Τα ποιήματα παρατίθενται και στο πρωτότυπο. Κάποια από αυτά τα δώδεκα ποιήματα διασώθηκαν με αρκετούς στίχους. Ενα παράδειγμα: «εγώ δε φίλημμ' αβροσύναν/() τούτο και μοι το λάμπρον έρως τωελίω/ και το κάλον λέλογχε» («αγαπώ την τρυφεράδα, και τούτο μου έλαχε απ' τον έρωτα του ήλιου: το φως και το καλό»). Αλλα με δυο - τρεις στίχους. Εδώ να σημειωθεί ότι οι δύο σωζώμενοι στίχοι ενός ποιήματος - «πλήρης μεν εφαίνετ' α σελάννα/ αι δ' ως περί βωμόν εστάθησαν» («άστραφτε η πανσέληνος/ κι εκείνες στάθηκαν γύρω απ' το βωμό») ενέπνευσε στην Φ. Στεφανίδη, έναν - τολμούμε να πούμε - αριστουργηματικής τέχνης νυχτερινό πίνακα. Αλλα ποιήματα σώζονται ως μονόστιχα σπαράγματα, λ.χ.: «αερίων επέων άρχομαι αλλ' ονάτων» («μ' αιθέρια λόγια ξεκινώ, μα που απόλαυση χαρίζουν»). Αλλα με λιγοστές λέξεις. Αλλα με τρεις, δυο, ή και με μία λέξη τους. Λ.χ. από κάποιο ποίημα διασώθηκαν οι λέξεις «όπταις άμμε» («με καις») και η Φ. Στεφανίδη είδε μέσα από αυτές να ξεπροβάλλει ένα «καμμένο» από τον έρωτα γυναικείο πρόσωπο. Κάποιου ποιήματος διασώθηκε μόνο μια λέξη «βεύδος», την οποία η Φωτεινή Στεφανίδη αποδίδει ως «διάφανο ρούχο, πολύτιμο» και από την οποία εμπνεύστηκε έναν υπεραισθαντικό γυμνό νεανικό γυναικείο σώμα μισοτυλιγμένο με αραχνοϋφαντο σάλι, που εικονογραφεί και το εξώφυλλο.