Η συζήτηση για το κίνημα δεν είναι και δεν μπορεί να είναι ουδέτερη. Αντιθέτως, είναι βαθιά ταξική. Με άλλα λόγια, έχει σημασία ποιος μιλά για το κίνημα, εκ μέρους ποιας κοινωνικής τάξης και επομένως τι συμφέροντα εξυπηρετεί και πού στοχεύει.
Η αστική τάξη και τα όργανά της ανέχονται ή και στηρίζουν κάθε κίνημα, του οποίου οι θέσεις και οι στόχοι χρησιμεύουν ως ανάχωμα στη ριζοσπαστικοποίηση των συνειδήσεων των εργατών και των λαϊκών στρωμάτων, δεν αμφισβητούν τον καπιταλισμό και εκτονώνουν τις αντιδράσεις που προκαλεί η εντεινόμενη αντιλαϊκή επίθεση στα όριά του.
Το πρωτοπόρο, πολιτικά οργανωμένο τμήμα της εργατικής τάξης, το ΚΚΕ, αναδεικνύει τα αίτια που γεννούν τα προβλήματα των εργατών, οργανώνει και συμβάλλει στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος, το οποίο, σε συμμαχία με τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, όχι μόνο θα αμφισβητήσει τον καπιταλισμό, αλλά θα επιδιώξει την ανατροπή του και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.
Σε αυτήν την αντιπαράθεση, η αστική τάξη επιχειρεί να απαντήσει κατ' αρχάς μεταφέροντας το κέντρο βάρους σε άλλου είδους ζητήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αυθόρμητες αντιδράσεις, κυρίως των νέων ανθρώπων, που προκλήθηκαν πρόσφατα από τη δολοφονία του 15χρονου μαθητή, έγιναν σχεδόν αστραπιαία αντικείμενο χειραγώγησης των μηχανισμών του κράτους της αστικής τάξης και των πολιτικών της εκφραστών. Στόχος τους οι αντιδράσεις αυτές να καταστούν ακίνδυνες.
Μέσα από τα αστικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (που αποτελούν επίσης ιδιοκτησία του μεγάλου κεφαλαίου) πρόβαλαν μια σειρά ιδεολογημάτων, τα οποία - ακόμα και όταν φαινομενικά διαφέρουν μεταξύ τους - έχουν ως κοινή αφετηρία τη στήριξη και αναπαραγωγή του καπιταλισμού. Ιδεολογήματα που είτε μπήκαν το ένα δίπλα στο άλλο, συμπληρωματικά ή σε αντιπαράθεση, είτε συνδέθηκαν μεταξύ τους (πολλές φορές με εντελώς αυθαίρετο τρόπο) με στόχο να καλλιεργήσουν φόβο και σύγχυση. Η δράση των «κουκουλοφόρων» ταυτίστηκε με τις αυθόρμητες αντιδράσεις των νέων, οι οποίες με τη σειρά τους βαφτίστηκαν «λαϊκή εξέγερση». Κορύφωση της «λαϊκής εξέγερσης» είναι να σπάει τζάμια και να καίει αυτοκίνητα. Το σύνθημα των ημερών θα μπορούσε να είναι: «Ανατρέψτε τα αυτοκίνητα αλλά όχι το σύστημα».
Ταυτόχρονα, οι μηχανισμοί του συστήματος έκρυψαν τις πραγματικές αιτίες που γεννούν την οργή των νέων και των εργαζομένων. Εκρυψαν τις θέσεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ για το κίνημα και την άμεση παρέμβασή τους με μεγάλες μαχητικές κινητοποιήσεις σε όλη την Ελλάδα. Τα οργανωμένα, μαζικά και περιφρουρημένα συλλαλητήρια και τις απεργιακές κινητοποιήσεις σε δεκάδες πόλεις της χώρας που οργάνωσαν το ΠΑΜΕ, τα Συντονιστικά Μαθητών, οι φοιτητές και οι σπουδαστές.
Η αυθόρμητη, ανοργάνωτη ατομική δράση, που πολλές φορές παίρνει βίαιες μορφές, ανάγεται, από τα αστικά ΜΜΕ και άλλα επιτελεία του συστήματος, στο μοναδικό τρόπο αντίδρασης, αν και αυτό το «αυθόρμητο» ήταν καθοδηγημένο. Ντύνεται με την επίφαση της συλλογικότητας και αποθεώνεται. Το γιατί είναι σχεδόν προφανές.
Η κυριαρχία της αστικής τάξης υποστηρίζεται από καλά οργανωμένους μηχανισμούς ιδεολογικής χειραγώγησης και καταστολής. Εκπαίδευση, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, Εκκλησία, στρατός, αστυνομία είναι μέρος αυτών των μηχανισμών. Ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι απέναντι σε αυτό το κράτος, ολόκληρο το εποικοδόμημα, οι τέτοιες αντιδράσεις αποτελούν το αντίπαλο δέος; Είναι δυνατόν ένα - ακόμα και μεγάλο - πλήθος ατόμων που όμως δεν έχει συνειδητοποιήσει τις αιτίες των προβλημάτων του, δεν έχει συγκεκριμένους στόχους και αιτήματα, δεν έχει οργανώσει τη δράση του, να απειλήσει τον καπιταλισμό;
Και τι μπορεί να σημαίνει η επαναλαμβανόμενη φράση σε διάφορους χώρους καταλήψεων «τι να τις κάνουμε τις διεκδικήσεις, τώρα έχουμε εξέγερση»; Για ποιο σκοπό και γιατί γίνεται η εξέγερση; Τέλος, αν αποτελούσαν πραγματική απειλή για το σύστημα, δηλαδή και για τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, θα τα «αγκάλιαζαν» και θα τα προπαγάνδιζαν με τέτοια ορμή;
Ομως, η πονηριά των αστών και όσων τους υπηρετούν δε σταματά εδώ. Καταγγέλλουν με άνεση τη βία που ασκούν οι μηχανισμοί τους.
Καταγγέλλουν τη βία των «κουκουλοφόρων», των παρακρατικών μηχανισμών που εμφανίζονται όταν πρέπει, τη στιγμή του πρέπει. Δηλαδή, τη στιγμή που πρέπει να αποτελέσουν το «παράδειγμα» για τη νεολαία που αντιδρά αλλά και το «λόγο» για την ένταση της καταστολής.
Καταγγέλλουν τη βία που ασκούν τα ΜΑΤ, οι κατασταλτικοί μηχανισμοί του κράτους. Βία που τις περισσότερες φορές βαφτίζεται καταχρηστική, αλλά για τους ίδιους και τα συμφέροντά τους δεν είναι. Αν ήταν δε θα τη χρησιμοποιούσαν. Κανείς τους όμως δε λέει ότι το κράτος χρειάζεται τις δυνάμεις καταστολής, ότι η ωμή βία που ασκούν ή μπορούν ανά πάσα στιγμή να ασκήσουν, αποσκοπεί στην προστασία του καπιταλιστικού συστήματος από το οργανωμένο εργατικό, λαϊκό κίνημα, ενάντια στην - άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο εμφανή - βία, η οποία ασκείται καθημερινά στους χώρους δουλειάς, στους τόπους κατοικίας, στην ίδια τη ζωή των απλών ανθρώπων.
Δεν είναι βία οι 123 νεκροί εργάτες στους χώρους δουλειάς από τις αρχές του χρόνου, γιατί οι εργοδότες αρνούνται να πάρουν μέτρα ασφάλειας και υγιεινής, τα οποία τους κοστίζουν και άρα μειώνεται το κέρδος τους;
Δεν είναι βία η τρομοκρατία στους χώρους δουλειάς;
Δεν είναι βία οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι;
Δεν είναι βία το καθημερινό κυνηγητό στους μετανάστες, που ζουν διαρκώς σε ένα καθεστώς παρανομίας, προκειμένου να μην έχουν δικαιώματα και να αποτελούν ακόμα πιο φθηνό εργατικό δυναμικό;
Δεν είναι βία το ότι οι μαθητές αναγκάζονται σε εξαντλητικά ωράρια για να μάθουν πράγματα, τα οποία δε συμβάλλουν στο ελάχιστο στην ολόπλευρη μόρφωσή τους και στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους, αλλά χρησιμεύουν στο να δημιουργήσουν ένα υποταγμένο και χρήσιμο για τις ανάγκες της κερδοφορίας του κεφαλαίου εργατικό δυναμικό;
Τι είναι εντέλει, αν δεν είναι βία, η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο; Το ότι ο εργάτης εξαναγκάζεται να πουλήσει, σαν εμπόρευμα, την εργατική του δύναμη στον κεφαλαιοκράτη, προκειμένου να βγάλει ένα κομμάτι ψωμί και ο κεφαλαιοκράτης ακόμα περισσότερα κέρδη;
Γι' αυτή τη βία δεν πρόκειται να μιλήσουν ποτέ. Αυτή τη βία τη συγκαλύπτουν καθημερινά. Γιατί δε θέλουν οι νέοι, οι εργάτες, οι μετανάστες να δουν τις πραγματικές αιτίες και τους υπευθύνους. Θέλουν να τους καλουπώσουν σε αντιδράσεις σπασμωδικές, ανοργάνωτες, χωρίς συγκεκριμένο στόχο, χωρίς αιτήματα.
Ο δικομματισμός έσπευσε να χειραγωγήσει τις αντιδράσεις προβάλλοντας ως δήθεν διέξοδο το «διάλογο» με τους εκπροσώπους του συστήματος. Αυτούς, δηλαδή, που δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την όξυνση των προβλημάτων των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων. Ταυτόχρονα, οι θιασώτες της συγκυρίας και του τυχοδιωκτισμού, οι οπορτουνιστές, παίζουν με τις ανάγκες της νεολαίας και των εργαζομένων, προκειμένου να τους προσελκύσουν σε μια λογική ακίνδυνη για το σύστημα και οι ίδιοι να προσποριστούν βραχυπρόθεσμα δημοσκοπικά ή εκλογικά οφέλη. Σε αυτή τους την προσπάθεια δεν είναι άδικο να τους ονομάσουμε πρωτεργάτες - κόλακες του αυθόρμητου, ακόμα και των «κουκουλοφόρων».
Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ τάχα λυπούνται για την εξέλιξη αυτών των γεγονότων - για τα οποία η αποκλειστική ευθύνη βρίσκεται στην πολιτική τους - και καταδικάζουν τη βία. Από τη μια, καλούν σε «διάλογο» και, από την άλλη, είναι αυτά τα κόμματα που ως κυβερνήσεις ενισχύουν την εργοδοτική ασυδοσία και τρομοκρατία στους χώρους δουλειάς. Κατανοούν τους νέους, ανάβουν και κεριά και την ίδια στιγμή νομοθετούν τον πιο μαύρο εργασιακό μεσαίωνα. Ακόμα και τα λόγια συμπόνιας για το 15χρονο είναι ιεροσυλία όταν βγαίνουν από το στόμα τους. Γιατί αυτοί ενισχύουν τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους. Ποινικοποιούν τους αγώνες των μαθητών, των εργατών, των αγροτών. Επιστρατεύουν, συκοφαντούν, χτυπάνε τους απεργούς.
Οι ευρωλάγνοι του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ κολακεύουν τη νεολαία βαφτίζοντας κίνημα το τυφλό ξέσπασμα και ταυτόχρονα αποκηρύσσουν καθολικά τη βία. Είναι ο ΣΥΝ που αποδίδει την εκδήλωση της κρατικής καταστολής στη νεανική ηλικία κραυγάζοντας: «Φαίνεται ότι είναι έγκλημα να είσαι νέος». Ανάγει τη δράση της νεολαίας σε κίνημα που θα πάρει στην πλάτη του την κοινωνία! Τόσος ιδρώτας για να παραγκωνίσει το ρόλο της εργατικής τάξης.
Την ίδια στιγμή «πουλάει φούμαρα» στη νεολαία και μαζί με το δικομματισμό τής ετοιμάζουν το πιο μαύρο μέλλον, όπως και στην εργατική τάξη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα. Εμφανίζουν την καπιταλιστική ΕΕ ως μονόδρομο και για την ικανοποίηση των αναγκών του λαού και της νεολαίας. Η κριτική του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ στην ΕΕ εστιάζεται αποκλειστικά στο ότι πρέπει να γίνει περισσότερο «κοινωνική»! Ενίοτε την επικαλείται και ως φιλεργατική, αφού, π.χ., βγάζει οδηγίες δήθεν για την προστασία των συμβασιούχων.
Η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΝ είναι τα ίδια κόμματα που ψήφισαν και στηρίζουν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, την ανεξέλεγκτη δράση του κεφαλαίου. Οι συνδικαλιστικές τους παρατάξεις μαθαίνουν στη νεολαία ότι το κύριο είναι ποιος έχει το μάνατζμεντ της επιχείρησης και όχι ποιος είναι ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης, των μέσων παραγωγής. Αθωώνουν την ιδιοκτησία ως πηγή εκμετάλλευσης και ζητάνε καλύτερο καταμερισμό του πλούτου ανάμεσα στους εργαζόμενους και τους καπιταλιστές αντί να γίνει όλος ο πλούτος λαϊκή ιδιοκτησία. Είναι τα κόμματα που ξέρουν καλά ότι όσο η δράση παραμένει αυθόρμητη είναι ανώδυνη και ακίνδυνη.
Στην αντίπερα όχθη στέκεται το ΚΚΕ με καθαρές, ξάστερες θέσεις. Ο κόσμος που αγανακτεί και διαμαρτύρεται είναι ανάγκη να μετατρέψει την οργή του σε συνειδητή πολιτική δράση. Να αντιληφθεί ότι κύρια αιτία των προβλημάτων του είναι η εκμεταλλευτική φύση του καπιταλισμού. Οτι αυτή πρέπει να χτυπήσει, και όχι τις τζαμαρίες των μαγαζιών. Και ότι για να γίνει αυτό πρέπει να δημιουργήσει ένα οργανωμένο, μαζικό παλλαϊκό κίνημα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και στόχους. Ενα Μέτωπο όπου η πρωτοπόρα εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της θα κλιμακώσουν την πάλη με στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού. Το οργανωμένο ταξικό εργατικό, λαϊκό κίνημα, αξιοποιώντας κάθε μορφή πάλης που να αντιστοιχεί στους κάθε φορά στόχους του, ασκεί επίσης, αντικειμενικά, βία διεκδικώντας την ικανοποίηση όλων των αναγκών του. Αλλά το οργανωμένο κίνημα των λαϊκών μαζών με επικεφαλής την εργατική τάξη, κόντρα στην εξουσία του κεφαλαίου. Γιατί η εργατική τάξη είναι ο βασικός αντίπαλος του μεγάλου κεφαλαίου στο πεδίο της οικονομίας και άρα και της πολιτικής. Είναι αυτή που οργανώνοντας τον αγώνα της μπορεί να αποτελέσει τη νικηφόρα δύναμη κατάλυσης της κυριαρχίας της αστικής τάξης. Είναι αυτή που μαζί με τους συμμάχους δεν απορρίπτουν καμιά μορφή πάλης. Ετοιμοι να απαντήσουν ανά πάσα στιγμή με οργανωμένη επαναστατική βία της πλειοψηφίας του λαού, τσακίζοντας, συνειδητά και συγκροτημένα, κάθε απόπειρα των εκμεταλλευτών να εμποδίσουν την οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.