Από τη Δευτέρα η κυβέρνηση έκανε καθαρό ότι οι διαπραγματεύσεις αφορούν σε μέτρα εξειδίκευσης της συμφωνίας της 20ής Φλεβάρη. Μεταξύ άλλων, προβλέπεται συνέχιση της φοροεπιδρομής ακόμα και με καταστάσεις, όπου ο ένας φτωχός θα «καρφώνει» τον άλλον. Την ίδια στιγμή, βεβαίως, η κερδοφορία και η φοροαπαλλαγή του μεγάλου κεφαλαίου συνεχίζουν να μένουν στο απυρόβλητο.
Την ίδια μέρα ο ΣΕΒ παρουσίασε 25 άξονες πολιτικής για τη δημιουργία του «κατάλληλου επενδυτικού περιβάλλοντος». Από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο άξονα, όλες οι προτάσεις στοχεύουν στο πώς θα διατηρηθούν καθηλωμένα μισθολογικά, ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα και πώς το καπιταλιστικό κράτος θα τεθεί ακόμα πιο αποφασιστικά στην υπηρεσία των μονοπωλίων. Και καθόλου τυχαίο δεν είναι ότι ΣΕΒ και συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ συμπίπτουν απόλυτα στο στρατηγικό στόχο για την περίφημη «ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας», που, εκτός από τη διατήρηση των συμπιεσμένων μισθών, περιέχει τη μεγαλύτερη μείωση του λεγόμενου «μη μισθολογικού κόστους», δηλαδή λιγότερα έσοδα για τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, νέα προνόμια προς το κεφάλαιο, με την ενίσχυση των «επενδυτικών κινήτρων», των φοροαπαλλαγών, των χρηματοδοτικών «πακέτων» και νέων δανείων προς τους τραπεζίτες, τους βιομηχάνους και τους εφοπλιστές. Και όλα αυτά παράλληλα με ένα σαφάρι φοροεισπράξεων προς τους μικρούς ελεύθερους επαγγελματίες, εμπόρους και φτωχούς αγρότες, εκτοξεύοντας, μάλιστα, και τα προπαγανδιστικά σλόγκαν περί «πατριωτικού καθήκοντος».
Την Τρίτη η κουβέντα ήταν για τα κλιμάκια της τρόικας και πώς δε θα φανούν ότι ελέγχουν αλλά συζητούν. Τι; Τη δέσμευση της νέας συγκυβέρνησης να «σεβαστεί» τις αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις που προώθησαν οι προκάτοχοί της, να εξασφαλίζει την αποπληρωμή «στο ακέραιο και εγκαίρως» του κρατικού χρέος που δημιουργήθηκε για λογαριασμό των μονοπωλίων, να απέχει από μονομερείς ενέργειες με δημοσιονομικό κόστος και συνολικότερο κόστος στην «ανταγωνιστικότητα» του κεφαλαίου.
Την Τετάρτη έγινε γνωστό ότι η κυβέρνηση ετοιμάζει τροπολογία για την αξιοποίηση των διαθεσίμων των ΝΠΔΔ και των ασφαλιστικών φορέων, ώστε με τα ταμειακά τους διαθέσιμα (ρευστό που έχουν σε τράπεζες) να εξαγοράσουν κρατικά repos και να προβούν έτσι σε βραχυπρόθεσμο δανεισμό του κράτους. Η μέχρι τώρα πρακτική των κυβερνήσεων, αλλά και η πείρα του παρελθόντος για τα αποθεματικά των Ταμείων και συνολικά για την περιουσία τους, που δημιουργήθηκε από τις εισφορές των εργαζομένων, δεν προοιωνίζονται τίποτα θετικό από μια τέτοια παρέμβαση. Η τοποθέτηση αυτών των χρημάτων σε κρατικά repos, δηλαδή βραχυχρόνιος δανεισμός του κράτους, προκειμένου να αντιμετωπίσει ζητήματα ρευστότητας, θα τους στερήσει και το τελευταίο ευρώ από τα ταμεία τους.
Ηδη τις τελευταίες μέρες, η κυβέρνηση προχωρά σε μια «γενικευμένη επιστράτευση» κεφαλαίων από ολόκληρο το «δημόσιο τομέα» προκειμένου να καλύψει τις δανειακές υποχρεώσεις του κράτους για το επόμενο διάστημα. Οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης προσπαθούν να εμφανίσουν αυτές τις μετακινήσεις ως «εθνικό καθήκον» γιατί έτσι στηρίζεται η κυβέρνηση απέναντι στη διαπραγμάτευση με την ΕΕ. Καλώντας για μια ακόμα φορά τους εργαζόμενους να βάλουν το χέρι στην τσέπη και να δανείσουν την κυβέρνηση, αρχικά έμμεσα. Σε επόμενη φάση δεν αποκλείεται η προσφυγή στον άμεσο δανεισμό. Αλλωστε, ο ευρωβουλευτής Γλέζος δήλωνε πέρυσι πως «ο ελληνικός λαός, ο φτωχός λαός, θα το κάλυπτε το εσωτερικό δάνειο αν το είχαμε ανάγκη». Οι μεγαλομέτοχοι των μονοπωλιακών ομίλων, με 140 δισ. ευρώ στο εξωτερικό, για μια ακόμα φορά δε θα συνεισφέρουν. Οι εφοπλιστές θα συνεχίσουν να πληρώνουν ελάχιστους φόρους. Οι μεγαλοβιομήχανοι περιμένουν τις νέες επιδοτήσεις.
Στην πραγματικότητα, αυτό που γίνεται είναι μια μορφή εσωτερικού δανεισμού, με δεδομένο ότι η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί στην εξυπηρέτηση του κρατικού χρέους (που χρυσοπληρώσει ο λαός χωρίς να ευθύνεται γι' αυτό), τηρώντας τη συμφωνία με τους εταίρους της (ΕΚΤ, ΕΕ, ΔΝΤ) ότι θα πληρώνει «ατάκα και επιτόπου» τις δόσεις, αλλά και προκειμένου να εξυπηρετήσει άλλες ανάγκες ρευστότητάς της, αφήνοντας πάντα στο απυρόβλητο το μεγάλο κεφάλαιο.
Στο μεταξύ έχουμε νέο όνομα για την τρόικα: Ονομάζεται «Brussels Group» («Ομάδα των Βρυξελλών») και, όπως λένε, τώρα δε θα συνομιλούν οι υπουργοί με κατώτερα στελέχη αυτών των θεσμών. Χρήσιμα και επικοινωνιακά όλα αυτά, στο ζουμί τώρα: Μία μέρα μετά την επίσημη επανέναρξη των συζητήσεων η κυβέρνηση προχώρησε σε μια ακόμη διαφημιστική απάτη: Υποσχέθηκε «φιλολαϊκές» μεταρρυθμίσεις μέσω ΟΟΣΑ, του γνωστού οικονομικού οργανισμού που μόνιμα προτείνει αντιλαϊκά μέτρα και σφαγή δικαιωμάτων για τη στήριξη του κεφαλαίου, και ζήτησε τη στήριξη του λαού σ' αυτό το δρόμο. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, μιλώντας για τις μεταρρυθμίσεις του ΟΟΣΑ, είπε ότι «δεν είναι μεταρρυθμίσεις που κάποιοι μας υποχρεώνουν, είναι αυτές που θέλουμε, που θεωρούμε απαραίτητες για να αλλάξει η Ελλάδα και ζητάμε την τεχνογνωσία ενός οργανισμού εγνωσμένου παγκόσμιου κύρους», «αντιγράφοντας» ουσιαστικά ακόμα και τη φρασεολογία της προηγούμενης κυβέρνησης. Ο ΟΟΣΑ, πριν ακόμα από την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης στην Ελλάδα, πρωτοστατούσε σε «μεταρρυθμιστικές προτάσεις», αντίστοιχες ή και πανομοιότυπες με αυτές που εδώ και χρόνια αξιώνουν ο ΣΕΒ και τα άλλα τμήματα του εγχώριου κεφαλαίου. Σε επίσκεψή του στην Αθήνα το 2007 ο επικεφαλής του ΟΟΣΑ, Α. Γλουρία, σημείωνε: «Εχετε (η Ελλάδα) πολύ υψηλή νεανική ανεργία, άρα πρέπει να υπάρχει μια αγορά που να προσφέρει χαμηλότερους μισθούς από τους κατώτατους». Ταυτόχρονα, έβαζε στο τραπέζι τη μείωση των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών, τη διευκόλυνση των απολύσεων και την αύξηση των ηλικιών συνταξιοδότησης.
Για το λαϊκό κίνημα, κόντρα στις επιδιώξεις της κυβέρνησης, πραγματική απαλλαγή από τα μνημόνια σημαίνει κατάργηση των εφαρμοστικών νόμων και όχι ενίσχυσή τους με νέα λίστα μεταρρυθμίσεων. Σημαίνει ανάκτηση των απωλειών για το λαό, σε ρήξη με την ΕΕ, το κεφάλαιο και την εξουσία τους στην Ελλάδα. Και αυτή η θέληση για απαλλαγή από τα μνημόνια μπορεί να αποκτήσει πραγματικό περιεχόμενο τόσο με την στήριξη της πρότασης νόμου που κατέθεσε το ΚΚΕ, όσο και με την ανάπτυξη της πάλης για ανάκτηση των απωλειών, ξεκινώντας από τον κατώτατο μισθό 751 ευρώ, την κατοχύρωση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, την επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού, της 13ης και 14ης σύνταξης, τη ρητή απαγόρευση των πλειστηριασμών της α' και β' κατοικίας. Με κατοχύρωση του αφορολόγητου ορίου στα 40.000 ευρώ για τη λαϊκή οικογένεια, κατάργηση του ΦΠΑ σε είδη πλατιάς λαϊκής κατανάλωσης, κατάργηση όλων των φόρων σε ρεύμα, νερό, τηλέφωνο, οριστική κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, όχι αντικατάστασή του από άλλο φόρο για το λαό, παρά μόνο 45% φορολογία για το μεγάλο κεφάλαιο.
Στη συζήτηση για το λεγόμενο νομοσχέδιο για την ανθρωπιστική κρίση, οι βουλευτές του ΚΚΕ ανέδειξαν ότι τα μέτρα που προτείνονται είναι πολύ πίσω από το αίτημα για ανάκτηση απωλειών, αφορούν μόνο ορισμένες κατηγορίες που βρίσκονται στην ακραία φτώχεια, αφήνοντας απ' έξω τη μεγάλη πλειοψηφία των φτωχών λαϊκών νοικοκυριών. Ανέδειξαν επίσης ότι πρόκειται για ρυθμίσεις στο πλαίσιο που κινήθηκαν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις με βάση και κατευθύνσεις της ΕΕ. Επί της αρχής ψήφισαν παρών, ενώ επιφυλάχθηκαν για όλα τα άρθρα του νομοσχεδίου. Δήλωσαν, επίσης, ότι θα πιέσουν για αλλαγές στα άρθρα του.
Ετσι, την Παρασκευή η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ κατέθεσε ήδη τέσσερις Τροπολογίες - Προσθήκες για την πραγματική ανακούφιση των λαϊκών οικογενειών, των ανέργων. Αυτές αφορούν: Τη διαγραφή οφειλών των οικογενειών που ζουν σε συνθήκες φτώχειας προς τις επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας και αύξηση της μηνιαίας δωρεάν παροχής ρεύματος. Την παροχή δωρεάν και πλήρους ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης προς όλους, χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Την παροχή ενός γεύματος ημερησίως στους μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με δαπάνη του κρατικού προϋπολογισμού. Τη διαγραφή χρεών των σχολικών επιτροπών και των ΑΕΙ και ΑΤΕΙ της χώρας για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας (ρεύμα, τηλέφωνο, νερό, θέρμανση).
Ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, θα συναντηθεί με τον ΓΓ της ΚΕ του ΑΚΕΛ, Αντρο Κυπριανού, αύριο Δευτέρα, στις 12.30 μ.μ, στη Βουλή.