Κυριακή 8 Αυγούστου 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ
Γυναίκες και Ολυμπιακοί Αγώνες

(το 1896)

Πανόραμα της Αθήνας στα τέλη του 19ου αιώνα
Πανόραμα της Αθήνας στα τέλη του 19ου αιώνα
«Η Αθήνα θα αλλάξει όψη χάρη στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896. Αλλάζουν οι δρόμοι, ζωντανεύουν οι συνοικίες, μπαίνει τάξη, τοποθετούνται πινακίδες. Για τους κατοίκους οι Ολυμπιακοί Αγώνες σηματοδοτούν εξελίξεις... Οι ξένοι πλημμυρίζουν την Αθήνα. Προβεβλημένοι της πολιτικής, της οικονομίας και του αθλητισμού, όλοι βρίσκονται εδώ! Μαζί τους διασκεδάζουν και οι κάτοικοι της πόλης, ανακαλύπτουν τη χαρά του ξενυχτιού!».

Πόσο διαφορετική αλήθεια η Αθήνα των Ολυμπιακών Αγώνων εδώ και ένα -και βάλε- αιώνα. Μια πολιτειούλα εκατόν τριάντα χιλιάδων κατοίκων, βρώμικη, σχεδόν χωριό... Οι αλλαγές που αναφέρονται παραπάνω περιγράφονται σ' ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα με τίτλο «Η Μουσική δεν είναι γένους θηλυκού;». Συγγραφέας του η πιανίστα και μουσική παιδαγωγός Εφη Αγραφιώτη, που δέκα χρόνια συγκέντρωνε υλικό για την άγνωστη συμβολή της Ελληνίδας στη μουσική δημιουργία. Το βιβλίο κυκλοφόρησε με την ευκαιρία συμπλήρωσης 95 χρόνων κοινωνικής και πολιτιστικής προσφοράς του Εθνικού Συμβουλίου Ελληνίδων (ΕΣΕ), που ήταν (το 1908) η πρώτη ελληνική Ομοσπονδία γυναικείων οργανώσεων. Εκδόθηκε από κοινού από το ΕΣΕ και τις εκδόσεις «Δρόμων», με αρωγή της ΓΓ Ισότητας (το 2003) και παρουσιάστηκε πρόσφατα στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός». Μέσα από τις σελίδες του παρακολουθούμε και το «ξύπνημα» των νέων Ελληνίδων, που είναι αλληλένδετο με τη συμμετοχή τους στη μουσική δημιουργία.

Οπως θα διαπιστώσουμε παρακάτω, η πλειοψηφία των κοριτσιών ήταν την εποχή εκείνη αποκλεισμένες από την παιδεία και οι φτωχές ήταν αναλφάβητες. Είχαν όμως αρχίσει να εργάζονται έξω από το σπίτι τους, αναγκαία προϋπόθεση για τη μετέπειτα χειραφέτησή τους... Αλλά ας επιστρέψουμε στους Ολυμπιακούς Αγώνες, λίγο πριν το 1896...

Ο φωνόγραφος - η τραγουδίστρια

«... Το 1895 γράφεται και ο πρώτος ελληνικός δίσκος φωνόγραφου, σε κατάστημα της οδού Αιόλου. Οι διερχόμενοι έκπληκτοι ακούν να επαναλαμβάνεται έντονα και διαρκώς ένα απόσπασμα από την επιθεώρηση "Λίγο απ' όλα" με τη φωνή της κυρίας Αδαμαντίας Πομόνη, στο ρόλο της παραμάνας.

Η εν λόγω τραγουδίστρια ήταν πολύ αγαπητή την εποχή εκείνη. Η οικογένειά της απαριθμούσε και άλλους καλλιτέχνες. Η αδελφή της -συνεργάτρια της Μαρίκας Κοτοπούλη- ήταν σπουδαία ηθοποιός και αρκετά καλλίφωνη, ονομαζόταν Ματίνα Πομόνη. Οι Αθηναίοι γενικά, εκατόν τριάντα χιλιάδες άνθρωποι πάνω - κάτω, φαίνεται ότι διασκεδάζουν τώρα πλέον. Ο Γεώργιος Σουρής αναφέρεται στο «Ρωμιό» του στο θέμα, παρουσιάζοντας και την εξέλιξη από τα ταμπού της προηγούμενης εικοσαετίας μέχρι το 1896, έτος Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας:

"Εκεί παρά το Στάδιον κοντά στο Γυμναστήριον

κάθε Κυρίαν προκαλεί και κάθε ρέκτην κύριον.

Της Κρήτης ο Λαβύρινθος όπου τον νουν σου χάνεις

κέντρον διασκεδάσεων και τόσων απορρήτων".

Αρκετές εκ των πρώτων φοιτητριών ασχολήθηκαν με τη μουσική και διατέλεσαν δραστήρια μέλη της μικρής έστω ομάδας, που στήριζε τις πρώτες δυτικού τύπου καλλιτεχνικές δραστηριότητες», γράφει η Εφη Αγραφιώτη. «Αναφέρουμε την Ελένη Αντωνιάδου που πήρε μάλιστα διδακτορικό χειρουργικής το 1899 και τις τρεις αδελφές Μπουκουβάλα, που αναρίθμητες περιπέτειες τις οδήγησαν στο Παρίσι, γιατί το ελληνικό πανεπιστήμιο δεν έκανε δεκτή την αίτησή τους να σπουδάσουνε εδώ».

Οι δυσκολίες ήταν βέβαια ανυπέρβλητες για τις φτωχές κοπέλες:

«Σε πανελλήνιο ποσοστό, στις αρχές του εικοστού αιώνα το 90% των γυναικών δεν ήξεραν ακόμα να γράφουν. Αναφέρεται από τον Δημήτριο Βικέλα, αυτόν τον θαλερό επαναστάτη, που έδωσε μάχες υπέρ της μόρφωσης των γυναικών, στο περιοδικό "Εθνική Αγωγή" του 1904, ότι στις 1.000 Ελληνοπούλες ηλικίας δημοτικού σχολείου μάθαιναν γράμματα μόνον οι 37. Στο Γυμνάσιο φοιτούσαν σχεδόν αποκλειστικά τα αγόρια. Οι φοιτητές της ανώτατης εκπαίδευσης ήταν πάντα αρσενικού φύλου. Στην Αθήνα η κατάσταση φαινόταν καλύτερη αν και πολλά προβλήματα ένεκα προκαταλήψεων παρέμεναν δυσεπίλυτα».

Η εργασία αλλάζει τα ήθη

«Οι γυναίκες της πόλης αν και σε μεγάλο ποσοστό μοχθούσαν ποικιλοτρόπως ήδη από το 1840, δεν απολάμβαναν ούτε στοιχειωδών ελευθεριών. Ηταν σχεδόν αδύνατο για τις προερχόμενες εκ των χαμηλών κοινωνικών τάξεων να μάθουν ακόμα και ελάχιστα γράμματα. Η προκατάληψη ότι τα γράμματα θα χαλάσουν το ηθικό και θα επιβαρύνουν το βιολογικό κύκλο τους αποσταθεροποιώντας κατ' επέκταση τις κοινωνικές πρακτικές, ήταν βαθιά ριζωμένη στο μυαλό των ανδρών, πατεράδων, συζύγων και δασκάλων ακόμα. Ως σύζυγοι, οι γυναίκες υπηρετούσαν αυστηρά την ανδρική νομοτέλεια. Πολλές ήταν συγχρόνως αναγκασμένες, εξορμώντας στην αγορά εργασίας, να κατατυραννιούνται δουλεύοντας ατέλειωτες ώρες ως υπηρέτριες, καπελούδες, υφάντρες, μοδίστρες, πλύστρες, νταντάδες και να συνεισφέρουν στην οικογενειακή εστία. Η ολοένα αυξανόμενη τάση των γυναικών των χαμηλών και μεσαίων οικονομικών τάξεων στην εκτός οικίας δουλιά, έφερε λίγες δεκαετίες μετά τα πρώτα αποτελέσματα - τα θετικά και αρνητικά, όπως η κρίση του ζητήματος των αρχηγικών ενδοοικογενειακών προνομίων, η νέα οικονομική οικογενειακή ισορροπία, η επαναθεώρηση του αστικού γάμου».

Μια άγνωστη προσφορά

Το βιβλίο της Εφης Αγραφιώτη αναδεικνύει την άγνωστη γυναικεία μουσική δημιουργία από την αρχαιότητα μέχρι τους νεότερους χρόνους και αποδεικνύει την εντυπωσιακή συμβολή των Ελληνίδων, όχι μόνο στην εκτέλεση της μουσικής, αλλά και στη μουσικολογία, τη μουσικογραφία, τη σύνθεση και την εκπαίδευση. Συμβολή υποτιμημένη, για την οποία οι περισσότεροι-ες έχουμε άγνοια. Κάτι διόλου παράξενο, καθώς στο σχολείο δε διδάσκεται η μουσική παιδεία, ενώ η μουσική μας ιστορία κινδυνεύει να «θαφτεί» αν δεν ασχοληθούν μαζί της οι νεότεροι.

«Γιατί άραγε δεν υπήρξαν τόσες σπουδαίες Μουσικοί, όπως συνέβη με τους άντρες»; είναι το ερώτημα που συχνά τίθεται. «Μόρφωση, περιβάλλον, οικονομική και πολιτική κατάσταση παίζουν βασικότατο ρόλο», απαντά η ίδια η Εφη Αγραφιώτη. «Ο καλλιτέχνης για να μεγαλουργήσει χρειάζεται τη συμβολή της εποχής και της περιβάλλουσας ιδεολογίας. Οι αντιλήψεις και οι προκαταλήψεις των παλιότερων εποχών δεν έδωσαν καν ευχέρεια στη γυναίκα να σπουδάσει μουσική, να αφιερώσει χρόνο σ' αυτή, να δείξει και να πείσει για τις ικανότητές της. Δεν της έδωσαν εξάλλου δικαίωμα στη γνώση και στην επιλογή. Οι αντοχές και οι ψυχικές της δυνάμεις αμφισβητήθηκαν, σχεδόν πάντα... Η αλήθεια είναι ότι η παρουσία της γυναίκας στο χώρο της μουσικής, τη σύνθεση, την εκτέλεση, τη μουσική έρευνα, τη διδακτική λειτουργία, δεν υπήρξε καθόλου μικρή, αν δούμε με ποσοστιαία συσχέτιση την ενασχόληση των ανδρών με την ίδια τέχνη».

«Σε πατούν με νέα ποδαράκια»

Σημαντικότατη η συμβολή της ανώνυμης λαϊκής μητέρας στη μουσική δημιουργία - και τα νανουρίσματα της δημοτικής μας ποίησης το αποδεικνύουν:

«Τα νανουρίσματα, νάναρα ή μινυρίσματα ή ανακίσματα, σύμφωνα με τις παραδόσεις μας, πρωτοακούγονταν την τρίτη μέρα μετά τη γέννα, οπότε η γιαγιά ή η μαμή δίδασκε την τεχνική του θηλασμού στη μικρομάνα. Η τελετή αυτή θεωρούνταν σαν το όγδοο μυστήριο της εκκλησίας. Το πρώτο τραγούδι που τραγουδιόταν στο παιδί έλεγε: "Χαίρου κι εσύ μάνα μου γη, που σε πατούν με νέα ποδαράκια"».

Στίχοι από χιλιάδες νανουρίσματα και ταχταρίσματα, κληρονομιά αιώνων, είναι συγκεντρωμένα πλέον από λαογράφους και ειδικούς. Η μουσική τους δεν έχει τύχει ιδιαίτερης μελέτης, όντας δευτερεύουσας σημασίας χαρακτηριστικό, επισημαίνει η συγγραφέας.

«Νάνι του που θα κοιμηθεί και πάλι θα ξυπνήσει

το αστρί απ' την ανατολή και ο ήλιος απ' τη δύση».

Τα νεοελληνικά νανουρίσματα αναδεικνύουν τη μάνα ως μουσικό και ποιήτρια - δημιουργό, παρατηρεί. Τα νοήματα παίζουν ρόλο συμβόλων, εκφράζουν με πολυποίκιλτο τρόπο το εύρος και τις αξίες του γύρω κόσμου.

«Νάνι που να το χαρώ σαν η μηλιά το μήλο.

Σαν τα πουλάκια το νερό και τα ψηλά βουνά τον ήλιο».

Καθώς το παιδί μεγαλώνει, η ανώνυμη μάνα το ταχταρίζει, προσθέτοντας χορευτικού τύπου κινήσεις και κάνοντας γοργότερο το ρυθμό της.

«Τάρι μου και τάρι, ήλιε και φεγγάρι,

ήλιε ασημοαστέρι μου, ω, άσπρο περιστέρι μου...».

Τα νανουρίσματα και τα ταχταρίσματα γνώρισαν μεγάλη άνθηση κατά τη Φραγκοκρατία και την Τουρκοκρατία, λειτουργώντας ως μια έκφραση ταυτότητας και απαράβατου της σχέσης με τους απογόνους. Από την άλλη πλευρά, μέσα από αυτή τη συνεχή δημιουργική έκφραση, η μοναχική λαϊκή γυναίκα ζει τη μητρότητα μέσα στη μεγαλόπρεπα εκφρασμένη ψυχή της, αναδεικνύει τη στοργική προσωπικότητά της, εκφράζει την ελπίδα κρύβοντας την αγωνία για το μέλλον του παιδιού.

Να σημειώσουμε εδώ, ότι τη μουσική παρουσίαση του βιβλίου στον «Παρνασσό» έκανε ο μουσικοκριτικός Νίκος Δοντάς, ενώ η Εφη Αγραφιώτη, με τις νέες μουσικούς του «Εργαστηρίου για τη Μελέτη και Προβολή της Ελληνικής Μουσικής», παρουσίασαν μουσικό πρόγραμμα με έργα Ελληνίδων μουσουργών. Με βάση την ερμηνεία αυτή σχεδιάζεται να εκδοθεί ένα CD με τα κομμάτια αυτά των Ελληνίδων συνθετριών.


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ