Δεν περνάει απαρατήρητη η προσπάθεια της κυβέρνησης να απομακρύνει τα φώτα από το σκέλος της διαπραγμάτευσης που αφορά στα προαπαιτούμενα της «αξιολόγησης», μεταξύ αυτών και τα Εργασιακά, και να τα στρέψει στην παράλληλη διαπραγμάτευση ανάμεσα στην ΕΕ και το ΔΝΤ για τη διευθέτηση του χρέους και τα μέτρα που θα τη συνοδεύουν, τουλάχιστον τη διετία 2019 - 2020. Μιλώντας γι' αυτό το σκέλος της διαπραγμάτευσης, η κυβέρνηση «σκίζει τα ρούχα» της ότι δε θα δεχτεί νέα μέτρα, ενώ την ίδια ώρα «κάνει γαργάρα» τη συμφωνία της με το κουαρτέτο για όλα τα αντιλαϊκά - αντεργατικά μέτρα της δεύτερης «αξιολόγησης», προκειμένου να ολοκληρωθεί έγκαιρα. Τι προσπαθεί να πετύχει η κυβέρνηση; Αν τελικά τα μέτρα για μετά το 2018 αποφασιστούν τώρα, θα εμφανιστεί ότι η ίδια δεν έχει καμιά ευθύνη και ότι κόντραρε μέχρι τέλους τις αποφάσεις ΕΕ - ΔΝΤ. Αν πάλι τα μέτρα δεν συγκεκριμενοποιηθούν και παραπεμφθούν για αργότερα, θα κομπάζει ότι πέτυχε νίκη και απέτρεψε νέες ανατροπές. Την ίδια ώρα, βέβαια, θα ψηφίζει στη Βουλή τα αντεργατικά προαπαιτούμενα. Οσο για τα μέτρα που αφορούν την περίοδο μετά το 2018, ελάχιστη σημασία έχει αν θα καθοριστούν τώρα ή αργότερα, αν θα ειπωθούν συγκεκριμένα ή θα ενταχθούν στη λογική κάποιου «κόφτη», στην περίπτωση που δεν πιάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι. Οπως και να έχει, η κυβέρνηση έχει στρώσει το έδαφος για τις επόμενες ανατροπές, όπως έκανε, για παράδειγμα, με την προσωπική διαφορά στις ήδη αποδιδόμενες συντάξεις, που είναι η πρώτη που θα εξαϋλωθεί όταν τεθεί ξανά ζήτημα αναμόρφωσης του Ασφαλιστικού...
Πολλοί μιλάνε και γράφουν αυτές τις μέρες για να εκθειάσουν τον «πατριωτισμό» της ελληνικής κυβέρνησης, επειδή στο ζήτημα του Κυπριακού εμφανίζεται να ζητάει «το τέλος των εγγυήσεων και απομάκρυνση εδώ και τώρα όλων των τουρκικών στρατευμάτων» από την Κύπρο, προκειμένου να υπάρξει λύση. Με δεδομένο ότι το ζήτημα της Ασφάλειας είναι ένα από τα πολλά «κεφάλαια» που απασχολούν τις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, δεν πρέπει να περάσει σε δεύτερη μοίρα ότι η κυβέρνηση στηρίζει στο σύνολό του το διχοτομικό σχέδιο που βρίσκεται πάνω στο τραπέζι. Από εκεί και πέρα, το υπουργείο Εξωτερικών ναι μεν πιέζει για άμεση αποχώρηση τουρκικών και ελληνικών στρατευμάτων, αλλά δεν λέει κουβέντα για τις βρετανικές βάσεις που βρίσκονται στο νησί. Τι λέει η ελληνική κυβέρνηση, θα παραμείνουν ή όχι; Δεν ακούσαμε, επίσης, τίποτα από τον αρμόδιο υπουργό Εξωτερικών για την πρόταση που συζητιέται να τεθεί η Ασφάλεια υπό την αιγίδα δομών του ΝΑΤΟ. Συμφωνεί η ελληνική κυβέρνηση, στηρίζει μια τέτοια πρόταση, ή όχι; Επίσης, για διάφορες προτάσεις που ακούγονται από την πλευρά των ΗΠΑ σχετικά με την «ασφάλεια» του νησιού. Αν μην τι άλλο, η σιωπή της κυβέρνησης για τέτοια σοβαρά ζητήματα γεννάει ερωτήματα και χρήζουν απάντησης...
Μια σειρά από δημοσιεύματα στον Τύπο σκιαγραφούν την κατάσταση που διαμορφώνεται στην ΕΕ, με αφορμή το δημοψήφισμα στην Ιταλία στις 4 Δεκέμβρη. Γράφεται, για παράδειγμα, ότι από την Κυριακή η Ευρώπη μπαίνει σε «περίοδο εκλογικής περιδίνησης με άγνωστα αποτελέσματα» και ότι ελλοχεύει η «εσωστρέφεια» και η αμφισβήτηση στο «ευρωπαϊκό πνεύμα αλληλεγγύης». Αναπαράγεται η δήλωση Στουρνάρα στο «Bloomberg» ότι «ο μεγαλύτερος φόβος είναι πως σε ένα χρόνο ο πολιτικός χάρτης της Ευρώπης θα είναι διαφορετικός». Γράφεται ότι το ιταλικό δημοψήφισμα είναι «κλειδί για το ευρώ», ότι «οι κλυδωνισμοί του θα έχουν επίδραση και σε άλλες χώρες» και ότι η έξοδος της Ιταλίας από το ευρώ είναι μια πιθανή εξέλιξη. Τέλος, γράφτηκε ότι «το μέλλον του ενιαίου νομίσματος είναι πιο επισφαλές από ποτέ» και ότι «οι επόμενοι 12 μήνες θα κρίνουν την επιβίωση και της δικής μας χώρας». Ολη αυτή η συζήτηση δεν γίνεται βέβαια «στον αέρα». Εκφράζει ανησυχίες και προβληματισμούς ισχυρών μερίδων της αστικής τάξης, που βλέπουν τις υπαρκτές δυσκολίες στην καπιταλιστική ανάκαμψη και φοβούνται την αλληλεπίδραση με τις εξελίξεις στο πολιτικό σύστημα. Πέρα όμως από αυτό, τέτοιες απόψεις έχουν επίσης στόχο να φοβίσουν το λαό και να τον κάνουν να αποδεχτεί τα μέτρα που έχει ανάγκη το κεφάλαιο. Να βάλει, δηλαδή, ο λαός το κεφάλι του στον ντορβά.