Σάββατο 17 Φλεβάρη 2024 - Κυριακή 18 Φλεβάρη 2024
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Με κριτήριο την περαιτέρω προώθηση της επιχειρηματικής λειτουργίας των ΑΕΙ

Δημοσιεύτηκε η έκθεση της ΕΘΑΑΕ για την Ανώτατη Εκπαίδευση στη χώρα μας το έτος 2022 | Ολα τα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η πολιτική που εφαρμόζεται δεν μπορεί να δώσει απάντηση στα πραγματικά προβλήματα και στις ανάγκες φοιτητών και εργαζομένων στα πανεπιστήμια

Eurokinissi

Πριν λίγες μέρες δημοσιεύτηκε η «Ετήσια Εκθεση για την Ανώτατη Εκπαίδευση» της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) για το 2022. Η έκθεση συγκεντρώνει πλήθος στατιστικών στοιχείων για τον φοιτητικό πληθυσμό, τους διδάσκοντες, τα Προγράμματα Σπουδών (ΠΣ), τους απόφοιτους κ.ά., από πηγές όπως ΕΛΣΤΑΤ, EUROSTAT, ΟΟΣΑ και η βάση δεδομένων της ΕΘΑΑΕ (ΟΠΕΣΠ), που εμπλουτίζεται από τα στοιχεία που συλλέγουν κάθε χρόνο οι Μονάδες Διασφάλισης Ποιότητας (ΜΟΔΙΠ) των πανεπιστημίων.

Ολα τα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η διαχρονική πολιτική όλων όσοι έχουν κυβερνήσει, ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ, που ευθυγραμμίζεται με τη στρατηγική της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, δεν μπορεί να δώσει καμία απάντηση και λύση στα πραγματικά προβλήματα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Αντιθέτως, τα αναπαράγει και τα διευρύνει.

Η ΕΘΑΑΕ, με αφορμή την πρόθεση ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, έχει παρουσιαστεί από την κυβέρνηση - και όχι μόνο - ως ρυθμιστής της νέας αγοράς των ιδιωτικών πανεπιστημίων η οποία είναι προ των πυλών. Γενικώς εμφανίζεται ως μια «τεχνοκρατική», «ανεξάρτητη» και «αντικειμενική» αρχή, η οποία παρακολουθεί, αξιολογεί, εντοπίζει και κάνει προτάσεις για τα «κακώς κείμενα», συνολικά ότι εξασφαλίζει την «ποιότητα» στο εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο των πανεπιστημίων μας, αλλά και των πτυχίων τους.

Η έκθεσή της αποτελεί πολιτικό κείμενο, καθώς τα διάφορα - εν πολλοίς - αντικειμενικά στοιχεία ερμηνεύονται και αξιολογούνται σύμφωνα με την ιεράρχηση και τις κατευθύνσεις της ΕΕ, αφού και η ίδια η ΕΘΑΕΕ λογοδοτεί στον αντίστοιχο ευρωπαϊκό οργανισμό. Γι' αυτό και τόσο τα προβλήματα που εντοπίζει όσο και οι προτάσεις για την αντιμετώπισή τους ακολουθούν και προάγουν συγκεκριμένες πολιτικές, σύμφωνα με τη στρατηγική της ΕΕ για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση - Ερευνα συνολικά για την ΕΕ. Επί της ουσίας επιτελεί ρόλο συμβούλου του υπουργείου Παιδείας, διατυπώνει θέσεις - προτάσεις και αναπτύσσει επιχειρηματολογία που στηρίζει τις αντιδραστικές αλλαγές στα πανεπιστήμια.

«Ποιότητα» σημαίνει επιχειρηματική δράση

Αν ρίξουμε μια ματιά στα «ποιοτικά κριτήρια» της ΕΘΑΑΕ, σύμφωνα με τα οποία τα προηγούμενα χρόνια μοιράστηκε το 20% της κρατικής χρηματοδότησης (ο νόμος - έκτρωμα που είναι σε διαβούλευση προβλέπει αυτό το ποσοστό να ανέβει στο 30%), γίνεται αντιληπτό ότι η «ποιότητα» δεν αφορά τις ανάγκες των φοιτητών και των εργαζομένων των πανεπιστημίων.

Κάθε ΑΕΙ επιλέγει το ίδιο τις 2 κατηγορίες «ποιοτικών κριτηρίων» στις οποίες θα διαγωνιστεί. Ετσι, προκειμένου να πάρει καλό βαθμό ένα πανεπιστήμιο πρέπει να φροντίσει να καλλιεργήσει εκείνες τις πλευρές λειτουργίας του από τις οποίες θα κριθεί τελικά η κρατική χρηματοδότησή του. Με αυτόν τον τρόπο τα ΑΕΙ διαφοροποιούνται μεταξύ τους, κατηγοριοποιούνται εκ των πραγμάτων και εμφανίζονται να επιλέγουν τα ίδια την αρένα στην οποία θα διαγκωνιστούν. Σύμφωνα δε με το δόγμα ότι ο εξοντωτικός ανταγωνισμός μεταξύ ατόμων, ομάδων, εργαστηρίων, τμημάτων, σχολών, ΑΕΙ προάγει την αριστεία, εισάγονται διάφοροι δείκτες για να ποσοτικοποιηθεί η ποιότητα του ερευνητικού έργου! Δείκτες που αμφισβητούνται από την ακαδημαϊκή κοινότητα και συχνά αναθεωρούνται, αφού η αγοραία λογική που τους διέπει εξαντλεί γρήγορα τα όριά τους.

Η ποιότητα της διασύνδεσης ενός πανεπιστημίου με την κοινωνία «ποσοτικοποιείται» με βάση τις πωλήσεις εκπαιδευτικών «προϊόντων» (π.χ. προγράμματα διά βίου μάθησης, κοινά και διπλά προγράμματα κ.λπ.) ή/και ερευνητικών «προϊόντων» (πατέντες, τεχνοβλαστοί, νεοφυείς επιχειρήσεις, συμπράξεις με επιχειρήσεις, συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο επιχειρήσεων κ.λπ.), ενώ η «ποσοτικοποίηση» της διεθνοποίησης περιλαμβάνει τις «πωλήσεις» ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών. Η δε «ποιότητα» του πανεπιστημιακού περιβάλλοντος αξιολογείται μεταξύ άλλων με βάση τις δωρεές και χορηγίες που συγκεντρώνει ένα ΑΕΙ!

Οπως οι δείκτες απόδοσης μιας επιχείρησης θέτουν συγκεκριμένους στόχους για την ανάπτυξη της κερδοφορίας της και τη βελτίωση της θέσης της σε σχέση με τον ανταγωνισμό, έτσι και οι «ποιοτικοί δείκτες» της ΕΘΑΑΕ διαμορφώνουν όρους ανταγωνισμού ανάμεσα στα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα, όχι σε σχέση με την ποιότητα της Εκπαίδευσης και της Ερευνας αλλά σε σχέση με τα «ιδιαίτερα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που έχουν».

Βαφτίζουν «ακαδημαϊκή ελευθερία» τη φίμωση και τα δίδακτρα...

Οπως περιγράφεται στην έκθεση, ένας από τους βασικούς πυλώνες της ευρωενωσιακής πολιτικής είναι η «ακαδημαϊκή ελευθερία» όπως ορίζεται από την EUA (Ενωση Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων). Διαβάζουμε στην έκθεση: «Η αυτονομία των ιδρυμάτων σχετίζεται με την ακαδημαϊκή ελευθερία, η οποία πλέον αποτυπώνεται με τον δείκτη ακαδημαϊκής ελευθερίας (Academic Freedom Index - AFI). (...) Αποτελείται από τους εξής πέντε επιμέρους δείκτες (...): 1. Ελευθερία στη διδασκαλία και την έρευνα. 2. Ελευθερία στη διακίνηση και διάχυση ιδεών. 3. Ιδρυματική αυτονομία. 4. Ιδρυματική ακεραιότητα. 5. Ελευθερία ακαδημαϊκής και πολιτισμικής έκφρασης».

Δεν εξαντλούμε το θέμα, ξεχωρίζουμε ορισμένα από αυτά. Η «ιδρυματική αυτονομία» αναφέρεται στην αυτονομία του ΑΕΙ από το κράτος και μετριέται με δείκτες που παρακολουθούν τη σύγκλιση των χωρών της ΕΕ στην προώθηση των αντιδραστικών πολιτικών της.

Τα κριτήριά τους λένε ότι αν θέλουμε τα πανεπιστήμιά μας να αξιολογούνται ως «επαρκώς αυτόνομα», τότε πρέπει να επιβάλλουν δίδακτρα στα προπτυχιακά προγράμματα και στους Ελληνες φοιτητές, να αποφασίζουν τα ίδια πόσους και ποιους διδάσκοντες θα προσλαμβάνουν - απολύουν και επίσης να αποφασίζουν τα ίδια τους τίτλους και το πρόγραμμα σπουδών τους, καταργώντας τον όποιο ενιαίο χαρακτήρα είχε διατηρηθεί μέχρι σήμερα στα πτυχία. Για πρώτη φορά, μάλιστα, στην έκθεση γίνεται αναφορά σε αυτονομία και στη μισθοδοσία του προσωπικού, που αυτήν τη στιγμή στη χώρα μας καλύπτεται από το κράτος και δεν συνυπολογίζεται στην τακτική επιχορήγηση του ΥΠΑΙΘ προς τα πανεπιστήμια. Ακόμα, στα κριτήρια οικονομικής αυτονομίας των Ιδρυμάτων καταγράφονται η «δυνατότητα διατήρησης πλεονάσματος από τη δημόσια χρηματοδότηση», η «δυνατότητα λήψης δανείου», η «ιδιοκτησία κτιρίων πανεπιστημίου» και η «δυνατότητα πώλησης ακίνητης περιουσίας», με άλλα λόγια η δυνατότητα των Ιδρυμάτων να εμπορεύονται την περιουσία τους και να λειτουργούν όλο και περισσότερο ως επιχειρήσεις...

Παραπέρα, η «αντιμετώπιση των φαινομένων βίας» ως μέρος του ορισμού της ακαδημαϊκής ελευθερίας είναι το ιδεολόγημα που αξιοποιήθηκε από τις κυβερνήσεις τα προηγούμενα χρόνια π.χ. για να τεκμηριωθεί η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου. Ενδεικτικό του πόσο «ευρύχωρο» είναι το περιεχόμενο της λέξης «βία» είναι ότι στις αξιολογήσεις της χώρας σχετικά με τον βαθμό «ακαδημαϊκής ελευθερίας» των πανεπιστημίων μας υπήρξε αρνητική αναφορά στις «αντιδράσεις φοιτητών και διδασκόντων ενάντια στην πανεπιστημιακή αστυνομία»! Ετσι, η «ακαδημαϊκή ελευθερία» τελικά ορίζεται ως ελευθερία για τους ομίλους και τις ορέξεις τους να αξιοποιούν τις υποδομές, το προσωπικό και τη «σφραγίδα» των πανεπιστημίων προς όφελος της κερδοφορίας τους. Γι' αυτήν την επιχειρηματική ελευθερία αποτελεί πρόβλημα και «πνίγεται» κάθε φωνή διεκδίκησης.

Κανένα πρόβλημα δεν λύθηκε

Αν και από το 2011 μέχρι σήμερα όλες οι κυβερνήσεις, ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ, έχουν φέρει σχεδόν δέκα νόμους για τα πανεπιστήμια, όλους με τον μανδύα της καλύτερης «σύνδεσης με την αγορά εργασίας», η κατάσταση σε ό,τι αφορά το πρόβλημα της ανεργίας των πτυχιούχων δεν βελτιώνεται.

Τι καταγράφουν τα στοιχεία για τα ποσοστά της απασχόλησης των νέων πτυχιούχων (25 - 34 ετών); Η χώρα μας παραμένει στην πρώτη θέση στο ποσοστό ανεργίας, με διαφορά, ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ και όχι μόνο. Το 2011 η απασχόληση ήταν 69,35% και μέσα σε μια δεκαετία - δηλαδή μέχρι το 2021 - σημείωσαν τη ...ραγδαία άνοδο του 0,1%, αφού η απασχόληση έφτασε το 69,45%. Οι δε άνεργες γυναίκες πανεπιστημιακής εκπαίδευσης καταγράφονται το 2022 στο 63,84% του συνόλου των ανέργων πτυχιούχων... Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας την ετεροαπασχόληση, που δεν καταγράφεται στις στατιστικές, γίνεται αντιληπτό ότι το ποσοστό των πτυχιούχων που δεν εργάζονται στο αντικείμενο που σπούδασαν είναι ακόμα μεγαλύτερο.

Για το πραγματικό πρόβλημα του χαμηλού ποσοστού απασχόλησης των νέων αποφοίτων, η έκθεση προτείνει: «Η μαζική παραγωγή αποφοίτων σε επιστημονικούς κλάδους που αντιμετωπίζουν ήδη ανεργία δεν πρέπει να συνεχιστεί. Γι' αυτόν τον λόγο,το θέμα της αναδιάρθρωσης του ακαδημαϊκού χάρτη έχει βαρύνουσα σημασία». Με άλλα λόγια, έχουμε μπροστά μας νέα «πειράματα», με κλεισίματα και συγχωνεύσεις Τμημάτων και σχολών. Το διάστημα που αναφέρει η έκθεση - και δεν άλλαξε στο ελάχιστο η απασχολησιμότητα των αποφοίτων - έχουμε ζήσει Σχέδια «Αθηνά», νόμους Γαβρόγλου με «πανεπιστημιοποιήσεις», δεκάδες μικρότερες αλλαγές σε σχολές και Τμήματα.

Το πρόβλημα δεν είναι ότι υπάρχουν περιττοί απόφοιτοι. Για παράδειγμα, δεν μπορεί κανείς να μιλά για «υπερπληθώρα» εκπαιδευτικών στα σχολεία όταν οι μαθητές στοιβάζονται ανά 25 - 27 στα τμήματα, για «υπερπληθώρα» κοινωνικών λειτουργών όταν οι κοινωνικές υπηρεσίες είναι ανεπαρκείς και υποστελεχωμένες. Αυτό που υπάρχει είναι απόφοιτοι που δεν αξιοποιούνται για να καλυφθούν οι τεράστιες κοινωνικές ανάγκες.

Τι μας λένε τα στοιχεία της φετινής έκθεσης σχετικά με την εξέλιξη του δείκτη της αναλογίας φοιτητών ανά διδάσκοντα; Οτι αυτή η αναλογία χειροτερεύει διαρκώς, αφού το 2015 ήταν 1/40 και το 2021 έφτασε το 1/47.

Για την αντιμετώπιση της ομολογουμένως κακής αναλογίας φοιτητών - διδασκόντων, προτείνεται: «Τα Ιδρύματα θα πρέπει να αξιοποιήσουν άμεσα τη δυνατότητα απασχόλησης νέου προσωπικού, στο πλαίσιο των ευκαιριών που παρέχουν ο νόμος 4957/2022 και οι σχετικές χρηματοδοτήσεις του ΕΣΠΑ». Συνδυαστικά με την κατεύθυνση για την «αυτονομία στελέχωσης», είναι δεδομένο ότι τα επόμενα χρόνια το κράτος σχεδιάζει να απαλλαχθεί πλήρως από την ευθύνη της χρηματοδότησης για τη στελέχωση με πανεπιστημιακούς, μεταθέτοντας και αυτό το πρόβλημα στα ίδια τα Ιδρύματα. Αλλωστε το ίδιο ισχύει και για τους διοικητικούς υπαλλήλους, όπου μεταξύ άλλων προμηνύεται αβέβαιο το μέλλον των συμβασιούχων, αφού όπως αναφέρεται η «ψηφιοποίηση» των διοικητικών λειτουργιών στα πανεπιστήμια «λύνει» το πρόβλημα του ανεπαρκούς διοικητικού προσωπικού των ιδρυμάτων.

Εντοπίζεται για πολλοστή φορά ο χαμηλός ρυθμός αποφοίτησης του φοιτητικού πληθυσμού της χώρας, και δίνεται η κατεύθυνση για «αντιμετώπισή» του. Μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι πριν λίγες μέρες ο γγ Ανώτατης Εκπαίδευσης, Οδ. Ζώρας, δήλωνε πως το ακαδημαϊκό έτος 2024 - 2025 θα προχωρήσουν οι πρώτες διαγραφές φοιτητών.

Ολοι οι δείκτες και όλα τα στατιστικά τους στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι οι ανάγκες των φοιτητών να σπουδάσουν ολοκληρωμένα και των αποφοίτων να εργαστούν στο αντικείμενό τους, προσφέροντας στην κοινωνία, δεν μπορούν να βρουν διέξοδο στις «απαντήσεις» που δίνουν ΕΕ, κυβερνήσεις και κόμματα του συστήματος και οι οποίες χειροτερεύουν την κατάσταση.

Στις ελπιδοφόρες κινητοποιήσεις που είναι σε εξέλιξη αυτές τις μέρες «χτυπάει η καρδιά» της διεκδίκησης γι' αυτό που είναι πραγματικά σύγχρονο και ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας: Αποκλειστικά δημόσιο, πραγματικά δωρεάν, σύγχρονο πανεπιστήμιο και πτυχία με αξία.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ