Μια βδομάδα συμπληρώνεται αύριο από την παραλίγο τραγωδία στη Βούλα με τη σύγκρουση των δύο λεωφορείων, με τραυματίες δεκάδες από τους παστωμένους επιβάτες, πολλοί από τους οποίους είναι παιδιά. Το θέμα «θάφτηκε» από κυβέρνηση και ΜΜΕ ακριβώς από τη στιγμή που αποκαλύφθηκε ότι οι οδηγοί στις συγκεκριμένες γραμμές, όπως η οδηγός που ενεπλάκη στο ατύχημα, δουλεύουν 16ωρες βάρδιες σερί πάνω στο τιμόνι. Προφανώς, όταν επιβεβαιώθηκε ότι η δουλειά από τα ξημερώματα μέχρι τα μεσάνυχτα φέρνει συμφορές, κυκλοφόρησε από τα υπουργεία το γνωστό «παπαγαλόχαρτο» για θάψιμο της υπόθεσης. Το θάψιμο βέβαια πήγε πακέτο με τα ψέματα της κυβέρνησης για τις συνθήκες εργασιακής ζούγκλας στις εργολαβίες του ΟΑΣΑ, μπας και ξεμπερδέψουν όπως - όπως με το ζήτημα, αφού το «ατύχημα» συνέβη την ίδια στιγμή που έρχεται το νομοσχέδιο της 13ωρης δουλειάς. Διανοείται κανείς τι θα γινόταν εδώ και μια βδομάδα αν η σύγκρουση αυτή συνδεόταν με «ανθρώπινο λάθος»; Τι θα ακουγόταν αν π.χ. το ατύχημα ήταν αποτέλεσμα παραπτώματος της οδηγού και όχι της ξαφνικής αδιαθεσίας της; Κράτος, κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια τους θα έσταζαν αίμα για τον νέο «σταθμάρχη», θα έβγαζαν όλους τους οδηγούς στα «μανταλάκια» για την «ασυνειδησία» τους, θα μαθαίναμε μέχρι και για τα άπλυτα των παππούδων τους. Τώρα όμως πέφτει επαγγελματικό «κουκούλωμα», αφού πρόκειται για ένα ακόμα έγκλημα που φανερώνει τις τραγικές συνέπειες αλλά και τις ευθύνες κυβερνήσεων και κεφαλαίου για το ξεχείλωμα του εργάσιμου χρόνου.
Σύμφωνα με την τριμηνιαία έκθεση (α' τρίμηνο του 2025) της Γενικής Διεύθυνσης Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η μέση χονδρική τιμή στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στα 144,6 ευρώ ανά μεγαβατώρα, δηλαδή 44,6% υψηλότερη από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο των 100 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Σύμφωνα με την έκθεση, ένα από τα βασικά αίτια της ανόδου των τιμών, που εντοπίζεται και σε άλλες χώρες της ΕΕ, έχει να κάνει με το μείγμα παραγωγής. Κι αυτό γιατί κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025 το μερίδιο των ορυκτών καυσίμων στην ηλεκτροπαραγωγή της ΕΕ αυξήθηκε σημαντικά, φτάνοντας το 33%, από 28% έναν χρόνο νωρίτερα. Παράλληλα, το ποσοστό συμμετοχής των ΑΠΕ υποχώρησε στο 41% από 46%. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ, και στην Ελλάδα υπήρξε έντονη αύξηση της κατανάλωσης φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή, καύσιμου ιδιαίτερα ευάλωτου σε διακυμάνσεις τιμών, λόγω των εντεινόμενων ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Τα παραπάνω μάς φέρνουν στον νου όσα λέγονταν για τις προηγούμενες ανατιμήσεις, όταν η υψηλή εγχώρια παραγωγή από ΑΠΕ έφτανε σε σημείο να απειλεί με «υπερφόρτωση» του συστήματος. Γιατί και τότε η μεγάλη παραγωγή από ΑΠΕ όχι μόνο δεν οδηγούσε σε φτηνότερο ρεύμα για τα λαϊκά νοικοκυριά, αλλά προοικονομούσε το αυξημένο χαράτσι εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ στους λογαριασμούς για τη διασφάλιση της «ευστάθειας» του συστήματος. Με άλλα λόγια: Αυξημένη η παραγωγή από τις ΑΠΕ; Ακριβαίνει το ρεύμα. Αυξημένη η παραγωγή από το φυσικό αέριο; Πάλι ακριβαίνει το ρεύμα. Μόνη σταθερά είναι ότι το μάρμαρο συνεχίζουν να το πληρώνουν τα λαϊκά νοικοκυριά, καθώς η στρατηγική των κυβερνήσεων και της ΕΕ έχει έναν και μόνο έναν βασικό συντελεστή στον τομέα της Ενέργειας: Την κερδοφορία των ομίλων υπό οποιεσδήποτε συνθήκες.