INTIME NEWS |
Γιατί οι ανάγκες και τα μέτρα που θα εξασφάλιζαν το ασφαλές άνοιγμα όλων των σχολείων είναι γνωστά από τον Αύγουστο. Φώναζαν, πάλευαν και διεκδικούσαν γι' αυτά γονείς, εκπαιδευτικοί και μαθητές: Σχεδιασμός για επιπλέον αίθουσες για να αραιώσουν οι μαθητές στις τάξεις, προσλήψεις επιπλέον εκπαιδευτικού προσωπικού και προσωπικού καθαριότητας, μαζικά επαναλαμβανόμενα τεστ, ουσιαστική ιχνηλάτηση και μέτρα εκεί που εντοπίζονται κρούσματα. Είναι μήπως υπερβολικά κι ανέφικτα όλα τα παραπάνω; Οχι βέβαια, όμως, προϋποθέτουν σχεδιασμό και χρηματοδότηση.
Απέναντι στα δίκαια αιτήματά τους για τα αναγκαία αυτά μέτρα, εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές χόρτασαν αναλύσεις για... τη σταθερή ομάδα που αποτελεί η σχολική τάξη, για την αναγκαιότητα αλλά και την επάρκεια της μάσκας και πάνω απ' όλα για την ατομική τους ευθύνη. Χόρτασαν επίσης διαβεβαιώσεις ότι τα σχολεία θα ήταν τα τελευταία που θα έκλειναν και τελικά βρέθηκαν μέσα σε μια νύχτα στις αρχές Νοέμβρη να αναζητούν συσκευές και τρόπους για την υποχρεωτική τηλεκπαίδευση, για την οποία επίσης δεν πάρθηκε κανένα μέτρο από την πλευρά της κυβέρνησης, με τις τραγικές και τραγελαφικές εικόνες που έχουμε δει όλο αυτό το διάστημα.
Για άλλη μια φορά μετά από το νέο αυτό υποχρεωτικό και παρατεταμένο κλείσιμο, η κυβέρνηση είχε τον χρόνο να σχεδιάσει ουσιαστικά μέτρα αραίωσης και ενίσχυσης του προσωπικού των σχολείων. Για άλλη μια φορά δεν το έκανε.
Αντιθέτως, σχεδίασε επιμελώς και με ζήλο το σπρώξιμο μαθητών από μικρότερες ηλικίες εκτός Γενικής Εκπαίδευσης με το νομοσχέδιο για την Τεχνικοεπαγγελματική Εκπαίδευση, την ένταση της καταστολής στα ΑΕΙ, τις διαγραφές φοιτητών και τις αιφνιδιαστικές και απαράδεκτες αλλαγές στο σύστημα πρόσβασης στην Ανώτατη Εκπαίδευση για τους πολύπαθους μαθητές της φετινής Γ' Λυκείου που έχουν «λουστεί» το μεγαλύτερο μέρος της προετοιμασίας τους στις δύσκολες συνθήκες του lockdown. Γι' αυτούς τους μαθητές, της Γ' Λυκείου, αναμένεται το επόμενο διάστημα να μάθουν πότε θα επιστρέψουν στα θρανία, ενώ ούτε καν η ύλη όπου θα εξεταστούν δεν τους έχει ανακοινωθεί, παρά μόνο μια υπόσχεση για μείωσή της, που κι αυτή θα ανακοινωθεί το επόμενο διάστημα.
Μετά από όλα αυτά ακούγεται για άλλη μια φορά προκλητική η υπουργός Παιδείας να λέει ότι «η πανδημία είναι ακόμη εδώ και η δυνατότητα να ανοίξουμε και να διατηρήσουμε τα σχολεία μας ανοιχτά θα αποτελέσει συλλογική επιτυχία». Πράγματι θα είναι συλλογική επιτυχία των εκπαιδευτικών που ξεπέρασαν εαυτούς όλο αυτό το διάστημα στα αχαρτογράφητα νερά της τηλεκπαίδευσης, των γονιών και των μαθητών που πειθάρχησαν στις όποιες οδηγίες και πασχίζουν σ' όλες τις συνθήκες να τα βγάλουν πέρα, αλλά σ' αυτήν τη συλλογική επιτυχία δεν χωράει η κυβέρνηση, που συνεχίζει να βλέπει τα μέτρα πρόληψης και προστασίας της υγείας και των σχολείων ως κόστος και επιλέγει απλά να τους βάζει και να διατηρεί τα λουκέτα ανάλογα με την καμπύλη των κρουσμάτων...
Οργανώνει δύο ενδιαφέρουσες διαδικτυακές εκδηλώσεις - συζητήσεις, με θέματα που έχουν απασχολήσει στο διάστημα του lockdown:
Επίσης, με προσαρμοσμένο περιεχόμενο, αλλά και καινούριες ιδέες θα ξεκινήσουν μέσω διαδικτύου τα μαθήματα του Στεκιού. Με δεδομένο τον φύσει πρακτικό χαρακτήρα των περισσότερων μαθημάτων, έχει γίνει προσπάθεια να εμπλουτιστούν με θεωρητικές και ιστορικές γνώσεις, είτε αυτοτελώς είτε ενσωματωμένες στη ροή του μαθήματος. Ετσι, οι μαθητές των μουσικών οργάνων θα έχουν την ευκαιρία να κάνουν μορφολογική - υφολογική ανάλυση κλασικών έργων, οι μαθητές των χορών θα ανακαλύψουν πιο συστηματικά την παράδοση των τόπων και των λαών από τους χορούς που διδάσκονται, το εργαστήρι «Τα εργαλεία του ηθοποιού» θα ασχοληθεί με τη θεατρική ανάλυση κειμένου κ.ο.κ. Τα link θα γνωστοποιηθούν από τους δασκάλους στους μαθητές τους.
Αντίστοιχα και το Στέκι Πολιτισμού της ΚΝΕ στη Θεσσαλονίκη συνεχίζει διαδικτυακά και ραδιοφωνικά τις δραστηριότητές του. Την Παρασκευή 8 Γενάρη στις 20.00 βγαίνει ξανά στον αέρα του «90,4 Αριστερά στα FM» με εκπομπή αφιερωμένη στα προβλήματα και τις διεκδικήσεις των φοιτητών Σχολών Καλών Τεχνών και των μαθητών των Καλλιτεχνικών και Μουσικών Σχολείων της Κεντρικής Μακεδονίας. Σημειώνουμε ότι ο «90,4 Αριστερά στα FM» εκπέμπει και μέσω του «902.gr».
Επίσης, οι δάσκαλοι του Στεκιού συνεχίζουν να παραδίδουν μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας μαθήματα Γερμανικών, θεωρίας μουσικής, πιάνου, Ισπανικών και σκακιού.
Για πληροφορίες και δηλώσεις συμμετοχής στα μαθήματα του Στεκιού:
697 574 5212 και 6948.354.787
email: stekiknethess@gmail.com
Εκπαιδευτικοί και γονείς είχαν την ευκαιρία να συνομιλήσουν με τη συγγραφέα Μαρία Παπαγιάννη, προτεινόμενη για δεύτερη συνεχόμενη φορά για το Διεθνές Βραβείο «H. C. Andersen».
Ο πρόεδρος του Συλλόγου Κ. Κατημερτζόγλου αναφέρθηκε στην πρωτοβουλία αυτή του σωματείου για ανάδειξη της ένταξης του παιδικού βιβλίου στη διδακτική πράξη ως μέρους της, καθώς υπάρχει έλλειψη αξιόλογων λογοτεχνικών κειμένων στο περιεχόμενο των σχολικών βιβλίων, τα οποία κατακλύζονται από κείμενα χρηστικά, συνταγές μαγειρικής κ.λπ. Επίσης, για την αξιοποίηση από εκπαιδευτικούς του παραμυθιού για μικρότερες ηλικίες και της λογοτεχνίας για νέους που προωθούν την αλληλεγγύη, τον αλληλοσεβασμό, την ειρήνη και συνεργασία, χτυπούν το ρατσισμό και την ξενοφοβία, συμβάλλουν στο να καλλιεργηθούν αξίες στα παιδιά.
Η συγγραφέας μίλησε για όσα την ωθούν να γράφει, για να αγαπήσουν το βιβλίο τα παιδιά, να προβληματιστούν για τα κοινωνικά δρώμενα, να δοθεί η ευκαιρία να ανοίξει ένας διάλογος για τα προβλήματα της κοινωνίας που βλέπουν και αντιμετωπίζουν καθημερινά. Συνομίλησε με τους συμμετέχοντες και απάντησε σε ερωτήσεις τους, ενώ κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης διαβάζονταν αποσπάσματα από τα βιβλία της.
Μέσα από τις τοποθετήσεις αναδείχθηκε η εμπειρία από τη χρήση της λογοτεχνίας στη σχολική τάξη και έγινε η διαπίστωση ότι ένα σταθερό πρόγραμμα παρουσίασης ενός βιβλίου, και ανάλυσής του στην τάξη, συναντά μεγάλο ενδιαφέρον και αναπτύσσει τον προβληματισμό των παιδιών. Οτι αναδεικνύεται με κάθε τρόπο από την πραγματικότητα η χρησιμότητα της επαφής του παιδιού με το βιβλίο, ιδιαίτερα όταν οι νέοι βομβαρδίζονται από παντού με τις «αξίες» του συστήματος και της αγοράς.
Copyright 2020 The Associated |
Ως μέσο επίλυσης αυτής της υπαρκτής αδυναμίας του καπιταλιστικού συστήματος, αξιοποιείται και προωθείται η νεανική επιχειρηματικότητα και καινοτομία με την ίδρυση είτε «νεοφυών επιχειρήσεων/startups» είτε «τεχνοβλαστών/spin-offs». Οι εταιρείες αυτές έρχονται να λύσουν τη δυσκολία μετατροπής του συνόλου της κεκτημένης γνώσης, από δημόσια πανεπιστήμια, ερευνητικά ιδρύματα και προγράμματα, σε χρήσιμη τεχνολογία η οποία θα μετατρέπεται σε πατέντα και θα μπαίνει στην παραγωγή.1
Οι startups και οι spin-offs προωθούνται εδώ και δεκαετίες στις οικονομικά ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες και την Αμερική. Στην Ελλάδα, φαίνεται να υπάρχει συγκριτικά μικρότερη αξιοποίηση του συγκεκριμένου τύπου επιχειρηματικής λειτουργίας, σύμφωνα και με τα λεγόμενα των ίδιων των αστικών επιτελείων. Οι κυβερνήσεις της ΝΔ όσο και του ΣΥΡΙΖΑ έχουν πάρει μέτρα όπως η ενίσχυση κινήτρων σχετικά με τη φορολογία και το κόστος εργασίας, η αξιοποίηση εθνικών (ΠΡΑΞΕ - τεχνοβλαστοί, αναπτυξιακός νόμος 4399/2016) και ευρωπαϊκών προγραμμάτων (Horizon 2020), η διοργάνωση εκδηλώσεων/συζητήσεων (Startup Europe Week 2020, Startup Greece Week 2020, Σύνδεση της Ερευνας με την Αγορά & την Οικονομία: Τεχνοβλαστοί Spin-off εταιρείες Ερευνητικών Κέντρων) για την προώθηση αυτού του εγχειρήματος. Σε αυτά προστίθενται το νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης για την επικαιροποίηση της νομοθεσίας για τους τεχνοβλαστούς, καθώς και αυτό του υπουργείου Παιδείας για την ίδρυση Γραφείων Μεταφοράς Τεχνολογίας, που αποσκοπούν στην εμπορευματοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων.
Αν και η εικόνα που προωθείται για τις startups και τις spin-offs φαντάζει κάτι το ειδυλλιακό, τα οικονομικά δεδομένα αναδεικνύουν ακόμα μια φορά τη σκληρή πραγματικότητα του ανταγωνισμού της ελεύθερης αγοράς, καθώς από όσες από αυτές αναζήτησαν χρηματοδότηση το 2019, μόλις το 1%-2% κατάφεραν να την πάρουν, με μέσο όρο τα 6,5 χρόνια ζωής μέχρι τη χρηματοδότησή τους και με 9 στις 10 από αυτές να είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Τα παραπάνω δεδομένα αποδεικνύουν ότι η λογική και το επιχείρημα «μπορεί να είμαι ο ένας, που θα πιάσει την καλή» είναι άτοπο, καθώς η πλειοψηφία των νέων που θέλουν να προβάλουν και κάνουν πράξη την ιδέα τους έρχονται αντιμέτωποι με τον σκληρό ανταγωνισμό και τις ελάχιστες ευκαιρίες που παρέχονται.
Βέβαια, όπως ήδη έχει αναφερθεί, για την ενίσχυση του παραπάνω εγχειρήματος προωθείται σταθερά η λογική της καινοτόμου ιδέας και της νεανικής επιχειρηματικότητας. Προφανώς πολλές από τις ιδέες, πάνω στις οποίες «στήνονται» οι εταιρείες αυτές, είναι καινοτόμες, χρήσιμες και αναγκαίες, ωστόσο, τις περισσότερες φορές έρχονται αντιμέτωπες με την απόρριψη γιατί δεν είναι απαραίτητες ή κερδοφόρες για το κεφαλαίο και την αγορά στη δεδομένη χρονική στιγμή. Με αποτέλεσμα η κατεύθυνση τόσο της έρευνας όσο και των ακαδημαϊκών μελετών να κατευθύνεται και να υπαγορεύεται από τις τάσεις και τα ενδιαφέροντα των επιχειρήσεων και της αγοράς, αντί να πραγματοποιούνται με κίνητρο τις ανάγκες, τη χρησιμότητά τους και την εξέλιξη της τεχνολογίας. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα του COVID-19, όπου τα προηγούμενα χρόνια σταμάτησε η μελέτη των ιών SARS και MERS, γιατί δεν ήταν κερδοφόρα, ενώ τώρα πληθώρα εταιρειών πραγματοποιούν «αγώνα δρόμου» στο στίβο του ανταγωνισμού για το ποια θα βρει πρώτη το εμβόλιο ή την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή.
Η νεανική επιχειρηματικότητα προωθείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως κρίσιμος παράγοντας ανάπτυξης της περιφερειακής και εθνικής οικονομίας2, 3 αλλά και από ακαδημαϊκούς και αστούς οικονομολόγους ως παράγοντας που θα δώσει ώθηση στην ελληνική οικονομία και θα συμβάλει στην έξοδο από την κρίση.4 Μόνο που το ιδεολόγημα αυτό στοχεύει στο να περάσει στις συνειδήσεις των νέων με διάθεση και μεράκι για την έρευνά τους και το αντικείμενό τους, ότι θα συμβάλουν στο ξεπέρασμα της κρίσης, γιατί «όλοι μαζί μπορούμε», γιατί «η καπιταλιστική ανάπτυξη είναι για όλους».
Βέβαια, το εάν είναι «η καπιταλιστική ανάπτυξη για όλους» αποδεικνύεται καθημερινά και κυρίως από την εμπειρία της προηγούμενης κρίσης. Με τρανταχτό παράδειγμα αυτό του Τουρισμού, με τους εργαζόμενους και τους μικροϊδιοκτήτες να ζορίζονται να αντεπεξέλθουν και να είναι οι αφανείς ήρωες και τους μεγαλοξενοδόχους, από την άλλη, να βγαίνουν κερδισμένοι. Αποδεικνύεται από τους χιλιάδες νέους που προσπαθούν και θέλουν να αποκτήσουν ένα καλύτερο μέλλον, αλλά έρχονται αντιμέτωποι με την ανεργία, την ανασφάλεια, τις ελαστικές σχέσεις εργασίας, τον ανταγωνισμό τού «ποιος θα βγάλει πρώτος ένα ερευνητικό αποτέλεσμα», εάν αυτό θα είναι επιθυμητό προς χρηματοδότηση από κάποια επιχείρηση, εάν θα καρπωθούν τα διανοητικά και οικονομικά οφέλη της δουλειάς τους και του ερευνητικού ευρήματός τους, εάν η μικρή εταιρεία που «έστησαν» με λεφτά δικά τους ή της οικογένειάς τους κάποια στιγμή θα αποδώσει και θα κερδίσει το ενδιαφέρον κάποιου χορηγού.
Ταυτόχρονα, η ακαδημαϊκή - νεανική επιχειρηματικότητα προωθείται σύμφωνα με μελέτες του ΟΟΣΑ ως λύση στην υποαπασχόληση του υψηλά ειδικευμένου εργατικού δυναμικού, προσφέροντας ευκαιρίες σε φοιτητές και νέους ερευνητές, ειδικότερα εκεί που η ίδια η οικονομία δεν παρέχει τα απαραίτητα εφόδια.5 Προτάσσονται μάλιστα οι παραπάνω «ευκαιρίες» ως λύση στη διαφυγή εγκεφάλων στο εξωτερικό («brain drain») και στην επίτευξη του «brain gain». Παρ' όλα αυτά, το πώς ένας νέος θα καταφέρει να ιδρύσει μια τέτοια εταιρεία (συνήθως με προσωπική του χρηματοδότηση), τι διάρκεια ζωής θα έχει, εάν θα κρατήσει τα διανοητικά δικαιώματά του, πόσες θέσεις εργασίας ανοίγουν (συνήθως αποτελούν εταιρείες με πολύ λίγο προσωπικό), με τι όρους εργασίας θα δουλεύει, για όλα τα παραπάνω σφυρίζουν αδιάφορα οι υποστηρικτές του αντίδοτου στο «brain drain».
Είναι ολοφάνερη η προσπάθεια ιδεολογικής χειραγώγησης των νέων επιστημόνων, η προσπάθεια να τους φορτώσουν το βάρος του τρόπου διεξόδου από τη δικιά τους καπιταλιστική οικονομική κρίση, να τους αποθαρρύνουν και να τους απογοητεύσουν τα όνειρα που έχουν για μια καλύτερη ζωή. Γίνεται ξεκάθαρος πλέον ο προσανατολισμός της έρευνας σε τομείς που αποφέρουν κέρδος, κριτήριο της ανάπτυξής της αποτελούν το επιχειρηματικό όφελος και η εμπορευματοποίηση των αποτελεσμάτων της, εξ ου και η κατεύθυνση για σχηματισμό «κόμβων καινοτομίας».
Ομως, είναι να αναρωτιέται κανείς τι είναι πιο ρεαλιστικό από το να γίνεται η έρευνα με κριτήριο τις ανάγκες του 21ου αιώνα, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της τεχνολογίας, με τη συνεργασία και σύμπραξη εργαστηρίων για την ολοκληρωμένη απάντηση ενός ερευνητικού ερωτήματος, με την άμεση εφαρμογή και ενσωμάτωση των νέων επιστημονικών ευρημάτων στην παραγωγή, με την εποικοδομητική ανταλλαγή γνώσης και τεχνολογίας μεταξύ των ερευνητών, με την αξιοποίηση του συνόλου του ειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού. Η έρευνα που γίνεται με αυτές τις συνθήκες και όρους είναι η πρωτοπόρα και καινοτόμος, ακριβώς γιατί ένα ερευνητικό αποτέλεσμα μπορεί να αξιοποιηθεί πιο εύστοχα, να είναι διαθέσιμο σε όλους, να κατακτηθεί πιο ολοκληρωμένη γνώση.
Σήμερα, οι ανάγκες που μπορούν να καλύψουν οι νέοι επιστήμονες με τις γνώσεις και τις ικανότητές τους είναι πολλές. Αυτό που λείπει είναι η καλύτερη προοπτική για τους πολλούς. Η προοπτική αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί όταν η οικονομία θα στηρίζεται στην κοινωνική ιδιοκτησία, με επίκεντρο την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, όταν θα υπάρχει επιστημονικός κεντρικός σχεδιασμός και εργατικός έλεγχος, στον σοσιαλισμό - κομμουνισμό. Τότε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα θα βρίσκονται σε στενή συνεργασία με παραγωγικές μονάδες, θα συμβάλλουν καθοριστικά στην προσπάθεια ανάπτυξης της επιστημονικής γνώσης και τεχνολογικών καινοτομιών.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1. Stagars, M. (2014). University startups and spin-offs: Guide for entrepreneurs in academia. Apress.
2. Gibcus, P., De Kok, J., Snijders, J., Smit, L., & Van der Linden, B. (2012). Effects and impact of entrepreneurship programmes in higher education. Directorate-General for Enterprise and Industry, Brussels: European Commission.
3. Education, Entrepreneurship (2015). A Road to Success-A Compilation of Evidence on the Impact of Entrepreneurship Education Strategies and Measures. Final report. European Union.
4. Μουρμούρας Ι. (2013). Η Διπλή Κρίση Δημόσιου Χρέους - Τραπεζών, Τόμος Α
5. Guimόn, J., & Paunov, C. (2019). Science-industry knowledge exchange: A mapping of policy instruments and their interactions.
Η περίοδος της πανδημίας, με τα πανεπιστήμια ουσιαστικά κλειστά για τους φοιτητές, με την εκπαίδευση και την κοινωνική αλληλεπίδραση εξοβελισμένες στην κυβερνόσφαιρα, αποδεικνύεται χρυσή ευκαιρία για την επιτάχυνση από χρόνια σχεδιασμένων δομικών μεταρρυθμίσεων και αναδιαρθρώσεων και στον τομέα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Η 95η Σύνοδος Πρυτάνεων πραγματοποιήθηκε στον απόηχο ομοβροντίας νομοθετημάτων και εξαγγελιών του ΥΠΑΙΘ που αφορούν στον τρόπο εισαγωγής, στις επαγγελματικές σπουδές, στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας από αποφοίτους κολεγίων, στην εργαλειοποίηση της αξιολόγησης για την περιστολή της κρατικής δαπάνης και στην περαιτέρω σύνδεση των πανεπιστημίων με τους ανταγωνισμούς των επιχειρηματικών ομίλων και αστικής τάξης της κάθε χώρας. Απαραίτητο συμπλήρωμα η ένταση της καταστολής με ένα τρίπτυχο μέτρων: Ιδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας, συστήματα παρακολούθησης και έλεγχος πρόσβασης - αυστηροποίηση του ποινικού οπλοστασίου, ειδικά για φοιτητές.
Η Σύνοδος των Πρυτάνεων αντιμετώπισε αυτές τις τόσο σοβαρές εξελίξεις με κλίμα συναίνεσης και αντιπαράθεση σε επουσιώδη ζητήματα. Παρακάτω παρουσιάζονται τα σημεία συμφωνίας μεταξύ των πανεπιστημιακών διοικήσεων και του υπουργείου, με τη σειρά που ιεραρχούνται στο δελτίο Τύπου της Συνόδου.
Αυτή η εξέλιξη, εκτός από το ότι θα μεγαλώσει το χάσμα ανάμεσα στα «βιώσιμα» και τα «επισφαλή» ΑΕΙ και Τμήματα, είναι το κύριο εργαλείο για τη στοίχισή τους με τάσεις και βασικούς παίκτες της αγοράς, τη γενίκευση της λογικής κόστους - οφέλους σε όλες τις πλευρές της λειτουργίας τους, επ' απειλή οικονομικής ασφυξίας.
Αποκαλυπτική είναι η ιδιαίτερη αναφορά στο θέμα των ποιοτικών κριτηρίων και των δεικτών αξιολόγησης. Ενα θέμα που αντανακλά την εγγενή δυσκολία του καπιταλιστικού συστήματος να αποτιμήσει το συνολικό παραγόμενο κοινωνικό προϊόν και να προγραμματίσει μακροπρόθεσμα την αναπαραγωγή του. Μέσα από τις προγραμματικές συμφωνίες και τους δείκτες αξιολόγησης, επιχειρεί να διαμορφώσει προγράμματα σπουδών και Ιδρύματα που θα παράγουν «ευέλικτο» εργατικό δυναμικό, διαφόρων βαθμών εξειδίκευσης, στις ειδικότητες και ποσότητες που απαιτεί κάθε φορά η καπιταλιστική παραγωγή, να πριμοδοτήσει την υψηλού επιπέδου Εκπαίδευση και Ερευνα, να καλύψει την ανάγκη των (ανταγωνιστικών μεταξύ τους) επιχειρήσεων για ανταγωνιστικά - καινοτόμα προϊόντα, και όλα αυτά με το μικρότερο δυνατό κόστος.
Η Σύνοδος διαπίστωσε επίσης τα χρόνια προβλήματα που ταλαιπωρούν τα πανεπιστήμια και διατύπωσε αιτήματα:
Για το δε θέμα της σίτισης, προτάθηκαν «τρόποι εξοικονόμησης πόρων και παροχής καλύτερων υπηρεσιών, μέσω π.χ. της ανάθεσης της σίτισής τους στη Φοιτητική Λέσχη».
Στο πλαίσιο της αποκαλούμενης «διεθνοποίησης» και της «εξωστρέφειας», διατυπώθηκε η ανάγκη για έκδοση ξενόγλωσσων τίτλων σπουδών και ζητήθηκε από το υπουργείο ειδική πρόβλεψη στον τακτικό προϋπολογισμό για δράσεις διεθνοποίησης. Μέσω αυτής της πρότασης, οι διοικήσεις εκφράζουν τη στήριξή τους στο άνοιγμα της αγοράς εκπαιδευτικών προϊόντων και στην αναζήτηση φοιτητών - πελατών από το εξωτερικό.
Τέλος, από τα σχετικά πορίσματα των Συνόδων Αντιπρυτάνεων επιβεβαιώνεται η περαιτέρω ενίσχυση του ρόλου των ΕΛΚΕ (Ειδικοί Λογαριασμοί Καινοτομίας και Ερευνας) στη διαχείριση του πλούτου που διαθέτουν και παράγουν τα πανεπιστήμια, με προϋπολογισμούς πολλαπλάσιους του τακτικού. Την ίδια ώρα, οι διοικήσεις εκλιπαρούν για ψίχουλα και προτείνουν μικροπαρεμβάσεις προκειμένου να καλύψουν τις αποκαλούμενες ανελαστικές δαπάνες μέσω του τακτικού προϋπολογισμού. Οι ΕΛΚΕ, για την ώρα τουλάχιστον, προκρίνονται ως οι δομές εκείνες που με ευέλικτα και σύγχρονα εργαλεία, απαλλαγμένες από τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις της διαχείρισης του τακτικού προϋπολογισμού, θα «τρέξουν» το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο.
Πίσω από τους εύηχους όρους «λογοδοσία», «εξωστρέφεια», «αυτονομία», «ακαδημαϊκή αριστεία», «ερευνητική καινοτομία», διαγράφονται καθαρά οι στόχοι της νέας μεταρρύθμισης που έρχεται να συμπληρώσει, να διορθώσει και να προχωρήσει τις προηγούμενες: Η ελαχιστοποίηση της κρατικής δαπάνης, η περιστολή της ακαδημαϊκής ελευθερίας και η ενίσχυση του διττού ρόλου του πανεπιστημίου ως
1) ιδεολογικού μηχανισμού αναπαραγωγής του συστήματος μέσα από την εκπαίδευση της επόμενης βάρδιας της εργατικής τάξης και των στελεχών της καπιταλιστικής οικονομίας
2) παραγωγικής δομής που συμμετέχει προφανώς με όρους επιχειρηματικής λειτουργίας στην καπιταλιστική οικονομία, μέσα από την εμπορία εκπαιδευτικών και ερευνητικών προϊόντων, αυτόνομα ή σε συνεργασία με άλλες επιχειρήσεις.
Το πανεπιστήμιο που χτίζουν δεν χωρά τα όνειρα που έχει για τα παιδιά της η λαϊκή οικογένεια, δεν χωρά τις προσδοκίες των νέων ερευνητών, ούτε τις αγωνίες των καθηγητών που θέλουν μέσα από την εργασία τους να επιστρέψουν στην κοινωνία τις γνώσεις που κατέκτησαν κι έβαλαν το λιθαράκι τους να τις αυγατίσουν.
Το ΚΚΕ καλεί σε συστράτευση για ένα πανεπιστήμιο που να επιτελεί το ρόλο του ως ατμομηχανής της επιστημονικής προόδου και θερμοκοιτίδας των επιτευγμάτων του μέλλοντος, που να συμβάλλει στη βελτίωση του επιπέδου ζωής των εργαζομένων, που να τίθεται στην υπηρεσία των κοινωνικών αναγκών, χωρίς τη διαμεσολάβηση του κέρδους, με κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο, με το λαό πραγματικό νοικοκύρη στον τόπο του.
Οπως επισημαίνει, «εν μέσω πανδημίας και της ανεπάρκειας των κυβερνητικών μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας, επιβεβαιώνεται η βασική εκτίμηση του Συνεδρίου μας, ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί για την προστασία της δημόσιας υγείας και της ίδιας της ανθρώπινης ζωής αποδεικνύουν ότι όσο η υγεία εκλαμβάνεται ως εμπόρευμα, όσο μετριέται με το ζύγι στη σχέση "κόστος - όφελος", τόσο απροστάτευτη θα παραμένει η δημόσια υγεία και η ανθρώπινη ζωή». Σε αυτό το πλαίσιο, για την αντιμετώπιση της δημόσιας εκπαίδευσης επισημαίνει μεταξύ άλλων πως με το μέτρο της αναστολής λειτουργίας των σχολείων την περσινή και τη φετινή χρονιά, εντάθηκαν οι ανισότιμοι όροι παροχής της μόρφωσης, μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης, αλλά ανάμεσα και στους μαθητές της δημόσιας εκπαίδευσης, ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες που έχουν οι οικογένειές τους να στηρίξουν τη μορφωτική διαδικασία των παιδιών τους.
«Επιβεβαιώθηκε ότι ακόμα και σε ειδικές συνθήκες, το κράτος δεν μπορεί να εξασφαλίσει την ισότιμη εκπαίδευση για όλους τους μαθητές, διευρύνοντας ακόμα περισσότερο τις ανισότητες», σημειώνει, τονίζοντας πως «όσο το αγαθό της εκπαίδευσης δεν εξασφαλίζεται δημόσια, δωρεάν καθολικά για όλα τα παιδιά, εμείς οι γονείς θα είμαστε στην πρώτη γραμμή των αγώνων για τη μόρφωση που δικαιούνται τα παιδιά μας».
Η ΑΣΓΜΕ αναφέρεται στις πρωτοβουλίες και τη δράση της Συνομοσπονδίας, των Ομοσπονδιών, των Ενώσεων και εκατοντάδων Συλλόγων Γονέων που έθεσαν ένα διεκδικητικό πλαίσιο για το σύνολο των προβλημάτων που οξύνθηκαν, ιδιαίτερα από τα ανεπαρκή μέτρα της κυβέρνησης για τη μόρφωση και την υγεία μαθητών - εκπαιδευτικών και γονιών σε συνθήκες πανδημίας. «Κανένα ουσιαστικό μέτρο δεν πήρε η κυβέρνηση με βάση τα αιτήματά μας» τονίζει η ΑΣΓΜΕ και επισημαίνει πως «συνεχίζει να κωφεύει στα αιτήματά μας για μείωση των μαθητών ανά Τμήμα, για προσλήψεις επαρκούς μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού, για προσλήψεις μόνιμου και επαρκούς προσωπικού καθαριότητας στα σχολεία, για εξασφάλιση όλων των απαραίτητων μέσων ατομικής προστασίας στα σχολεία χωρίς την οικονομική επιβάρυνση των μαθητών και των οικογενειών τους. Ακόμα και οι δύο μάσκες που εξήγγειλε η κυβέρνηση για τους μαθητές, έγινε μία και αυτή ακατάλληλη. Εχουν περάσει 3 μήνες και ακόμα μάσκες κατάλληλες δεν έχουν μοιραστεί στους μαθητές».
Ιδιαίτερα αναφέρεται το ΔΣ της ΑΣΓΜΕ στη συμπόρευση των γονιών με τους μαθητές: «Εμείς οι γονείς μέσα από τα συλλογικά μας όργανα σταθήκαμε δίπλα στα παιδιά μας, δίπλα σε κάθε μαθητή, δίπλα στους εκπαιδευτικούς που πάλεψαν για ασφαλές άνοιγμα των σχολείων. Χιλιάδες μαθητές για μεγάλο χρονικό διάστημα κινητοποιήθηκαν με δίκαια αιτήματα, παρά τη συκοφαντική προπαγάνδα της κυβέρνησης, την καταστολή, τις αναγκαστικές απουσίες και τους αποκλεισμούς μαθητών από το σχολείο για να λήξουν οι καταλήψεις. Οι μαθητές κινητοποιήθηκαν για το αυτονόητο, για μόρφωση και υγιεινή στα σχολεία», σημειώνει μεταξύ άλλων.
«Η κυβέρνηση, αντί να λύνει τα προβλήματα που έφερε η πανδημία στην Εκπαίδευση, επιτίθεται στα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών μας», σημειώνει η ΑΣΓΜΕ σχετικά με τις αλλαγές που προώθησε και προωθεί η κυβέρνηση.
«Την προηγούμενη σχολική χρονιά, η κυβέρνηση νομοθέτησε αλλαγές που κάνουν το σχολείο ακόμα πιο ταξικό, ακόμα πιο ανισότιμο, ακόμα πιο εξοντωτικό για τους μαθητές. Σχολείο εξεταστικό κέντρο με "τράπεζα θεμάτων", με βάση εισαγωγής στην Ανώτατη Εκπαίδευση, με αποκλεισμό των μαθητών από τη γενική μόρφωση. Σχολείο εξοντωτικό με τους μαθητές από την Α' Λυκείου να μπαίνουν στο κυνήγι του βαθμού για εισαγωγή στην Ανώτατη Εκπαίδευση, με ακόμα πιο έντονο διαχωρισμό των μαθητών από πολύ μικρότερη ηλικία. Αλλαγές στα προγράμματα σπουδών από το Νηπιαγωγείο έως το Λύκειο με εισαγωγή δεξιοτήτων (π.χ. επιχειρηματικότητα) ενισχύοντας την αποσπασματική γνώση και καταργώντας ακόμα και πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα (π.χ. Σχέδιο) ή εξοβελίζοντας την καλλιτεχνική εκπαίδευση. Με αξιολόγηση των εκπαιδευτικών μονάδων, ενισχύοντας τη μορφωτική και οικονομική διαφοροποίηση των σχολείων, άρα και της Εκπαίδευσης.
Τη φετινή σχολική χρονιά, η κυβέρνηση πάλι με κλειστά τα σχολεία ψήφισε νέο νομοσχέδιο για την Επαγγελματική Εκπαίδευση, ενώ προαναγγέλλει και αλλαγές στο σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση από φέτος.
Πρόκειται για άλλο ένα νομοθέτημα μέσα στις τελευταίες δεκαετίες, που υπόσχεται "αναβάθμιση" για την ΤΕΕ και ευκαιρίες για όσους την επιλέγουν. Ενα νομοσχέδιο μακριά από την ανάγκη για ποιοτική και αναβαθμισμένη επαγγελματική εκπαίδευση, που την υποβαθμίζει», όπως σημειώνεται.
Οι γονείς ξεκαθαρίζουν πως «θεωρούμε απαράδεκτη την προσπάθεια της κυβέρνησης στα μέσα της σχολικής χρονιάς να ανακοινώνει αλλαγές στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, μη λαμβάνοντας υπόψη ούτε καν τα προβλήματα που διαμορφώνονται στους μαθητές από τα κλειστά σχολεία και την τηλεκπαίδευση. Η συνεχής αποστέωση του σχολείου και ειδικά του Λυκείου από τη γενική μόρφωση και η σύνδεσή του μόνο με τις εξετάσεις για εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση είναι διαχρονικό πρόβλημα κυβερνητικών πολιτικών επιλογών και είναι κρίκος στην αλυσίδα που από τη μία μετατρέπει το Λύκειο σε εξεταστικό κέντρο και από την άλλη διαμορφώνει φοιτητές χωρίς επαρκείς γενικές γνώσεις.
Μάλιστα, πλέον υποβαθμίζεται κι άλλο ο ρόλος της δημόσιας Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, αφού με τις απαράδεκτες τροπολογίες της κυβέρνησης αναγνωρίζονται τα πτυχία των ιδιωτικών κολεγίων ως ισότιμα με τα ΑΕΙ της χώρας μας.
Είμαστε αντίθετοι στον νέο τρόπο εισαγωγής στην Τριτοβάθμια, είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι στην εφαρμογή του από φέτος και καλούμε την κυβέρνηση να αποσύρει αυτή τη μεθόδευση».
Η ΑΣΓΜΕ αναφέρεται στα προβλήματα στην τηλεκπαίδευση, σημειώνοντας μεταξύ άλλων πως το υπουργείο Παιδείας δεν τα λαμβάνει υπόψη και «θέλοντας να ενισχύσει την εικόνα της "κανονικότητας", καλεί τους εκπαιδευτικούς να αξιολογήσουν τους μαθητές μέσα από ηλεκτρονικά διαγωνίσματα ή τη συμμετοχή των μαθητών στο μάθημα. Αλήθεια, πόσο μπορούν οι μαθητές να αφομοιώνουν την ύλη σ' αυτές τις συνθήκες; Πώς μπορεί ένας μαθητής από κινητό τηλέφωνο να αξιολογηθεί και να γράψει διαγώνισμα; Ως ΑΣΓΜΕ επιμένουμε ότι πρέπει να παραταθεί το τετράμηνο και όταν οι μαθητές επιστρέψουν στο σχολείο, να καλυφθεί η ύλη και τα κενά που υπάρχουν και έπειτα να αξιολογηθούν διά ζώσης».
Οι γονείς αναφέρονται επίσης στις ελλείψεις στα Ειδικά Σχολεία, τα οποία δεν έκλεισαν λόγω της πανδημίας, με «διά ζώσης εκπαιδευτική διαδικασία σε χώρους που οι μαθητές έχουν αυξημένες ανάγκες, χωρίς το επαρκές εκπαιδευτικό και βοηθητικό προσωπικό, χωρίς διαρκή δωρεάν επαναλαμβανόμενα test Covid-19, χωρίς όλα τα αναγκαία μέσα».
Το ΔΣ της ΑΣΓΜΕ καλεί τους γονείς μέσα από τα συλλογικά όργανα να εντείνουν τη δράση για ανοιχτά και ασφαλή σχολεία, προβάλλοντας για μια ακόμα φορά τα αιτήματα: