Στο κείμενο του Αλέκου Χατζηκώστα, που δημοσιεύσαμε το Σάββατο 9 Μάρτη, στις σελίδες του προσυνεδριακού διαλόγου, εκ παραδρομής, το 9ο Συνέδριο του ΚΚΕ, που εννοούσε ο συντάκτης του κειμένου, μεταφέρθηκε στην έντυπη έκδοση του «Ριζοσπάστη» σαν 19ο Συνέδριο. Η συγκεκριμένη φράση, στη σωστή της εκδοχή, έχει ως εξής: «Οι προτεινόμενες αλλαγές στο Καταστατικό (σε σχέση με 15ο και 9ο), είναι ουσιαστικές, όχι φραστικές».
Τα αποτελέσματα των εκλογών της 6ης Μάη αλλά ιδιαίτερα της 17ης Ιούνη είναι απογοητευτικά για το Κόμμα μας και απολύτως αποκαρδιωτικά για το μεγαλύτερο μέρος της επιρροής του.
Φυσικά όσοι γνωρίζουν, τα ελάχιστα έστω, από την ιστορική διαδρομή του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος είναι πεπεισμένοι ότι μια κυβέρνηση του όποιου κομμουνιστικού κόμματος δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα της όποιας αστικής εκλογικής αναμέτρησης, αλλά επιστέγασμα επαναστατικών διαδικασιών.
Ανέβασμα, δηλαδή, του υποκειμενικού παράγοντα, ώστε επαναστατικά να απαιτήσει να διεκδικήσει και να πάρει την εξουσία.
Βεβαίως, στη χώρα μας απέχει πολύ από το να είναι έτοιμος για τέτοιες διαδικασίες, γι' αυτό πρωταρχικό μέλημα του Κόμματος πρέπει να είναι το ιδεολογικό ανέβασμα της εργατικής τάξης τόσο μέσα και από την όξυνση των ενδοκαπιταλιστικών αντιθέσεων όσο και μέσα από τις όποιες εκλογικές διαδικασίες παίρνει μέρος, πράγμα όχι και τόσο εύκολο.
Αλλο όμως αυτό κι άλλο να εφευρίσκουμε κάθε λογής σοφιστείες, που ελάχιστοι πιστεύουν πλέον, για να δικαιολογήσουμε τα αδικαιολόγητα, με σκοπό τίποτα από τα στραβά και τ' ανάποδα να μη διορθώσουμε.
Αυτό δεν είναι μόνο ιδεολογικό ολίσθημα, ο απόλυτος σεχταρισμός, λαθεμένη τακτική, που δημιουργεί υποψίες για ατομικά βολέματα αλλά και συγκάλυψη ευθυνών.
Δεν μπορεί, δεν το χωράει ο νους κανενός εχέφρονα κομμουνιστή να έχουμε το χειρότερο εκλογικό ποσοστό από το 1930 και να μην κοκκινίζει κανένας υπεύθυνος.
Δεν μπορεί σ' όλες τις εργατογειτονιές να μας γυρίζουν την πλάτη, δεν είναι δυνατόν να μη μας ψηφίζουν ούτε το 5% των μακροχρόνια άνεργων.
Είναι πρωτάκουστο στο Περιστέρι να τυγχάνουν περισσότερης αποδοχής τα φασιστοειδή της Χρυσής Αυγής κι εμείς να σφυρίζουμε αδιάφορα.
Δεν μπορεί να γινόμαστε άκριτοι διαφημιστές απεργιών και να κομπορρημονούμε ότι αυτό και μόνο αποτελεί επαναστατική πολιτική.
Και μια περί πολιτικής ο λόγος δεν γνωρίζετε της ΚΕ και του Πολιτικού Γραφείου ότι είναι άλλος ο ρόλος ενός επαναστατικού Κόμματος νέου τύπου κι άλλος ο ρόλος του συνδικαλιστικού κινήματος;
Δεν γνωρίζετε ότι δεν αρκεί να έχουμε σωστή στρατηγική αλλά χρειάζεται και ευέλικτη τακτική που να ενσωματώνει όλα τα κινήματα της εργατικής τάξης και να τα προσανατολίζει στη διεκδίκηση του στρατηγικού στόχου και ότι τίποτα δεν είναι περιττό και απορριπτέο όπως π.χ. το μαζικό λαϊκό κίνημα, το κίνημα της τοπικής αυτοδιοίκησης, που η πολιτική σας έγινε, άθελά σας ίσως, ο νεκροθάφτης τους και χάθηκε από το 1990 και δω ένα σημαντικό μετερίζι λαϊκής αγωνιστικής παρέμβασης στα κοινά;
Οι Θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο κάνουν επαρκή ανάλυση για την κατάσταση που βρίσκεται η ελληνική κοινωνία, για τη γενικευμένη και πολύπλευρη κρίση που διαπερνά το σύνολο των δομών του αστικού κράτους και τη βαθιά οικονομική κρίση που μαστίζει όλα τα λαϊκά στρώματα μέχρι αυτοκτονίας.
Και ενώ αναλύει ενδελεχώς τις εξελίξεις και τάσεις στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, τη συστημική οικονομική κρίση στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, αναφέρεται στο συσχετισμό δυνάμεων στη χώρα μας και την προσπάθεια της άρχουσας τάξης για αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος, δε δίνει επαρκείς και προπαντός πειστικές απαντήσεις στον πολύ κόσμο, για την ανάγκη ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος και την αντικατάστασή του από ένα άλλο κοινωνικοοικονομικό σύστημα - το κομμουνιστικό - και τα οφέλη που θα προκύψουν για την εργατική τάξη και τους πολυπληθείς συμμάχους της από την αντικατάστασή του. Δεν είναι προφανές σύντροφοι στην πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, ότι ο κατασυκοφαντημένος κομμουνισμός θα τους ωφελήσει πολύπλευρα.
Είναι απολύτως αναγκαίο να τους λέμε τι θα κάνουμε Εμείς, το ΚΟΜΜΑ, αν πάρουμε την εξουσία, όχι μόνον τι πρέπει να κάνουν αυτοί (ο λαός) για να την πάρουν, γιατί δεν πιστεύουν ότι μπορούν, ότι μπορεί ο λαός να κυβερνήσει και να κυβερνηθεί από μόνος του.
Θέλει μπροστάρηδες που να αγωνίζονται για λογαριασμό του και να τον συμπαρασύρουν μαζί τους στον αγώνα.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι βρισκόμαστε ανάμεσα σ' ένα λαό, βαθιά και απόλυτα ηττημένο, και αντί να του λέμε ότι εμείς μπορούμε να τον οδηγήσουμε στη νίκη, του ζητάμε ν' αγωνιστεί για ν' αποτρέψει ή να ανατρέψει τα τόσα πολλά και αντιλαϊκά μέτρα.
Μετά από μια τόσο βαριά ήττα δεν έχει κουράγιο όχι να παλέψει, αλλά ούτε να σηκώσει κεφάλι.
Καταλάβετέ το σύντροφοι, τον ελληνικό λαό η εδώ άρχουσα τάξη μαζί με τους ξένους συμμάχους της ΕΕ, ΔΝΤ, τροϊκανούς, τους ντόπιους και ξένους σπουδαγμένους λωποδύτες, τα πουλημένα ΜΜΕ και τους κυβερνητικούς λακέδες τους του έβαλαν θηλιά στο λαιμό και δύσκολα θα σηκώσει το κεφάλι μόνος του.
Χρειάζεται μπροστάρηδες Ηρακλειδείς που θα του δείξουν ότι μπορούν να ξεκάνουν τον Προκρούστη και τότε ο λαός θ' ακολουθήσει.
Το κείμενο των Θέσεων για το 19ο Συνέδριο έχει σημαντικές διαφοροποιήσεις από το υπάρχον πρόγραμμα, που ψηφίστηκε, στο 15ο Συνέδριο. Δυστυχώς οι διαφοροποιήσεις αυτές δε βρίσκονται, κατά τη γνώμη μου, σε σωστή κατεύθυνση.
Αυτό συμβαίνει, γιατί η επικαιρότητα και η αναγκαιότητα της συγκρότησης του ΑΑΔΜ έχει αντικατασταθεί -χωρίς καμιά πειστική εξήγηση, χωρίς να γίνεται απολογισμός και χωρίς να απαντάται το ερώτημα για το πού έχει φθάσει σήμερα το προχώρημα του ΑΑΔΜ, ως μέσο και σκοπός (όπως λέγαμε)- με την οικοδόμηση της λαϊκής, κοινωνικής, κοινωνικής-λαϊκής, της συμμαχίας μόνο κοινωνικών δυνάμεων, το επαναστατικό εργατικό λαϊκό «αντικαπιταλιστικό» μέτωπο, το κοινωνικό μέτωπο με α.α. χαρακτηριστικά κ.ά.
Αναγκαίο και επίκαιρο λοιπόν το ΑΑΔΜ, σήμερα που φαίνεται, σε αντίθεση με τις θέσεις, ότι η εξάρτηση της Ελλάδας από τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς μεγαλώνει (μολονότι μιλάμε για υποχώρηση της θέσης της εντός ΕΕ, μιλάμε παράλληλα για ενίσχυση των ιμπεριαλιστικών της χαρακτηριστικών και για χώρα σε θέση ενδιάμεση στην ιμπεριαλιστική «πυραμίδα» με ισχυρές εξαρτήσεις από ΗΠΑ και ΕΕ, αλλά ταυτόχρονα και για (ανισότιμη) αλληλεξάρτηση;!). Σήμερα που υπάρχει τρόικα, ΔΝΤ, ευρωπαϊκός μηχανισμός «στήριξης», μνημόνια κλπ. (με τις ευλογίες βέβαια της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ πριν, της τρικομματικής τώρα και προς όφελος και των ελληνικών μονοπωλίων). Σήμερα που εκχωρούνται κυριαρχικά, όπως λέμε, δικαιώματα (χωρίς να υπονοώ το λανθασμένο ιδεολόγημα περί κατοχής). Τώρα που η εργοδοτική και κρατική τρομοκρατία και καταστολή οξύνεται και μεγαλώνει. Τώρα που ο εθνικοσοσιαλισμός χτυπά την «πόρτα» του εργάτη, του αγρότη, του μικροεπαγγελματία κάνοντας - υποβοηθώντας - υποκαθιστώντας τη βρώμικη δουλειά του αστικού συστήματος, όσον αφορά τα ρατσιστικά πογκρόμ και τις διώξεις των μεταναστών σήμερα, των αγωνιστών - συνδικαλιστών και των κομμουνιστών αύριο.
Αν οι βασικοί παράγοντες -για να καθορίζουμε ως κομμουνιστικό κόμμα τη μορφή των κοινωνικοπολιτικών συμμαχιών μας, άρα την τακτική μας, που δένεται διαλεκτικά με τη στρατηγική, υπηρετώντας πάντα το στρατηγικό μας στόχο, το σοσιαλισμό, κομμουνισμό- είναι η κοινωνικοταξική διάρθρωση, η συγκεντροποίηση των μέσων παραγωγής και η θέση της χώρας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, τότε δεν πείθομαι προσωπικά για την αναγκαιότητα αλλαγής και αντικατάστασης του ΑΑΔΜ από το εργατικό λαϊκό «αντικαπιταλιστικό» μέτωπο, τη λαϊκή συμμαχία. Αυτό γιατί, παρόλο που οι θέσεις προσπαθούν να παρουσιάσουν το αντίθετο, όσον φορά την κοινωνικοταξική διάρθρωση, οι μισθωτοί και η «ατόφια» εργατική τάξη μειώνονται ποσοτικά - αριθμητικά, λόγω «αποβιομηχανοποίησης», απολύσεων και επαναπατρισμού μεταναστών εργατών, παραμένοντας βέβαια προλετάριοι, ως άνεργοι. Από την άλλη, οι μικροεπαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι, μικρέμποροι και οι φτωχομεσαίοι αγρότες, μολονότι πλήττονται - συμπιέζονται, δε φαίνεται να μειώνονται ανάλογα - ραγδαία, ούτε να εκλείπουν. Αρα η συγκεντροποίηση δεν έχει προχωρήσει, τουλάχιστον στο βαθμό που υπονοείται στις θέσεις. Για τη θέση της χώρας, αναφέρθηκα παραπάνω και, δε φαίνεται από τη ζωή να δικαιωνόμαστε στον όρο «αλληλεξάρτηση», που μπερδεύει περισσότερο από την εξάρτηση, ούτε να έχει αλλάξει η θέση της Ελλάδας ως ενδιάμεσης και εξαρτημένης στο ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Το πνεύμα του εργατισμού που φαίνεται να διαπνέει τις θέσεις για το 19ο σήμερα, τον Β' τόμο της ιστορίας χτες, φαίνεται κι από την αλλαγή της θέσης μας όσον αφορά τουλάχιστον στη συμμετοχή της Ελλάδας σε αμυντικό πόλεμο. Αφού πλέον, μιλάμε για αυτοτελή εργατική - λαϊκή πάλη -χωρίς αντίστοιχο εθνικοαπελευθερωτικό μέτωπο αντίστασης- με βασικό στόχο πάντα την λαϊκή, εργατική, εργατική-λαϊκή, επαναστατική εργατική εξουσία, δηλαδή τη δικτατορία του προλεταριάτου (χωρίς να υπονοώ ως τελικό στόχο κάτι άλλο).
Επιπλέον, φαίνεται κι από την αντικατάσταση του όρου αντιιμπεριαλιστικό (κυρίως μέτωπο ή πάλη) με τον όρο αντικαπιταλιστικό, που στο εγγύς παρελθόν οι σύντροφοι της δικής μου «φουρνιάς» είχαμε μάθει να απαντάμε, ειδικά στις σχολές και στην ιδεολογική διαπάλη με κάθε είδους αριστεριστές, γιατί ο χαρακτήρας του μετώπου πρέπει να είναι αντιιμπεριαλιστικός και όχι αντικαπιταλιστικός (ως διαφορά ουσίας και όχι ως συνθηματολογική διαφορά, αφού το ένα δεν είναι αντίθετο του άλλου και το πρώτο εμπεριέχει το δεύτερο). Αλήθεια, γιατί σε σχέση με παλιότερα δε σηκώσαμε και δε σηκώνουμε εξίσου τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στη Λιβύη, τον πόλεμο στη Συρία, την ιμπεριαλιστική επέμβαση στο Μάλι κλπ.;
Επίσης, φαίνεται (Θ. 66-67) κι απ' τον defacto και εξαρχής αποκλεισμό -πλέον και ως ενδεχόμενο- οποιασδήποτε πολιτικής συνεργασίας, ακόμα και εκλογικής (δεν εννοώ δυνάμεις τύπου ΣΥΡΙΖΑ), με πολιτικές δυνάμεις που μπορεί να προκύψουν λόγω της ανόδου της ταξικής πάλης και των αδιεξόδων του καπιταλιστικού συστήματος. Πλέον μιλάμε για συνεργασία με μέλη μόνο πολιτικών δυνάμεων, μέσα στα πλαίσια της λαϊκής συμμαχίας και με προαπαιτούμενη συμφωνία στη λαϊκή εξουσία, δηλαδή στο σοσιαλισμό. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι θα υπάρξει, ούτε θέλω να υπάρξει άλλο ΚΚΕ ή κλώνος του για να συνεργαστούμε μαζί του (με την έννοια ότι δεν μπορεί να υπάρξει άλλο κόμμα ή πολιτική δύναμη που θα εκφράζει εργάτες ή/και μικρομεσαίους-μικροαστούς περιγράφοντας τη λαϊκή συμμαχία και εξουσία, όπως το κάνουμε εμείς).
Επιπρόσθετα, μιλώντας και για το χώρο δράσης μου, φαίνεται κι απ' την υποτίμηση της συνδικαλιστικής μας δουλειάς στο χώρο των δικηγόρων, τουλάχιστον της Θεσσαλονίκης, και από τη «διαπλοκή», αν όχι την ταύτιση σε πολλές περιπτώσεις της δράσης της συνδικαλιστικής μας παράταξης με την κομματική οργάνωση, πράγμα που εντοπίζεται κι από οπαδούς μας.
Θέλω επίσης να σημειώσω, ότι πρέπει επιτέλους να σταματήσει το επιζήμιο, για το κόμμα, φαινόμενο, οι σύντροφοι που υπερασπίζονται τις θέσεις να απαντάνε και να «ανακαλούν στην τάξη» -μέσω του προσυνεδριακού διαλόγου- όσους καλοπροαίρετα διαφωνούν ή βλέπουν κριτικά το κείμενο των Θέσεων, του Προγράμματος και του σχεδίου Καταστατικού. Αυτό, δυστυχώς, ξεκίνησε με το άρθρο παρέμβαση και όχι τοποθέτηση -για πρώτη φορά σε προσυνεδριακό- του συντρόφου Δ.Β. με το πρόσχημα των απαντήσεων (διευκρινίσεων) σε ερωτήσεις και απορίες οπαδών, φίλων και μελών του κόμματος για τις προτεινόμενες -αχρείαστες και σε λάθος κατεύθυνση κατά τη γνώμη μου- αλλαγές στο σχέδιο καταστατικού.
Τελειώνοντας, δεν πιστεύω ότι το ΚΚΕ, το κόμμα μας, ακόμα και αν ψηφιστεί το νέο Πρόγραμμα, θα αλλάξει φυσιογνωμία ως μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα νέου τύπου. Οι αλλαγές όμως και οι διαφοροποιήσεις που προτείνονται, ως εμπλουτισμός και εξειδίκευση του ισχύοντος προγράμματος, φαίνεται να αγγίζουν τα όρια και της στρατηγικής, όχι μόνο της τακτικής, και θα μας δυσκολέψουν στο μέλλον, αντί να μας διευκολύνουν, στην προσπάθεια συσπείρωσης δυνάμεων και αφύπνισης συνειδήσεων προκειμένου να προχωρήσουμε την υπόθεσή μας και να εκπληρώσουμε την ιστορική μας αποστολή, ως πολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης. Καλή επιτυχία στις εργασίες του 19ου Συνεδρίου του κόμματος και να θυμούνται όλοι, κυρίως οι αντίπαλοι, ότι το ΚΚΕδικο δεν ξεριζώνεται!
1) Το επόμενο διάστημα οφείλουμε να τελειώνουμε με αδυναμίες στη δράση του Κόμματος που μπαίνουν σωστά και με αυστηρότητα στις Θέσεις, αδυναμίες που δεν αρμόζουν ούτε στο Κόμμα αλλά ούτε και στις δύσκολες εποχές στις οποίες ζούμε. Το κύριο είναι να κατανοήσουμε τι διακυβεύεται για τη ζωή της εργατικής τάξης και το Κόμμα της σε αυτές τις κρίσιμες εποχές. Δε θέλει μεγάλα λόγια, «ζήτω», αλλά κριτική σκέψη. Κριτική σκέψη ώστε η γενική συμφωνία με τις Θέσεις να μη συνοδευτεί από απόψεις ότι «εντάξει, πάμε καλά» αλλά να δούμε ακριβώς πως, σε κάθε τομέα, πρέπει να εκτιμούμε νηφάλια την κατάσταση, να γίνουμε πολύ καλύτεροι στην παρέμβαση αλλά και στην επικοινωνία μας με τον κόσμο. Πτυχές και σκέψεις θέλω απλά να επισημάνω.
α) Κατά πόσο μπορούν οι ΚΟΒ να εκτιμούν στην ολότητά του τον κίνδυνο και την παρέμβαση της Χρυσής Αυγής. Δεν πρέπει οι Λαϊκές Επιτροπές να δουν πώς θα το αντιμετωπίσουν πρακτικά; Δεν είναι μικρό ζήτημα, θα το βρούμε μπροστά μας. Η Χρυσή Αυγή είναι μια οργάνωση εθνικοσοσιαλιστική, κερδίζει έδαφος στα λαϊκά στρώματα ενώ φαίνεται ξεκάθαρα τόσο η κάλυψη που της προσφέρει το αστικό κράτος όσο και οι μεγάλες διασυνδέσεις που έχει αποκτήσει με τμήματα της αστικής τάξης. Ας κάνουμε επομένως τις συγκρίσεις με το πώς ανήλθε στην εξουσία το NSDAP και τις ομοιότητες που έχει η σημερινή κατάσταση με τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης.
β) Αλλο ζήτημα: κοινωνική οικονομία, εθελοντισμός, αλληλεγγύη. Αρθρα επί άρθρων στην ΚΟΜΕΠ, στον «Ρ», υποτίμησή του στην πράξη, ειδικά στις συνοικίες και βέβαια αυτό το κενό το κάλυψαν άλλες δυνάμεις, μια αρκετά αρνητική εξέλιξη.
γ) Νεολαία: πρέπει να βρούμε τρόπους απεύθυνσης και προσέγγισης, να πάρουμε σοβαρά υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, να οξύνουμε τη διαπάλη σε μια σειρά ιδεολογήματα όπως καταδίκη της βίας, ακομμάτιστο κίνημα (παίρνει επιθετικά χαρακτηριστικά προς τις δυνάμεις μας), αναποτελεσματικότητα των αγώνων, που οδηγούν σε μια σειρά αρνητικές εξελίξεις όπως απέχθεια, φόβος και αποχή από το κίνημα, τις απεργίες, ζητήματα που θα οξύνονται και θα δημιουργήσουν σύντομα σοβαρά εμπόδια.
2) Παρατηρώ ωστόσο να γίνεται από κάποιους μια απαρίθμηση υπαρκτών αδυναμιών της δράσης του Κόμματος και της ΚΝΕ, μόνο που αυτό συνοδεύεται από μια προσπάθεια να τις ρίξουμε στη στρατηγική του Κόμματος. Π.χ. Για το ότι το αντιπολεμικό κίνημα σήμερα έχει υποχωρήσει ενώ στο παρελθόν έγιναν ηρωικοί αγώνες ενάντια στις βάσεις, στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, φταίει τάχα η δήθεν εγκατάλειψη του αντι-ιμπεριαλισμού από το Κόμμα; Γιατί είναι λαθεμένο να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι πρέπει να προβληματιστούμε μήπως αυτός ο αντι-ιμπεριαλισμός για κάποιους λειτούργησε σαν συγκαλυμμένος αντιαμερικανισμός που τώρα στην κρίση οδήγησε στη μικροαστική προβληματική για την κατοχή της Γερμανίας και τη συμπάθεια για τον Ομπάμα; Εχουν μειωθεί οι ρυθμοί στρατολογίας στην ΚΝΕ, ειδικά στους μαθητές; Ναι. Γι' αυτό πρέπει να προβληματιστείς κατά πόσο είχες υπερτιμήσει ότι για μια σειρά χρόνια παρενέβαινες στα σχολεία μόνος σου, κατά πόσο αντιλήφθηκες π.χ. μετά το Δεκέμβρη του 2008 τη βαθιά επίδραση του ακομμάτιστου τάχα κινήματος, την παρέμβαση των αντιεξουσιαστών, των φασιστών. Από πού προκύπτει ότι τάχα αυτό οφείλεται στο ότι έχει «στενέψει» η γραμμή του Κόμματος και ότι έτσι απομακρύνουμε κόσμο; Μήπως κάποιοι ξεχνούν ότι πέρα από τις δικές μας αδυναμίες έχεις να μετρήσεις ότι η νεολαία του 2013 είναι διαφορετική από τη νεολαία του 1999, ο αντικομμουνισμός δεν ήταν ο ίδιος και αγώνες γίνονταν πολλοί περισσότεροι. Θα ήταν ενδιαφέρον ακόμα αυτοί που λένε για καθίζηση της ΚΝΕ να μας πουν πόσοι από αυτούς τους χιλιάδες έγιναν μέλη του Κόμματος και πόσοι, ειδικά στους μαθητές, χάθηκαν οριστικά από τις γραμμές μας.
3) Υπάρχουν θέσεις που υπερτιμούν το χαρακτήρα άλλων «αντικαπιταλιστικών» δυνάμεων, κομμάτων ως απαραίτητη προϋπόθεση για το σχηματισμό αντικαπιταλιστικής κυβέρνησης ή ως φυσικό χώρο συμμαχιών και συνεργασιών του Κόμματος. Αξίζει νομίζω να κοιτάμε πίσω από τα λόγια ή από τις πραγματικές και σε ποια έκταση αντικαπιταλιστικές διαθέσεις. Αρκεί δηλαδή να λες ότι αντιτίθεσαι στο ΣΥΡΙΖΑ; Αρκεί να λες ότι δε θες τη ΓΣΕΕ; Φτάνουν αυτά για να συνεργαστούμε μάλιστα και ως Κόμμα μαζί τους; Αξίζει να θυμόμαστε τη στάση αυτών των σχηματισμών τις δεκαετίες '90-2000, όταν φαίνεται πολλοί έχασαν τα αυγά και τα πασχάλια εξαιτίας των ανατροπών (άρνηση του πρωτοπόρου ρόλου της εργατικής τάξης, άρνηση βασικών αρχών του μ-λ, υιοθέτηση κάθε «σύλληψης» που πέταγε η διεθνής σοσιαλδημοκρατία, όπως αντιπολεμικά και αντι-παγκοσμιοποίησης φόρουμ, θεωρητικές ακροβασίες περί ολοκληρωτικού καπιταλισμού κ.ά.). Αξίζει να θυμόμαστε ότι αντιλήψεις που καλλιεργήθηκαν σε τέτοιους χώρους περί ακηδεμόνευτων, ανεξάρτητων κινημάτων έδωσαν, δυστυχώς γι' αυτούς, άλλοθι στην αποθέωση του απολίτικου, αντιδραστικού λόγου των πλατειών και κατά φυσικό επακόλουθο στην άνοδο του φασιστικού λόγου. Είναι άλλο πράγμα βέβαια να έχεις επαφή στο κίνημα με κόσμο που επηρεάζεται από αυτούς τους σχηματισμούς, εννοείται ότι απευθύνεσαι, όπως κάνεις και με ψηφοφόρους άλλων κομμάτων βλέποντας όμως τι συμφέρον έχουν κοινωνικοταξικά κ.ά.
4) Το ζήτημα της εξάρτησης ή της ανισότιμης αλληλεξάρτησης. Οι Θέσεις το βάζουν σε πιο σωστή, ξεκάθαρη βάση. Θα έπρεπε να το είχαμε συζητήσει πιο καλά στο Κόμμα γιατί είναι ζήτημα που γίνεται σημαντική διαπάλη, δεν είναι τόσο μικρό όσο φαίνεται. Η θεώρηση ότι η Ελλάδα είναι μια απολύτως εξαρτημένη χώρα, η μεγιστοποίηση των υπαρκτών σχέσεων εξάρτησης σε σημείο να μιλάς για προτεκτοράτο των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, έπαιξε αρνητικό ρόλο στη διαμόρφωση της στρατηγικής του Κόμματος για πολλές δεκαετίες, με αρνητικές συνέπειες για το κίνημα (αστικοδημοκρατικό στάδιο ως προϋπόθεση για απαλλαγή από την ξένη εξάρτηση κ.ά.). Συσκότιζε τον πραγματικό χαρακτήρα των σχέσεων εξάρτησης - αλληλεξάρτησης, ενώ οδήγησε και στην ταύτιση του ιμπεριαλισμού με μια σειρά ισχυρές -στρατιωτικά- χώρες (ΗΠΑ, Ισραήλ). Ακόμα παραγνώριζε τη χρήση της ξένης στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας ως προϋπόθεση για την ισχυροποίηση της ελληνικής αστικής τάξης (π.χ. η επέμβαση της Αντάντ το 1916, των Αμερικάνων το 1946-1949, σχέδιο Μάρσαλ για την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας κ.ο.κ.) Αυτές οι παρανοήσεις οφείλονταν και στο κατά πόσο σαν κόμμα είχες μελετήσει σε βάθος την Ελληνική Επανάσταση, τα δάνεια, την εξέλιξη της ελληνικής αστικής τάξης και του κράτους της, καθώς μέχρι τη δεκαετία του '80 η αντίληψη του Κόμματος για τη θέση της Ελλάδας, τις εξαρτήσεις, την ιστορία του ελληνικού καπιταλισμού χαρακτηριζόταν από αντιφάσεις και καραμπινάτα λάθη (π.χ. θεώρηση για μεταπρατικό χαρακτήρα του ελληνικού κεφαλαίου).
Η συμμετοχή κάθε εργαζόμενου και γενικά καθένα από όσους πλήττονται από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, και πρώτα και κύρια από κάθε μέλος του Κόμματος και της νεολαίας του στη συζήτηση των Θέσεων και στη διαμόρφωση των αποφάσεων του Συνεδρίου, ανώτατου καθοδηγητή του ΚΚΕ, είναι αναγκαιότητα και όρος για την αλλαγή συσχετισμού δύναμης και για την επαναστατική αλλαγή του συστήματος.
Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη καταρχήν την καπιταλιστική οικονομική κρίση, προϊόν νομοτελειακό του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που μπορεί να διαμορφώσει συνθήκες επιτάχυνσης αλλά και επιβράδυνσης της Ιστορίας. Μέσα από την κρίση και κυρίως λόγω αυτής, βλέπουμε μεγάλες ανακατατάξεις στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, ξαναμοίρασμα των αγορών που μόνο βίαια μπορεί να γίνει, και με πόλεμο ακόμα, κάτι για το οποίο πολύ σωστά το ΚΚΕ φαίνεται να προετοιμάζεται.
Φυσικά, η εργατική τάξη και τα λοιπά λαϊκά στρώματα καλούνται να πληρώσουν τις συνέπειες της κρίσης, να βγάλουν το ελληνικό κεφάλαιο κερδισμένο από αυτήν, όπως και την περίοδο της ανάπτυξης, όπου από το νόμιμο κλέψιμο της υπεραξίας της δουλειάς της, οι καπιταλιστές αυγάταιναν τα κέρδη τους. Σωστά, στο κείμενο των Θέσεων τονίζεται το ότι η εμπλοκή μας στο ΝΑΤΟ, στην ΕΕ κ.λπ., αποτελεί λόγω της εξάρτησής μας από το ιμπεριαλιστικό σύστημα, τη βάση της αδυναμίας αυτάρκους ανάπτυξης της χώρας, αφού μπαίνουν εμπόδια στο τι θα παράγουμε και θα εκμεταλλευτούμε.
Ο καπιταλισμός και τα αδιέξοδά του εμποδίζουν το λαό να ζει όπως αξίζει τον 21ο αι., ελεύθερος από το φόβο της ανεργίας, της επιβίωσης. Προφανώς, σωστά εστιάζεται και στο γεγονός ότι η δυσκολία στη χειραγώγηση του λαού, ο φόβος της αστικής τάξης από την ξαφνική άνοδο της ταξικής πάλης (χωρίς όμως, και με δικιά μας αδυναμία, να βαθύνει αλλά να υποχωρήσει) ανάγκασαν να προχωρήσει σε αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος, στη δημιουργία νέων κομμάτων, στην «ανακάλυψη» νέων μορφών πάλης, ανώδυνων για το σύστημα και ως ένα σημείο τα κατάφεραν, με κύριες ανερχόμενες δυνάμεις, τη Χρυσή Αυγή, για το χτύπημα και τη διαίρεση της εργατικής τάξης, και τον ΣΥΡΙΖΑ για τη μαζική χειραγώγηση, με αριστερή φρασεολογία, των εργαζόμενων.
Σε αυτές τις βάσεις έδρασε το Κόμμα και ο απολογισμός της δράσης του με βρίσκει σύμφωνο. Φάνηκε η επιβεβαίωση των προβλέψεών του (ίσως, με μόνη εξαίρεση, το ότι αργοπορημένα έγινε αντιληπτός ο νέος ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ στο πολιτικό σκηνικό), οξύνθηκε η ιδεολογικοπολιτική πάλη, πάρθηκε η ιστορικής σημασίας απόφαση του Κόμματος, για τη μη συμμετοχή σε κυβέρνηση στα πλαίσια του καπιταλισμού, δόθηκε ακόμη περισσότερη βαρύτητα στην κλαδική δουλειά, στην κοινωνικοταξική σύνθεσή του.
Το γεγονός ότι κρίνουμε πως το εργατικό κίνημα, στην ξαφνική άνοδό του στις μαζικές απεργίες την περίοδο '10-'12, ήταν ανέτοιμο και απροετοίμαστο, αλλά και συνολικά δεν μπόρεσε να αντιδράσει στην αντιλαϊκή λαίλαπα, δείχνει πως παρά τη σωστή στρατηγική, τις σωστές πολιτικές εκτιμήσεις, και την αυτοθυσία των μελών του, το Κόμμα δεν μπορεί σήμερα να κινητοποιήσει με όρους ανατροπής μάζες, κάτι για το οποίο φταίνε όχι μόνο αντικειμενικές δυσκολίες, αλλά και υποκειμενικές αδυναμίες. Συγκεκριμένα, πέρα από το ΠΑΜΕ και σε κάποιο βαθμό από την ΠΑΣΥ, οι άλλες συνιστώσες της Συμμαχίας δεν έχουν καταφέρει ακόμα να καταξιωθούν στον κόσμο στο βαθμό που σήμερα χρειάζεται. Φαίνεται, επίσης, αδυναμία στο συνδυασμό εδαφικής και κλαδικής δουλειάς, με αποτέλεσμα, παρά τα σημαντικά βήματα, οι Λαϊκές Επιτροπές να μην αποτελούν ακόμα μαζικό κάστρο αντίστασης στο χώρο κατοικίας και αποτελεί σημαντική πρόκληση να μην περιοριστούν σε μαζέματα για το ένα ή το άλλο πρόβλημα (π.χ. χαράτσι, εφορία) αλλά να μετατραπούν σε δυνάμεις για τη λύση, για γενικές πολιτικές μάχες. Αδύναμα, επίσης, προχωράει και η κινητοποίηση των ανέργων, που αποτελούν τεράστιο πλέον κομμάτι του πληθυσμού, αλλά και το πιο απογοητευμένο, άρα και εύκολα χειραγωγήσιμο. Παρ' όλες τις αδυναμίες, όμως, το ότι πρωτοστατήσαμε σε κάθε διεκδίκηση του λαού, το ότι ξεσκεπάσαμε κάθε προσπάθεια μαντρώματός του, σίγουρα αποτελεί σπουδαία παρακαταθήκη για τη συνέχεια, όπως και η συνεπής, αταλάντευτη και άφοβη στάση μας στις τελευταίες εκλογές, παρά το αρνητικό αποτέλεσμα. Το γεγονός πως ξεφυτρώνουν πιο συχνά, αλλά και από διαφορετικούς χώρους κινήματα (πλατεία, «πατάτα», κ.λπ.) που πιο δυναμικά διεκδικούν, αποδεικνύει νομίζω πως είναι πιο δύσκολος ο έλεγχος των μαζών από την αστική τάξη, χωρίς αυτό να σημαίνει πως αυτά τα κινήματα προσφέρουν λύσεις στις συνεχώς διευρυνόμενες λαϊκές ανάγκες, επομένως με σωστή τακτική και αδιάκοπη ιδεολογικοπολιτική πάλη, υπάρχουν οι δυνατότητες μαζικής χειραφέτησης του λαού, ειδικά σε οξυμένες περιόδους.
Οσον αφορά την ιδεολογικοπολιτική πάλη, σε συνθήκες πρωτοφανούς επίθεσης και αντικομουνισμού, το Κόμμα στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και πέρασε στην αντεπίθεση, τόσο στο ζήτημα της στρατηγικής του, στο ζήτημα του εφικτού της επανάστασης, στην επιχειρηματική του δράση, στην Ιστορία και τις τακτικές επιλογές του ενιαία και με συνέπεια. Σοβαρή αδυναμία σε αυτό το κομμάτι είναι η χρήση του διαδικτύου, όπου ο αντίπαλος παίζει μπάλα σχεδόν μόνος του, και θα πρέπει να δοθεί περισσότερη φροντίδα στην προπαγάνδα μέσω Internet. Αλλωστε, υπάρχει μεγάλη θετική πείρα από το portal, που βοηθά στην άμεση ενημέρωση και απάντηση του Κόμματος. Είναι ξεκάθαρη η ανεκτίμητη συμβολή των Αποφάσεων του 18ου Συνεδρίου και του Β' Δοκιμίου, στην ικανότητα του Κόμματος, ακόμα καλύτερα να ανταποκρίνεται στην ιδεολογική πάλη με τον αντίπαλο.
Τέλος, ιδιαίτερα σημαντικά βήματα έγιναν στην καλύτερη σχέση Κόμματος - ΚΝΕ, με αδυναμίες. Είναι ιδιαίτερα σημαντική η πρόταση των Θέσεων για Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Κόμματος για την Νεολαία, θα ανοίξει δρόμους στη συντονισμένη δουλειά Κόμματος και ΚΝΕ, ιδιαίτερα αφού πλέον είναι η νέα γενιά, η πιο αδύναμη πολιτικά και αυτή που δέχεται τις χειρότερες συνέπειες της κρίσης.
Στις συνθήκες αυτές, είναι πρόκληση για το ΚΚΕ, η πιο μελετημένη και αδιάλλακτη αντεπίθεση, η προετοιμασία της εργατικής τάξης για την οικοδόμηση συμμαχίας τέτοιας, που θα δώσει ώθηση για την ανατροπή. Το ζήτημα που θα πρέπει να απασχολεί τα νέα όργανα είναι αν το Κόμμα μας θα είναι έτοιμο, στο επόμενο ξέσπασμα, να καθοδηγήσει με μαζικούς όρους το λαό προς τη μόνη διέξοδο, αν ενεργοποιώντας την ατομική ευθύνη κάθε εργαζόμενου, αλλάξει τους συσχετισμούς. Και για να γίνει αυτό, σημαίνει πως πρέπει θαρρετά να απευθυνόμαστε όχι ανάλογα με το ποιος συμφωνεί με τις θέσεις μας, αλλά με το ποιος αντικειμενικά έχει συμφέρον να παλέψει στο πλάι το Κόμματος και μέσα από τις γραμμές του.
Ακόμη πιο συγκεκριμένα να δούμε το χαρακτήρα των Λαϊκών Επιτροπών, τη δράση των σωματείων, των συνδικαλιστικών δυνάμεων και των μαζικών φορέων σε αυτές. Θα χρειαστεί να δούμε ακόμα πιο αναλυτικά το ζήτημα της ταξικής αλληλεγγύης σε αντιπαράθεση με τη φιλανθρωπία ως διαχείριση της φτώχειας. Γενικά την ενεργοποίηση των μαζών ώστε η από τα κάτω πρωτοβουλία να δένεται και να εμπλουτίζει τη γενική πολιτική πάλη.