 1966, κιόλας απ' τα τριάντα τρία του (από την ...καλοπέραση ως φαίνεται), μην επιστρέφοντας ποτέ, δημοσιεύοντας έκτοτε μόνο τρία σπάνια κι εξαντλημένα σήμερα βιβλία, κι αφήνοντάς μας... χρόνους, το 2005.
Το βρίσκω σκανδαλώδες να μην κυκλοφορούν οι τρεις ταινίες του: Ερωτας στους αμμόλοφους (1958), ένα στιλιστικό ερωτικό δράμα με τη νεαρή Βουγιουκλάκη, τον Μπάρκουλη και τον Γιάννη Αργύρη. Ή, πάλι, η επιτυχημένη Προδοσία (1964), μια περιπέτεια ανάμεσα σ' έναν ναζί αξιωματικό που ερωτεύεται μια νεαρή Εβραία, στην κατοχική Αθήνα, την καταγγέλλει, εκείνη καταδικάζεται σε θάνατο, κι εκείνος τρελαίνεται και αυτοκτονεί. Ταινία που μετέβαλε την ιστορική περιπέτεια της γενοκτονίας και της γερμανικής κατοχής σε μια περιπέτεια της ψυχής - ό,τι την κάνει δηλαδή ενδιαφέρουσα σαν γραφή ακόμη και σήμερα.