Συνεχίζει την αντιπαράθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ επαναλαμβάνοντας την κινδυνολογία περί «Grexit» τάχα λόγω των αποφάσεων που θέλει να πάρει ο Αλ. Τσίπρας, όταν οι του ΣΥΡΙΖΑ δίνουν όρκους πίστης στους επιχειρηματικούς ομίλους, στην Ευρωζώνη και την ΕΕ.
Απευθυνόμενος στους αστούς, που θέλουν σταθερότητα στη διαχείριση της εξουσίας τους και στη διακυβέρνηση και τις μεγαλύτερες δυνατές συναινέσεις των αστικών πολιτικών δυνάμεων προς επίτευξη αυτού του στόχου, ο Αντ. Σαμαράς έβαλε ζήτημα ότι ο Αλ. Τσίπρας δεν μπορεί να τους εγγυηθεί κάτι τέτοιο: «(...) κορόιδεψαν τους ανθρώπους εκείνους, τους οποίους είχαν παρασύρει και ψήφισαν μαζί τους (σ.σ.: "όχι" στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας). Και δεν κατάφεραν τελικά να συνεννοηθούν ούτε με τον Κουβέλη και τους βουλευτές του, που τους ακολουθούσαν... Αν δεν μπορούν να συνεργαστούν ούτε με εκείνους με τους οποίους συμμάχησαν, αν δεν μπορούν να τους εμπιστευθούν ούτε εκείνοι που συνεργάστηκαν μαζί τους, τότε, είναι το ερώτημα στα χείλη του ελληνικού λαού, πώς έχουν το θράσος να νομίζουν ότι θα μπορούσαν να κυβερνήσουν με συναίνεση, με διάλογο, με δημοκρατία αυτόν τον τόπο;», αναρωτήθηκε πασχίζοντας να τους φανεί πιο φερέγγυος κι αξιόπιστος για τη διαχείριση της εξουσίας τους.
Eurokinissi |
Φιλοτεχνώντας, εξάλλου, το εικόνισμα της ΕΕ μίλησε για τα κονδύλια του ΕΣΠΑ και της ΚΑΠ. Βεβαίως, τα κονδύλια που αναφέρει είναι πληρωμένα απ' τον ελληνικό λαό μέσα από την άγρια φορολόγησή του, και επανακατευθύνονται στη χώρα μέσα από στοχευμένες διαδρομές και «ενισχύσεις» για τους επιχειρηματικούς ομίλους και όχι για λαϊκές ανάγκες.
Ο Αντ. Σαμαράς δεν παρέλειψε να τάξει και χτύπημα της «γραφειοκρατίας», αναγκαίους εκσυγχρονισμούς στο αστικό κράτος όχι προς βελτίωση της καθημερινότητας του λαού, αλλά για να διευκολυνθεί παραπέρα στη δραστηριότητά του το μεγάλο κεφάλαιο. Αλλωστε, το ξεκαθάρισε ότι στο μείγμα διαχείρισης που ασπάζεται και προωθεί είναι: «Ανάπτυξη σημαίνει ανταγωνιστικότητα.Επενδύσεις (...) Εξαγωγές.Επιχειρηματικότητα σε νέους κλάδους (...) Ανάπτυξη σημαίνει ακόμα ιδιωτικοποιήσεις. Σημαίνει αξιοποίηση περιουσίας του Δημοσίου», ανοίγοντας δρόμο για περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεις, για διάνοιξη νέων πεδίων κερδοφορίας στο κεφάλαιο πάνω και στα ερείπια εργατικών, ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.
Επιτέθηκε και στο φοιτητικό κίνημα καυχώμενος ότι κατάργησε «το άσυλο παρανομίας στα Πανεπιστήμια!». Αναγνώρισε ωστόσο ότι «πρέπει να γίνουν ακόμα πολλά»: «Πουθενά στον κόσμο δεν (...) κάνουν τάχα "συνελεύσεις" με ελάχιστους, εξαγγέλλουν όποτε θέλουν "αποχές" (...) Το νοικοκύρεμα ακόμα στην Εκπαίδευση δεν τελείωσε. Μόλις άρχισε! Και να το ξέρουν, θα το ολοκληρώσουμε». Ταυτόχρονα διαβεβαίωσε λιμνάζοντα κεφάλαια ότι θα τους ανοίξει και εκεί πεδία κερδοφορίας, προωθώντας «και τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια».
Σε ένα όργιο διαστρέβλωσης της πραγματικότητας ο Αντ. Σαμαράς δεν δίστασε να παρουσιάσει ως «φορολογικές μειώσεις στα επόμενα χρόνια» τα επόμενα νέα μέτρα υπέρ των μεγαλοκαρχαριών: «Ο ανώτατος φόρος εισοδήματος θα πέσει στο 33% από το 42% που είναι σήμερα και από το 45% που ήταν πριν την κρίση.Ο φόρος στα κέρδη των επιχειρήσεων θα μειωθεί σταδιακά, να υπάρχει ένας ενιαίος φόρος, στο 15% από το 25% που είναι σήμερα».
Εταξε, επίσης, ότι «όλοι οι συντελεστές στα υψηλά κλιμάκια του ΦΠΑ θα μειωθούν σταδιακά. Και κάποια από τα μεσαία επίσης αργότερα. Ο ΕΝΦΙΑ σταδιακά θα μειωθεί κι άλλο. Και τα έσοδα του ΕΝΦΙΑ θα δοθούν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση απευθείας. Για να γίνει και αυτή υπεύθυνη Τοπική Αυτοδιοίκηση. Αληθινός μοχλός περιφερειακής ανάπτυξης. Να πάψει η Τοπική Αυτοδιοίκηση να είναι ο μόνιμος "ζητιάνος" του κράτους και να είναι πολλές φορές πηγή σπατάλης, ακόμα και διαφθοράς. Και αυτή είναι μια από τις πιο σημαντικές μεταρρυθμίσεις που σχεδιάζουμε».
Στην πραγματικότητα, ο Αντ. Σαμαράς με τέτοιες εξαγγελίες επιβεβαιώνει την ταξικότητα της πολιτικής του. Οσα τάζει, στην πράξη, σημαίνουν:
-- Οτι ο ΕΝΦΙΑ μονιμοποιείται ως άλλο ένα χαράτσι στη λαϊκή κατοικία, το οποίο εντέλλεται να το εισπράττει η Τοπική Διοίκηση μαζί με τα ογκούμενα δημοτικά τέλη και φόρους, τη μόνη πηγή εσόδων της που επίσης αξιοποιούνται συνήθως σε όφελος της ανάπτυξης των επιχειρηματιών, αφού ολοένα και περισσότερο οι υπηρεσίες στα λαϊκά στρώματα γίνονται ανταποδοτικές.
-- Μειώνεται, κατά βάση, η φορολογία των μεγαλοεισοδηματιών και των επιχειρηματιών κατά 12 ποσοστιαίες μονάδες, επιβεβαιώνοντας και έτσι ότι το μεγάλο κεφάλαιο, εν μέσω της κρίσης του, βγαίνει ακόμα πιο κερδισμένο φορτώνοντας τα «σπασμένα» της στο λαό.
-- Αν και εφόσον υπάρξουν κάποιες μειώσεις για τα πλατιά λαϊκά στρώματα, η όποια ευνοϊκή επίδρασή τους θα εξανεμιστεί στο γενικότερο πλαίσιο εφαρμογής αντιλαϊκών μέτρων.
Αλλωστε, ο ίδιος ο Αντ. Σαμαράς το είπε καθαρά μην αφήνοντας περιθώρια παρερμηνειών: «Να το ξέρουν όλοι: Είμαστε στην περίοδο που έχουν αρχίσει οι αυξήσεις, αλλά θα πάμε ομαλά για να μην ξαναπέσουμε στα ελλείμματα. Το νοικοκύρεμα θα συνεχιστεί», παραπέμποντας σε νέες περικοπές και καταργήσεις σε ό,τι απέμεινε ως ξέφτια κοινωνικών παροχών και δικαιωμάτων για το λαό.
...«κοστολογημένα» και υπό αίρεση ψίχουλα για όσους παλεύουν με ακόμα λιγότερα
Τα νοικοκυριά λοιπόν που προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με μόλις 800 ευρώ το μήνα για όλη την οικογένεια, περνάνε, κατά τον ΣΥΡΙΖΑ, ζωή χαρισάμενη και δεν συντρέχει λόγος ανακούφισής τους...
Μήπως όμως θα ανακουφιστούν όσοι ζουν με λιγότερα από 800 ευρώ; Ας απαντήσει ο Γ. Σταθάκης: «Αρα είναι ένα πρόγραμμα σαφέστατα προσανατολισμένο στα φτωχά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας... Καθώς σας υπενθυμίζω ότι σήμερα, σύμφωνα με την τελευταία ευρωπαϊκή στατιστική, το 34% των Ελλήνων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Αρα το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης είναι απόλυτα προσανατολισμένο σε αυτούς. Είναι απόλυτα κοστολογημένο, καθώς και επακριβώς λέει με ποιον τρόπο θα βρεθούν αυτά τα χρήματα. Αυτά που αφορούν το κοινωνικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ θα προέλθουν πρωτίστως από την πάταξη της φοροδιαφυγής των πλουσιότερων στρωμάτων».
Η ζωή διδάσκει βέβαια ότι το «ευνοϊκό επενδυτικό περιβάλλον» που τάζει ο ΣΥΡΙΖΑ στο κεφάλαιο δε συμβαδίζει με την - χιλιοειπωμένη από κάθε κόμμα της αστικής διαχείρισης - «πάταξη της φοροδιαφυγής», ίσα ίσα συνοδεύεται από κάθε είδους φορολογικές «διευκολύνσεις» στο όνομα της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων.
Και τι θα γίνει αν το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας, εξαιτίας της διεύρυνσής της, «ξεφύγει» από την «απόλυτη κοστολόγησή» του; Πόσο πιο κάτω θα ρίξει τον πήχη των αναγκών του λαού ο ΣΥΡΙΖΑ στην προσπάθειά του να κλείνει στόματα με τα «κοστολογημένα» ψίχουλα που θα περισσεύουν - όταν και αν περισσεύουν - απ' το φαγοπότι που υπόσχεται στο μεγάλο κεφάλαιο;
Λέει ο Σταθάκης: «Πρέπει να κλείσει ο κύκλος του μνημονίου και να αντικατασταθεί από ένα πρόγραμμα προσανατολισμένο στην επιστροφή της οικονομίας στην ανάπτυξη». Τι σημαίνει αυτό; Οτι πρέπει να δοθεί σε επίπεδο ΕΕ η δυνατότητα στα αστικά κράτη να στηρίζουν από τον κορβανά τους, που τον γεμίζει ο λαός, την καπιταλιστική κερδοφορία, η οποία επιπλέον στηρίζεται στα αντιλαϊκά μέτρα που έχουν ήδη παρθεί. Και ο λαός τι θα κερδίσει από την «επιστροφή» στην καπιταλιστική ανάπτυξη; Οπως επιβεβαιώνουν οι συνθήκες που βιώνουν οι εργαζόμενοι σε κλάδους που βρίσκονται ήδη σε τροχιά ανάκαμψης (π.χ. τουρισμός), το μόνο που θα «κερδίσει» ο λαός αν ποντάρει εκεί τις προσδοκίες του είναι να συνειδητοποιήσει ότι ξεγελάστηκε πάλι. Κι επιπλέον θα «κερδίσει» τη διατήρηση του αντεργατικού - αντιλαϊκού πλαισίου που εγγυάται η ΕΕ καθώς αποτελεί προϋπόθεση για την επίτευξη του στόχου της καπιταλιστικής ανάκαμψης για τον οποίο πασχίζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Με... «μπόνους» να αποπληρώνει ένα χρέος που δεν προκάλεσε.
«Το ερώτημα είναι (...) αν θα ακολουθήσουμε την πορεία του "whatever it takes", να κάνουμε ό,τι χρειαστεί για να σώσουμε το κοινό μας σπίτι, την ΕΕ», δήλωσε ο Αλ. Τσίπρας στο βρετανικό κανάλι 4.
Το ερώτημα για το λαό είναι αν θα κάνει «whatever it takes», ό,τι χρειαστεί δηλαδή, για να βάλει φρένο, να ανακτήσει τις απώλειές του, να διεκδικήσει την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών του, να ανατρέψει αυτή την κατάσταση. Και χρειάζεται - καταρχήν - ισχυρό ΚΚΕ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλοντας να απαντήσει στις κατηγορίες που του απευθύνει η ΝΔ (ότι δήθεν με την πολιτική του οδηγεί την Ελλάδα έξω από το ευρώ) αντιτάσσει μια σειρά από δηλώσεις ευρωενωσιακών αξιωματούχων που καθησυχάζουν το ντόπιο κεφάλαιο, βεβαιώνοντάς το ότι δεν υφίσταται θέμα εξόδου απ' το κοινό νόμισμα.
Μεταξύ άλλων ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επικαλεστεί δημοσιεύματα του «Σπίγκελ», των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», των «Νιου Γιορκ Τάιμς», του προέδρου της ΕΚΤ, της εκπροσώπου της Κομισιόν, του εκπροσώπου της καγκελαρίας, του αντικαγκελάριου, Γερμανών οικονομολόγων - συμβούλων της γερμανικής κυβέρνησης κ.λπ κ.λπ...
Κι αν όλο αυτό το κακό συναπάντημα αρκεί για να καθησυχάσει το κεφάλαιο απ' το οποίο διεκδικεί το χρίσμα, οι δηλώσεις τους δεν είναι καθόλου καθησυχαστικές για το λαό. Γι' αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ είτε τις πετσοκόβει (π.χ. τη δήλωση του Ολάντ) είτε τις αποσιωπά (όπως π.χ. τις δηλώσεις Σουλτς στη γερμανική τηλεόραση). Δεν λέει, για παράδειγμα, ότι άπαντες διαμηνύουν πως οι ευρωενωσιακές Συνθήκες και τα συμφωνηθέντα στο πλαίσιο της δανειακής σύμβασης είναι αδιαπραγμάτευτα.
Πρόκειται για συνθήκες και συμφωνίες σωστές λαιμητόμους για τα λαϊκά συμφέροντα, που καρατόμησαν τόσα και τόσα δικαιώματα και έχουν ακόμα πολλή δουλειά μπροστά τους σύμφωνα με όσα προβλέπουν.
Το γεγονός αυτό προβάλλει η κυβέρνηση, κρύβοντας όμως απ' την πλευρά της το περιεχόμενο των συμφωνιών αυτών. Ο νέος κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στ. Αναγνώστου, δηλώνει σχετικά: «Στο διθυραμβικό σχόλιο του ΣΥΡΙΖΑ για τις δηλώσεις της εκπροσώπου Τύπου της Κομισιόν ότι "η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη είναι αμετάκλητη", η απάντηση είναι ότι αυτό ισχύει υπό την βασική προϋπόθεση ότι η χώρα μας θα εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της...».
Τσιμουδιά για το ποιες είναι αυτές και τι αντιλαϊκό προβλέπουν. Οπως και ο Αλ. Τσίπρας απ' το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ υπέβαλλε τα σέβη του στις ευρωενωσιακές Συνθήκες και στο ευρωενωσιακό θεσμικό πλαίσιο προσπερνώντας ότι απ' αυτά πηγάζουν όλα όσα υπηρετούν την ανάγκη του κεφαλαίου για κέρδη και κάνουν μαρτύριο τη ζωή του λαού.
Ισως γιατί όπως «κάρφωσε» ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Μ. Σουλτς, που κατά δήλωσή του έχει πολλές φορές μιλήσει τελευταία με τον Αλ. Τσίπρα, «μεταξύ της προεκλογικής ρητορικής και ενός κυβερνητικού προγράμματος συχνά υπάρχει διαφορά», προσθέτοντας πως «εάν κάθε φορά που ένας πολιτικός έλεγε κάτι κατά την προεκλογική περίοδο πέφταμε σε βαθιά περισυλλογή, θα είχαμε πολλή δουλειά (...) Ολα τα μέλη της ΕΕ και της Ευρωζώνης, ανεξάρτητα από το ποια κυβέρνηση κυβερνά, έχουν επίγνωση των ευθυνών τους. Πιστεύω ότι αυτό ισχύει και για τον κ. Τσίπρα».
Ο Μ. Σουλτς, γνωστή αλεπού της ευρωενωσιακής σοσιαλδημοκρατίας, ξέρει τι λέει. Εχει προφανώς σχηματίσει την άποψή του απ' τα παρασκηνιακά νταραβέρια του ΣΥΡΙΖΑ μαζί του και με άλλους παράγοντες της ΕΕ, καθώς τελευταία πυκνώνουν οι πληροφορίες περί συζητήσεων στα κρυφά.
Επειτα κι απ' αυτά τα πάρε - δώσε έφτασε προχτές ο Αλ. Τσίπρας σε άρθρο του να μετασχηματίσει το γνωστό κάλπικο για το λαό δίλημμα «λιτότητα ή ανάπτυξη» σε «στρατηγική Ντράγκι ή στρατηγική Σόιμπλε», υπερασπίζοντας τον πρόεδρο της ΕΚΤ και τις προτάσεις του.
Ποιες είναι αυτές; Ο Μ. Ντράγκι δήλωσε προχτές ότι «οι δαπάνες για επενδύσεις πρέπει να αυξηθούν», και μάλιστα σε συνδυασμό με μειώσεις των εξόδων, όπως είναι οι φόροι. Πρόσθεσε ότι είναι αναγκαίες περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα στις «αγορές εργασίας», προκειμένου, όπως είπε, να στηριχτεί η ανάκαμψη στην Ευρωζώνη, η οποία παραμένει «εύθραυστη και άνιση». Φανταζόμαστε ότι ο Σόιμπλε δεν θα είχε αντιρρήσεις...
Είναι παραπάνω από φανερό ότι η «στρατηγική Ντράγκι», με την οποία ταυτίζεται ανοιχτά πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι η στρατηγική του κεφαλαίου και της λυκοσυμμαχίας του, που απ' την καλή και την ανάποδη έχει γνωρίσει στο πετσί του ο λαός. Και θα συνεχίσει για όσο δεν αποφασίζει να αναμετρηθεί μαζί της, απ' τη σκοπιά και με τους όρους της στρατηγικής που επιβάλλουν τα δικά του συμφέροντα.