Σάββατο 20 Ιούλη 2019 - Κυριακή 21 Ιούλη 2019
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Το πλαίσιο της αντιπαράθεσης με την αστική στρατηγική για την Ανώτατη Εκπαίδευση

MotionTeam

Η πρόταση του Κόμματος για την Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση δίνει απάντηση στις σύγχρονες ανάγκες των φοιτητών για ολοκληρωμένες σπουδές, κοινωνική και επιστημονική ωρίμανση και εφόδια που μπορούν να αξιοποιηθούν και να εξελίσσονται στην άσκηση του κάθε επαγγέλματος. Απαντά στις ανάγκες εμπλουτισμού της επιστημονικής γνώσης και στις προϋποθέσεις για την κοινωνική χρησιμότητά της, με όρους βελτίωσης της ποιότητας ζωής του λαού. Επιβεβαιώθηκε δε περίτρανα και αναγνωρίστηκε από μεγάλη μερίδα φοιτητών και διδασκόντων το προηγούμενο διάστημα. Ειδικά αφού μεσολάβησε το προχώρημα του αποκαλούμενου «Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης» από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, που ψήφισε μια σειρά νόμους για την περίφημη πανεπιστημιοποίηση των ΤΕΙ.

Σήμερα, η ΝΔ, με σφοδρότητα, από την πρώτη μέρα διακυβέρνησής της, έχει δεσμευτεί να προχωρήσει στην ίδια αντιλαϊκή - αντιεκπαιδευτική ρότα, πάνω στο δρόμο που χάραξαν τα προηγούμενα κυβερνητικά κόμματα. Ετοιμη από καιρό, ανακοίνωσε ήδη τις προτεραιότητές της για την Εκπαίδευση, βάζοντας στο στόχαστρο ό,τι άφησε όρθιο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ... Παρακάτω παρουσιάζονται σύντομα κάποιες βασικές πλευρές της ιδεολογικής αντιπαράθεσης του Κόμματός μας με την αστική στρατηγική, όπως την εξειδικεύουν και την υλοποιούν η προηγούμενη και η σημερινή κυβέρνηση...

Για το χαρακτήρα της Ανώτατης Εκπαίδευσης

Η δική μας πρόταση ξεκινά από τη βάση της ουσιαστικής αναβάθμισης της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, με αποσαφήνιση των επιστημονικών αντικειμένων και καθιέρωση πτυχίων μιας και μόνο, πανεπιστημιακής, κατηγορίας σε αυτά. Αυτό σημαίνει «ενιαία», αυτό σημαίνει «ανώτατη». Καταργούνται στην πράξη αντιεπιστημονικοί, ανορθολογικοί και στρεβλοί διαχωρισμοί ανάμεσα σε θεωρία και εφαρμογή, σε πανεπιστημιακή και τεχνολογική Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, σε πτυχία και απόφοιτους α', β' και γ' κατηγορίας. Η πανεπιστημιακού επιπέδου εκπαίδευση παρέχεται ενιαία, με κοινά προγράμματα σπουδών/ επιστημονικό αντικείμενο, τα οποία αντανακλούν την πρόοδο της κάθε επιστήμης και τις διευρυμένες κοινωνικές, λαϊκές ανάγκες.

Αυτό που γίνεται σήμερα μέσω του κατ' ευφημισμό αποκαλούμενου «Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης» είναι η κάθετη και οριζόντια διαφοροποίηση πτυχίων, Τμημάτων και αποφοίτων. Αυτό έχει ψηφιστεί από όλες τις άλλες δυνάμεις στα ευρωενωσιακά επιτελεία της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, αυτό έφεραν παλιότερα με την «ανωτατοποίηση» του 2001 και με τα διάφορα «Σχέδια Αθηνά» οι κυβερνήσεις ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και δυο χρόνια τώρα το προέκτεινε αποφασιστικά ο ΣΥΡΙΖΑ. Στους νόμους της πανεπιστημιοποίησης ο ΣΥΡΙΖΑ είχε σταθερούς συμμάχους τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, που καταψήφιζαν τμηματικά το νομοθετικό πλαίσιο με μόνη ένσταση την «προχειρότητα». Συμφωνούσαν δηλαδή 100% στην ουσία, στη στρατηγική στόχευση, στα πτυχία πολλών ταχυτήτων που παράγουν επιστημονικό δυναμικό ανταγωνιστικό, δηλαδή ευάλωτο και εκτεθειμένο πλήρως στις ορέξεις των μεγάλων επιχειρήσεων.

Αντιπαράθεση δημόσιου - ιδιωτικού

Η πρόταση του ΚΚΕ μιλά ξεκάθαρα για αποκλειστικά δημόσια δωρεάν Ανώτατη Εκπαίδευση. Στη δική μας αντίληψη, τα πανεπιστήμια ιδρύονται και λειτουργούν με ευθύνη αποκλειστικά του εργατικού κράτους, από όπου και χρηματοδοτούνται αποκλειστικά και για όλες τις πτυχές λειτουργίας τους. Τα πανεπιστήμια είναι αυστηρά δεμένα με τις προτεραιότητες της κοινωνίας, πλήρως απαλλαγμένα από τα δεσμά του κέρδους. Οι σχέσεις εργασίας του εκπαιδευτικού και λοιπού προσωπικού είναι μόνιμες και πλήρους αποκλειστικής απασχόλησης.

Ο ντόρος που γίνεται ανάμεσα στα δύο κόμματα σήμερα, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, γύρω από το άρθρο 16 και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι εκ του πονηρού, γίνεται μόνο για να τροφοδοτεί τον δικομματικό καβγά. Το άρθρο 16 έχει καταλυθεί στην πράξη, εφόσον εδώ και πολλά χρόνια έχουν ιδιωτικοποιηθεί βασικές πλευρές της λειτουργίας των ΑΕΙ. Η φοιτητική μέριμνα είναι παραδομένη σε εργολάβους, τα συγγράμματα σε ιδιωτικούς εκδοτικούς οίκους, οι υποδομές των πανεπιστημίων είναι βορά στις αποκαλούμενες Εταιρείες Διαχείρισης της Περιουσίας των ΑΕΙ (ΝΠΙΔ). Οι επιχειρηματίες, οι εκπρόσωποι της «αγοράς», έχουν μπει ντε φάκτο στη διοίκηση, στη δομή και στη διαμόρφωση του περιεχομένου των σπουδών, είτε με τα Συμβούλια Ιδρύματος των ΠΑΣΟΚ - ΝΔ, είτε με τα Περιφερειακά Συμβούλια του ΣΥΡΙΖΑ. Οι ιδιώτες είναι βαθιά μέσα στην «αξιολόγηση» των ΑΕΙ, φέρνουν τα κριτήρια της αγοράς σε όλες τις πτυχές της λειτουργίας της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, ως κριτήρια «βιωσιμότητας» των Ιδρυμάτων, με εκβιαστικούς προφανώς όρους, δηλαδή, σε περίπτωση που δεν πληρούνται αυτά, τα Ιδρύματα δεν χρηματοδοτούνται από το κράτος και κλείνουν.

Η αντιπαράθεση που εξελίσσεται σήμερα μεταξύ ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ για τα δίδακτρα είναι άκρως αποπροσανατολιστική. Η ΝΔ τοποθετείται ανοιχτά υπέρ των διδάκτρων, των ιδιωτικών ή «μη κρατικών» ΑΕΙ (όχι Γιάννης, Γιαννάκης δηλαδή), με το φαιδρό επιχείρημα να μη φεύγει συνάλλαγμα στο εξωτερικό. Η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου σπουδών και δουλειάς με την απόκτηση του πτυχίου, πάνω στο αντικείμενο που σπουδάζει ο νέος, κάτι που - καθόλου τυχαία - μόνο ο σοσιαλισμός που γνωρίσαμε έχει πετύχει ιστορικά μέχρι σήμερα, μπορεί μόνο να αντιμετωπίσει ουσιαστικά το «brain drain», για το οποίο όλοι χύνουν υποκριτικά δάκρυα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, υπερασπίζεται υποτίθεται τη δημόσια Παιδεία και το άρθρο 16. Παρ' όλα αυτά, επί θητείας του, αυξήθηκαν τα μεταπτυχιακά με δίδακτρα, δημιουργήθηκε πρόγραμμα προπτυχιακό της Φιλοσοφικής του ΕΚΠΑ με δίδακτρα για ξένους σε πρώτη φάση φοιτητές, που ανοίγει τις ορέξεις για γενίκευση των διδάκτρων και σε άλλα προγράμματα, ενισχύθηκε και επεκτάθηκε το Διεθνές Πανεπιστήμιο που έχει δίδακτρα στα προπτυχιακά, προχώρησαν η αναγνώριση των κολεγίων και η απλοποίηση των διαδικασιών ισοτίμησης πτυχίων της ιδιωτικής εκπαίδευσης όλων των ταχυτήτων.

Αυτοτέλεια των Ιδρυμάτων

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας έχει σαφώς διατυπώσει τη θέση του για το χαρακτήρα και το ρόλο των πανεπιστημίων στο σύστημα της δημόσιας Εκπαίδευσης. Εννοούμε ότι την ευθύνη για τα πανεπιστήμια στη διοίκηση, στη δομή και το περιεχόμενο των σπουδών πρέπει να την έχει πλήρως το εργατικό κράτος, σε συνεργασία με τους φορείς των πανεπιστημίων και με τους φορείς της σοσιαλιστικής παραγωγής, ούτως ώστε να επιτυγχάνεται η καλύτερη σύνδεση με την παραγωγή, η οποία βέβαια είναι μια σχέση αντικειμενική και αναγκαία. Μόνο έτσι μπορεί να εξασφαλιστεί μια πραγματικά, ουσιαστικά ελεύθερη Εκπαίδευση και Ερευνα, που θα υπηρετεί συνειδητά το ανέβασμα του βιοτικού επιπέδου του λαού, τις μορφωτικές του ανάγκες και την πρόοδο της επιστήμης.

Η ΝΔ, όχι τυχαία, επικαλείται τη δήθεν αυτοτέλεια και αυτοδιοίκηση των Ιδρυμάτων για να περάσει όλα τα αντιδραστικά μέτρα στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Το ίδιο έκανε βέβαια και ο προκάτοχός της, ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκοντας να δέσει πιο σφιχτά τα πανεπιστήμια με τους περιφερειακούς και κλαδικούς στόχους της καπιταλιστικής ανάπτυξης το προηγούμενο διάστημα. Στο όνομα της αυτοδιοίκησης, όλα τα τελευταία χρόνια, έχουν εισαχθεί οι εκπρόσωποι της αγοράς σε όλους τους άξονες λειτουργίας των ΑΕΙ.

Στο ίδιο όνομα, η ΝΔ προχωρά σήμερα με τον καθορισμό του αριθμού των εισακτέων από τα ίδια τα Ιδρύματα, ενισχύοντας έτσι τους όρους διαφοροποίησης και κατηγοριοποίησης των Ιδρυμάτων. Το επόμενο διάστημα, στο δρόμο που έστρωσε ο ΣΥΡΙΖΑ με τις αποκαλούμενες πανεπιστημιοποιήσεις, θα δούμε Τμήματα για την ελίτ, Τμήματα για αυτούς που μπορούν να πληρώσουν ακριβά φροντιστήρια και Τμήματα με ίδια αντικείμενα που θα απευθύνονται σε φοιτητές β' και γ' κατηγορίας. Είναι αντικειμενικό άλλωστε στον καπιταλισμό η ταξικότητα και της Εκπαίδευσης να βαθαίνει όλο και περισσότερο.

Φοιτητική μέριμνα

Είναι ξεκάθαρο για το ΚΚΕ ότι ο φοιτητής δεν πληρώνει ούτε ένα ευρώ από την τσέπη του για να σπουδάσει, για τη σίτιση και στέγασή του, τη μετακίνηση, τα συγγράμματα, τα αναλώσιμα και τις υποδομές που χρησιμοποιεί στις σπουδές του. Εμείς μάλιστα τονίζουμε ότι στον φοιτητή πρέπει να εξασφαλίζονται από το κράτος οι απαραίτητοι πόροι για να διευκολυνθεί και να εμπλουτιστεί η φοιτητική του ζωή σε όλες της τις πτυχές, συμπεριλαμβάνοντας ψυχαγωγική, πολιτιστική, αθλητική δραστηριότητα που πρέπει να αναπτύσσεται στο πλαίσιο των σπουδών για τον νέο άνθρωπο.

Η φοιτητική μέριμνα για όλες τις κυβερνήσεις μέχρι σήμερα είναι ένα πεδίο κερδοφορίας και μόνο ως τέτοιο αντιμετωπίζεται. Ολο και περισσότερο παίρνονται μέτρα για να περνάει η φοιτητική μέριμνα από το κράτος απευθείας σε ιδιώτες. Οι επιχειρήσεις έχουν μπει βαθιά σε Εστίες, φοιτητικές λέσχες, φύλαξη, καθαριότητα στα Ιδρύματα. Ας θυμηθούμε την τοποθέτηση του κ. Γαβρόγλου, υπουργού Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ, ότι η κατάσταση που παρουσίασαν φοιτητικοί σύλλογοι στις Εστίες ήταν σκηνοθετημένη (!), ότι για την κατάντια των Εστιών στην ουσία φταίνε οι ίδιοι οι φοιτητές που κινητοποιήθηκαν στο ΙΝΕΔΙΒΙΜ... Τοποθέτηση που συνοδεύτηκε από επίθεση των ΜΑΤ σε φοιτητές στο υπουργείο Παιδείας, την ίδια στιγμή που μόλις το 9% των φοιτητών καλύπτουν οι υπάρχουσες Εστίες.

Η ΝΔ έχει δώσει κι αυτή σαφή δείγματα της κατεύθυνσης που θα ακολουθήσει (όπως στο παρελθόν) σε σχέση με τη φοιτητική μέριμνα. Στα 36 σημεία που παρουσίασε για την Εκπαίδευση, δεσμεύτηκε για άλλη μια φορά να φέρει τη... Γενική Γραμματεία, ως λύση απέναντι στους φοιτητές που παρατούν σπουδές γιατί δεν μπορούν να πληρώσουν νοίκια και διατροφή.

Ασυλο

Η πρόταση του ΚΚΕ για το ζήτημα του ασύλου είναι κατατεθειμένη ήδη από την αρχική επεξεργασία των θέσεών μας για την Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση. Για το Κόμμα μας είναι σαφές ότι το πανεπιστημιακό άσυλο αφορά και την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ουσιαστική υπεράσπιση των αγώνων του φοιτητικού κινήματος, των εργαζομένων στα πανεπιστήμια. Είναι σαφές επίσης ότι στο πλαίσιο του υπάρχοντος συστήματος η λεγόμενη «ελεύθερη διακίνηση ιδεών» αναφέρεται ξεκάθαρα στην προώθηση της κυρίαρχης ιδεολογίας, ενώ αποκλείει, με το καρότο ή το μαστίγιο, κάθε φωνή αντίστασης και ανατροπής. Η κατάργησή του συνδέεται με το δόγμα «νόμος και τάξη» και μέσα στα ΑΕΙ, διατηρώντας ανέπαφη την ελεύθερη διακίνηση των εκπαιδευτικών προϊόντων στη μεγάλη εκπαιδευτική αγορά, τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να μπαινοβγαίνουν στα Ιδρύματα για να οργανώνουν και να επιβλέπουν τη μεγαλύτερη πρόσδεσή τους με τους στόχους κερδοφορίας και ανταγωνιστικότητας.

Η «ομαλότητα» που θέλει να επαναφέρει η ΝΔ στα ΑΕΙ, που την υπερασπίστηκε με μένος και ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι στα πρότυπα των ευρωπαϊκών ιδρυμάτων, όπου τίποτα, καμιά κινητοποίηση, συλλογική διαδικασία, καμιά οργανωμένη μορφή πάλης «δεν χαλά» την εικόνα του εύρυθμου πανεπιστημίου που δουλεύει για λογαριασμό των επιχειρήσεων. Εκ του πονηρού και μόνο, και με τον όρο «μπαχαλάκηδες» βάζουν δίπλα στον «Ρουβίκωνα» τις κινητοποιήσεις των φοιτητικών συλλόγων, αποκαλούν «βία» τον αγώνα των φοιτητών, όταν για παράδειγμα διακόπτει συνεδριάσεις οργάνων που αποφασίζουν κεκλεισμένων των θυρών για δίδακτρα, περικοπή φοιτητικής μέριμνας, περικοπές μαθημάτων και εξεταστικών, αποκλεισμούς μετεγγραμμένων φοιτητών κ.ά. Αυτά όλα τα έχουν ζήσει ήδη οι φοιτητές και με κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, και με το άσυλο βέβαια κατοχυρωμένο στα χαρτιά...

Αποδεικνύεται περίτρανα ότι την ουσία του ασύλου μπορεί να την υπερασπιστεί σήμερα μόνο ένα οργανωμένο φοιτητικό κίνημα, που στο πλευρό των εργαζομένων θα απαιτήσει την αναγνώριση της φωνής του, σε πλήρη αντίθεση με το πανεπιστήμιο - επιχείρηση και όλους τους νόμους και τις κυβερνήσεις που το προστατεύουν.

Η αντιπαράθεση των κυβερνητικών κομμάτων σήμερα δεν μπορεί να υποκρύψει την ουσιαστική τους συμφωνία στο κύριο: Στη διαμόρφωση ενός πανεπιστημίου - επιχείρηση, που λειτουργεί στο πλαίσιο του εκμεταλλευτικού συστήματος για να αναπαράγει την αυριανή βάρδια του υψηλά ειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Ο χαρακτήρας της Ανώτατης Εκπαίδευσης μπορεί να αλλάξει ριζικά, στην κατεύθυνση υπεράσπισης - διεύρυνσης των επιστημονικών επιτευγμάτων και των λαϊκών αναγκών μόνο στο πλαίσιο μιας φιλολαϊκής εξουσίας, όπου η εκμετάλλευση και όλο το σύστημα που τη στηρίζει θα είναι πια παρελθόν.


Της
Κέλλυς ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ*
*Η Κέλλυ Παπαϊωάννου είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ

45 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ
Το Κυπριακό ζήτημα και πώς άνοιξε ο δρόμος για την εισβολή...

Σαν σήμερα (Σάββατο), στις 20 Ιούλη του 1974, τουρκικά στρατεύματα αποβιβάζονταν στην Κύπρο ανοίγοντας μια νέα σελίδα στο δράμα του κυπριακού λαού, με το 38% του νησιού να παραμένει υπό στρατιωτική κατοχή έως τις μέρες μας. Είχε προηγηθεί πραξικόπημα στην Κύπρο για την ανατροπή του Μακαρίου.

Τα γεγονότα του 1974 ήταν ο πιο δραματικός και αιματηρός κρίκος στην αλυσίδα της μόνιμης ιμπεριαλιστικής επιβουλής των ΗΠΑ - Μ. Βρετανίας, του επεκτατισμού της τουρκικής άρχουσας τάξης, καθώς και των ελληνικών αστικών κυβερνήσεων.

Κανένας από τους υπεύθυνους της τραγωδίας δεν δικάστηκε, ευθύνες δεν αποδόθηκαν ποτέ. Εμεινε να αιωρείται ένα γενικό ανάθεμα στη δικτατορία, στη χούντα του Ιωαννίδη ιδιαίτερα, στους πραξικοπηματίες αξιωματικούς σε Κύπρο και Ελλάδα.

Εκτοτε κατά καιρούς καλλιεργούνται διάφορες προσδοκίες για δίκαιη και βιώσιμη λύση από την κυπριακή και από την ελληνική κυβέρνηση, προσδοκίες που δεν πηγάζουν από πραγματικά στοιχεία.

Η προβαλλόμενη στις μέρες μας βασική θέση για δύο συνιστώντα κράτη κινείται στην κατεύθυνση συνομοσπονδίας, διχοτομικής λύσης...

Για τις αιτίες που οδήγησαν στη κυπριακή τραγωδία, στον αστικό πολιτικό κόσμο επικρατεί γενική σιωπή. Μία σε βάθος εξέταση θα αποδείκνυε ότι ολόκληρη η ιστορία του Κυπριακού ζητήματος εδώ και αρκετές δεκαετίες δεν είναι τίποτα άλλο από τις επιδιώξεις των ΗΠΑ, της Μ. Βρετανίας και του ΝΑΤΟ να εντάξουν το νησί στα γενικότερα γεωστρατηγικά τους σχέδια στη Μεσόγειο, στη Μέση και Εγγύς Ανατολή, σε αυτές τις μεγάλης γεωστρατηγικής σημασίας περιοχές και στους υδρογονάνθρακες. Σ' αυτήν την υπόθεση ενεργό αρνητικό ρόλο διαδραμάτισαν και διαδραματίζουν οι αστικές τάξεις της Ελλάδας και της Τουρκίας και οι αστικές κυβερνήσεις, είτε κοινοβουλευτικές είτε ανοιχτά δικτατορικές. Αυτές οι επιδιώξεις αφορούν τόσο τις δεκαετίες που προηγήθηκαν της τουρκικής εισβολής και κατοχής του 38% της Κύπρου όσο και τις πιο πρόσφατες, με πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις το Σχέδιο Ανάν, που απέρριψε ο κυπριακός λαός, αλλά και τις συζητήσεις των τελευταίων χρόνων.

Ορισμένα ιστορικά δεδομένα


Το 1878 η Οθωμανική Αυτοκρατορία, σε αντάλλαγμα για τη βρετανική υποστήριξη στον πόλεμο κατά της Ρωσίας, παραχώρησε έναντι ενοικίου την Κύπρο στη Μ. Βρετανία.

Το 1914 η Βρετανία εκμεταλλεύτηκε την είσοδο της Τουρκίας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας και προσάρτησε την Κύπρο, ακυρώνοντας τη Συνθήκη του 1878.

Το 1915 η Μ. Βρετανία πρότεινε την παραχώρηση της Κύπρου στην Ελλάδα, με αντάλλαγμα την είσοδό της στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ.

Το 1920, με τη Συνθήκη των Σεβρών, η Τουρκία, ως μία από τις ηττημένες χώρες του πολέμου, παραιτήθηκε από όλα τα δικαιώματα και όλους τους τίτλους κυριότητας στην Κύπρο, γεγονός που επικυρώθηκε και από τη Συνθήκη της Λοζάνης (1923). Η Κύπρος υπαγόταν πλέον στην κατοχή και διοίκηση της Μ. Βρετανίας.

Στις 21 Οκτώβρη 1931 έγιναν μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις με αίτημα την ένωση με την Ελλάδα. Ηγετική δύναμη της εξέγερσης, με φορέα την Εθναρχία, ήταν η κυπριακή αστική τάξη, που ταυτόχρονα επιδιδόταν σε έναν αχαλίνωτο αντικομμουνισμό και σε ανηλεείς διώξεις των αγωνιζόμενων εργατών, που διεκδικούσαν αύξηση του μεροκάματου, οκτάωρο, καλύτερες συνθήκες δουλειάς κ.λπ. Πέντε χρόνια νωρίτερα είχε ιδρυθεί το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου (1926), που πρωτοστατούσε σ' αυτήν την εργατική και λαϊκή πάλη.


Η εξέγερση κατεστάλη βίαια. Εκατοντάδες άτομα φυλακίστηκαν, το ΚΚ Κύπρου κηρύχθηκε παράνομο, η ηγεσία του εξορίστηκε, απαγορεύτηκε η διδασκαλία της ελληνικής Ιστορίας κ.λπ. Ο τότε πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος έσπευσε να καταδικάσει τη λαϊκή εξέγερση («Εθνος», 23/10/1931).

Την αναζωπύρωση του Κυπριακού στις αρχές της δεκαετίας του 1950 η ελληνική αστική τάξη και τα κόμματά της την έβλεπαν αρνητικά και ως επικίνδυνη για τις συμμαχίες της. Η στρατηγική της στηριζόταν στη συμμαχία με τις ΗΠΑ και τη Μ. Βρετανία, που άλλωστε τη βοήθησαν να διατηρήσει την εξουσία της το Δεκέμβρη του 1944 και στη διάρκεια του ένοπλου ταξικού αγώνα 1946 - 1949.

Στις 15 Γενάρη 1950 έγινε δημοψήφισμα στην Κύπρο, με συντριπτικό αποτέλεσμα (95%) υπέρ της ένωσης με την Ελλάδα. Στο δημοψήφισμα πήρε μέρος μόνο ο ελληνοκυπριακός πληθυσμός, ενώ ψήφισαν και ελάχιστοι Τουρκοκύπριοι. Η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας αντιμετώπισε την εξέλιξη με χαρακτηριστικές για τη σχέση της με τον ξένο παράγοντα τοποθετήσεις:

-- «Η Ελλάς σήμερον αναπνέει με δύο πνεύμονας, του μεν αγγλικού, του δε αμερικανικού, και δι' αυτό δεν μπορεί λόγω του Κυπριακού να πάθη ασφυξίαν» (δήλωση Γ. Παπανδρέου - Γ. Κατσούλης, «Ιστορία του ΚΚΕ, τόμ. Ζ 1950-1968», σελ. 154, εκδ. «Α. Λιβάνης και Σία», Αθήνα, 1978).


-- «Η κυβέρνησις εκφράζει την ελπίδα της ικανοποιήσεως του πανελληνίου πόθου εντός των πλαισίων της αγγλοελληνικής φιλίας, την οποία επιθυμεί αδιατάρακτον» (δήλωση Ν. Πλαστήρα - Γ. Ζωίδης/Τ. Αδάμος, «Η πάλη της Κύπρου για τη λευτεριά», σελ. 110-111, «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις», 1960).

Τον Οκτώβρη του 1950 εξελέγη αρχιεπίσκοπος ο Μακάριος, που εξελίχθηκε σε ηγέτη και εθνάρχη των Ελληνοκυπρίων και σημάδεψε την Ιστορία της Κύπρου κατά τρόπο καθοριστικό για τα επόμενα 30 χρόνια.

Στις 25 Απρίλη 1952, με πρωτοβουλία του πραγματοποιήθηκε η Α' Παγκύπρια Εθνοσυνέλευση, η οποία ενέκρινε ψήφισμα που ζητούσε την ένωση με την Ελλάδα. Ομως ο Μακάριος απέκλεισε από τη συνέλευση τόσο το ΑΚΕΛ όσο και τις μαζικές οργανώσεις που επηρέαζε. «Η στάση του ήταν ταξικά συνεπής και βεβαίως χαρακτηριζόταν από αντιφάσεις παρόμοιες με αυτές που εμφανίζονταν σε όλα τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στα οποία ηγέτης ήταν η αστική τάξη» (Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τόμ. Β, 1949-1968, σελ. 307, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011).

Το 1954, με τη σύμφωνη γνώμη και τις πιέσεις του αρχιεπισκόπου Μακάριου, η ελληνική κυβέρνηση του Α. Παπάγου κατέθεσε την πρώτη προσφυγή για το Κυπριακό στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.

Στα τέλη του 1954 οργανώθηκε από τον στρατηγό Γρίβα, με τη σύμφωνη γνώμη και του Μακάριου, η μυστική - ένοπλη Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ), με έντονο αντικομμουνιστικό και εθνικιστικό χαρακτήρα. Η «πρωτοβουλία» της ένοπλης δράσης ενάντια στη βρετανική κατοχή πέρασε σε αστικά, εθνικιστικά και αντικομμουνιστικά χέρια και αξιοποιήθηκε στην όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Στην ένοπλη δράση της ΕΟΚΑ αντέδρασε αρχικά το ΚΚΕ, χαρακτηρίζοντάς την τυχοδιωκτική. Την ΕΟΚΑ κατήγγειλε και το ΑΚΕΛ, με αποτέλεσμα η ηγεσία της να επινοήσει την προβοκατόρικη κατηγορία της «προδοσίας» και της συνεργασίας του ΑΚΕΛ με τον βρετανικό ιμπεριαλισμό.

Το καλοκαίρι του 1955 εμφανίστηκε μια εθνικιστική τρομοκρατική τουρκοκυπριακή οργάνωση με το όνομα ΒΟΛΚΑΝ, που καλούσε σε αγώνα κατά των Ελληνοκυπρίων. Το αποτέλεσμα ήταν, αντί για ενότητα Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων ενάντια στην αποικιοκρατική αρχή, να έχουμε διάσπαση, με αιματηρά μάλιστα αποτελέσματα σε βάρος των πιο προοδευτικών Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων και ιδιαίτερα σε βάρος των κομμουνιστών και από τις δύο κοινότητες.

Στο τέλος του 1955 το ΑΚΕΛ τέθηκε από τις κατοχικές αρχές εκτός νόμου, έκλεισε η εφημερίδα του, δεκάδες στελέχη του συνελήφθησαν, απαγορεύτηκε η δράση μαζικών οργανώσεων που επηρέαζε. Το Μάρτη του 1956 ο Μακάριος συνελήφθη και στάλθηκε εξορία στις Σεϋχέλλες. Την ίδια περίοδο η Βρετανία ασκούσε μεγάλη τρομοκρατία, καταδίκασε και εκτέλεσε με απαγχονισμό Κύπριους αγωνιστές.

Η εμπλοκή των ΗΠΑ

Από το Μάρτη του 1957 επισημοποιείται και η εμπλοκή των ΗΠΑ στο Κυπριακό. Σε αμερικανοβρετανικές συνομιλίες συμφωνήθηκε το Κυπριακό να αντιμετωπίζεται στο εξής στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Επιδίωκαν να υπάρξει απευθείας συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, να πάψει δηλαδή το Κυπριακό να είναι διεθνές ζήτημα.

Το 1958 το ΝΑΤΟ συνέστησε στην ελληνική κυβέρνηση να αποδεχτεί το βρετανικό Σχέδιο Μακμίλαν (Βρετανός πρωθυπουργός), το οποίο ουσιαστικά προωθούσε τη διχοτόμηση της Κύπρου αναγνωρίζοντας την Τουρκία ως ενδιαφερόμενο μέρος.

Στις 5 Φλεβάρη 1959 άρχισαν στη Ζυρίχη συνομιλίες ανάμεσα στους πρωθυπουργούς Ελλάδας και Τουρκίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή και Αντνάν Μεντερές. Στις 11 Φλεβάρη ανακοινώθηκε η υπογραφή συμφωνίας για την ίδρυση του κυπριακού κράτους. Οι συζητήσεις συνεχίστηκαν στο Λονδίνο και μετά από τις συμφωνίες της Ζυρίχης. Κατοχυρώθηκε στη Βρετανία το απεριόριστο δικαίωμα να διατηρεί πολεμικά αεροπλάνα που θα μπορούσαν να πετούν στον εναέριο χώρο της Κύπρου, καθώς και το δικαίωμα να θέτει τις βάσεις της στη διάθεση του ΝΑΤΟ. Προέβλεπαν ως εγγυήτριες δυνάμεις τις Μ. Βρετανία, Ελλάδα και Τουρκία, που θα είχαν στρατιωτικές δυνάμεις στο νησί. Παραχωρούνταν δύο μεγάλες περιοχές της Κύπρου στη Μ. Βρετανία για τη μόνιμη εγκατάσταση βρετανικών - δηλαδή ΝΑΤΟικών - βάσεων. Καραμανλής και Μεντερές υπέγραψαν μυστικό πρωτόκολλο με το οποίο συμφωνούσαν να υποστηρίξουν την είσοδο της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και την εγκατάσταση σ' αυτήν ΝΑΤΟικών βάσεων. Συμφώνησαν ακόμα να πιέσουν τον Πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο της Κύπρου να παραμείνει εκτός νόμου το ΑΚΕΛ. Το πρωτόκολλο αποκαλύφθηκε πολλά χρόνια αργότερα, το 1979 - 1980.

Το ΚΚΕ, με ανακοίνωση της ΚΕ, κατάγγειλε τις συμφωνίες. Η πλειοψηφία της Εξεταστικής Επιτροπής για το Κυπριακό, που συγκροτήθηκε το 1986, τοποθετήθηκε με θετικό τρόπο γι' αυτές.

Ο Μακάριος, αν και είχε υπογράψει τις συμφωνίες, στη συνέχεια κινήθηκε στη γραμμή της ανεξαρτησίας. Το Νοέμβρη του 1963 υπέβαλε στους Τουρκοκύπριους πρόταση για αλλαγή 13 άρθρων του Συντάγματος. Τις προτάσσεις απέρριψαν η Τουρκία και η ηγεσία των Τουρκοκυπρίων. Ακολούθησαν ένοπλες συγκρούσεις και η αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων υπουργών από την κυβέρνηση. Οι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι του νησιού μετακινήθηκαν και συγκεντρώθηκαν σε συγκεκριμένες περιοχές, όπου σχηματίστηκαν αμιγείς θύλακες στους οποίους δεν επιτρέπονταν η είσοδος Ελληνοκυπρίων και η άσκηση ελέγχου από την κυπριακή κυβέρνηση. Η Μ. Βρετανία, ως εγγυήτρια δύναμη και αξιοποιώντας τα παραπάνω γεγονότα, χάραξε στη Λευκωσία την «πράσινη γραμμή» που διαχώριζε τις δύο κοινότητες.

Η ΝΑΤΟποίηση του Κυπριακού

Οι επεμβάσεις των ΗΠΑ με τα δύο Σχέδια Ατσεσον προέβλεπαν την ένωση με την Ελλάδα, διατήρηση των βρετανικών βάσεων και δημιουργία τουρκικών. Καμία ελληνική κυβέρνηση δεν υποστήριξε την ανεξαρτησία της Κύπρου.

Ο Γ. Παπανδρέου σε μνημόνιο προς τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον, στις 15 Ιούνη 1964, σημείωνε: «Το δίλημμα είναι ΝΑΤΟποίηση ή Κούβα; ΝΑΤΟποίηση μπορεί να επιτευχθεί μόνο διά της ένωσης με την Ελλάδα. Ως αποτέλεσμα της ένωσης, ολόκληρο το νησί, όντας τμήμα της Ελλάδας, θα μπορούσε να είναι ΝΑΤΟική βάση όπως η Κρήτη. Ο εσωτερικός κομμουνισμός θα μειωθεί σημαντικά, όπως και στην Ελλάδα, που ελαττώθηκε στο 12%. Ετσι, η ασφάλεια της Τουρκίας και ολόκληρης της Μέσης Ανατολής θα περιφρουρηθεί πλήρως...».

Η ΝΑΤΟποίηση του Κυπριακού είχε ήδη μπει στις ράγες. Στην Κύπρο εστάλη μια ενισχυμένη ελληνική μεραρχία για την αντιμετώπιση του κινδύνου επέμβασης της Τουρκίας, αλλά και την αποτροπή της λεγόμενης «κουβανοποίησης» της Κύπρου. Οι κυριότερες δυνάμεις της μεραρχίας συγκεντρώθηκαν στη Λευκωσία, χωρίς ικανοποιητική διασπορά. Ετσι, μετά από χρόνια, ο μετέπειτα Πρόεδρος της Κύπρου Γλαύκος Κληρίδης σημείωσε: «Οση λύπη πήρε ο Μακάριος όταν ήρθε η "Μεραρχία", άλλη τόση χαρά πήρε όταν έφυγε» (εφημερίδα «Μάχη», 24/11/2013).

Στο σχετικό πόρισμα της κυπριακής Βουλής διατυπώνονται μια σειρά υπόνοιες για το σκοπό της αποστολής της μεραρχίας, με αναφορά στο «απόρρητο τηλεγράφημα (477)» το οποίο απέστειλε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζ. Μπολ στις 22 Αυγούστου 1964 στον Ντιν Ατσεσον... «Το αρχηγείο της CAS μάς ενημέρωσε ότι ο ελληνικός στρατός διαθέτει την ισχύ στο νησί για να κανονίσει τον Μακάριο, αν δοθεί η εντολή...» (πόρισμα της κυπριακής Βουλής - «Βουλή των Ελλήνων, Φάκελος Κύπρου: Τα Πορίσματα, τόμ. Α», σελ. 281, Αθήνα - Λευκωσία, 2018).

Αποκαλυπτική για την ίδια περίοδο είναι η έκθεση του Ι. Τσουδερού, βουλευτή της Ενωσης Κέντρου, που ουσιαστικά το 1964 πρότεινε την ανατροπή του Μακάριου, μετά από ανάλυση που έκανε για την κατάσταση που επικρατεί στο νησί. Εγραφε: «...Για να επιβάλει η Ελλάς τη λύση με τουρκική βάση, οιασδήποτε μορφής, πρέπει να ανατρέψει προηγουμένως το σημερινό καθεστώς» («Βουλή των Ελλήνων, Φάκελος Κύπρου: Τα Πορίσματα, τόμ. Β», σελ. 342 - 350, Αθήνα - Λευκωσία, 2018).

Η τοποθέτηση αυτή υποδήλωνε σε ποιο σημείο όξυνσης είχαν φτάσει οι σχέσεις της αστικής τάξης της Ελλάδας και της κυπριακής αστικής τάξης.

Στις 9 και 10 Σεπτέμβρη 1967 πραγματοποιήθηκε στον Εβρο (Κεσάνη - Αλεξανδρούπολη) συνάντηση της ελληνικής χουντικής κυβέρνησης (Κόλλιας, Σπαντιδάκης, Παπαδόπουλος, Οικονόμου - Γκούρας) με την αντίστοιχη της Τουρκίας (Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, Ι. Τσαγλαγιαγκίλ κ.λπ.), με αντικείμενο το Κυπριακό. Ο Παπαδόπουλος έχει πει ότι υπήρχε προετοιμασία από την κυβέρνηση Στεφανόπουλου. Ανέφερε συνάντηση Τούμπα - Τσαγλαγιαγκίλ το Δεκέμβρη του 1966, όπου «... η Τουρκία εφέρετο αποδεχόμενη την Ενωση με αντιπαροχή τη βάση της Δεκέλειας που θα παραχωρούσαν οι Αγγλοι». Ανέφερε ακόμα ότι το Συμβούλιο του Στέμματος στις 6 Φλεβάρη 1967 αποφάσισε να συνεχιστεί ο διάλογος και ότι στην Κεσάνη η Τουρκία υπαναχώρησε.

Ο Τσαγλαγιαγκίλ αποκάλυψε ότι ο υπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Τούμπας είχε αναφέρει πως η Ελλάδα είχε τη δύναμη να επιβληθεί του Μακάριου σε περίπτωση άρνησής του. Στην Κεσάνη οι Τούρκοι αντιπρότειναν διχοτόμηση ή καντόνια και η συνάντηση απέτυχε. Ολα τα χρόνια πριν και μετά από την 21η Απρίλη 1967 - με κάποιες αυξομειώσεις - υπήρχε ένταση στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου με σχέδια πραξικοπηματικής ανατροπής και απόπειρες κατά της ζωής του Μακάριου από τη χούντα.

Η ανατροπή του Μακάριου και η εισβολή

Η απόφαση για την ανατροπή του Μακάριου πάρθηκε ύστερα από μια σειρά συζητήσεις τον Απρίλη του 1974, σε σύσκεψη όπου συμμετείχαν οι Ιωαννίδης, Ανδρουτσόπουλος, Γκιζίκης, Μπονάνος (αρχηγός ΕΔ). Οι όποιες επιφυλάξεις υπήρχαν κάμφθηκαν από τις διαβεβαιώσεις του Ιωαννίδη ότι έχει την έγκριση της CIA και ότι η Τουρκία δεν θα επέμβει.

Από πολλές μαρτυρίες στη σχετική Εξεταστική της ελληνικής Βουλής προκύπτει ότι ο Ιωαννίδης είχε τακτική επαφή με τον σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα. Τις διαβεβαιώσεις του Ιωαννίδη επιβεβαιώνει και ο Γκιζίκης, αλλά και αρκετοί άλλοι, μεταξύ των οποίων και ο Ευ. Αβέρωφ σε έκθεση προς τον Κ. Καραμανλή. Ο ίδιος ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα εκείνα τα χρόνια, Χ. Τάσκα, στην κατάθεσή του στη Γερουσία αναφέρει ότι τα μέλη του σταθμού της CIA είχαν προσβάσεις προς τον Ιωαννίδη.

Είναι φανερό ότι η χούντα θεωρούσε τον Μακάριο επικίνδυνο και εθνικά απαράδεκτο, γιατί δεν έπαιρνε μέτρα κατά των κομμουνιστών, προμηθευόταν όπλα από σοσιαλιστικές χώρες (Τσεχοσλοβακία), διατηρούσε καλές σχέσεις με τη Σοβιετική Ενωση. Παρόμοιες βέβαια απόψεις είχαν και οι προδικτατορικές κυβερνήσεις στην Ελλάδα. Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ήθελαν την Κύπρο ΝΑΤΟικό προγεφύρωμα σε βάρος των λαών της περιοχής.

Τους μήνες πριν από το πραξικόπημα υπήρξε όξυνση της κρίσης ανάμεσα στη Λευκωσία και την Αθήνα. Στις 2 Ιούλη ο Μακάριος έστειλε επιστολή στον Γκιζίκη στην οποία κατήγγειλε την πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης και ανακοίνωσε μέτρα για τη μείωση της Εθνικής Φρουράς. Την απόφαση για το πραξικόπημα εκτός από την ηγεσία της χούντας την ήξερε και ο Αβέρωφ, τον οποίο είχε ενημερώσει ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, Τάσκα (του έδειξε μάλιστα το τηλεγράφημα του Κίσινγκερ). Ο Αβέρωφ δεν ενημέρωσε τον Μακάριο γι' αυτό το τηλεγράφημα, γιατί, όπως κατέθεσε στην Εξεταστική, αυτό ήταν απόρρητο έγγραφο των ΗΠΑ.

Το πραξικόπημα για την ανατροπή του Μακάριου πραγματοποιήθηκε στις 15 Ιούλη 1974, με καταστροφικές συνέπειες για την Κύπρο. Η μαχητικότητα των Ενόπλων Δυνάμεων της Κύπρου εκμηδενίστηκε, ενώ πολλοί αξιωματικοί αφοπλίστηκαν γιατί θεωρούνταν μακαριακοί. Για την επιτυχία του πραξικοπήματος χρησιμοποιήθηκαν και μετακινήθηκαν σημαντικές δυνάμεις από κρίσιμα για την άμυνα του νησιού σημεία (Πενταδάκτυλος, Κυρήνεια κ.λπ.). Σημαντικές δυνάμεις διατέθηκαν για να κυνηγήσουν τον Μακάριο, που είχε διαφύγει στην Πάφο. Οι δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς, κυρίως στην Κυρήνεια και στην Αμμόχωστο, που ήταν οι πιθανοί χώροι για αποβατική ενέργεια, ήταν ουσιαστικά διαλυμένες από το πραξικόπημα. Ενώ, από την άλλη, έρχονταν σοβαρές και αξιόπιστες πληροφορίες για προετοιμασία των Τούρκων και επικείμενη εισβολή, ο Ιωαννίδης και γενικότερα η ηγεσία της χούντας φαίνεται ότι υποτιμούσαν όλες αυτές τις πληροφορίες και καθησύχαζαν όσους ανησυχούσαν.

Ακόμη και όταν τη νύχτα 19ης προς 20ή Ιούλη ο τουρκικός στόλος πλησίαζε στις ακτές της Κυρήνειας, το αρχηγείο των Ενόπλων Δυνάμεων συνιστούσε στην Εθνική Φρουρά «αυτοσυγκράτηση», λέγοντας ότι οι Τούρκοι εκτελούν ναυτική άσκηση κατόπιν άδειας του ΝΑΤΟ, ότι οι Τούρκοι «μπλοφάρουν».

Ενώ υπήρχαν σχέδια από παλιότερα για στρατιωτική βοήθεια στην Κύπρο σε περίπτωση εισβολής, με αεροπλάνα, πολεμικά πλοία, υποβρύχια κ.λπ., η βοήθεια που εστάλη ήταν ασήμαντη. Μάλιστα, η χούντα υιοθέτησε τις πληροφορίες που διοχέτευαν η CIA και οι μυστικές υπηρεσίες της Μ. Βρετανίας, ότι δήθεν δυνάμεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας συγκεντρώνονται στη Βουλγαρία και ετοιμάζονται για επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Φυσικά επρόκειτο για χαλκευμένες πληροφορίες, που αποτέλεσαν το πρόσχημα για την ηγεσία της χούντας να μη στείλει βοήθεια στην Κύπρο τις κρίσιμες πρώτες μέρες της εισβολής.

Κατά τη διάρκεια της εισβολής ο απεσταλμένος του Κίσινγκερ υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Σίσκο, έπαιξε σημαντικό ρόλο ώστε οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις να μη βοηθήσουν την άμυνα της Κύπρου. Τους ενδιέφερε να μην ξεσπάσει πόλεμος ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, κάτι που θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Φαίνεται όμως ότι οι ΗΠΑ και η Μ. Βρετανία διευκόλυναν και με πιο πρακτικούς τρόπους την Τουρκία κατά την απόβαση και κατάληψη του 38% της Κύπρου.

Είναι αποκαλυπτική η έκθεση του στρατηγού Σιαπκαρά («Βουλή των Ελλήνων, Φάκελος Κύπρου: Τα Πορίσματα, τόμ. Β», σελ. 368 - 371, Αθήνα - Λευκωσία, 2018), που έχει ήδη δημοσιευτεί στον δεύτερο τόμο του Φακέλου.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ