Τρίτη 4 Δεκέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
ΘΕΑΜΑΤΑ

Θέατρο
Ο Μπρεχτ και ένας «μαθητής» του
«Ο κύκλος με την κιμωλία» από την «Παιδική Αυλαία»

«Ο κύκλος με την κιμωλία»
«Ο κύκλος με την κιμωλία»
Η «Παιδική Αυλαία» του Γιάννη Καλατζόπουλου, δικαιωματικά, κατέκτησε μια από τις πρωτοπόρες και πρώτες θέσεις στο ποιοτικό παιδικό θέατρο. Και ποιότητα σημαίνει διαπαιδαγωγητική ψυχ-αγωγία των παιδιών. Σεβασμό και καλλιέργεια της μορφωτικής, ψυχοπνευματικής και καλαισθητικής αντιληπτικής ικανότητας που μπορεί να αναπτύσσεται σε κάθε παιδί, αρκεί να του ανοίγεται και να του δείχνεται ο «δρόμος» του καλού και του ωραίου. Σημαίνει δια-τροφή του παιδιού -μέσω του θεάτρου- με όλες εκείνες τις αξίες που ξεχωρίζουν τον άνθρωπο από το ζώο. Που ξεχωρίζουν την κοινωνία από τη ζούγκλα, τη ζωή από το θάνατο, την αλήθεια από το ψέμα, τη δικαιοσύνη από την αδικία, την ανθρωπιά από την απανθρωπιά, την ηθική από την ανηθικότητα, τον αλτρουισμό από τον ατομισμό, τη χαρά της δημιουργίας από τη θλίψη της απραξίας.

Δεν υπήρξε παράσταση της «Παιδικής Αυλαίας», που να μην άνοιγε αυτό το «δρόμο» στα παιδιά. Ο Γιάννης Καλατζόπουλος επιδόθηκε με πάθος σ' αυτό το σκοπό, όχι μόνον παραστασιακά, αλλά και με πολλές διασκευές παραμυθιών και σπουδαίων θεατρικών έργων. Διασκευές εύληπτες και υποδειγματικές διαπαιδαγωγητικά, ευφάνταστες και ελκυστικές θεατρικά. Ανάμεσά τους και η θαυμάσια διασκευή του αριστουργηματικού μπρεχτικού «Κύκλου με την κιμωλία».

«Ενα καινούριο κόκκινο»
«Ενα καινούριο κόκκινο»
«Οδηγός» της διασκευής του Γ. Καλατζόπουλου στάθηκε ο -σπανίως χρησιμοποιούμενος στις παραστάσεις του «Κύκλου»- πρόλογος που έγραψε ο Μπρεχτ για την ιδεολογική «εισαγωγή» των θεατών (αγροτών - εργατών) στο έργο του, το οποίο βασίζεται σε έναν παλιό κινέζικο μύθο. Ο Μπρεχτ στον πρόλογό του έθετε στους θεατές απλά ερωτήματα: Ποιος αγαπά έμπρακτα, δηλαδή αληθινά, και επόμενα ποιος πρέπει να έχει τη γη; Ο τσιφλικάς που ουδέποτε κόπιασε γι' αυτήν, ή ο αγρότης που νυχθημερόν, σ' όλη τη ζωή του μοχθεί για να την καρπίσει; Απάντηση στο ερώτημα του προλόγου του Μπρεχτ δίνει το έργο του με το ερώτημα που θέτει: Ποια γυναίκα αγαπά αληθινά ένα παιδί: Εκείνη που ασυνειδητοποίητα το φέρνει στον κόσμο, ή η γυναίκα που συνειδητά μοχθεί για τη ζωή και το μεγάλωμά του; Ο Γ. Καλατζόπουλος, μυεί τα παιδιά στο μπρεχτικό έργο και δίδαγμα, με ένα σοφό παιδαγωγικά διασκευαστικό εύρημα: Σε ποιο παιδί ανήκει ένα παιχνίδι, λ.χ. μια κούκλα; Σ' αυτό που το έχει αλλά το πετά και το καταστρέφει, ή σ' αυτό που το αγαπά και το προσέχει;

Η διασκευή του Γ. Καλατζόπουλου παρουσιάζεται σε συνεργασία με την «Πολιτιστική Παρέμβαση», στο θέατρο «Βεάκη». Πρόκειται για μια παράσταση ευφρόσυνη για μικρούς και μεγάλους. Μια παράσταση που κάνει τα παιδιά κοινωνούς του διδάγματος του Μπρεχτ, εντυπωσιακά συμμέτοχους στην απάντηση του μυθοπλαστικού δικαστικού «αινίγματος». Μια παράσταση με πολύ χιούμορ και ευφάνταστα σκηνοθετικά παίγνια (Γ. Καλατζόπουλος). Με μελωδικότατα τραγούδια και παίζουσα μουσική (Δημήτρης Λέκκας), εκφραστικές χορογραφίες (Κ. Ανδριοπούλου), λιτό σκηνικό και αρμόζοντα κοστούμια (Σπύρος Κωτσόπουλος) και εύφορη υποκριτική και από τους έμπειρους και από τους νέους ηθοποιούς. Ο Γιάννης Καλατζόπουλος πλάθει ένα διαβολεμένα κλοουνίστικο δικαστή (δικαστής Αζντάκ). Ο Κώστας Δαρλάσης έναν νηφάλιο, καλόκαρδο παππού. Ο Σπύρος Κωστόπουλος μεταμορφώσιμος σε όλους τους ρόλους του. Η Χριστίνα Βαλώση, φυσιογνωμικά αλλά και υποκριτικά είναι μια ελπιδοφόρα ενζενί. Η Εύα Δημητρίου πρέπει να βάλει μέτρο στην εκφραστική της ικανότητα και να δουλέψει τη φωνή και το λόγο της. Ο νέος Γιάννης Γούνας δείχνει ηθοποιός με μέλλον. Διαθέτει ασκημένο λόγο και κίνηση, αμεσότητα, φυσικότητα, χιούμορ.

«Ενα καινούριο κόκκινο» στο «Πόρτα»

Στην αρχαιότητα, ακόμα και στη Δημοκρατία του Περικλή, όλοι οι «οικοδόμοι» (αρχιτέκτονες, μηχανικοί, γλύπτες, ζωγράφοι) ελάχιστα απείχαν από τους δούλους. Ούτε ο Φειδίας μπορούσε να βάλει την υπογραφή του σε έργο του. Υπό καθεστώς δουλείας, έρμαια της βούλησης των αρχόντων, ήταν οι δημιουργοί και στους ρωμαϊκούς και στους μετά Χριστόν αιώνες. Στους υπηρέτες των βασιλέων και φεουδαρχών κατατάσσονταν, με αυτούς έτρωγαν και κοιμούνταν οι «τεχνίτες», όπως χαρακτηρίζονταν οι καλλιτέχνες. Η λέξη «καλλιτέχνης» ουσιαστικά απαγορευόταν. Επρεπε να μεσολαβήσουν τα θαύματα της ιταλικής Αναγέννησης, για να διεκδικήσουν και να κατακτήσουν οι δημιουργοί μια μικρή θέση στον ήλιο, την αναγνώρισή τους ως καλλιτεχνών και μια στοιχειωδώς ανεξάρτητη διαβίωση. Παρέμεναν, πάντως, υπό το καθεστώς της βούλησης, των επιλογών και «χορηγιών» των αρχόντων.

Η πολύμορφη εξάρτηση των καλλιτεχνών -όλων των τεχνών- είναι μια πανάρχαια αμαρτία της πολιτικοοικονομικής εξουσίας- ιδιαίτερα στη Δύση- η οποία, με διάφορες μορφές, συνεχίζεται, αν δεν υποτροπιάζει, στην εποχή μας. Η ανυπότακτη τέχνη και ο καλλιτέχνης που αντιστέκεται στα γούστα, στις σκοπιμότητες, στις μεθοδεύσεις, στις δεσμευτικές επιλογές της όποιας καταπιεστικής, εκμεταλλευτικής εξουσίας, που διεκδικεί το σεβασμό και την ελευθερία της ανθρώπινης και καλλιτεχνικής του βούλησης και έκφρασης, αντιμετωπιζόταν ανέκαθεν ως «κόκκινο πανί». Αλλά αυτό το «κόκκινο πανί» παραμένει, διαλεκτική, αδήριτη ανάγκη για την εξέλιξη της κοινωνίας και της δημιουργίας. Η καταστροφή του θα σήμαινε σταδιακή νέκρωση της κοινωνίας, επόμενα και της δημιουργίας.

Αυτό το μήνυμα, έμμεσα, προκύπτει από το έργο του -επηρεασμένου από τον Μπρεχτ, πολυγραφότατου Αγγλου δραματουργού, άγνωστου μέχρι τώρα στην Ελλάδα) Χάουαρντ Μπάρκερ «Ενα καινούριο κόκκινο». Ενα έργο εξαιρετικά ενδιαφέρον, «κινηματογραφικής» δομής, ποιητικού ρεαλισμού, σαρκαστικής ειρωνείας, με επίκαιρο πολιτικό χαρακτήρα παρά το μακρινότατο από την εποχή μας ιστορικό φόντο του και το φαινομενικά κυρίαρχο ερωτικό μύθο του. Ο συγγραφέας, για να καυτηριάσει τη χρησιμοποίηση της τέχνης από την εξουσία, τις προσπάθειες ποδηγέτησης των καλλιτεχνών από την εξουσία, για να υπογραμμίσει το χρέος της καλλιτεχνικής δημιουργίας να αντιστέκεται στις σκοπιμότητες της εξουσίας, βασίζει το κεντρικό πρόσωπο του έργου, ένα πλάσμα πληγωμένο, αλλά δυνατό, οργισμένο, ατιθάσευτο, σ' ένα ιστορικό πρόσωπο. Στη ζωγράφο της Ιταλικής Αναγέννησης Αρτεμίζια Τζεντιλέσι. Κόρη ζωγράφου, διδαγμένη από τον πατέρα της, βιασμένη σε νεαρή ηλικία, ντροπιασμένη από τους ιατρο-ιεροεξεταστές, συκοφαντημένη από το βιαστή της, ξεριζωμένη από τη γενέτειρά της, την ακμάζουσα καλλιτεχνικά Τοσκάνη, που διεκδίκησε την ελευθερία, την αυτοδιάθεσή της σαν άνθρωπος, γυναίκα και ζωγράφος. Ενας τέτοιος καλλιτέχνης και μάλιστα γυναίκα, με έργα ριζοσπαστικής θεματικής και μορφολογίας, όχι μόνον στον 16ο αιώνα, αλλά και στην εποχή μας, αποτελεί για κάθε αυταρχική εξουσία «κόκκινο πανί».

Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης μετέφρασε (μαζί με τη Μαριλένα Παναγιωτοπούλου) και σκηνοθέτησε το έργο με αισθητική γνώση και μοντερνιστική τόλμη. Η παράστασή του είναι ένα κράμα σκληρού ρεαλισμού και ποίησης, μια αμφίδρομη αντανάκλαση του ιστορικού, κοινωνικού, καλλιτεχνικού παρελθόντος στο παρόν, με συνδημιουργούς τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς του Φίλιππου Κουτσαφτή, το λιτό, λειτουργικό σκηνικό της Ελένης Μανωλοπούλου, τα διαχρονικά κοστούμια της Κλερ Μπρέισγουελ, τις μουσικές επιλογές του Κώστα Σουρβανού. Αδυναμία της οι κάπως αργοί ρυθμοί της και ο όχι πάντα καλά προφερόμενος λόγος ώστε να φτάνει ευκρινής και στην τελευταία σειρά της αίθουσας. Η Καρυοφιλιά Καραμπέτη υπηρετεί τον κεντρικό ρόλο, καταθέτοντας τα ασκημένα, δυναμικά εκφραστικά της μέσα και τον ιδιοσυγκρασιακό «ερωτισμό» της. Ο Κωνσταντίνος Τζούμας μορφοποιεί εύστοχα τον κυνισμό, την υποκρισία, τον αυταρχισμό του «φιλότεχνου» Δόγη, όπως και ο Μενέλαος Ζαχαράκης του Καρδιναλίου. Αξιοσημείωτοι ερμηνευτικά είναι οι Κρατερός Κατσούλης, Εύα Κοταμανίδου (τεχνοκριτικός), Κώστας Φαλελάκης (αδελφός του Δόγη). Θετική είναι, όμως, η συμβολή και όλων των ηθοποιών στους μικρούς ρόλους.


ΘΥΜΕΛΗ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ