Τετάρτη 13 Δεκέμβρη 2023
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΝΕΟΛΑΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)

Πλευρές του ανταγωνισμού στην Ανώτατη Εκπαίδευση

Η ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι μια πάγια επιδίωξη του κεφαλαίου στην Ελλάδα, από τα χρόνια ακόμα της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Από το μακρινό 1992, με τη Συνθήκη του Μάαστριχ κι αργότερα το 1999, που η χώρα μας υπέγραφε και τη Διακήρυξη της Μπολόνια, τη στρατηγική της ΕΕ για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, έμπαινε επί τάπητος το πώς θα εφαρμοστούν στα πανεπιστήμια οι 4 «ελευθερίες» του Μάαστριχ: Κίνησης εργατικού δυναμικού, υπηρεσιών, εμπορευμάτων και κεφαλαίων. Για τα (δημόσια ακόμα) πανεπιστήμια, αυτό μεταφράστηκε σε εξάπλωση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, εμπορική εκμετάλλευση της προσφερόμενης εκπαίδευσης, των ερευνητικών αποτελεσμάτων, της περιουσίας και όλων των λειτουργιών των πανεπιστημίων και τέλος δημιουργία επενδυτικών ευκαιριών.

Στα 30 χρόνια που μεσολάβησαν, έγιναν βήματα σε αυτήν την κατεύθυνση από όλες τις κυβερνήσεις και στους τέσσερις τομείς. Οι νόμοι Γιαννάκου, Διαμαντοπούλου, Γαβρόγλου και Κεραμέως, όλων δηλαδή των κυβερνήσεων ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ όλα αυτά τα χρόνια, έβαλαν ο καθένας την υπογραφή του στο νέο τοπίο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Στη χρόνια υποστελέχωση προστέθηκε το πάγωμα των προσλήψεων για πάνω από 10 χρόνια, για να αλλάξει εντελώς η σύνθεση των εργαζομένων στα πανεπιστήμια, με τους συμβασιούχους να αυξάνονται σταθερά σε σχέση με τους μόνιμους. Η εντατικοποίηση και η εργασιακή ανασφάλεια τσακίζει κόκαλα, ειδικά στο υψηλής ειδίκευσης προσωπικό που καλύπτει διδακτικές και ερευνητικές ανάγκες. Το ερευνητικό έργο, όταν δεν υπακούει στους κανόνες των χρηματοδοτικών προγραμμάτων, από τα οποία τη μερίδα του λέοντος παίρνουν μεγάλες εταιρείες που επιβάλλουν και τους όρους τους σε αυτά, προσαρμόζεται στις πρόσκαιρες απαιτήσεις της αγοράς υπό τον παραπλανητικό και αντιεπιστημονικό διαχωρισμό της εφαρμοσμένης από τη βασική έρευνα.


Μπήκαν δίδακτρα. Αρχικά σε επιλεγμένα μεταπτυχιακά, για να γενικευτούν στη συνέχεια στα περισσότερα, και με την περσινή εγκύκλιο του ΥΠΑΙΘΑ να καταργεί πλέον οριστικά την όποια κρατική χρηματοδότηση σε αυτά. Ακολούθησαν στα διάφορα άλλα προγράμματα που αναπτύχθηκαν, όπως τα πολυδιαφημισμένα ξενόγλωσσα προπτυχιακά, στα οποία θα μπορούν πλέον να εγγράφονται και Ελληνες φοιτητές - σύμφωνα με πρόσφατες εξαγγελίες του ΥΠΑΙΘ. Ιδρύθηκαν σε κάθε πανεπιστήμιο εταιρείες αξιοποίησης της περιουσίας τους με διαφορετικό ΑΦΜ και αδιαφανείς διαδικασίες. Ενισχύθηκε η λειτουργία των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Ερευνας (ΕΛΚΕ), δηλαδή του βασικού μηχανισμού της επιχειρηματικής λειτουργίας των ΑΕΙ, σε σημείο ώστε σήμερα η αναλογία του προϋπολογισμού του ΕΛΚΕ έναντι της τακτικής κρατικής επιχορήγησης σε ένα ΑΕΙ να φτάνει ακόμα και το 10:1 και να αποτελεί δείκτη «αυτονομίας» του πανεπιστημίου από την κρατική χρηματοδότηση. Δόθηκε «πράσινο φως» και κίνητρα για ίδρυση εταιρειών spinoff και startup από μέλη ΔΕΠ, ερευνητές και φοιτητές και επενδύσεις κεφαλαίων των ΕΛΚΕ σε εταιρικά σχήματα.

Παράλληλα, ενισχύθηκε η αγορά της μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με ιδιωτικά ΙΕΚ, «κολέγια», franchising ξένων πανεπιστημίων που έχουν σοβαρή τεχνογνωσία δεκαετιών στο πώς η εκπαίδευση μπορεί να κάνει μεγάλους τζίρους.

Ωστόσο κάτι ακόμα έλειπε...

Η «ελευθερία κίνησης κεφαλαίων» του Μάαστριχ δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί μόνο από τις εμπορικές συναλλαγές με το (δημόσιο) πανεπιστήμιο και τις επενδυτικές ευκαιρίες σε ερευνητικά προϊόντα, που όσο να 'ναι έχουν και το ρίσκο τους... Τα «φυλακισμένα» λιμνάζοντα κεφάλαια έψαχναν να βρουν διέξοδο σε εγγυημένα πεδία κερδοφορίας και στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

Και τι έχει πιο εγγυημένη πελατεία και τζίρο από την κάλυψη μιας πραγματικής, επιτακτικής ανάγκης της κοινωνικής πλειοψηφίας; Οπως είναι οι αυτοκινητόδρομοι, οι σιδηροδρομικές και αεροπορικές μεταφορές, η πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια, η Υγεία, οι υπηρεσίες Πρόνοιας και φροντίδας των ευάλωτων, και φυσικά η Εκπαίδευση, αυτή η τόσο απαραίτητη λειτουργία για την αναπαραγωγή του εργατικού δυναμικού... Ετσι λοιπόν μετά την «απελευθέρωση» της Ενέργειας και των σιδηροδρόμων, το επόμενο διάστημα ετοιμαζόμαστε να υποδεχτούμε αγωνιστικά και το νομοσχέδιο για το «ελεύθερο πανεπιστήμιο»...

Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα διαρροές και δηλώσεις, το επικείμενο νομοσχέδιο αναπτύσσεται σε δύο άξονες: «Απελευθέρωση από την κρατική γραφειοκρατία» και «απελευθέρωση από το κρατικό μονοπώλιο». Η μόνη ελευθερία τελικά που δεν κατοχυρώνεται είναι το δικαίωμα στις δημόσιες, δωρεάν, υψηλού επιπέδου σπουδές που θα εξασφαλίζουν δουλειά στο αντίστοιχο επάγγελμα. Το μόνο που απελευθερώνει το νομοσχέδιο είναι οι δυνατότητες προσέλκυσης πελατείας είτε στο δημόσιο είτε στα ιδιωτικά - μη κρατικά.

Ο πρώτος άξονας αναφέρεται στην αυτονόμηση των δημόσιων ΑΕΙ από την κρατική χρηματοδότηση, δηλαδή στην πλήρη παράδοση των πανεπιστημίων στις διαθέσεις της αγοράς. Στη λογική της εξωστρέφειας, ως πελατεία υποδεικνύεται η δεξαμενή των φοιτητών από χώρες εκτός Ελλάδας - πρωτίστως - και ως εργαλείο τα ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών διαφόρων ταχυτήτων: Μεταπτυχιακά, μικρής διάρκειας, θερινά σχολεία, κοινά και διπλά προγράμματα, όλες οι εκδοχές προϊόντων που προβλέπει το «πανεπιστήμιο των νέων οριζόντων» (Ν. Κεραμέως).

Ο δεύτερος αναφέρεται στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων και στοχεύει, μάλιστα, ένα μέρος της πελατείας τους να καλυφθεί από φοιτητές που φεύγουν στο εξωτερικό για σπουδές. Εδώ ακούγεται πολλές φορές το επιχείρημα ότι μαζί τους «φεύγουν έσοδα στο εξωτερικό». Γιατί τους πήρε ο πόνος όμως; Για τις οικογένειες που θα πληρώνουν είτε έξω είτε εδώ, είναι λίγο - πολύ το ίδιο. Για το κράτος, όμως, η ανακοπή της ροής αυτών των χρημάτων θα σημάνει μεταξύ άλλων τη δυνατότητα ενίσχυσης με κρατικό χρήμα του κεφαλαίου σε διάφορους τομείς...

Ολα φωνάζουν ότι το κόστος θα αυξηθεί

Μας λένε: «Η ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ θα λειτουργήσει ανταγωνιστικά με το δημόσιο πανεπιστήμιο και αυτό θα οδηγήσει στη βελτίωση του τελευταίου». Αφήνουμε κατά μέρος ότι ο ανταγωνισμός ως χαρακτηριστικό του μηχανισμού της αγοράς δεν έχει οδηγήσει ποτέ και πουθενά σε μακροχρόνια βελτίωση των συνθηκών ζωής για την κοινωνική πλειοψηφία. Αντίθετα, οδηγεί σε καταστροφή ανθρώπινων και υλικών πόρων σε όλα τα επίπεδα.

Ποια προβλήματα θα λύσει ο ανταγωνισμός στα πανεπιστήμια;

Τη δυνατότητα με το πτυχίο να εργαστείς στο αντικείμενο με δικαιώματα; Μα ο ανταγωνισμός, στο έδαφος της αποσύνδεσης του πτυχίου από το επάγγελμα, θα μεγαλώσει τη στρατιά των άνεργων πτυχιούχων, αλλά και θα συμπιέσει προς τα κάτω τα δικαιώματα όσων καταφέρουν να εργαστούν.

Τις υποδομές και τη φοιτητική μέριμνα; Μα, λειτουργία με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια σημαίνει: Εσοδα - έξοδα, κεφαλαιοποίηση και επενδύσεις κερδών, βιωσιμότητα επενδύσεων. Δηλαδή τα έσοδα (δίδακτρα, εκμετάλλευση χώρων, επένδυση σε εταιρείες, πώληση ειδών κ.λπ.) θα πρέπει να επενδύονται εκεί που αναμένεται τζίρος και μέγιστο κέρδος, αλλιώς κινδυνεύει η βιωσιμότητα του ίδιου του πανεπιστημίου ή ενός προγράμματος σπουδών. Δηλαδή, με όρους αγοράς, δεν στέκει να έχεις έσοδα από τα ξενόγλωσσα προγράμματα και αντί να τα επενδύεις σε αντίστοιχα κερδοφόρα πεδία, να ενισχύεις με αυτά τα δωρεάν προπτυχιακά προγράμματα, που ναι μεν υποφέρουν από πολλές ελλείψεις, αλλά λειτουργούν ως καταβόθρα χρημάτων χωρίς άμεση απόδοση. Ταυτόχρονα τα έξοδα (μισθοί, υποδομές, φοιτητική μέριμνα) πρέπει να μειώνονται για να μεγαλώνει το περιθώριο κέρδους. Αυτό αντικειμενικά θα οδηγεί σε σταδιακή κατάργηση των δωρεάν υπηρεσιών και ενίσχυση της ανταποδοτικής λειτουργίας τους.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τις ΣΔΙΤ για τις εστίες. Προφανώς για μια οικογένεια ένα μικρό ενοίκιο της τάξης των 200 -300 ευρώ σε μια νεοανεγερθείσα, σύγχρονη εστία είναι προτιμότερο από τα νοίκια στην αγορά κατοικίας που έχουν ξεφύγει. Από τη στιγμή όμως που θα καταργηθεί η δωρεάν φοιτητική στέγη - έστω και για μια μερίδα δικαιούχων, όπως σήμερα - και μπουν στο παιχνίδι οι επενδυτές, το ενοίκιο στην εστία μόνο προς τα πάνω θα πηγαίνει και χωρίς τον «ανταγωνισμό» από τη δωρεάν εστία να το φρενάρει. Το παράδειγμα του UC Berkeley στις ΗΠΑ είναι χαρακτηριστικό. Αρχικά ξεκίνησε επενδύοντας στη φοιτητική στέγη, για να γίνει σταδιακά ο μεγαλύτερος ιδιοκτήτης ακινήτων στην αγορά της Καλιφόρνια. Το ξέφρενο ανοδικό ράλι των ενοικίων των τελευταίων χρόνων (κάτι σαν αυτό που ζούμε στη χώρα μας με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις) οδήγησε τις τιμές και των ακινήτων του Berkeley προς τα πάνω, με αποτέλεσμα να μην μπορούν πλέον να αντέξουν το κόστος ούτε οι φοιτητές ούτε οι εργαζόμενοι σε αυτό, οι οποίοι κατέληξαν να μένουν μακριά από το Πανεπιστήμιο. Η εντατικοποίηση μάλιστα της εργασίας δεν τους επέτρεπε να πηγαινοέρχονται στα σπίτια τους κι ορισμένοι επέλεγαν να κοιμούνται στα εργαστήριά τους. Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση, κατέβηκαν πέρσι σε απεργία πολλών εβδομάδων, που κατέληξε σε συμφωνία με την εργοδοσία για αυξήσεις έως και 60%.

Το κόστος σπουδών και φοίτησης; Προφανώς θα αυξηθεί. Οπου έχει μπει η λογική της ανταποδοτικής λειτουργίας (βλ. κοινωνικές υπηρεσίες δήμων, υπηρεσίες Υγείας κ.λπ.) το κόστος αυξάνεται.

Κι επειδή κάποιες δυνάμεις, π.χ. το ΠΑΣΟΚ, κρύβονται πίσω από τη διάκριση μεταξύ μη κερδοσκοπικών και κερδοσκοπικών επιχειρήσεων: Στο τέλος της μέρας, λίγο ενδιαφέρει τον αποδέκτη των υπηρεσιών μιας τέτοιας επιχείρησης (βλ. φοιτητή), αν τα κέρδη που οφείλουν να έχουν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια για να είναι βιώσιμα, επενδύονται στον επόμενο κύκλο ή μοιράζονται μεταξύ των εταίρων...



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ