«Κατά τον Μαρξ, το κράτος είναι όργανο ταξικής κυριαρχίας, όργανο καταπίεσης μιας τάξης από μιαν άλλη, είναι η δημιουργία του "κατεστημένου" εκείνου, που νομιμοποιεί και στερεώνει αυτή την καταπίεση, αμβλύνοντας τη σύγκρουση των τάξεων»(Λένιν, «Κράτος και Επανάσταση»).
Στην εποχή του ιμπεριαλισμού, η δύναμη του αστικού κράτους συνενώνεται με τη δύναμη των μονοπωλίων. Αυτή η συνένωση είναι ο κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός (ΚΜΚ). Η αναγκαιότητά του οφείλεται ακριβώς στην υπέρμετρη όξυνση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού και των κινδύνων που προκύπτουν απ' αυτούς, για το ίδιο το κεφάλαιο, τη συσσώρευση και αναπαραγωγή του. Επίσης, αυτή η συνένωση είναι αναγκαία για την κυριαρχία των μονοπωλίων και επιβάλλει τα συμφέροντα του κεφαλαίου, με μια ακόμη μεγαλύτερη ανάμειξη στην οικονομία και σε όλη την κοινωνική ζωή από ό,τι στον προμονοπωλιακό καπιταλισμό.
Η όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των μονοπωλίων στη διεθνή αγορά απαιτεί ισχυρό κράτος, για να στηρίζει αποτελεσματικά την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων της συγκεκριμένης χώρας στη διεθνή αγορά. Ταυτόχρονα, η όξυνση των ενδομονοπωλιακών αντιθέσεων απαιτεί ισχυρό κράτος, ώστε να υπηρετούνται τα συνολικά συμφέροντα της αστικής τάξης και όχι τα ιδιαίτερα κάθε μονοπωλιακής μερίδας της.
Στην Ελλάδα, η διαδικασία συνένωσης μονοπωλίων - κράτους έγινε αργότερα απ' ό,τι στα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη, για ιστορικούς λόγους, πάνω σε μια πιο αδύνατη οικονομικά βάση και κάτω από το καθεστώς εξάρτησης της αστικής τάξης από το ξένο κεφάλαιο. Εξάρτηση, που, για την αστική τάξη της Ελλάδας, είναι επίσης ιστορικό φαινόμενο, αφού από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας του ελληνικού αστικού κράτους, η άρχουσα τάξη είναι εξαρτημένη. Σήμερα, βεβαίως, αυτή η διαδικασία της συνένωσης μονοπωλίων - κράτους στην Ελλάδα έχει ολοκληρωθεί. Η Ελλάδα βρίσκεται στην ανώτερη βαθμίδα του μονοπωλιακού καπιταλισμού, στον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό, αλλά σε ενδιάμεση θέση, στο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Αλλά όλες οι μεταρρυθμίσεις που επιβάλλονται με πυρήνα τις εργασιακές σχέσεις, η εισοδηματική πολιτική λιτότητας, οι ιδιωτικοποιήσεις τομέων, όπως η υγεία, η παιδεία, η πρόνοια κλπ., είναι κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις και δεν είναι οι μοναδικές.
Το κράτος, επίσης, πάντα διατηρεί σχετική αυτοτέλεια απέναντι στα ξεχωριστά μονοπώλια. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπου, εκπροσωπώντας τα γενικά καπιταλιστικά συμφέροντα, έρχεται σε αντίθεση με ορισμένα μονοπώλια. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ το 1995 απαγόρευσαν προγραμματισμένες επενδύσεις αμερικάνικων επιχειρήσεων στο Ιράν. Στην Ελλάδα, κατά την περίοδο 1975 - '76 - '77, έγιναν μια σειρά κρατικοποιήσεις από την κυβέρνηση Καραμανλή, η οποία έθεσε στην κρατική ιδιοκτησία την «Ολυμπιακή», τις αστικές συγκοινωνίες (ΕΑΣ), τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο (ΗΣΑΠ), τον όμιλο Ανδρεάδη, (Εμπορική Τράπεζα και 17 άλλες επιχειρήσεις, τις οποίες έλεγχε, π.χ. Ναυπηγεία Ελευσίνας), που συνάντησαν την αντίδραση ισχυρών κύκλων της άρχουσας τάξης. Η τότε ηγεσία του ΣΕΒ κατηγόρησε την κυβέρνηση για «σοσιαλμανία». Βεβαίως, και η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ακολούθησε ανάλογη τακτική με άλλη διαδικασία, αυτή της δημιουργίας του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ), για να διατηρήσει και να εξυγιάνει, υποτίθεται, τις προβληματικές επιχειρήσεις, προκειμένου να μην αυξηθεί η ανεργία. Ετσι, κοινωνικοποίησε τις ζημιές (τις πλήρωσε ο κρατικός προϋπολογισμός) και ωφελήθηκε συνολικά η αστική τάξη.
Στον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό, λόγω της σύμφυσης κράτους - μονοπωλίων, τα όρια, ανάμεσα στο τμήμα της αστικής τάξης που ασχολείται με την πολιτική και στους ιδιοκτήτες, μάνατζερ, άλλα ανώτερα διευθυντικά στελέχη των μονοπωλίων, γίνονται όλο και πιο δυσδιάκριτα. Υπάρχει συνεχής μετακίνηση διευθυντικών στελεχών ιδιωτικών επιχειρήσεων σε ανώτερες κρατικές θέσεις, κρατικές επιχειρήσεις, σύμβουλοι κλπ. - και αντίστροφα. Είναι σύνηθες φαινόμενο στις αστικές κυβερνήσεις στην περίοδο του ιμπεριαλισμού. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τις δηλώσεις του «πόθεν έσχες» των πολιτικών, αρκετοί αστοί πολιτικοί παράγοντες έχουν στην ιδιοκτησία τους μετοχές επιχειρήσεων. Επίσης, τα λεγόμενα «διαπλεκόμενα» συμφέροντα είναι μια πλευρά, μια έκφραση της σύμφυσης. Επιφανή μέλη της διεθνούς ολιγαρχίας σ' εκείνες τις συσκέψεις με τους πολιτικούς, μέσα από διάφορες «λέσχες» (γνωστή η Μπίλντεμπεργ, ή η επονομαζόμενη τριμερής ή τριεθνής) εκπονούν στρατηγικές του διεθνούς κεφαλαίου. Ενα γνωστό παράδειγμα από την ιστορία είναι ότι η άνοδος του Χίτλερ στην Καγκελαρία της Γερμανίας (30/1/1933) αποφασίστηκε σε κοινή σύσκεψη του Χίτλερ με εκπροσώπους των κορυφαίων γερμανικών μονοπωλίων, στις 4/1/1933.