«Κάποια μέλη του ΝΑΤΟ επιχειρούν να παίξουν συγκεκριμένους ρόλους ασφαλείας στη λεγόμενη περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού (...) η Κίνα μπορεί να απαντήσει, συμμετέχοντας σε ζητήματα ασφαλείας σε όλη την Ευρώπη και να επιτρέψει στο ΝΑΤΟ να κατανοήσει περισσότερα για την Κίνα ως παγκόσμιο παράγοντα ασφαλείας». Αυτά γράφονταν στον ξενόγλωσσο Τύπο της Κίνας, στον απόηχο της επίσκεψης του Κινέζου υπουργού Αμυνας στα Βαλκάνια, συμπληρώνοντας μεταξύ άλλων ότι «αν εκείνοι μπορούν να έρθουν στην Κινεζική Θάλασσα, μπορούμε κι εμείς να έρθουμε στη Μεσόγειο». Τις ίδιες μέρες, αποτιμώντας το πέρασμα του Κινέζου υπουργού από τη χώρα μας, τα αστικά επιτελεία σημείωναν με «νόημα» σε άρθρα και αναλύσεις πως «το πράγμα έχει αγριέψει» και ότι «ο κόσμος αλλάζει ραγδαία». «Το αδιανόητο, όπως π.χ. ο κινεζικός στόλος να έχει αισθητή παρουσία στην περιοχή μας, μπορεί να γίνει ρουτίνα τα επόμενα χρόνια», σημείωναν και κατέληγαν: «Αν το δίλημμα γίνει "ή μαζί μας ή απέναντι", οι αποφάσεις και οι απαντήσεις δεν θα είναι εύκολες ή αυτονόητες».
Ολα αυτά δίνουν μια καλή «γεύση» για το τι σημαίνει να είσαι «μπροστάρης» στους αμερικανοΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς, όπως διεκδικεί για τη χώρα μας η κυβέρνηση της ΝΔ, με τη στήριξη όλων των άλλων αστικών κομμάτων, σε συνθήκες που οι ανταγωνισμοί «αγριεύουν», με την Κίνα να απειλεί την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ. Δίνουν ταυτόχρονα μια «γεύση» για το τι σημαίνουν οι «συμμαχίες» και τα σχήματα που στήνουν η σημερινή και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις με την «ομπρέλα» των ΗΠΑ, από την Ανατ. Μεσόγειο έως τον Περσικό και τον Ειρηνικό, έχοντας το θράσος να τις βαφτίζουν συμφωνίες «σταθερότητας», ενώ μπλέκουν τη χώρα βαθύτερα σε ανταγωνισμούς, που καθιστούν στόχο το λαό! Στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς «το ξύλο έχει δυο μεριές», όπως λέει η παροιμία. Και το μόνο σίγουρο είναι πως ο λαός θα βγαίνει ζημιωμένος, έως ότου αποφασίσει να πάρει το «ξύλο» στα χέρια του.
Τα τελευταία 30 χρόνια έχει διπλασιαστεί ο όγκος του βρόχινου νερού που δέχεται η πρωτεύουσα, σημειώνει μια μελέτη επιστημόνων, που αξιοποιείται ως απόδειξη της κλιματικής αλλαγής, αλλά και ως δικαιολόγηση των τραγικών καταστάσεων που ζουν εκατομμύρια κάτοικοι στο Λεκανοπέδιο όταν ξεσπάσει μια δυνατή νεροποντή, εξαιτίας της παντελούς έλλειψης αντιπλημμυρικού σχεδιασμού και υποδομών. Οση βροχή και να πέσει, όμως, δεν πρόκειται να ξεπλύνει το κράτος και όλες τις κυβερνήσεις από τις ευθύνες τους για την ταλαιπωρία, τις καταστροφές, ακόμα και τους νεκρούς που θρηνούμε συχνά πυκνά από τις πλημμύρες. Και μόνο το γεγονός ότι η ένταση των πλημμυρικών φαινομένων εξαιτίας και των αλλαγών στο κλίμα δεν προέκυψε χτες, αλλά παρακολουθείται και μελετάται επιστημονικά πολλές δεκαετίες τώρα, δεν αφήνει καμία αμφιβολία για το ποιος φταίει που πνιγόμαστε κάθε που βρέχει. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι σε ημερίδα του ΤΕΕ πριν από 20 σχεδόν χρόνια προβλεπόταν η σημερινή εξέλιξη, όχι μόνο ως αποτέλεσμα της έλλειψης κρατικού σχεδιασμού για αντιπλημμυρική προστασία, αλλά και ως συνέπεια της άναρχης επέκτασης του αστικού και βιομηχανικού ιστού. Σημειωνόταν μάλιστα από τότε ότι εξαιτίας αυτής της επέκτασης, αντιπλημμυρικά έργα που έγιναν τη δεκαετία του '70, με προοπτική πεντηκονταετίας, είχαν ήδη ξεπεραστεί 15 χρόνια μετά την κατασκευή τους και δεν πρόσφεραν καμία ουσιαστική προστασία. Επιβεβαιώνεται δηλαδή, απ' όπου και να το δει κανείς, ότι στο σύστημα όπου όλα μετριούνται στο ζύγι του «κόστους - οφέλους» για το κεφάλαιο, η προστασία της υγείας, της περιουσίας, ακόμα και της ζωής του λαού, δεν είναι καθόλου δεδομένη.