Παρασκευή 27 Ιούλη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Διαβάστε σήμερα στην ενότητα «Διεθνή και Οικονομία»
  • ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΤΟΥ G20: Ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός με μεγαλύτερη ένταση στο προσκήνιο
  • ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΕ - ΗΠΑ: Αναζητούν κοινό έδαφος ενεργειακής συνεργασίας
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΕ - ΗΠΑ
Αναζητούν έδαφος ενεργειακής συνεργασίας στο φόντο των ανταγωνισμών

Την αντίθεση των ΗΠΑ στα σχέδια ανάπτυξης αγωγών ρωσικών συμφερόντων επανέλαβε ο αρμόδιος υπουργός τους

Copyright 2018 The Associated

Η συμβολή των ΗΠΑ στην ενίσχυση της «ενεργειακής ασφάλειας» της ΕΕ απασχόλησε το 8ο Ενεργειακό Συμβούλιο ΕΕ - ΗΠΑ που πραγματοποιήθηκε στις 12 Ιούλη στις Βρυξέλλες, στη σκιά της ΝΑΤΟικής Συνόδου Κορυφής (11 - 12 Ιούλη), όπου αποτυπώθηκαν με τον πιο εύγλωττο τρόπο οι αντιθέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Γερμανία, με τον Ντ. Τραμπ να επικεντρώνει στην «ενεργειακή εξάρτηση» της δεύτερης από τη Ρωσία. Σημειώνεται ότι το Ενεργειακό Συμβούλιο ήταν το πρώτο που πραγματοποιήθηκε μεταξύ των δύο πλευρών απ' όταν ανέλαβε την Προεδρία των ΗΠΑ ο Ντ. Τραμπ και εξαιτίας των εντάσεων που έχουν προκληθεί το τελευταίο διάστημα σε μια σειρά από μέτωπα μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού παρουσίαζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Ακόμα και το επίπεδο της εκπροσώπησης δείχνει το ιδιαίτερο βάρος που δίνουν οι δύο πλευρές στις σχετικές διαπραγματεύσεις. Η πλευρά της ΕΕ εκπροσωπήθηκε σε ανώτατο επίπεδο, από την ύπατη εκπρόσωπο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ και αντιπρόεδρο της Επιτροπής, Φ. Μογκερίνι, τον επίτροπο για την Ενεργειακή Ενωση, M. Σέφκοβιτς, και τον επίτροπο για την Κλιματική Αλλαγή και την Ενέργεια, Μ. Αρίας Κανιέτε. Αντίστοιχα τις ΗΠΑ εκπροσώπησαν ο υπουργός Εξωτερικών, M. Πομπέο, και ο υπουργός Ενέργειας, Ρ. Πέρι.

Το κοινό ανακοινωθέν που εκδόθηκε με το τέλος της συνάντησης ήταν ιδιαίτερα λιτό ως προς το περιεχόμενο, ωστόσο αρκετά ενδεικτικό για τις πλευρές της ενεργειακής πολιτικής που απασχολούν έντονα το τελευταίο διάστημα τους δύο «συμμάχους», ΕΕ και ΗΠΑ. Σύμφωνα με αυτό, οι συζητήσεις περιστράφηκαν γύρω από τα ζητήματα της «ενεργειακής ασφάλειας», η οποία εξαρτάται από τη διαφοροποίηση ενεργειακών πηγών, προμηθευτών και δικτύων μεταφοράς Ενέργειας, όπως επίσης και στη συνεργασία θεσμικών φορέων και επιχειρηματικών ομίλων σε ζητήματα ενεργειακής καινοτομίας και τεχνολογίας.

Πιο συγκεκριμένα, οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν στην επιτάχυνση διαδικασιών κατασκευής εγκαταστάσεων Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (ΥΦΑ) στην Ευρώπη και στην προώθηση των υπόλοιπων υποδομών, για τις οποίες ο αμερικανικός παράγοντας επιδεικνύει άμεσο ενδιαφέρον ανταγωνιζόμενος τη «ρωσική επιρροή», όπως η ολοκλήρωση του «Νότιου Διαδρόμου» φυσικού αερίου, οι διασυνδέσεις των συστημάτων φυσικού αερίου των χωρών - μελών της ΕΕ, αλλά και ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου για τη διευκόλυνση των εξαγωγών αμερικανικού ΥΦΑ. Επίσης, τη σύνοδο απασχόλησε, δίχως να δοθούν περισσότερες λεπτομέρειες, ζητήματα που αφορούν την «κυβερνοασφάλεια» των ενεργειακών υποδομών, την καινοτομία στην «καθαρή» Ενέργεια και τη σύνδεσή της με τη βιομηχανία. Φυσικά, η Ουκρανία και η διατήρηση του σημερινού καθοριστικού της ρόλου στη διαμετακόμιση ρωσικου φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά δεν θα μπορούσε να λείπει από το τραπέζι των συζητήσεων.

Προσηλωμένοι στην «ενεργειακή ασφάλεια»

Ο (Σλοβένος) επίτροπος για την Ενεργειακή Ενωση, Μ. Σέφκοβιτς, στις δηλώσεις του προς τους δημοσιογράφους είπε ξεκάθαρα ότι οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν στις εξαγωγές αμερικανικού ΥΦΑ προς την Ευρώπη, σημειώνοντας ότι μια τέτοια εξέλιξη θα βοηθήσει την ΕΕ να πετύχει τους στόχους της στον τομέα της «ενεργειακής ασφάλειας».

Οι συζητήσεις μεταξύ των δύο πλευρών ήταν «πολύ δυναμικές, υπήρξε πολλή "ενέργεια" στην αίθουσα», είπε με νόημα ο υπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ, Ρ. Πέρι, ο οποίος βέβαια ήταν απολύτως ξεκάθαρος ως προς τις επιδιώξεις της χώρας του στο συγκεκριμένο ζήτημα. «Σήμερα συμφωνήσαμε, είπε, να εστιάσουμε στη διαφοροποίηση των πηγών, των δρόμων όδευσης και των προμηθευτών, ζητήματα κρίσιμης σημασίας για την ενεργειακή ασφάλεια. Και γι' αυτό συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε τις προσπάθειες να προωθήσουμε περαιτέρω τις ενεργειακές υποδομές στην Ευρώπη, ειδικά τις υποδομές φυσικού αερίου». Σε αυτό το πλαίσιο εκφράστηκε ξανά η αντίθεση των ΗΠΑ στην επέκταση των ρωσικών αγωγών μεταφοράς φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, με τον Ρ. Πέρι να υπενθυμίζει προηγούμενες σχετικές δηλώσεις του Ντ. Τραμπ: «Ο Πρόεδρος Τραμπ δήλωσε ότι οι ΗΠΑ δεν υποστηρίζουν αγωγούς όπως ο "Nord Stream 2" και ο "Turkish Stream" (σ.σ. ο πρώτος θα εξάγει απευθείας ρωσικό φυσικό αέριο στη Γερμανία ενώ ο δεύτερος έρχεται να υλοποιήσει μια χρόνια επιδίωξη της Ρωσίας για τη νότια όδευση του φυσικού της αερίου, αυτή τη φορά μέσω Τουρκίας). Η υλοποίηση αυτών των αγωγών, συνέχισε, θα ενισχύσει την εξάρτηση από έναν μόνο προμηθευτή». Ενδιαφέρον είχε επίσης και η αναφορά του στη ρήση του Τραμπ «πρώτα η Αμερική»: «"Πρώτα η Αμερική" δεν σημαίνει "η Αμερική μόνη", σημαίνει ότι όταν σκέφτεστε για έναν νέο συνεργάτη στην Ενέργεια ή στην καινοτομία, εμείς θέλουμε να σκέφτεστε πρώτα τις ΗΠΑ».

Ο Ρ. Πέρι μίλησε επίσης για την αύξηση της παραγωγής ενεργειακών προϊόντων στις ΗΠΑ, ειδικότερα φυσικού αερίου, λέγοντας πως «σήμερα οι ΗΠΑ παράγουν Ενέργεια πολύ περισσότερη απ' όση μπορούσε ποτέ κανένας να φανταστεί ότι είναι δυνατόν, και είναι σημαντικό για τον καθένα να γνωρίζει ότι ένα μεγάλο μέρος αυτής της παραγωγής είναι φυσικό αέριο, αποτέλεσμα της καινοτομίας του ιδιωτικού τομέα (σ.σ. αναφέρεται στις τεχνικές εξόρυξης σχιστολιθικού αερίου). Και είναι σημαντικό να σημειώσω ότι τα ερευνητικά μας εργαστήρια έχουν έναν πρωτοποριακό ρόλο στην καινοτομία, που οδήγησε στην "επανάσταση" του φυσικού αερίου η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη. Είμαστε ένας από τους βασικούς προμηθευτές ΥΦΑ στον κόσμο, και σήμερα υπάρχουν πολλά φορτία αμερικανικού ΥΦΑ που εισάγονται σε ευρωπαϊκούς τερματικούς σταθμούς και αυτή η διαδικασία θα κορυφωθεί. Εξαιτίας αυτής της πρωτοκαθεδρίας που έχουμε στην παραγωγή ΥΦΑ, οι ΗΠΑ πρωτοστατούν επίσης στον κόσμο και στη μείωση των εκπομπών ρύπων».

Η τελευταία επισήμανση έρχεται ως απάντηση στην επίθεση που δέχεται η Προεδρία Τραμπ από άλλα ανταγωνιστικά ιμπεριαλιστικά κέντρα για την αποχώρησή της από τη Συμφωνία του Παρισιού για την Κλιματική Αλλαγή, ένα πεδίο διαπάλης και με την ΕΕ. Αυτό που ουσιαστικά ισχυρίζεται ο υπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ είναι ότι η χώρα του μέσω της αύξησης παραγωγής φυσικού αερίου και των εξαγωγών του σε υγροποιημένη μορφή, όχι μόνο ακολουθεί αλλά και βοηθάει στην επίτευξη των στόχων για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, καθώς το φυσικό αέριο θεωρείται «πράσινη» μορφή παραγωγής Ενέργειας. Τώρα, το πόσο «φιλοπεριβαλλοντικές» είναι οι τεχνικές εξόρυξης σχιστολιθικού αερίου, η χρήση φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρισμού, η χρήση σπάνιων γαιών για την κατασκευή φωτοβολταϊκών πάνελς, η εξόρυξη πλουτωνίου για την παραγωγή της επίσης θεωρούμενης «πράσινης» πυρηνικής ενέργειας, μόνο με τον βαθμό θρασύτατης υποκρισίας των ιμπεριαλιστών μπορεί να μετρηθεί.

Χρήσιμο εργαλείο...

Ιδιαίτερα ένθερμος υποστηρικτής μιας ενισχυμένης ενεργειακής σχέσης ΗΠΑ - ΕΕ εμφανίστηκε ο (Ισπανός) επίτροπος για την Κλιματική Αλλαγή και την Ενέργεια, M. A. Κανιέτε, ο οποίος χαρακτήρισε το αμερικανικό ΥΦΑ «ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο» για την υλοποίηση του στόχου της ενεργειακής διαφοροποίησης αφού, όπως είπε, «ενισχύει τον ανταγωνισμό στην αγορά». «Με την ανάπτυξη νέων υποδομών, συνέχισε, οι ΗΠΑ θα προσφέρουν πολύ ανταγωνιστικές τιμές στο μέλλον. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να αναπτύξουμε επιπλέον τερματικά ΥΦΑ στην ΕΕ, γιατί στη Δυτική Ευρώπη έχουμε πολλά ενώ υπάρχει έλλειψη στην Ανατολική. Γι' αυτό οι υποδομές που σχεδιάζουμε στην Κροατία είναι κρίσιμης σημασίας, γιατί θα προωθήσουν τη διασύνδεση με την Ουγγαρία, όπως αντίστοιχα κρίσιμα είναι τα έργα διασύνδεσης Ελλάδας - Βουλγαρίας και Βουλγαρίας - Ρουμανίας, γιατί έτσι το ΥΦΑ μπορεί να φτάσει παντού στην Ευρώπη».

Εστιάζοντας και αυτός στην «ενεργειακή ασφάλεια» υποστήριξε ότι βασικά της στοιχεία είναι «η ενίσχυση του ανταγωνισμού, η ανοικτή αγορά και μια αξιόπιστη πηγή προμήθειας», δηλαδή οι ΗΠΑ. Συμπλήρωσε με έμφαση ότι θα πρέπει παράλληλα να βελτιωθούν οι κανονισμοί που ρυθμίζουν τη σχετική εσωτερική αγορά, ώστε να διευκολυνθεί η εισαγωγή νέων φορτίων. «Οι ΗΠΑ, κατέληξε, είναι ένας αξιόπιστος προμηθευτής, έχουμε έναν σύμμαχο που θα μας βοηθήσει και πρέπει να πω ότι όποτε αντιμετωπίζαμε προβλήματα με τους αγωγούς είχαμε πάντα την υποστήριξη των ΗΠΑ. Ο "Νότιος διάδρομος" πρέπει να υλοποιηθεί, όπως επίσης ο "Eastmed" (σ.σ. αγωγός φυσικού αερίου Ισραήλ, Κύπρου, Ελλάδας, Ιταλίας) αλλά και να φτάσει το αέριο από το Ισραήλ και την Αίγυπτο στην ΕΕ, ώστε να επικρατήσει ο ανταγωνισμός και μόνο τότε θα έχουμε ενεργειακή ασφάλεια».

Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Ισπανία είναι από τους βασικούς υποδοχείς αμερικανικού ΥΦΑ, αφού διαθέτει τις απαιτούμενες υποδομές καθώς σήμερα στο έδαφός της βρίσκονται έξι τέτοιου τύπου τερματικά. Σύμφωνα μάλιστα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Ενέργειας, οι εξαγωγές προς την Ισπανία υπερδεκαπλασιάστηκαν μέσα σε ένα έτος, από το 2016 στο 2017. Συγκεκριμένα, από 2.930 mcf (εκατ. κυβικά πόδια) έφτασαν τα 29.329 mcf.


Φ. Κ.

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΤΟΥ G20
Ο ανταγωνισμός με μεγαλύτερη ένταση στο προσκήνιο

Από τη συνάντηση στο Μπουένος Αϊρες
Από τη συνάντηση στο Μπουένος Αϊρες
Οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και ο σφοδρός ανταγωνισμός αναδείχτηκαν για άλλη μια φορά στη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της «Ομάδας των 20» (G20), που έγινε στις 21-22/7 στο Μπουένος Αϊρες της Αργεντινής, η οποία έχει τη χρονιάτικη προεδρία αυτού του διακρατικού οργανισμού των ισχυρότερων καπιταλιστικών κρατών. Συγκεκριμένα, στον οργανισμό που συγκροτήθηκε το 1999 συμμετέχουν οι ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Βρετανία, Καναδάς, Αυστραλία, Ιαπωνία, Βραζιλία, Αργεντινή, Μεξικό, Ινδία, Νότια Αφρική, Ινδονησία, Νότια Κορέα, Σαουδική Αραβία, Τουρκία και η ΕΕ ως σύνολο, ενώ πάντα παρακολουθούν τις συνεδριάσεις είτε των υπουργών είτε των αρχηγών κρατών οι επικεφαλής διοικητές κεντρικών τραπεζών και ιμπεριαλιστικών οργανισμών, όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα. Η σημασία των συζητήσεων και προβληματισμών που αναπτύσσονται στις συναντήσεις των εκπροσώπων του G20, με δεδομένα τα αντιτιθέμενα συμφέροντα ισχυρών μονοπωλίων που εκπροσωπούν, είναι μεγάλη, αν και οι διακηρύξεις είναι συνήθως γενικόλογα «ευχολόγια». Και μόνο το γεγονός ότι οι δυνάμεις αυτές κατέχουν το 85% του παγκόσμιου ΑΕΠ, αντιστοιχούν στο 66% του παγκόσμιου πληθυσμού, ελέγχουν το 75% του παγκόσμιου εμπορίου και το 80% των επενδύσεων, αρκεί για να καταδείξει το ρόλο που διαδραματίζει.

Στο διά ταύτα, η συνάντηση των υπουργών, που αποτέλεσε μέρος της προετοιμασίας της Συνόδου των αρχηγών κρατών τον προσεχή Νοέμβρη, χαρακτηρίστηκε από τις έντονες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις για το εμπόριο ανάμεσα στις ΗΠΑ, την ΕΕ, την Κίνα και τη Ρωσία. Οι ΗΠΑ, με την κυβέρνηση Ντ. Τραμπ, προωθούν ως πιο συμφέρουσα για το αμερικανικό κεφάλαιο (τουλάχιστον τα μονοπώλια που στηρίζουν τον Τραμπ) την τακτική του εθνοκρατικού προστατευτισμού, αν και όχι χωρίς αντιρρήσεις στο εσωτερικό, με τη λεγόμενη πολιτική τού «Πρώτα η Αμερική». Ετσι, στο όνομα ενός δήθεν «πιο δίκαιου εμπορίου», αποφασίζει επιβολή μεγαλύτερων δασμών προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις και ανησυχία σε πολλά αστικά επιτελεία για αναταραχές στην παγκόσμια καπιταλιστική αγορά. Αυτό, με δεδομένο ότι η καπιταλιστική ανάκαμψη δεν είναι δυναμική σε πολλές χώρες και υπάρχουν ανησυχίες μεσο-μακροπρόθεσμα για νέα κρίση.

Επιδίωξη νέου προσωρινού συμβιβασμού

Δεν είναι τυχαίο ότι στο τελικό ανακοινωθέν γίνεται προσπάθεια συγκερασμού, με διατυπώσεις περί «συντονισμού ενεργειών ώστε να περιοριστούν οι αντιπαραθέσεις» και γενικολογίες, ότι «το εμπόριο αποτελεί κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη των οικονομιών». Αυτές, ωστόσο, δεν μπορούν να κρύψουν τα αντιτιθέμενα συμφέροντα, αλλά και δεν επηρεάζουν στο ελάχιστο τη δεδομένη κοινή επίθεση του κεφαλαίου που εξαπολύεται σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο ενάντια στα εργατικά - λαϊκά δικαιώματα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο κείμενο που υπογράφεται από τους υπουργούς Οικονομικών, επισημαίνεται ότι η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη, «αν και ισχυρή», δεν έχει συγχρονιστεί και ότι έχουν αυξηθεί οι κίνδυνοι για καθοδική πορεία βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Ως παράγοντες που αυξάνουν αυτούς τους κινδύνους εντοπίζουν «την αύξηση των εμπορικών και γεωπολιτικών εντάσεων, τις παγκόσμιες ανισορροπίες, την ανισότητα και διαρθρωτικές αδυναμίες». Επισημαίνει επίσης το γεγονός ότι «παρόλο που πολλές αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς είναι πλέον καλύτερα προετοιμασμένες να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες εξωτερικές συνθήκες, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένων της μεταβλητότητας της αγοράς και της αναστροφής των ροών κεφαλαίων». Επίσης, γίνεται αναφορά στην ανάγκη «να ενισχυθεί ο διάλογος» και να αναληφθούν «ενέργειες για να περιοριστούν οι κίνδυνοι και να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη».

Υπάρχουν ακόμα διατυπώσεις ότι «όλες οι πλευρές θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν όλα τα εργαλεία πολιτικής για την υποστήριξη ισχυρής, βιώσιμης, ισόρροπης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης» και μεταξύ αυτών των εργαλείων, το ανακοινωθέν αναφέρει φορολογικά μέτρα, νομισματική πολιτική, συνεχιζόμενη εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, το διεθνές εμπόριο και τις επενδύσεις.

Σχετικά με το λεγόμενο μέλλον της εργασίας, όπως και σε άλλα κείμενα διαφόρων οργανισμών (ΔΝΤ, ΕΕ, Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός κ.ά.), οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου εμφανίζονται να ανησυχούν για τις επιδράσεις σε αυτήν από τις τεχνολογικές μεταβάσεις και ότι δήθεν θα επιδιώξουν να τις περιορίσουν.

Κατά τα άλλα, στο κείμενο των υπουργών γίνεται αναφορά για «προόδους» στο πεδίο της φορολόγησης του ηλεκτρονικού εμπορίου και το πλαίσιο των νέων ψηφιακών νομισμάτων ή «κρυπτονομισμάτων».

Τέλος, στις αναφορές που γίνονται για την ανάπτυξη υποδομών, δικτύων, δίνεται έμφαση στις συμπράξεις ιδιωτών με «δημόσιες» επιχειρήσεις, ώστε να δοθεί ώθηση στις επενδύσεις και στην καινοτομία.

Τα περί «δίκαιου εμπορίου»

Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Στίβεν Μνούτσιν, ήταν ιδιαίτερα αποφασιστικός στην παρέμβασή του στη συνάντηση. Στο πλαίσιο της τακτικής της αμερικανικής κυβέρνησης του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, «Πρώτα η Αμερική», να επιβάλει επιπρόσθετους τελωνειακούς δασμούς στο χάλυβα και στο αλουμίνιο ενάντια στην Κίνα, βάζοντας στο στόχαστρο και την ΕΕ και τα προϊόντα που εξάγει στις ΗΠΑ, όπως και χώρες όπως η Ρωσία και το Ιράν, υπερασπίστηκε το «δίκαιο εμπόριο». Επικαλέστηκε το αρνητικό εμπορικό έλλειμμα τόσο με την Κίνα όσο και με τη Γερμανία και άλλες χώρες της ΕΕ, ενώ είχαν προηγηθεί και «βαριές κουβέντες» του Τραμπ ότι «η ΕΕ είναι εχθρός των ΗΠΑ στο εμπόριο». Η αμερικανική πλευρά έχει καταγγείλει έλλειμμα 376 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2017 με την Κίνα και ανακοίνωσε ότι δεν θα επιτρέψει να συνεχιστεί, ενώ και για τη Γερμανία υπολογίζει σε 65 δισ. δολάρια το έλλειμμα και για την ΕΕ συνολικά στα 155 δισ. Από την πλευρά τους, βεβαίως, οι Ευρωπαίοι και οι Κινέζοι, αλλά και αρκετοί Αμερικανοί αναλυτές, αμφισβητούν αυτά τα νούμερα, αφού περιλαμβάνουν μόνο το εμπόριο αγαθών και όχι τομείς των λεγόμενων υπηρεσιών, όπου δραστηριοποιούνται πολλές αμερικανικές επιχειρήσεις.

Πάντως, ο Μνούτσιν μετά τη συνάντηση υπογράμμισε ότι η χώρα του θέλει ένα «πιο ισορροπημένο εμπόριο» και ζητάει οι επιχειρήσεις της να έχουν την ίδια πρόσβαση στην Κίνα με αυτή που έχουν στις ΗΠΑ οι κινεζικές εταιρείες, όπως ανάλογες αξιώσεις προβάλλει και για το εμπόριο με την ΕΕ.

Πολύ χαρακτηριστική και η δήλωση του Γάλλου υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ, που δήλωσε ότι «αρνούμαστε να διαπραγματευτούμε με το πιστόλι στον κρόταφο», τονίζοντας ότι «εναπόκειται στις ΗΠΑ να κάνουν ένα βήμα για να υπάρξει αποκλιμάκωση, να διευθετηθούν όλα αυτά». Μάλιστα, σημείωσε ότι «ο εμπορικός πόλεμος θα έχει μόνο χαμένους» και κάλεσε τις ΗΠΑ «να αναλογιστούν, να σεβαστούν τους πολυμερείς κανόνες και να σεβαστούν τους συμμάχους τους». Ταυτόχρονα, με έμφαση υπογράμμισε ότι η ΕΕ δεν μπορεί να εξετάσει να διαπραγματευτεί μια εμπορική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, χωρίς η Ουάσιγκτον πρώτα να αποσύρει τους δασμούς που επέβαλε στο χάλυβα και το αλουμίνιο, που εισάγονται στις ΗΠΑ από την Ευρώπη, τον Καναδά και το Μεξικό, ενώ ανέφερε ότι δεν υπάρχει καμία διαφωνία μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας για το πώς και πότε πρέπει να ξεκινήσουν οι εμπορικές συνομιλίες με τις ΗΠΑ.

Ενδεικτική και η τοποθέτηση του Ευρωπαίου επιτρόπου Οικονομικών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί, που υπογράμμισε ότι οι ευρωπαϊκές χώρες θέλουν να έχουν «καθεστώς συμμάχου, όχι εχθρού», απαντώντας στη δήλωση του Τραμπ και ότι «η ΕΕ ασφαλώς δεν είναι υπεύθυνη για τις σημαντικότερες εμπορικές ανισορροπίες», καταλήγοντας ότι «η στοχοθέτησή μας είναι ασφαλώς ανάρμοστη» και ζητώντας να δημιουργηθούν νέες γέφυρες.

Είναι προφανές ότι οι δηλώσεις αυτές έπαιρναν υπόψη τους την επικείμενη συνάντηση στον Λευκό Οίκο του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν - Κλοντ Γιούνκερ και της επιτρόπου Εμπορίου, Σεσίλια Μάλμστρομ, με τον Πρόεδρο Τραμπ. Η συνάντηση αυτή πραγματοποιήθηκε στις 25 Ιούλη και κατέληξε σε έναν νέο συμβιβασμό και υποτίθεται καταρχήν συμφωνία για άρση κάποιων δασμών (που θα εξετάσει επιτροπή που θα συσταθεί). Ουσιαστικά δηλαδή αυτό που έγινε, είναι να δοθεί μια παράταση στο διαρκές παζάρι, καθώς στο τραπέζι είναι η συνολική διαπραγμάτευση για τη λεγόμενη Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP) ανάμεσα σε ΗΠΑ και ΕΕ, που έχει βαλτώσει (αναλυτικά βλ. στο σχετικό πρώτο θέμα της σελίδας 17 στον σημερινό «Ριζοσπάστη»).

Εκκλήσεις από το ΔΝΤ

Επίσης η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, σημείωσε στην παρέμβασή της ότι «ο εμπορικός πόλεμος που μαίνεται εδώ και κάποιους μήνες, θα μειώσει την παγκόσμια ανάπτυξη πιθανόν κατά μισή μονάδα σε ετήσια βάση». Στο τέλος της συνάντησης του G20, απηύθυνε έκκληση για «την επίλυση των εμπορικών συγκρούσεων διά μέσου της διεθνούς συνεργασίας».

Συγκράτηση ζήτησε και η κινεζική πλευρά, που πάντως έχει δηλώσει ότι θα απαντήσει με αντίποινα στους αμερικανικούς δασμούς. Η Κίνα, που προωθεί τα φιλόδοξα σχέδια για λογαριασμό των μονοπωλίων της, στο πλαίσιο των σύγχρονων εμπορικών «δρόμων του μεταξιού» (Μια ζώνη, ένας δρόμος - Οne Belt, One Road), εμφανίζεται σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς ως υπέρμαχος του λεγόμενου «ελεύθερου εμπορίου».


Δ. Κ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ