Αν κάτι ξεχωρίζει αυτές τις μέρες στην προπαγάνδα της κυβέρνησης αναφορικά με τις πολεμικές προετοιμασίες των ΗΠΑ και κρατών - μελών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ για επέμβαση στη Συρία, είναι η προσπάθεια να κρυφτεί το πραγματικό υπόβαθρο της όξυνσης στην ευρύτερη περιοχή. Κι αυτό δεν είναι άλλο από τις αντιθέσεις που δυναμώνουν ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα και κράτη, στη βάση ανταγωνιστικών σχεδίων, με αποτέλεσμα να γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη η διευθέτησή τους με διπλωματικά μέσα. Απ' αυτήν την άποψη, είναι τουλάχιστον αστεία η προσπάθεια της κυβερνητικής «Αυγής» να παρουσιάσει ορισμένα «μετριοπαθή» κράτη και κάποιες σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις της Ευρώπης ως «ανάχωμα» τάχα στην κλιμάκωση της έντασης, προτρέποντας μάλιστα την ελληνική κυβέρνηση να αναλάβει σχετικές πρωτοβουλίες, ενώ είναι σημαιοφόρος των ευρωατλαντικών σχεδίων στην περιοχή! Οπως αστεία είναι και η προβολή, από την εφημερίδα, του ηγέτη του Εργατικού Κόμματος της Βρετανίας, Τζ. Κόρμπιν, ο οποίος βάζει τάχα φρένο «στις πολεμικές ιαχές των Συντηρητικών», ζητώντας να προηγηθεί συνεδρίαση και απόφαση του βρετανικού Κοινοβουλίου «για οποιαδήποτε ανάληψη στρατιωτικής δράσης». Δηλαδή, ας γίνει η επέμβαση, αλλά τουλάχιστον ας έχει την κάλυψη του Κοινοβουλίου! Οι λαοί στην Ελλάδα και στα άλλα κράτη της περιοχής δεν μπορούν να στηρίζουν τη θέλησή τους για ειρήνη σ' αυτούς που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ευθύνονται για τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Αντίθετα, χρειάζεται να δυναμώσει σε κάθε χώρα ο αγώνας ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, δεμένος με την πάλη για την ανατροπή του σάπιου συστήματος που τον γεννάει.
Γράφαμε και τις προάλλες ότι η ελληνική κυβέρνηση «πουλάει τρέλα» με το να παρουσιάζεται αποστασιοποιημένη από την κλιμάκωση της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας στην περιοχή και τις πολεμικές απειλές των συμμάχων της σε ΝΑΤΟ και ΕΕ. Σαν να μην συμμετέχουν οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις και οι βάσεις σ' αυτήν την προετοιμασία και σαν να μην εκτίθεται ο λαός σε κίνδυνο από την εμπλοκή της Ελλάδας στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και ανταγωνισμούς. Οφείλουμε, ωστόσο, να ομολογήσουμε ότι την ελληνική κυβέρνηση την ανταγωνίζεται «στα ίσα» η κυπριακή, που πραγματικά «το τερμάτισε», αν κρίνουμε από τις δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου σχετικά με την προετοιμασία των βρετανικών βάσεων στο Ακρωτήρι να αποτελέσουν ορμητήριο της δολοφονικής επέμβασης. Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, ο Πρ. Προδρόμου είπε ότι «η Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει καμία συμμετοχή, καμία συνεννόηση για τις οποιεσδήποτε επιχειρήσεις μπορεί να σχεδιάζουν άλλες δυνάμεις», ότι «οι βάσεις είναι βάσεις» και ότι «η Κύπρος είναι εκτός του χώρου επιχειρήσεων», άρα «δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος». Με άλλα λόγια, «ουδεμία ευθύνη φέρουμε» και «καρφάκι δεν μας καίγεται», πολύ περισσότερο που η Κύπρος δεν εντάσσεται στο «χώρο των επιχειρήσεων»! Μπορεί αυτές οι δηλώσεις να αντανακλούν τον κυνισμό της αστικής τάξης, που δεν έχει κανένα πρόβλημα να λερώσει τα χέρια της ακόμα και με αίμα, όταν το συμφέρον της το επιβάλλει, ο λαός όμως οφείλει να αγανακτεί. Οχι μόνο για λόγους αλληλεγγύης, αλλά και γιατί σε μια επόμενη στροφή οι ρόλοι μπορεί να αντιστραφούν και ο «χώρος των επιχειρήσεων» να είναι ακριβώς πάνω από το κεφάλι του.
Τελικά, αυτό το «βγαίνουμε από τα μνημόνια» τείνει να εξελιχθεί για την κυβέρνηση σε χειρότερη προπαγανδιστική φούσκα από το «σκίζουμε τα μνημόνια». Κι αυτό επειδή ολοένα και περισσότερο αποκαλύπτεται ότι η τυπική λήξη του προγράμματος, τον ερχόμενο Αύγουστο, σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει και το τέλος των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων, ούτε βέβαια της «εποπτείας», όπως ονομάζει η κυβέρνηση τις «αξιολογήσεις» της τρόικας για την αποδέσμευση των δόσεων. Ο μεν υπουργός Οικονομικών προαναγγέλλει «ένα πρόγραμμα μεταμνημονιακής παρακολούθησης», πρόσθετο στους μόνιμους μηχανισμούς εποπτείας που έχει η ΕΕ για όλα τα κράτη - μέλη της, ο δε ΣΕΒ ανακοινώνει στο τελευταίο δελτίο του ότι «σε αντίθεση με όσους θεωρούν ότι βρισκόμαστε στο τέλος της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, η αλήθεια είναι πως είμαστε ακόμη στην αρχή», καθώς «απαιτείται ένα μεταρρυθμιστικό "big bang" που θα μεταφέρει μηνύματα αισιοδοξίας και εμπιστοσύνης στη διεθνή και εγχώρια επενδυτική κοινότητα» και να «διαφυλαχθεί πάση θυσία η δημοσιονομική πειθαρχία μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής». Πες ο ένας, πες ο άλλος, σιγά σιγά «θαμπώνει» το γυαλί από το οποίο η κυβέρνηση καλεί το λαό να ατενίσει με ...αισιοδοξία την «επόμενη μέρα» των μνημονίων.