Το ίδιο «ξόρκι», ότι «ένας εμπορικός πόλεμος δεν έχει νικητή», επαναλαμβάνουν μονότονα οι εκπρόσωποι ιμπεριαλιστικών κέντρων, μεταξύ άλλων η επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ, η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ και Κινέζοι αξιωματούχοι. Οι δηλώσεις αυτές είναι βέβαια ενδεικτικές της διεθνοποίησης και της αλληλεξάρτησης των καπιταλιστικών οικονομιών, που κάνουν τον Γιάννη να φοβάται το θεριό και το θεριό τον Γιάννη. Κρύβουν όμως ταυτόχρονα και το άλλο μισό της πρότασης: Οτι δηλαδή, την ώρα που ξορκίζουν το ενδεχόμενο αυτό στο προσκήνιο, το κάθε ιμπεριαλιστικό κέντρο παίρνει στο παρασκήνιο αντίστοιχα μέτρα για τη θωράκιση των δικών του μονοπωλίων, αλλά και ενάντια στους ανταγωνιστές του. Ενδεικτικά, η ΕΕ αντιδρά στο ενδεχόμενο δασμών από τις ΗΠΑ, αλλά ταυτόχρονα επικαλείται κι αυτή λόγους «εθνικής ασφάλειας» για να επιβάλει πρόστιμα και κυρώσεις στους τεχνολογικούς κολοσσούς των ΗΠΑ, όπως και για να βάλει εμπόδια στην εξαγορά «στρατηγικών υποδομών» της ΕΕ από την Κίνα. Πολύ πρόσφατο είναι και το παράδειγμα της Ινδίας, που στα τέλη Γενάρη ξεσπάθωνε ενάντια στον «προστατευτισμό» και μόλις δυο βδομάδες μετά αύξησε τους δασμούς στις εισαγωγές. Αλλο λοιπόν τα λόγια κι άλλο η πραγματικότητα στις «αρένες» του παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Μιλώντας την περασμένη Πέμπτη στη «2η Διεθνή Συνάντηση των Αθηνών» που διοργάνωσε η ΓΣΕΒΕΕ, με θέμα «Οικονομική Δημοκρατία και μικρομεσαίες επιχειρήσεις», αφού εκθείασε τη σημασία του «κοινωνικού διαλόγου», ως «μία μεγάλη κατάκτηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού» και «βάση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου», ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ δεν έκρυψε τη δυσφορία του για την «υποβάθμιση των θεσμοθετημένων δομών διαλόγου» κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και ζήτησε την αναβάθμιση του «τριμερούς κοινωνικού διαλόγου». Αυτό, σύμφωνα με τον Γ. Παναγόπουλο, «συνεπάγεται τη μετάβαση σε ένα νέο μοντέλο διαπραγμάτευσης, όπου το αντικείμενο θα είναι όχι μόνο στοιχεία της αγοράς εργασίας, αλλά η ίδια η οικονομία στο σύνολό της». Με μια κουβέντα, η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ ζητά να αναβαθμιστεί εκείνο ακριβώς το εργαλείο κυβέρνησης - κεφαλαίου με το οποίο θα γίνει ακόμα πιο αποτελεσματική η παγίδευση της εργατικής τάξης στους «αναπτυξιακούς στόχους» των καπιταλιστών, ώστε να αποφευχθεί η «ταξική πόλωση και σύγκρουση», την οποία δήλωσε ότι απεύχεται ο Γ. Παναγόπουλος. Για άλλη μια φορά, η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ αναδεικνύεται σε ένθερμο υποστηρικτή του «κοινωνικού διαλόγου», όχι μόνο για ζητήματα στα οποία κατά κανόνα βάζει πλάτη (εργασιακά, ασφαλιστικά κ.ά.), αλλά για το σύνολο της οικονομικής πολιτικής, δηλώνοντας διαθέσιμη να σφραγίσει ανεξίτηλα τις αντεργατικές ανατροπές και στη «μεταμνημονιακή» εποχή.
Ενα αποκαλυπτικό ρεπορτάζ για την ταύτιση κυβέρνησης - κεφαλαίου και αστικών κομμάτων γύρω από το Ασφαλιστικό και τις νέες ανατροπές που σχεδιάζονται, στο όνομα της «βιωσιμότητας» του συστήματος, δημοσιεύει σήμερα ο «Ριζοσπάστης» (σελ. 13). Συνοψίζοντας αυτήν τη συναντίληψη, σε συνέδριο που οργανώθηκε πρόσφατα στην Αθήνα με τη συμμετοχή εκπροσώπων της ιδιωτικής ασφάλισης, το συμπέρασμα που κατέγραψαν οι διοργανωτές ήταν το εξής: «Το Συνταξιοδοτικό πρέπει να αντιμετωπιστεί ως πρόβλημα της οικονομίας που απαιτεί αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των συντάξεων, συναρτώντας το σχετικό μοντέλο με την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την προώθηση κινήτρων, καθώς και θαρραλέων μειώσεων φόρων και εισφορών. Συνδυαστικά, επενδύσεις βασισμένες σε ΣΔΙΤ Υγείας θα μπορούσαν να φέρουν ανάπτυξη 3,5% - 4% μέχρι το 2030». Με άλλα λόγια, οι προϋποθέσεις για τις επόμενες αντιασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις έχουν τεθεί από όλους τους προηγούμενους νόμους και τις ρυθμίσεις. Προβλέπουν περικοπές κονδυλίων, νέα μείωση συντάξεων και ενίσχυση των κινήτρων (φορολογικών και άλλων), με στόχο την παραπέρα συρρίκνωση του δημόσιου συστήματος από τη μια και την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα (επαγγελματικά ταμεία, ιδιωτική ασφάλιση) από την άλλη. Και για κερασάκι στην τούρτα, προτείνεται η επέκταση των ΣΔΙΤ στην Υγεία, η σύσφιξη δηλαδή των σχέσεων κρατικού και ιδιωτικού τομέα, που δοκιμασμένα πλέον έχει οδηγήσει στην παραπέρα εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της Υγείας για το λαό, αλλά και σε αντεργατικές ανατροπές για το σύνολο των υγειονομικών. Αυτά τα ...οράματα του κεφαλαίου και των κομμάτων του όχι μόνο δεν πρέπει να τα αποδεχτεί ο λαός, αλλά χρειάζεται να τα πολεμήσει επιθετικά, προτάσσοντας διεκδικήσεις που απαντούν στις σύγχρονες ανάγκες του.