Ολα αυτά βγήκαν στον αφρό της δημοσιότητας με το περιστατικό του περασμένου Σαββάτου, όπου ο 38χρονος τοξικομανής Δ. Αϊβατζίδης αναστάτωνε με πυροβολισμούς το κέντρο της Αθήνας. Ετσι ξανακούστηκαν κραυγές για ασφάλεια. Περισσότερη ασφάλεια... Τόση, που ο απλός άνθρωπος του μόχθου να πειστεί ότι μόνον υπό το κράτος του νόμου της καταστολής μπορεί να ζει «ήσυχος» και «ασφαλής».
Οχι. Θα του δώσει περισσότερη αστυνόμευση και καταστολή. Για να αντιμετωπιστεί - δήθεν - η εγκληματικότητα. Η τελευταία δημιουργείται μέσα στο «θερμοκήπιο» της ασύδοτης κυριαρχίας των νόμων της αγοράς, της παραοικονομίας, του «ξεπλύματος» βρώμικου χρήματος από μεγαλοεπιχειρηματίες, αλλά και από την υποβάθμιση των συνθηκών ζωής των πολιτών, μέσα από οικονομικές πολιτικές, που οξύνουν την ανεργία, υποβαθμίζουν το περιβάλλον, περιθωριοποιούν μεγάλα τμήματα της νεολαίας που στρέφονται στον ψεύτικο κόσμο των ναρκωτικών. Για την αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων, οι κρατούντες, όχι μόνο δεν κάνουν τίποτα, αλλά πράττουν ακριβώς τα αντίθετα. Και μετά μιλούν για την ανάγκη περισσότερης αστυνομοκρατίας.
Πόσες αστυνομικές δυνάμεις διατίθενται για την αστυνόμευση και καταστολή των κινητοποιήσεων; Πόσες κάμερες - ρουφιάνοι θα εγκατασταθούν στην Αθήνα, ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004; Αυτοί που κραυγάζουν για «καλύτερα φυλασσόμενη πόλη» μήπως φαντάζονται μιαν Αθήνα που να μοιάζει στη Ν. Υόρκη της «μηδενικής ανοχής»; Οπου δεν υπάρχει δρόμος, που να μην παρακολουθείται από κάμερες, ραντάρ και αστυνομικούς, επιδιώκοντας την υποταγή στην κρατική τρομοκρατία; Αυτό επιδιώκουν οι εκπρόσωποι της εξουσίας, για την ασφάλεια της δικής τους εξουσίας, προκειμένου να συνεχίζεται η άκρατη εκμετάλλευση.