Κυριακή 29 Δεκέμβρη 2013
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Δύσκολοι οι καιροί και δε φταίνε τα κάρβουνα

Ανάμεσα σε μια έκτακτη συνέντευξη για την αιθαλομίχλη ανήμερα των Χριστουγέννων από τους αρμόδιους υπουργούς, που προσπάθησαν να πείσουν ότι ο φόρος στο πετρέλαιο θέρμανσης είναι δίκαιος γιατί χτυπά όσους έχουν θερμαινόμενες πισίνες, και τις «Λευκές νύχτες» των μεγαλεμπόρων που προσπάθησαν χτες βράδυ και μ' αυτόν τον τρόπο να γεμίσουν τα ταμεία τους, κύλησε η βδομάδα των τελευταίων γιορτών του χρόνου, βδομάδα που μόνο γιορτινή δεν ήταν για τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας.

Είχαν προηγηθεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που ενέκρινε το δημοσιονομικό πλαίσιο για τα χρόνια 2014-2020, η ψήφιση από τη Βουλή δύο ακόμα φοροληστρικών νόμων, η αποκάλυψη από τον «Ριζοσπάστη» του σχεδίου για το τσάκισμα των επικουρικών συντάξεων, το χτύπημα των απεργών στην «Παπουτσάνης», μια πρόταση για το φετινό Νόμπελ Ειρήνης που ξεγύμνωσε για άλλη μια φορά το θεσμό και, βεβαίως - βεβαίως, οι συνεχιζόμενες προσπάθειες για την αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος σε άμεση αντιπαραβολή με την ανάγκη για ανασύνταξη του εργατικού λαϊκού κινήματος.

Στην ίδια ρότα

Για να τα πάρουμε με τη σειρά, ας πάμε λίγο πίσω: Στις 16 Γενάρη του 1994 ο «Ρ» αποκάλυψε και δημοσίευσε σε ειδικό ένθετο τη «Λευκή Βίβλο για την Ανάπτυξη, την Ανταγωνιστικότητα και την Απασχόληση». Στο εισαγωγικό σημείωνε: «Η Λευκή Βίβλος επιχειρεί ουσιαστικά να σχεδιάσει τη διέξοδο από την κρίση και ταυτόχρονα να προωθήσει την καπιταλιστική ανασυγκρότηση στο χώρο της ΕΕ (...) Μια διέξοδος που έρχεται να φορτώσει τα βάρη της κρίσης και το κόστος της φιλομονοπωλιακής διεξόδου στους εργαζόμενους, να μεγαλώσει τις ανισότητες».

Τη βδομάδα που πέρασε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε νέα απόφαση με το ίδιο τρίπτυχο, για την ίδια αιτία, με τα ίδια επιχειρήματα. Τότε οι αποφάσεις είχαν προβληθεί σαν προοδευτικές καθώς είχαν την υπογραφή του σοσιαλδημοκράτη Ντελόρ, τώρα που έχουν τη σφραγίδα της Μέρκελ απλά καταγγέλλονται σαν νεοφιλελεύθερες. Οπως σημείωσε ο «Ρ», πρόκειται για αποφάσεις που επηρεάζουν αρνητικά τη ζωή των λαών σε βάθος δεκαετίας (...) που από τη μια αντανακλούν τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της λυκοσυμμαχίας, από την άλλη σηματοδοτούν βήμα ενίσχυσης της επιθετικότητας της ΕΕ ενάντια στους λαούς. Επιβεβαιώνοντας και έτσι την εκτίμηση του ΚΚΕ ότι το σύνθημα για «περισσότερη Ευρώπη» οδηγεί σε μια ισχυροποίηση του κεφαλαίου ενάντια στους εργάτες κι αυτό διαφαίνεται περίτρανα στη θέσπιση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020, που σηματοδοτεί μνημόνιο διαρκείας ενάντια στους λαούς.

Μέσα και από τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής έγινε καθαρό για μια ακόμα φορά ότι η ΕΕ χειρότερη θα γίνει, καλύτερη όχι.

Η τάξη που έχει την εξουσία

Για να μην υπάρχουν αμφιβολίες για το ποια τάξη κυβερνά, ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός θωρακίστηκε με δύο νέους νόμους που παράλληλα ενισχύουν το κεφάλαιο. Οι νέοι νόμοι μπαίνουν σε εφαρμογή με την έναρξη του νέου χρόνου. Ο ενιαίος φόρος ακινήτων, η σταδιακή άρση της παρεχόμενης προστασίας για τα ληξιπρόθεσμα χρέη των λαϊκών νοικοκυριών προς τις τράπεζες, τα εξοντωτικά πρόστιμα που προβλέπουν για τα ληξιπρόθεσμα χρέη των λαϊκών στρωμάτων προς το Δημόσιο, όλα μαζί υπηρετούν την κεντρική κατεύθυνση για τη διαμόρφωση των όρων και των προϋποθέσεων για τη συγκέντρωση γης και μικρής περιουσίας σε ολοένα και λιγότερα χέρια. Σε αυτό το πλαίσιο οι μικροϊδιοκτήτες συνθλίβονται ανάμεσα στις μυλόπετρες του αστικού κράτους και του τραπεζικού κεφαλαίου.

Και για να μην υπάρχει επίσης αμφιβολία για το πώς επιβάλλονται ο νόμος και η τάξη, με μια ωμή επέμβαση των ΜΑΤ, στα πρότυπα της «Χαλυβουργίας», κυβέρνηση και εργοδοσία προσπάθησαν να σπάσουν την απεργία των εργαζομένων στο εργοστάσιο «Παπουτσάνης» στη Ριτσώνα. Στη διάρκεια της αστυνομικής επιχείρησης έγιναν 8 συλλήψεις και δύο εργάτες τραυματίστηκαν ελαφρά.

Χαριστική βολή στις επικουρικές συντάξεις

Η αποκάλυψη από τον «Ρ» του νέου κανονισμού για το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης σπάει κόκαλα. Αφορά στην παραπέρα συρρίκνωση των επικουρικών συντάξεων μέχρι τη μετατροπή τους σε «φιλοδωρήματα πτωχοκομείου», αν όχι και την τελική κατάργησή τους. Ο Κανονισμός έρχεται να εφαρμόσει τα όσα προβλέπει ο νόμος 4052/2012 για ένα νέο σύστημα επικουρικής ασφάλισης, το οποίο δεν εγγυάται σε καμιά περίπτωση την απόδοση συντάξεων και, πολύ περισσότερο, το ύψος τους. Συνολικά, οι επικουρικές συντάξεις δεν θα υπερβαίνουν κατά μέσο όρο τα 100 ευρώ.

Κρύφτηκαν στην αιθαλομίχλη

Εκεί που ο κόσμος κοίταζε πώς θα τα μπαλώσει γιορτινές μέρες με τα σπίτια παγωμένα και το γιορτινό τραπέζι φτωχικό συναντήθηκαν εκτάκτως οι αρμόδιοι υπουργοί για να εκτιμήσουν την κατάσταση που προέκυψε από τις μετρήσεις της αιθαλομίχλης. Οπως εξήγησαν οι αρμόδιοι υπουργοί, το φαινόμενο οφείλεται στους ανεύθυνους που νομίζουν ότι κρυώνουν και γι' αυτό καίνε ξύλα και αξιοποιείται από όσους έχουν θερμαινόμενη πισίνα και πιέζουν για μείωση της τιμής του πετρελαίου. Για να λυθεί το πρόβλημα, ανακοίνωσαν σειρά μέτρων κυριολεκτικά «στάχτη στα μάτια του λαού». Ορισαν ένα υπερβολικά υψηλό όριο συγκέντρωσης μικροσωματιδίων για τη λήψη έκτακτων μέτρων και δεν συνυπολογίζουν την επίπτωση άλλων ειδών ρύπων που προκύπτουν κατά την καύση των στερεών καυσίμων σε ξυλόσομπες, σε ανοιχτά και σε ενεργειακά τζάκια, καθώς διατηρούνται τα υπάρχοντα όρια γι' αυτά. Φυσικά τέτοια μέτρα ελάχιστη επίδραση μπορούν να έχουν στο μετριασμό του φαινομένου, καθώς εξαντλούνται σε «απαγορεύσεις» τις οποίες ως επί το πλείστον φορτώνονται αυτοί που δεν έχουν καμία ευθύνη, ενώ δεν αντιμετωπίζουν την αιτία του προβλήματος.

Οπως σημείωσε το ΚΚΕ, «το μόνο αποτελεσματικό μέτρο άμεσης απόδοσης και ανακούφισης των λαϊκών νοικοκυριών είναι η κατάργηση, εδώ και τώρα, των αντιλαϊκών φόρων στο πετρέλαιο θέρμανσης, η δραστική μείωση στα τιμολόγια της ΔΕΗ, σε αντίθεση με την πολιτική της κυβέρνησης που εμπαίζει το λαό με τα ψίχουλα του κοινωνικού τιμολογίου και του επιδόματος θέρμανσης».

Η επιβράβευση

Σ' αυτόν τον τόπο κανείς δεν πάει χαμένος. Το σύστημα ξέρει να επιβραβεύει τους πρωτοπόρους του. Ετσι εκπρόσωποι των άτυπων ομάδων του Αμερικανικού Κογκρέσου πρότειναν για το Νόμπελ Ειρήνης την επικεφαλής για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Ασφάλεια της ΕΕ Κ. Αστον, τον πρωθυπουργό της Σερβίας Ι. Ντάτσιτς και τον πρωθυπουργό του Κοσόβου Χ. Θάτσι. Οπως εύστοχα σημείωσε η ΕΕΔΥΕ, «καλύτερα έτσι, για να πέφτουν και οι μάσκες!». Σε μια πρώτη εκτίμησή της, η Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Υφεση και Ειρήνη επισημαίνει πως η πρόταση για τη συγκεκριμένη υποψηφιότητα δεν είναι μια «αθώα» πρόταση, αλλά το «σφράγισμα» μιας «στιγμής» -που διήρκεσε χρόνια- της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στα Βαλκάνια, ενώ ταυτόχρονα σηματοδοτεί και το ξεκίνημα μιας πορείας ενσωμάτωσης στις ευρωατλαντικές δομές τόσο της Σερβίας, όσο και του Κοσόβου. Για άλλη μια φορά με συμβολικό τρόπο αποδεικνύεται ο χαρακτήρας τέτοιου είδους θεσμών...

Αναμόρφωση της σαπίλας

Μπορεί το ψωμί να λιγοστεύει στο τραπέζι, αλλά «δόξα τω θεώ» από θέαμα σκίζουμε: Πυκνώνουν οι διεργασίες για την αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος. Η συγκρότηση της λεγόμενης κεντροαριστεράς δείχνει να έχει δυσκολίες, καθώς τόσο στο ΠΑΣΟΚ όσο και στη ΔΗΜΑΡ υπάρχουν διαφορετικές απόψεις για τη μορφή, την αναγκαιότητα και το ρόλο της, ενώ επιπλέον δυσκολίες προκαλεί η παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ, που προσπαθεί να αναδειχθεί ως βασικός πυλώνας, «διάδοχος» του σοσιαλδημοκρατικού χώρου. Ταυτόχρονα, γίνονται προσπάθειες να αναμορφωθεί ο χώρος που εκφράζεται εκλογικά από τη Χρυσή Αυγή, ακόμα και με τη συγκρότηση νέου κόμματος.

Η αναμόρφωση του αστικού πολιτικού σκηνικού έχει για κίνητρο και σκοπό τη χειραγώγηση της δυσαρέσκειας του λαού. Αυτό πρέπει να καθορίσει και το πολιτικό κριτήριο των εργαζομένων. Πρέπει να γίνει καθαρό ότι όλες οι προσπάθειες που συντελούνται κινούνται στην ίδια κατεύθυνση: Σε αυτήν της αναπαλαίωσης του αστικού πολιτικού συστήματος. Που είναι σάπιο και ξεπερασμένο, γιατί υπερασπίζεται το καπιταλιστικό σύστημα, γιατί είναι τμήμα της εξουσίας των μονοπωλίων, ανεξάρτητα αν πρόκειται για νέα πολιτικά σχήματα ή για νέα πρόσωπα.

Διέξοδος με εμπιστοσύνη στη δύναμη του λαού

Ο λαός μπορεί να σφραγίσει τις εξελίξεις προς όφελός του αν αναδειχτεί ο ίδιος σε μαχητική αντιπολίτευση, με ισχυρό το ΚΚΕ. Αυτός ο δρόμος είναι δύσκολος καθώς οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι άνθρωποι των λαϊκών στρωμάτων δεν έχουν αποκτήσει ακόμα πίστη κυρίως στη δική τους δύναμη, τη δύναμη της λαϊκής οργάνωσης και συμμαχίας. Γι' αυτό αποδέχονται εκβιαστικά διλήμματα, δέχονται να τους πλασάρουν ψεύτικες ελπίδες, προσδοκούν φιλολαϊκές λύσεις από το πολιτικό κατεστημένο, που δεν θα έρθουν ούτε στη Δευτέρα Παρουσία. Η εμπιστοσύνη στο ΚΚΕ προϋποθέτει εμπιστοσύνη στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, που πρέπει να ανασυντάξει τις δυνάμεις του, γιατί τότε θα μπορεί να εμποδίσει, να καθυστερήσει τα αντιλαϊκά μέτρα, ακόμα και να επιβάλει επείγοντα μέτρα ανακούφισης της λαϊκής οικογένειας. Θα μπορεί να ανοίξει το δρόμο όχι μόνο της εξόδου από την κρίση, αλλά συνολικά για τη λαϊκή ευημερία.

ΚΕΑ - ΣΥΡΙΖΑ
Αυταπάτες στους λαούς με τη χορηγία της ΕΕ

Το πρόσφατο Συνέδριο του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς δεν ενέκρινε μόνο την υποψηφιότητα του Αλ. Τσίπρα για την προεδρία της Κομισιόν. Εξέλεξε και πρόεδρο, τον γραμματέα του Γαλλικού κατ' ευφημισμόν πλέον ΚΚ, Π. Λοράν, με ποσοστό 78,6%. Αγνωστο αν εκλέχτηκε για τον ίδιο λόγο που είχε εκλεγεί την πρώτη φορά και που σύμφωνα με τον Αλ. Τσίπρα ήταν ο εξής: «Αυτό το οποίο επικροτείται με την εκλογή στην ηγεσία του ΚΕΑ του εθνικού γραμματέα του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος είναι η επιμονή στην επιλογή συμπόρευσης και συστράτευσης με τη ριζοσπαστική και σοσιαλιστική αριστερά στη Γαλλία», εννοώντας το Σοσιαλιστικό Κόμμα του Ολάντ.

Η επιμονή, πάντως, εξακολουθεί να υπάρχει και μαζί με την εκλογή του Π. Λοράν στην προεδρία του ΚΕΑ επιτάχυνε διεργασίες στο Μέτωπο της Αριστεράς, το συμμαχικό - τηρουμένων των αναλογιών, αντίστοιχο του ΣΥΡΙΖΑ - σχήμα στο οποίο μετέχει το Γαλλικό ΚΚ και του οποίου ηγείται ο Ζαν Λικ Μελανσόν (στέλεχος της «αριστερής πτέρυγας» του Σοσιαλιστικού Κόμματος μέχρι το 2008).

Οι πληροφορίες λένε πως το κόμμα του Μελανσόν ανακοίνωσε ότι «παγώνει» τη συμμετοχή του στο ΚΕΑ. Ο λόγος; Η συμφωνία του Γαλλικού ΚΚ με το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Ολάντ για συνεργασία στις επικείμενες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές. Η Μαρτίν Μπιγιάρ, συμπρόεδρος του Κόμματος της Αριστεράς του Μελανσόν, δήλωσε στη «Λιμπερασιόν»: «Θεωρούμε ότι ο σχεδιασμός μιας καμπάνιας για τις ευρωεκλογές, με έναν πρόεδρο στο ΚΕΑ που καλεί σε συνεργασία με τους σοσιαλδημοκράτες στις δημοτικές στο Παρίσι, είναι καταστροφή για το μήνυμά μας».

Δεν σκέφτονταν έτσι βεβαίως όταν παρείχαν απλόχερα στήριξη στον Ολάντ στο δεύτερο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών το 2012 και πρόβαραν υπουργικά κοστούμια. Με την εκπρόσωπο του Μετώπου, Κλεμεντίν Οτέν, να δηλώνει τότε, αναφερόμενη στις βουλευτικές εκλογές που έγιναν μετά τις προεδρικές: «Θέλουμε να διασφαλίσουμε την επιτυχία της αριστεράς. Θα θέλαμε να δούμε να δημιουργούνται για μας οι πολιτικοί όροι για να συμμετάσχουμε στην κυβέρνηση». Ενώ ο Μελανσόν υπερασπιζόταν τη συνεργασία με τη σοσιαλδημοκρατία, θέτοντας σαν όρο μια ισχυρή «αριστερά» που τάχα θα την ανάγκαζε «να αναθεωρήσει ορισμένα πράγματα και να επιστρέψει σε μια σαφή αριστερή πολιτική γραμμή»!

Να θυμηθούμε και την «Αυγή» που πανηγύριζε σε πρωτοσέλιδό της: «Πρώτη δύναμη η Αριστερά στη Γαλλία»! Τον Π. Σκουρλέτη να κοροϊδεύει το λαό, εν μέσω προεκλογικής στην Ελλάδα περιόδου (ρ/σ ΝΕΤ, 13/4/2012): «Βλέπετε και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και ιδιαίτερα στην προεκλογική Γαλλία, και εκεί τίθενται ζητήματα μιας διαφορετικής πια οικοδόμησης, μιας διαφορετικής συγκρότησης της Ευρωζώνης και μιας διαφορετικής πολιτικής»..., αλλά και τις ευχές ο Ολάντ να μη γίνει «Ολαντ ...ρέου».

Σήμερα, άλλοι συνεργάτες του Μελανσόν μιλούν ως και για διάσπαση και ο ίδιος δηλώνει πως μετά τις ευρωεκλογές τίποτα δε θα είναι το ίδιο..! Λέγεται μάλιστα πως η δήλωση του Μελανσόν για τον Αλ. Τσίπρα και για την (κατά φαντασίαν) «ανεξαρτησία του απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία και στο σάπιο πολιτικό σύστημα» ήταν κάτι σαν ...«τα λέω στη νύφη, να τα ακούει η πεθερά».

Διαφωνίες χωρίς ουσία

Ωστόσο, κάποιο λάκκο μοιάζει να έχει η φάβα. Οι κακεντρεχείς λένε πως αν και η απόφαση του Γαλλικού ΚΚ για τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές ήταν γνωστή, ο Μελανσόν αντέδρασε μόνο αφότου δεν βρήκε ανταπόκριση η επιθυμία του να είναι αυτός ο υποψήφιος του ευρω-οπορτουνισμού για την Κομισιόν. Οι φιλοδοξίες του, άλλωστε, είναι γνωστές. Δεν πάει καιρός απ' όταν δήλωνε «είμαι έτοιμος να γίνω πρωθυπουργός»!

Σίγουρα, όμως, οι εξελίξεις δεν μπορούν να ερμηνευτούν αποκλειστικά σε επίπεδο προσωπικών στρατηγικών και παρεξηγήσεων. Τι άλλαξε σε σχέση με ένα χρόνο πριν; Τι άλλαξε για τον Μελανσόν (και του χώρου που εκφράζει) που γνωρίζει απ' την καλή και την ανάποδη τη γαλλική σοσιαλδημοκρατία;

Στον ένα χρόνο που μεσολάβησε βάθυναν οι συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης και της προσπάθειας της κυβέρνησης Ολάντ να τη διαχειριστεί προς όφελος της γαλλικής αστικής τάξης. Η δημοτικότητά του βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση. Η δυσαρέσκεια του λαού μεγαλώνει, αλλά μεγαλώνει και η δυσαρέσκεια της αστικής τάξης της χώρας που βλέπει να χάνει έδαφος στον ανταγωνισμό της με αυτήν της Γερμανίας, τον Ολάντ να μην μπορεί να υλοποιήσει όσα επαγγελλόταν για την αναβάθμιση της θέσης της.

Η αναδιάταξη του πολιτικού προσωπικού της αστικής τάξης και η αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος είναι μια σχεδόν δεδομένη διαδικασία σε τέτοιες συνθήκες. Μέθοδος δοκιμασμένη για τη χειραγώγηση και τελικά την ενσωμάτωση του λαού, συνθήκη αναγκαία για την άσκηση της διαχείρισης που απαιτείται για έξοδο απ' την κρίση προς όφελος των καπιταλιστών. Αντανάκλαση συγχρόνως των διεργασιών που πυροδοτούν οι δυσκολίες στη διαχείριση και οι αντιθέσεις και ανταγωνισμοί που οξύνονται μεταξύ καπιταλιστικών κρατών, ιμπεριαλιστικών κέντρων, στο εσωτερικό των ίδιων των αστικών τάξεων.

Τα πλυντήρια της σοσιαλδημοκρατίας!

Και δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς, οι δυνάμεις που το συνθέτουν κινούνται στο ίδιο στρατηγικό πλαίσιο με όλες τις άλλες δυνάμεις της διαχείρισης. Οι επιμέρους διαφορές τους δεν αναιρούν το πλαίσιο αυτό, το ενδυναμώνουν, διαμορφώνοντας αυταπάτες στους λαούς ότι είναι δυνατόν αυτές οι διαφορές να κάνουν ΤΗ διαφορά στη ζωή τους. Το ΚΕΑ είναι κόμμα που υπάρχει χάρη στην ΕΕ, για την ΕΕ και από την ΕΕ, υπηρετεί τους στόχους της, η ιδρυτική του πράξη αποτέλεσε δήλωση πίστης στις συνθήκες, τις αρχές και τις αξίες της.

Κάτω απ' το χαλί σπρώχνουν τα παρακάλια του Τσίπρα προς το γερμανικό SPD να αντιληφθεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κόμμα με το οποίο πρέπει να νταραβερίζεται στην Ελλάδα και όχι το παραπαίον ΠΑΣΟΚ. Σφυρίζουν αδιάφορα για τις ικεσίες του γερμανικού «Die Linke» προς το SPD πριν αυτό τα βρει με το κόμμα της Μέρκελ, για συνεργασία και υπουργικούς θώκους. Κλείνουν τα μάτια στα κυβερνητικά έργα των «κοκκινοπράσινων» της Δανίας που αποδεικνύουν στην πράξη πόσο καλά μπορούν να διαχειριστούν τα συμφέροντα των αστών, κόντρα στα λαϊκά συμφέροντα.

Η «παρεούλα» του ΚΕΑ είναι υπόλογη απέναντι στους λαούς για τα απατηλά διλήμματα, τις αυταπάτες, τον καλλωπισμό του καπιταλισμού που εργολαβικά διεκπεραιώνει, γιατί λειτούργησε σαν πλυντήριο που ξεπλένει τις «βρωμιές» της σοσιαλδημοκρατίας! Και δεν «ξεπλένεται» τραγουδώντας το «Παντιέρα ρόσα»!

Ευρωπαϊκή αναμόρφωση του οπορτουνισμού

Μένει να φανεί αν οι τριβές στο Μέτωπο της Αριστεράς στη Γαλλία και στο ΚΕΑ θα έχουν και ποια εξέλιξη. Αν θα πυροδοτήσουν διεργασίες αντίστοιχες με αυτές στην Ελλάδα όπου η αναμόρφωση του αστικού πολιτικού σκηνικού είναι σε προχωρημένο στάδιο. Μέχρι τότε πάντως ο Τσίπρας δεν έχει κανένα πρόβλημα να συμπροεδρεύει στο ΚΕΑ με τον Λοράν, ο οποίος ταυτόχρονα είναι και τακίμι του Ολάντ που τσακίζει το γαλλικό λαό. Σε 11 μεγάλους δήμους έχει προς ώρας συμφωνηθεί ψηφοδέλτιο της «κεντροαριστεράς», σε αδρές γραμμές, σε 1 στους 4 μεγάλους δήμους προκρίνει το Γαλλικό ΚΚ συνεργασία με το Σοσιαλιστικό. Γιατί, όπως ανέφερε ο Π. Λοράν, δίνοντας και την κατεύθυνση: «Η καρδιά της στρατηγικής μας: Να μετασχηματίσουμε την Αριστερά για να ξαναενωθεί (...) Η λέξη κλειδί για μας δεν είναι η αυτονομία, είναι η πλατύτερη δυνατή ένωση στον πρώτο γύρο και η ένωση όλης της Αριστεράς στο δεύτερο γύρο (...) Κανένα σύνορο στην ένωση»...

Στα παραπάνω ας προσθέσουμε και την απόφαση τεσσάρων συνιστωσών του Μετώπου να συγκροτήσουν έναν «τρίτο αντικαπιταλιστικό πόλο» που θα απευθύνεται όπως δηλώνουν στους «ανένταχτους ριζοσπάστες», τους πολιτικά «ανέστιους». Κι ας κάνουμε τις αντιστοιχήσεις με την κινητικότητα που παρατηρείται και στην Ελλάδα στον πέραν του ΣΥΡΙΖΑ οπορτουνιστικό χώρο για κοινή κάθοδο στις ευρωεκλογές ως πρόκριμα μιας συνεργασίας που θα καλύψει το κενό που αφήνει η σοσιαλδημοκρατική μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ.

Το 2011 ο Π. Λοράν δήλωνε: «Εχουμε δημιουργήσει εδώ και δύο χρόνια το Μέτωπο της Αριστεράς (...) Στόχος μας είναι να οικοδομήσουμε μια πολιτική πλειοψηφία για την Αριστερά, αλλά για να γίνει αυτό πραγματικότητα, το Σοσιαλιστικό Κόμμα πρέπει να δεχτεί να απελευθερωθεί από τη νεοφιλελεύθερη λογική». Ο Μελανσόν δήλωνε: «Επιδιώκουμε την αλλαγή όχι με επανάσταση, αλλά μέσω των θεσμών».

Είναι δηλώσεις αν μη τι άλλο αποκαλυπτικές πως αυτό που τους χωρίζει αφορά στον τρόπο που θα πετύχουν τον κοινό τους στόχο, τη διαχείριση του συστήματος με ενσωμάτωση του λαού. Συνολικά η εμπειρία απ' τη Γαλλία και η πολύ πρόσφατη, προσφέρεται για πολλά και εξαιρετικά πολύτιμα συμπεράσματα αν ο λαός δεν θέλει να παραπαίει μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης, αλλά να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις, να χαράξει το δικό του δρόμο προς την εξουσία που μπορεί να εγγυηθεί τη λαϊκή ευημερία. Απαραίτητη προϋπόθεση να συνειδητοποιήσει ότι δυνάμεις τύπου ΣΥΡΙΖΑ είναι αφερέγγυες, ανάξιες της εμπιστοσύνης του. Και γιατί τον πρόδωσαν πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά και γιατί οι θέσεις και οι προτάσεις τους είναι η εγγύηση ότι θα τον προδώσουν ξανά για τα συμφέροντα των αστικών τάξεων, της ευρωενωσιακής τους λυκοσυμμαχίας.


Β.

ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Μεθοδολογικά ζητήματα για την αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος

Το κείμενο που ακολουθεί βασίζεται σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση τεύχος 2 του 2013 με τίτλο «Για την αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος»

Το ζήτημα για την εργατική λάξη και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα είναι να ξεκόψουν μια και καλή από τις παγίδες ενσωμάτωσης στο αστικό πολιτικό σύστημα, και να παλέψουν με γνώμονα τα πραγματικά τους συμφέροντα, όπως τους καλεί το ΚΚΕ
Το ζήτημα για την εργατική λάξη και τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα είναι να ξεκόψουν μια και καλή από τις παγίδες ενσωμάτωσης στο αστικό πολιτικό σύστημα, και να παλέψουν με γνώμονα τα πραγματικά τους συμφέροντα, όπως τους καλεί το ΚΚΕ
Το τελευταίο διάστημα έχουν πυκνώσει οι συζητήσεις σε σχέση με τη διαδικασία αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος, η συζήτηση σχετικά με τους παράγοντες που επιδρούν σε αυτή τη διαδικασία καθώς και σε σχέση με το τι αυτή περιλαμβάνει. Τα σενάρια που πέφτουν στο τραπέζι είναι πολλά. Ανεξάρτητα αν επιβεβαιωθούν ή όχι είναι κρίσιμο να αφομοιωθούν τα μεθοδολογικά εργαλεία για την κατανόηση αυτής της διαδικασίας.

Τι είναι το αστικό πολιτικό σύστημα

Το αστικό πολιτικό σύστημα συγκροτείται από ένα σύνολο αστικών θεσμών (κόμματα, κοινοβούλιο, Πρόεδρος της Δημοκρατίας), στους οποίους στηρίζεται η διαμόρφωση της αστικής διακυβέρνησης, ως οργάνου της καπιταλιστικής εξουσίας.

Η αστική αντίληψη θεωρεί ότι όλα τα κόμματα που συμμετέχουν στο αστικό κοινοβούλιο ή στις εκλογές γι' αυτό, μεταξύ αυτών και το ΚΚ, είναι αναπόσπαστο μέρος του πολιτικού συστήματος.

Τα ΚΚ, ως επαναστατικά εργατικά κόμματα, επιδιώκουν τη συμμετοχή τους στις εκλογές και την εκπροσώπησή τους στη Βουλή, ως στοιχείο που αξιοποιείται στην ταξική πάλη, δηλαδή στην επικοινωνία με ευρύτερες εργατικές και λαϊκές δυνάμεις, στη στήριξη αιτημάτων και διεκδικήσεών τους πρώτ' απ' όλα σε βιομηχανικές μονάδες, εργασιακούς χώρους, στην αποκάλυψη της αστικής πολιτικής. Αξιοποιούν το κοινοβούλιο για τη διάδοση των σοσιαλιστικών σκοπών του Κόμματος. Βέβαια, η δυνατότητα τέτοιας συμμετοχής είναι ζήτημα της ιστορικής εξέλιξης στην ανάπτυξη του καπιταλισμού σε κάθε κράτος, του συσχετισμού δυνάμεων, της πορείας του εργατικού κινήματος και της πολιτικής του έκφρασης, που ποικίλλουν από χώρα σε χώρα και κατά χρονική περίοδο.

Από συνάντηση του προέδρου του ΣΕΒ, Δημήτρη Δασκαλόπουλου, με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα. Ασχετα από τις ιδεολογικές αναφορές των κομμάτων, το ζήτημα είναι πως τοποθετούνται απέναντι στους στρατηγικούς στόχους του κεφαλαίου

Icon

Από συνάντηση του προέδρου του ΣΕΒ, Δημήτρη Δασκαλόπουλου, με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα. Ασχετα από τις ιδεολογικές αναφορές των κομμάτων, το ζήτημα είναι πως τοποθετούνται απέναντι στους στρατηγικούς στόχους του κεφαλαίου
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να αποκλείονται τυπικά νόμιμα ΚΚ από τη συμμετοχή στις εκλογές ή γενικότερα να θεωρείται παράνομη η πολιτική τους δράση ή, αντίθετα, ΚΚ να ενσωματώνονται στο σύνολο των αστικών θεσμών, ακόμα και με τη συμμετοχή τους στην αστική διακυβέρνηση.

Στην ιστορία των αστικών κομμάτων και στη χώρα μας βλέπουμε με ταχύτερους ή βραδύτερους ρυθμούς κινητικότητα στα αστικά κόμματα, τόσο της φιλελεύθερης όσο και της γνωστής ως σοσιαλδημοκρατικής ιδεολογίας, κόμματα που τα κατατάσσουν στα «άκρα» των αστικών ιδεολογικών ρευμάτων, όπως αφενός ο εθνικοσοσιαλισμός - φασισμός, αφετέρου ο σύγχρονος σοσιαλδημοκρατισμός ως νέο οπορτουνιστικό ρεύμα προερχόμενο από το κομμουνιστικό κίνημα.

Η ποικιλία στην ύπαρξη αστικών κομμάτων ή και οπορτουνιστικών εξαρτάται από παράγοντες που σχετίζονται με τις εσωτερικές και διεθνείς συμμαχίες της καπιταλιστικής εξουσίας σε κάθε δοσμένο κράτος, το διεθνή συσχετισμό μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών, ειδικότερα το συσχετισμό τους σε μια ήπειρο ή γεωγραφική περιφέρεια, το μεταξύ τους ανταγωνισμό και τις μορφές με τις οποίες αυτός διεξάγεται, π.χ. πριν τον πόλεμο, σε εμπόλεμη μορφή και πλήθος άλλων παραγόντων.

Ενδιαφέρον έχει η ιστορία του αστικού πολιτικού συστήματος στο ελληνικό καπιταλιστικό κράτος από την ίδρυσή του, ειδικότερα στον 20ό αιώνα, ακόμα πιο συγκεκριμένα από την απελευθέρωση το 1944 κι έπειτα, ζήτημα που ξεφεύγει από το αντικείμενο του παρόντος άρθρου.

Ωστόσο, είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε τη μεγάλη κινητικότητα των αστικών κομμάτων κατά την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία, καθώς και το ότι η ΕΔΑ, που η ίδρυσή της αποτέλεσε επιλογή του ΚΚΕ και στην οποία δούλευαν τα μέλη και τα στελέχη του Κόμματος, «συσπείρωσε σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις που ενίσχυαν τον οπορτουνισμό στις γραμμές του ΚΚΕ»1.

Αλλά και στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, η διαμόρφωση του δίπολου ΝΔ - ΠΑΣΟΚ πέρασε και από κάποια διαδικασία αποσύνθεσης κομμάτων, όπως της Ενωσης Κέντρου, της ΕΔΑ, του «ΚΚΕ εσωτερικού» κ.λπ., ενώ στη συνέχεια υπήρξαν τάσεις απόσχισης (π.χ. ΠΟΛΑΝ, ΔΗΚΚΙ, ΚΕΠ) από τα δύο αστικά κυβερνητικά κόμματα (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ) που εναλλακτικά εξασφάλιζαν αυτοδύναμη κυβέρνηση. Πριν να φτάσουμε στη σημερινή σύνθεση του πολιτικού συστήματος και του κοινοβουλίου προηγήθηκε η απόσχιση από τη ΝΔ και η εμφάνιση του ΛΑ.Ο.Σ., στη συνέχεια των ΑΝΕΛ. Από το χώρο του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ αποσχίστηκαν δυνάμεις που συγκρότησαν τη ΔΗΜΑΡ, ενώ στις εκλογές του Μάη 2012 εμφανίστηκαν περισσότερα κόμματα απ' ό,τι στις εκλογές του Ιούνη.

Σε κάθε περίπτωση τις εξελίξεις στο πολιτικό σύστημα, στη μορφή της αστικής εξουσίας, οφείλουμε να τις αναλύσουμε εξετάζοντας τις εξελίξεις στην οικονομία, επομένως τις εξελίξεις στο εσωτερικό των δύο βασικών κοινωνικών τάξεων, της αστικής και της εργατικής καθώς και στα μεσαία στρώματα.

Την εμφάνιση ή εξαφάνιση, τη συρρίκνωση ή ανάπτυξη κομμάτων πρέπει να τη βλέπουμε σε σχέση με τις κοινωνικές δυνάμεις που εκφράζουν, την εξέλιξη της αντικειμενικής θέσης τους στην οικονομία κ.λπ., δηλαδή προσηλωμένοι στη σχέση οικονομίας - πολιτικής, με καθοριστικό το ρόλο της οικονομίας στη διαμόρφωση της πολιτικής. Η καθοριστική επίδραση που έχει η οικονομική βάση δεν αφορά μόνο το γεγονός ότι η αστική εξουσία εξυπηρετεί γενικά την ενίσχυση και υπεράσπιση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Αφορά και το πώς μπορεί να επιτευχθεί σε σχέση με πλήθος παραγόντων που ήδη αναφέραμε. Με αυτό το κριτήριο θα πρέπει να σημειώσουμε ότι οι αλλαγές στο αστικό πολιτικό σύστημα εκφράζουν πάντα αλλαγές που συντελούνται στην οικονομία, συνδέονται με αναγκαίες αλλαγές στη διαχείριση του καπιταλισμού, που συνδέονται με την αναγκαιότητα εσωτερικών και εξωτερικών συμμαχιών της αστικής τάξης, ανανέωσης των μηχανισμών καθυπόταξης της εργατικής τάξης, των κατώτερων μεσαίων στρωμάτων.

Εδώ χρειάζεται να σημειώσουμε ακόμα το εξής: Το αν θα αλλάξει το μείγμα της οικονομικής διαχείρισης δεν εξαρτάται από τις πολιτικές δυνάμεις, αλλά από τις γενικότερες και ειδικότερες ανάγκες της καπιταλιστικής ανάπτυξης στη δεδομένη φάση. Κοιτώντας τα τελευταία 30 χρόνια μπορούμε να δούμε ότι η εναλλαγή στο μείγμα της διαχείρισης δεν έχει «χρώμα», κεντροδεξιοί και κεντροαριστεροί εφάρμοσαν το ίδιο, νεοκεϋνσιανή και νεοφιλελεύθερη πολιτική, ανάλογα με τις ανάγκες του συστήματος, χωρίς ιδεολογικούς δογματισμούς.

Με αυτά τα κριτήρια θα πρέπει να δούμε και το πώς επιδρούν η σημερινή φάση της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και τα προβλήματα συνοχής στην Ευρωζώνη στην αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος.

Σε ποιο έδαφος συντελείται η αναμόρφωση;

Εδώ και μια δεκαετία τα επιτελεία της άρχουσας τάξης είχαν διαβλέψει τα φαινόμενα κρίσης του πολιτικού συστήματος και είχαν εντοπίσει τον κίνδυνο διατάραξης της «κοινωνικής συνοχής», επομένως αστάθειας του αστικού πολιτικού συστήματος. Σε αυτή την εκτίμηση καθοριστική επίδραση είχε το γεγονός ότι στην Ελλάδα από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 (σε άλλα καπιταλιστικά κράτη ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1980) εγκαταλείπεται σταδιακά η κεϋνσιανή διαχείριση, που είχε ως χαρακτηριστικά της: Την εκτεταμένη κρατική καπιταλιστική ιδιοκτησία και την εκτεταμένη κρατική παρέμβαση στις αγορές, στις τιμές, τις σχετικά πιο διευρυμένες κρατικές κοινωνικές υπηρεσίες για την εξασφάλιση της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης (Πρόνοιας, Υγείας, Κοινωνικής Ασφάλισης), την ενσωμάτωση της εργατικής τάξης μέσω ενός διευρυμένου συστήματος εξαγοράς, αξιοποιώντας ακόμα και δικαιώματα και κατακτήσεις που πραγματοποιήθηκαν ως αποτέλεσμα της πάλης σε έναν πιο ευνοϊκό διεθνή συσχετισμό δυνάμεων.

Το ΚΚΕ, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, αποκάλυψε ότι η επιστροφή στο φιλελευθερισμό (νεοφιλελευθερισμός), δηλαδή η διαδικασία εγκατάλειψης της κεϋνσιανής διαχείρισης, ήταν μια νομοτελειακή διαδικασία που ανταποκρινόταν στις ανάγκες του κεφαλαίου για διευρυμένη αναπαραγωγή του. Είχαν πλέον εκλείψει οι οικονομικοί και πολιτικοί λόγοι που οδήγησαν στην κεϋνσιανή διαχείριση (εκτεταμένη καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ύπαρξη σοσιαλιστικών κρατών στην Ευρώπη), ενώ ήδη είχε εκδηλωθεί γενικευμένη οικονομική κρίση στις αρχές της δεκαετίας του 1970.

Το ΚΚΕ δεν αποπροσανατολίστηκε να διαχωρίσει την πάλη του απέναντι στην αντιλαϊκή καπιταλιστική εξουσία στη βάση της ψευδεπίγραφης γραμμής του αντινεοφιλελευθερισμού, αλλά πρωτοστάτησε στην ανάδειξη των αιτιών και των συνεπειών των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, στην υπεράσπιση των εργατικών και λαϊκών κατακτήσεων και συμφερόντων (Υγεία, Πρόνοια, Κοινωνική Ασφάλιση, εργασιακές σχέσεις). Βέβαια, οι αναδιαρθρώσεις πήγαζαν από τις ίδιες τις ανάγκες και τις νομοτέλειες του καπιταλισμού, γι' αυτό και προωθήθηκαν τόσο από τη ΝΔ όσο και από το ΠΑΣΟΚ. Εξέφραζαν κοινές ανάγκες του κεφαλαίου που εξυπηρέτησε η συγκρότηση της ΕΕ και της ΟΝΕ (στις αρχές και τα τέλη της δεκαετίας του 1990). Γι' αυτό η αντίθεση με την ΕΕ και την ΟΝΕ τότε ήταν ουσιαστικά ζήτημα αντίθεσης με τα μονοπώλια, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, τον καπιταλισμό. Ετσι εξηγείται ότι το μόνο κόμμα που αντιτάχθηκε ήταν το ΚΚΕ, ενώ ο ΣΥΝ υπερθεμάτισε. Στη συνέχεια, τη δεκαετία του 2000, έγινε πιο πιεστική η ανάγκη των αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων λόγω αλλαγών στη διεθνή καπιταλιστική αγορά με την είσοδο της Κίνας, την αναβάθμιση της Ρωσίας, της Ινδίας, της Βραζιλίας κ.λπ.

Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες εκδηλώθηκε το φαινόμενο που σε επίπεδο ΕΕ ονομάστηκε «κρίση της σοσιαλδημοκρατίας». Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, που σε μεγάλο βαθμό είχαν συνδέσει την ταυτότητά τους με τη μεταπολεμική διαχείριση, ως αστικά κόμματα, ως δυνάμεις εναλλαγής της αστικής διακυβέρνησης, ανέλαβαν να προωθήσουν την πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Το γεγονός αυτό έπληξε τη σχέση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων με την παραδοσιακή τους βάση, καθώς στηρίζονταν κυρίως σε τμήματα της κρατικής υπαλληλίας, της εργατικής αριστοκρατίας, αλλά και ευρύτερες εργατικές και λαϊκές μάζες. Στην Ελλάδα είχαμε την κρίση στο ΠΑΣΟΚ, όπως αυτή κορυφώθηκε ιδιαίτερα μετά την κυβερνητική εναλλαγή του 2004, η οποία βεβαίως αντανακλούσε βαθύτερες διεργασίες. Ηδη ορισμένοι μελετητές της εκλογικής συμπεριφοράς του διαστήματος 2000 - 2007 (βουλευτικές εκλογές 2000, τοπικές 2002, βουλευτικές και ευρωεκλογές 2004, τοπικές 2006 και βουλευτικές 2007) διέβλεψαν τάσεις αποδυνάμωσης του δικομματισμού, ενίσχυσης του λευκού - άκυρου, αποχής, αναφέρθηκαν σε κρίση νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος στα μάτια των «πολιτών», σε απαξίωση της πολιτικής κ.λπ.

Η καπιταλιστική οικονομική κρίση είναι βαθιά, διεθνής, συγχρονισμένη, συνδέεται με όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, τόσο στο εσωτερικό της ΕΕ, κλονίζοντας τη συνοχή της, όσο κυρίως ανάμεσα σε Γερμανία - ΗΠΑ - Ρωσία - Κίνα κ.ά. Η κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου εκδηλώνεται περιοδικά και είναι γνήσιο τέκνο ενός συστήματος του οποίου σκοπός και κίνητρο της παραγωγής είναι το ίδιο το κεφάλαιο και το κέρδος του, η διασφάλιση της διευρυμένης αναπαραγωγής του. Η Ιστορία έχει επιβεβαιώσει την αδυναμία της αστικής διαχείρισης σε όλες της τις εκδοχές να ματαιώσει την εκδήλωση της κρίσης.

Σήμερα, εντείνεται η συζήτηση σχετικά με την ανάγκη αλλαγής του μείγματος διαχείρισης. Μια σειρά δυνάμεις μιλάνε για κρίση του «νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού» και προτείνουν την επιστροφή σ' ένα νεοκεϋνσιανό μείγμα. Ακόμα και οι ίδιοι οι καπιταλιστές συχνά επίσης ρίχνουν τις ευθύνες στο αστικό πολιτικό σύστημα.

Η κεϋνσιανή διαχείριση ήταν γέννημα της μεγάλης κρίσης του 1929, της επέκτασής της στη δεκαετία του 1930 που οδήγησε στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πήρε τη μορφή του εθνικοσοσιαλισμού στη Γερμανία και μεταγενέστερα εκφράστηκε στη μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατική επεκτατική διαχείριση στη Δυτική Ευρώπη.

Αποδείχθηκε ότι η κεϋνσιανή πολιτική δεν μπορεί να εξαλείψει τις αντιφάσεις και τις νομοτέλειες της καπιταλιστικής παραγωγής. Ηταν η πολεμική παραγωγή για το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε συνδυασμό με την τεράστια καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και την απαξίωση κεφαλαίου που επέφερε, οι παράγοντες που έδωσαν ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη και όχι οι κεϋνσιανές επιλογές των εθνικοσοσιαλιστών στη Γερμανία και του Ρούσβελτ στις ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα τα κεϋνσιανά προγράμματα εκείνης της περιόδου ήταν άμεσα συνδεδεμένα με την προετοιμασία και την πορεία του ιμπεριαλιστικού πολέμου.

Αντίστοιχα, η διεθνής κρίση της περιόδου 1973 - 1975 ανέδειξε για μια ακόμα φορά την αδυναμία της κεϋνσιανής διαχείρισης στην αποτροπή της κρίσης.

Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να βγει απ' τις αντιφάσεις του. Η διέξοδος από την καπιταλιστική οικονομική κρίση υπακούει στους νόμους της καπιταλιστικής οικονομίας απαιτώντας μεγάλη απαξίωση κεφαλαίων και καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων.

Στην Ελλάδα, το βάθος της κρίσης, η απώλεια ανταγωνιστικής θέσης της ελληνικής βιομηχανικής παραγωγής, ο συνεχής δανεισμός και η ανεπαρκής απαξίωση κεφαλαίων στη διάρκεια της κρίσης, η σημαντική απώλεια δημοσιονομικής ευελιξίας, η όξυνση του ανταγωνισμού στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου αυξάνουν τις δυσκολίες και οξύνουν τις αντιφάσεις της αστικής πολιτικής.

Σε αυτές τις συνθήκες αντικειμενικά ενισχύεται ο προβληματισμός τμημάτων της άρχουσας τάξης για το αν η παραμονή στην Ευρωζώνη ή, γενικότερα, η λειτουργία της Ευρωζώνης υπό τους σημερινούς όρους εξακολουθεί να υπηρετεί αποτελεσματικά το αστικό στρατηγικό συμφέρον της διευρυμένης καπιταλιστικής αναπαραγωγής.

Είναι δεδομένο ότι όλα τα τμήματα του ελληνικού κεφαλαίου δεν έχουν τις ίδιες προτεραιότητες ούτε τους ίδιους προσανατολισμούς σχετικά με τις διεθνείς συμμαχίες της Ελλάδας. Αντικειμενικά, λοιπόν, οξύνονται οι αντιθέσεις στο εσωτερικό της ελληνικής αστικής τάξης.

Εντείνονται οι προβληματισμοί που επικεντρώνονται στο «κράτος δικαίου», στο κράτος που υπερασπίζεται την ατομική ιδιοκτησία και πάνω σε αυτή την «ελευθερία» υπερασπίζεται την αγορά, αλλά διαφυλάσσει όλη την κοινωνία από «παράπλευρες συνέπειες» που μπορεί να οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτη κοινωνική αντίθεση, σύγκρουση. Με αυτό το σκεπτικό απομονώνουν τις ευθύνες της πολιτικής (των κομμάτων, των βουλευτών, των υπουργών και των επιτελείων τους) από τα συμφέροντα της οικονομικά κυρίαρχης δύναμης, της τάξης των καπιταλιστών.

Δεν πρόκειται για καινοτομία. Είναι παλιό φαινόμενο η απαξίωση κομμάτων του κοινοβουλίου, της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας σε συνθήκες παρατεταμένης και βαθιάς κρίσης.

Αυτό είναι το έδαφος πάνω στο οποίο αναμορφώνεται το αστικό πολιτικό σύστημα της χώρας. Είναι χαρακτηριστική η τοποθέτηση αστικής πηγής: «Είναι η κρίση τόσο βαθιά και οι μεταβολές που επιβάλλει τόσο γρήγορες, ώστε οι επιλογές που χρειάζεται να κάνουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις είναι τόσο μεγάλες και καθοριστικές που κανέναν δεν αφήνουν και δεν θα αφήσουν ανεπηρέαστο. Το επόμενο διάστημα θα είναι πολιτικά εκρηκτικό. Τα μέτρα θα ληφθούν, όπως φαίνεται, γιατί κανείς δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος των συνεπειών μιας ενδεχόμενης σύγκρουσης με την Ευρώπη. Και η λήψη τους αναγκαστικά θα επιδράσει στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Οι επιλογές που θα γίνουν προσεχώς θα διαμορφώσουν τα νέα πολιτικά μέτωπα και θα συγκροτήσουν τη βάση των νέων συμμαχιών, νέων συμπράξεων και, γιατί όχι, νέων σχηματισμών. Η κρίση αλλάζει ταχύτατα τον πολιτικό χάρτη της χώρας, ήδη έχει καταναλώσει τρεις κυβερνήσεις και ίσως να χρειαστούν άλλες τόσες μέχρι να βρει η χώρα σταθερή βάση ανάκαμψης. Σε κάθε περίπτωση ο βίαιος μετασχηματισμός του οικονομικού μοντέλου δεν μπορεί παρά να επιβάλει αντίστοιχα και το βίαιο μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος. Είναι απλώς θέμα χρόνου»2.

Παραπομπές:

1. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Β΄ τόμος 1949 - 1968», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 408.

2. Από κύριο άρθρο της εφημερίδας «Το Βήμα», 2 Αυγούστου 2012.


Κ.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ