Πέμπτη 13 Ιούλη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
«Θέλω τον πατέρα μου!»

«

Αυτονόητο δεν είναι να βλέπεις τον πατέρα σου; Να έχεις λίγο χρόνο μαζί του; Οταν είσαι μικρή να παίζεις μαζί του, να σε σηκώνει ψηλά και εσύ να τον ταλαιπωρείς; Να θυμώνεις μαζί του όταν σε μαλώνει, να κλαις ή να του κρατάς μούτρα; Να σε συμβουλεύει και να διαφωνείτε; Να τσακώνεστε, βρε αδερφέ, να φωνάζετε ο ένας στον άλλον;

Ολα αυτά τα αυτονόητα, εγώ δεν τα έζησα ποτέ. Δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να τον χαρώ. Αυτό που θυμάμαι είναι τον πατέρα μου να λείπει από το σπίτι για ατελείωτες περιόδους ή να είναι σπίτι αλλά να κρύβεται, να μην μπορεί να βγει έξω, να μην μπορεί να μας πάει μια βόλτα. Θυμάμαι τη μητέρα μου, να μας παίρνει από το χέρι και να μας πηγαίνει σε διάφορα άγνωστα ή φιλικά σπίτια για να τον δούμε λίγο, μέσα στο πιο σκοτεινό και μικρό δωμάτιο του σπιτιού ή στην κρυφή αποθήκη.

Κι όμως, ο πατέρας μου θα ήθελε πολύ να είναι μαζί μας. Το νιώθω κάθε φορά που τον βλέπω. Και η μητέρα μου θα ήθελε να είναι μαζί μας. Ούτε καμιά περίεργη δουλιά κάνει. Ούτε έχει κάνει ποτέ κακό σε κάποιον, για να καταλάβω, έστω, γιατί δεν μπορεί να κυκλοφορήσει ποτέ στο δρόμο. Το μόνο που έχει κάνει είναι ότι έχει άποψη και την εκφράζει. Και η άποψή του δε συνάδει με τη θέληση του καθεστώτος. Και αυτό, όπως συνειδητοποίησα τώρα μεγαλώνοντας, είναι, ίσως, αυτονόητο σε κάποιες άλλες χώρες, αλλά είναι έγκλημα στη χώρα μου, την Τυνησία.

Εγκλημα, προφανώς, ήταν ότι στις 27 Φεβρουαρίου του 1998 βγήκε να μας ψωνίσει τρόφιμα και δε γύρισε ποτέ πια. Εχουν περάσει δύο χρόνια και δεν τον έχω δει καθόλου. Καταδικάστηκε, το 1999, ερήμην σε 9 χρόνια και 3 μήνες φυλάκισης στην απομόνωση. Την απορία, τη θλίψη και το ακαθόριστο συναίσθημα αδικίας, των παιδικών μου χρόνων, έχει διαδεχτεί, πια, η οργή και η πίστη ότι το δίκιο είναι με το μέρος του πατέρα μου που αγωνίζεται για τα αυτονόητα αλλά και το δικό μας που έχουμε δικαίωμα στο αυτονόητο της παρουσίας του δίπλα μας. Επειδή, ακριβώς, είμαι περήφανη γι' αυτόν και επειδή δε θέλω οι δύο μικρότερες αδελφές μου να μεγαλώσουν χωρίς αυτόν, αποφάσισα να σταματήσω και εγώ κάτι αυτονόητο. Είμαι σε απεργία πείνας από τις 28 Ιουνίου και δεν προτίθεμαι να σταματήσω, αν δεν τον δω»

Τα λόγια ανήκουν στην 17χρονη Nadia Hammami, και μόνο η -επιτρέψτε μας, όχι κατά λέξη - αντιγραφή σε εμάς. Ο πατέρας της, Hamma Hammami, είναι ο εκπρόσωπος Τύπου του, εκτός νόμου για το καθεστώς Μπεν Αλι, Τυνησιακού Κομμουνιστικού Κόμματος Εργατών. Στα μέσα Ιουλίου 3 εκπρόσωποι της Διεθνούς Αμνηστίας και της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έφθασαν στην Τύνιδα, όπου δεν τους επιτράπηκε, καν, να βγουν από το αεροδρόμιο. Η Nadia, μάλλον, σταμάτησε την απεργία πείνας μετά από εκκλήσεις του ίδιου του πατέρα της, τον οποίο κατάφεραν, με πολλή δυσκολία, να προσεγγίσουν στην απομόνωση εκπρόσωποι τυνησιακών οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

ΗNadia, όμως, όπως και οι αδελφές της, δε θα δει τον Hamma για πολλά χρόνια ακόμη. Δε θα ζήσει ποτέ το αυτονόητο, που ζούμε εμείς. Οπως και πολλά άλλα παιδιά στην Τυνησία και σε άλλες χώρες του κόσμου. Αυτό, φυσικά, δεν αποτελεί παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για τους, απανταχού, αυτόκλητους υπερασπιστές τους που, σε άλλες περιπτώσεις, αιματοκύλησαν χώρες ολόκληρες στο όνομά τους. Γιατί, άλλωστε, να τους ενοχλεί; Ολα βαίνουν άψογα, σε οικονομικό, εμπορικό και πολιτικό, επίπεδο συνεργασίας με το καθεστώς του Μπεν Αλι στην Τύνιδα. Είναι άξια απορίας, απέχθειας και οργής, η ευελιξία με την οποία χρησιμοποιούνται, γίνονται σεβαστά ή καταπατιούνται αυτά τα αυτονόητα δικαιώματα. Λες και τα μάτια ενός παιδιού που αναζητά τον πατέρα του έχουν καμία διαφορά, σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου;


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ