Με λιγότερα από 5.000 τεστ ανά 1 εκατ. κατοίκους για τον κορονοϊό, η Ελλάδα κατατάσσεται 49η ανάμεσα σε 86 χώρες για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, παρά τις συστάσεις των ειδικών και τα αιτήματα των υγειονομικών, των εργαζομένων και των σωματείων σε κλάδους που συνεχίζουν να δουλεύουν. Στη χώρα μας, επίσης, το δημόσιο σύστημα Υγείας δεν δοκιμάστηκε όπως σε άλλες, όχι επειδή βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση, αλλά επειδή ο λαός ακολούθησε τις οδηγίες των επιστημόνων για αυτοπεριορισμό, που κι αυτές δόθηκαν με κριτήριο την άθλια κατάσταση και τις μεγάλες ελλείψεις στα νοσοκομεία, εξαιτίας της διαχρονικής αντιλαϊκής πολιτικής στον τομέα της Υγείας. Αλλωστε, η γενικευμένη ανασφάλεια εξαιτίας της άρνησης του κράτους να αναλάβει τις ευθύνες του για την προστασία της υγείας, ακόμα και της ζωής του λαού, ήταν από μόνη της ένας ισχυρός λόγος για να περιορίσει ο κόσμος τις μετακινήσεις και την έκθεση στον κίνδυνο του κορονοϊού.
Ολα αυτά όμως έχουν μικρή αξία για την κυβέρνηση, που επιζητεί το χειροκρότημα για τη διαχείριση της πανδημίας και ποντάρει στην «καλή φήμη που απέκτησε η χώρα μας», όπως έλεγε τις προάλλες ο υπουργός Ανάπτυξης Α. Γεωργιάδης, ώστε «να μπορέσουμε να προσελκύσουμε ευκολότερα τους λιγότερους τουρίστες που συνολικά θα υπάρχουν». Και δεν αρκείται μόνο στα ευχολόγια, αλλά σχεδιάζει και ένα «όσο γίνεται μεγαλύτερο σοκ ρευστότητας», με ειδικό πακέτο για τον τουρισμό και τις μεγάλες επιχειρήσεις το οποίο ήδη «τρέχει». «Ακολούθησε το χρήμα», λέει ο κανόνας όταν αναζητείς τον ένοχο ενός εγκλήματος. Στην προκειμένη περίπτωση, για όσα έζησε και συνεχίζει να ζει ο λαός σε συνθήκες πανδημίας και με τη νέα καπιταλιστική κρίση προ των πυλών, ο κανόνας ισχύει στο ακέραιο.
«Θα σας πω κάτι και κρατήστε τη μέρα που σας το λέω: Η πανδημία έφερε την τηλεργασία και την τηλεκπαίδευση. Αυτά θα μείνουν για πάντα, θα καλλιεργηθούν και θα ενισχυθούν. Είναι πολύ θετικές εξελίξεις». Πρόκειται για μία ακόμα «δέσμευση» του υπουργού Εργασίας, όπως ειπώθηκε από τον ίδιο σε ραδιοφωνική του συνέντευξη, με αφορμή το φιάσκο της τηλεκατάρτισης. Ο υπουργός επιβεβαιώνει ότι η όρεξη έχει ανοίξει για τα καλά στην κυβέρνηση και τους επιχειρηματικούς ομίλους. Τόσο για την τηλεργασία, που απογειώνει την εκμετάλλευση και καταργεί κάθε όριο μεταξύ εργάσιμου και ελεύθερου χρόνου, όσο και για τα άλλα «έκτακτα» μέτρα με τα οποία η κυβέρνηση φιλοδώρησε τους επιχειρηματικούς ομίλους, στο όνομα της αντιμετώπισης των συνεπειών από την πανδημία. Και, βέβαια, ήρθαν για να μείνουν τα - καθόλου καινούργια - προγράμματα τηλεκατάρτισης, με τα οποία οι κυβερνήσεις χρυσώνουν το χάπι της ανεργίας για χιλιάδες νέους, καλλιεργούν τη λογική των «ευκαιριών» στη ζούγκλα της αγοράς εργασίας και διοχετεύουν πολλές χιλιάδες ευρώ σε διάφορους επιχειρηματικούς ομίλους της ιδιωτικής Εκπαίδευσης, αντί να στηρίζουν ουσιαστικά τους ανέργους. Να λοιπόν τι «θα μείνει για πάντα» σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας. Και είναι στο χέρι των εργαζομένων και του λαού να φροντίσουν ώστε όλοι αυτοί να μείνουν «για πάντα» ...με την όρεξη.