Πέμπτη 26 Ιούλη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΑΠΟ ΜΕΡΑ ΣΕ ΜΕΡΑ

Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Ανάπτυξη... της φτώχειας

Τα στοιχεία της ετήσιας πανελλαδικής δειγματοληπτικής έρευνας της ICAP, που φιλοξενήθηκαν χτες στις πρώτες σελίδες όλων των εφημερίδων - σε ορισμένες μάλιστα έγιναν πρώτο θέμα- είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικά και ταυτόχρονα προκλητικά, για την ουσία και το περιεχόμενο της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Αποκαλυπτικά, γιατί τεκμηριώνουν, με την ψυχρή γλώσσα των αριθμών, την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης Σημίτη. Προκλητικά, γιατί μας πληροφορούν ότι όσο αυξάνεται η πίτα του ΑΕΠ (δηλαδή του εθνικού πλούτου) τόσο μεγαλώνει ο αριθμός των λαϊκών νοικοκυριών που βλέπει το βιοτικό του επίπεδο να χειροτερεύει. Αδιάψευστος μάρτυρας τα εξής δύο στοιχεία της πολυσέλιδης έρευνας της ICAP, σύμφωνα με τα οποία: Πρώτον, για το έτος 2000 (δηλαδή ένα χρόνο πριν την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ) «το 42,3% των νοικοκυριών θεώρησαν ότι η οικονομική τους κατάσταση επιδεινώθηκε», ενώ για το 1999 το ποσοστό αυτό ήταν 31%. Δεύτερον, για το έτος 2001 (πρώτος χρόνος πλήρους ένταξης στην ΟΝΕ και τη ζώνη του ευρώ, που υποτίθεται ότι οι εργαζόμενοι θα απολάμβαναν τους καρπούς των μακροχρόνιων θυσιών της μονόπλευρης λιτότητας), «το 35% των νοικοκυριών αναμένει οικονομική επιδείνωση», αντί 20% πέρσι και μόνο το 14,7% αισιοδοξούν ότι το εισόδημά τους θα βελτιωθεί (αντί 27% πέρσι).

Το μήνυμα, που εκπέμπουν τα συγκεκριμένα στοιχεία της ICAP, είναι σαφές. Για τα πλατιά λαϊκά στρώματα ισχύει η λαϊκή παροιμία «κάθε πέρσι και καλύτερα» ή «κάθε φέτος και χειρότερα», αφού χρόνο με το χρόνο αυξάνεται ο αριθμός των νοικοκυριών που διαπιστώνουν ότι το βιοτικό τους επίπεδο χειροτερεύει και ταυτόχρονα μειώνεται ο αριθμός εκείνων που αισιοδοξούσαν πως θα βελτιωθεί η οικονομική τους κατάσταση. Αντίθετα, για τους μεγαλοεπιχειρηματίες, η εφαρμοζόμενη πολιτική αποδείχνεται χρυσοφόρα, καθώς χρόνο με το χρόνο γίνονται πλουσιότεροι. Σ' αυτό συνηγορούν και άλλα επίσημα στοιχεία (ισολογισμοί επιχειρήσεων, στοιχεία υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, Τράπεζας Ελλάδας, Eurostat κλπ.), που καταγράφουν τις εξελίξεις στο μέτωπο των λαϊκών εισοδημάτων και της κερδοφορίας των μεγάλων, κυρίως, επιχειρήσεων.

Αποτελεί στην ουσία κοινό μυστικό -που μόνο οι κυβερνώντες αρνούνται να παραδεχτούν- ότι οι μεγάλοι κερδισμένοι από την οικονομική πολιτική, είναι το μεγάλο κεφάλαιο. Αντίθετα, για τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, που είναι οι εργαζόμενοι και τα πλατιά λαϊκά στρώματα, η κυβερνητική πολιτική και η καπιταλιστική ανάπτυξη, παράγουν και αναπαράγουν τη φτώχεια, είτε με την αύξηση της ανεργίας, είτε με την αναζωπύρωση του πληθωρισμού και της ακρίβειας στην αγορά, είτε με την περικοπή των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα είτε ακόμη και με την κατρακύλα των τιμών των μετοχών στο χρηματιστήριο, για όσους εργαζόμενους εγκλωβίστηκαν, προσδοκώντας πρόσθετο εισόδημα απ' αυτό.

Ετσι, οι δηλώσεις του πρωθυπουργού και του υπουργού Εθνικής Οικονομίας, ότι «η οικονομία πάει καλά», έχουν συγκεκριμένους αποδέκτες. Απευθύνονται στην ολιγαρχία του πλούτου και όχι στους εργαζόμενους. Ομως, οι εργαζόμενοι, μπορούν -κάτω από προϋποθέσεις- να βάλουν φρένο στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης που παράγει «ανάπτυξη» της φτώχειας. Οπως, επίσης, μπορούν να βελτιώσουν το βιοτικό τους επίπεδο, στην πορεία ανάπτυξης ενός μετώπου πάλης -με τους αγρότες, τους βιοτέχνες και γενικότερα τα πλατιά λαϊκά στρώματα- με στόχο την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής, ανεξαρτήτως αν εφαρμόζονται από «σοσιαλιστικά» κόμματα (όπως το ΠΑΣΟΚ) ή δεξιά και νεοφιλελεύθερα (όπως η ΝΔ) που εναλλάσσονται στην κυβερνητική εξουσία. Το απέδειξαν οι πρόσφατες κινητοποιήσεις για το Ασφαλιστικό, καθώς και η ικανοποίηση ορισμένων αιτημάτων, που απέσπασαν με τις πρόσφατες κινητοποιήσεις οι εργαζόμενους σε διάφορους κλάδους και τομείς της οικονομίας.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ