Πέμπτη 19 Αυγούστου 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Επόμενη φουρνιά

Με το άνοιγμα της Βουλής την επόμενη βδομάδα, παίρνουν σειρά για συζήτηση και ψήφιση μια σειρά κυβερνητικά νομοσχέδια που παρουσιάστηκαν πριν από την καλοκαιρινή διακοπή της λειτουργίας της. Ποια είναι αυτά; Το «νέο ΕΣΥ», που προβλέπει ένταση των ΣΔΙΤ, συγχωνεύσεις κλινικών και νοσοκομείων, λειτουργία του δημόσιου συστήματος Υγείας με αυστηρότερους όρους ανταποδοτικότητας και περικοπής υπηρεσιών και δαπανών. Το Ασφαλιστικό, όπου περιέχεται η ιδιωτικοποίηση της επικουρικής ασφάλισης με την πλήρη μετατροπή του συστήματος σε κεφαλαιοποιητικό, που ρίχνει τις συντάξεις στην πυρά του τζόγου και του χρηματιστηριακού ρίσκου. Και τέλος, το «επιτελικό κράτος Νο2», σε συνέχεια του «Νο1», που αποδεικνύεται γρήγορο και αποτελεσματικό στον σχεδιασμό και την υλοποίηση των πολιτικών στήριξης της κερδοφορίας του κεφαλαίου, επιλεκτικά ανίκανο όμως για μια ακόμη φορά να προστατέψει τον λαό, την περιουσία του και τον φυσικό πλούτο από τις πυρκαγιές. Περιττό να σημειώσουμε βέβαια ότι τα νομοσχέδια αυτά, ένα προς ένα, εντάσσονται στην επόμενη φουρνιά των «προαπαιτούμενων» για τις εκταμιεύσεις από το «σούπερ μνημόνιο» του Ταμείου Ανάκαμψης, που χρηματοδοτεί τις πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις του κεφαλαίου.

Υπάρχει πείρα

Στην «Ειδική Επιτροπή» για την αποκατάσταση των καμένων στη Β. Εύβοια ποντάρει η κυβέρνηση «όλα της τα λεφτά», για να χειραγωγήσει το κλίμα της αγανάκτησης που «βράζει» στα πυρόπληκτα χωριά και για να προωθήσει τους σχεδιασμούς της «πράσινης» επιχειρηματικότητας πάνω στα αποκαΐδια. Ο λαός βέβαια έχει πείρα από προηγούμενες καταστροφές, ότι τέτοιες «αποκαταστάσεις» δεν γίνονται με γνώμονα τα δικά του συμφέροντα και τις ανάγκες, αλλά με κριτήριο τις προτεραιότητες του κεφαλαίου. Τέτοια παραδείγματα μπορεί να βρει κανείς πολλά, ανατρέχοντας σε όσα ακολούθησαν το σεισμό της Πάρνηθας το 1999 ή τις μεγάλες πλημμύρες σε Αττική και Πελοπόννησο το 1998, όπου μάλιστα ο Στ. Μπένος, επικεφαλής της Επιτροπής για τη Β. Εύβοια, ήταν τότε υφυπουργός του ΠΑΣΟΚ, αρμόδιος για τη διαχείριση τέτοιων καταστροφών. Το ίδιο προκύπτει και από πιο πρόσφατα γεγονότα, όπως η φωτιά στο Μάτι, οι πλημμύρες σε Καρδίτσα, Εύβοια και Μάνδρα. Οσο για το «πρότυπο της Καλαμάτας», που ...«αναστήθηκε» μετά τον σεισμό του 1986, για τον λαό της περιοχής μεταφράζεται σε πενιχρή κρατική βοήθεια, με αρκετούς σεισμόπληκτους να μην καταφέρνουν ποτέ να φτιάξουν το σπίτι τους, ενώ το «ολιστικό σχέδιο» ανασυγκρότησης που καταρτίστηκε τότε, λειτούργησε καταλυτικά για την ενίσχυση των επιχειρηματικών ομίλων. Είναι άλλωστε γνωστό ότι μία δεκαετία μετά τον μεγάλο σεισμό, υπήρχαν ακόμα σχολεία που στεγάζονταν σε κοντέινερ, ενώ ακόμα και σήμερα, εκατοντάδες δημόσια κτίρια κινδυνεύουν από την ανυπαρξία προσεισμικών ελέγχων...

Δεν κρατιούνται

Δεν «κρατιούνται», σύμφωνα με δηλώσεις τους, μια σειρά δήμαρχοι και περιφερειάρχες, να αναλάβουν τη διαχείριση μεγάλων δασικών εκτάσεων αντικαθιστώντας τα δασαρχεία, «τάζοντας» καθαρισμούς, αντιπυρικά έργα και πρόληψη. Μάλιστα, η πρεμούρα τους είναι μεγαλύτερη σε περιοχές όπου βρίσκονται στα σκαριά σχέδια επιχειρηματικής «αξιοποίησης» των δασών, είτε αυτά αφορούν τον Υμηττό - και ειδικά τις νότιες πλευρές του, που θα «συνορεύουν» με τα πρότζεκτ του Ελληνικού - είτε τον Σχοινιά, όπου υπάρχουν αντίστοιχοι σχεδιασμοί και πάει λέγοντας. «Και αφού τα δασαρχεία δεν έχουν λεφτά και μέσα, γιατί να μην μπουν εκείνοι που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έχουν και να τα καθαρίσουν;», επαναλάμβανε τις προάλλες γνωστός δημοσιογράφος, που με επιμονή ρωτούσε τους καλεσμένους του γι' αυτό το θέμα. Το ερώτημα βέβαια εύκολα αντιστρέφεται: Γιατί είναι «νομοτελειακό» τα δασαρχεία να μην έχουν προσωπικό, λεφτά και μέσα, ώστε με επιστημονική επάρκεια και όλα τα αναγκαία εργαλεία να υπηρετούν την ολοκληρωμένη διαχείριση και προστασία των δασικών οικοσυστημάτων; Τι είναι αυτό που τα εμποδίζει; Αλλά και οι δήμοι, που βλέπουν την κρατική χρηματοδότηση «με το κιάλι» όταν πρόκειται για τις λαϊκές ανάγκες, από πού ακριβώς θα βρουν τους πόρους και τα μέσα για τέτοια έργα, αν όχι από τη γνώριμη «ανταποδοτικότητα» και το «πράσινο φως» στα επιχειρηματικά σχέδια; Ας αφήσουν λοιπόν τα σάπια: Το πρόβλημα δεν είναι ποιος φορέας θα διαχειριστεί την πολιτική που μετατρέπει τα δάση, τη γη, το περιβάλλον σε πεδίο κερδοφορίας, αλλά η ίδια αυτή πολιτική, που βάζει συνολικά τις ανάγκες του λαού στο «ζύγι» της καπιταλιστικής κερδοφορίας και γι' αυτό αφήνει πίσω της στάχτες.

«Νέο δόγμα»

ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ παρουσιάζουν την αποχώρηση των στρατιωτικών τους δυνάμεων από το Αφγανιστάν ως την εφαρμογή ενός «νέου δόγματος αντιτρομοκρατικής πολιτικής, χωρίς μόνιμη παρουσία σε μια περιοχή», με την επισήμανση μάλιστα ότι οι «απειλές» έχουν διασπαρεί παγκόσμια και απαιτείται «άλλη» αντιμετώπιση, που δεν θα δεσμεύει δυνάμεις σε ένα μέτωπο για πολύ καιρό. Ανεξάρτητα από το πώς παρουσιάζουν την αναδιάταξη των αμερικανοΝΑΤΟικών δυνάμεων, με το βλέμμα στραμμένο στους ανταγωνιστές τους Κίνα και Ρωσία, τα όσα λένε μόνο ανησυχία θα πρέπει να προκαλούν στον λαό. Το πρώτο που προκύπτει είναι ότι η «καταπολέμηση της τρομοκρατίας» θα συνεχίσει να αποτελεί πρόσχημα για ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τους πολέμους του μέλλοντος, όπως γίνεται εδώ και 20 χρόνια, με εγκληματικές συνέπειες για τους λαούς. Το δεύτερο είναι ότι αναβαθμίζεται ο ρόλος των περιφερειακών συμμάχων των ΗΠΑ, στο πλαίσιο της ευρωατλαντικής συμμαχίας, με ενεργότερη εμπλοκή στην «αντιτρομοκρατική πολιτική», στα ιμπεριαλιστικά δηλαδή σχέδια για επικράτηση πάνω σε πηγές και δρόμους Ενέργειας και για την απόσπαση μεγαλύτερης γεωπολιτικής επιρροής. Η «καμπάνα» βέβαια χτυπάει και για την Ελλάδα, με την κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα να έχουν ήδη δηλώσει την προθυμία και τη διαθεσιμότητά τους να στηρίξουν την ενεργότερη ιμπεριαλιστική εμπλοκή, σε μια περιοχή που με το πρόσχημα της «τρομοκρατίας» όλων των ειδών, ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ κρατούν αναμμένο το φιτίλι του πολέμου, από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι τη Βόρεια Αφρική, σέρνοντας τους λαούς σε ανείπωτους κινδύνους.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ