Η Παναγροτική Αγωνιστική Συσπείρωση (ΠΑΣΥ), μπροστά στην άσχημη κατάσταση που επικρατεί φέτος σε όλα τα αγροτικά προϊόντα σε όλες τις αγροτικές περιοχές της χώρας, δίνει, με συνέπεια, συνέχεια στον αγώνα της προάσπισης των συμφερόντων των μικρομεσαίων αγροτών. Κόντρα στον λήθαργο και τον αποπροσανατολισμό που καλλιεργούν οι συμβιβασμένες ηγεσίες των ΠΑΣΕΓΕΣ, ΓΕΣΑΣΕ και ΣΥΔΑΣΕ, ρίχνει το σύνθημα της έναρξης ενός πανελλαδικού συντονισμένου αγώνα των αγροτών. Κόντρα στη δικομματική κοροϊδία, το αγωνιστικό πλαίσιο, τα αιτήματα και οι προοπτικές είναι συνδεδεμένα με τον αγώνα επιβίωσης των μικρομεσαίων αγροτών. Ενός αγώνα που πρέπει να «δεθεί» με τους εργαζόμενους, τους επαγγελματοβιοτέχνες και όλα τα λαϊκά στρώματα, που πλήττονται επίσης από την ίδια ευρωενωσιακή πολιτική.
Αυτή την εποχή οι περισσότεροι αγρότες βλέπουν και τις τελευταίες ελπίδες τους για κάτι καλύτερο να χάνονται. Οχι γιατί έτυχε μια άτυχη χρονιά ή γιατί υπάρχει υπερπαραγωγή προϊόντων. Εφτασε το πράγμα, μια κανονική σοδειά να θεωρείται πρόβλημα! Αυτό που ξεκίνησε να συμβαίνει φέτος θα έχει ακόμα χειρότερη συνέχεια. Και τούτο γιατί η φετινή κατάσταση αποτελεί τον προπομπό των όσων φέρνουν η ενδιάμεση αναθεώρηση της ΚΑΠ και οι νέες συμφωνίες του ΠΟΕ. Μπρος σε αυτές τις νέες αρνητικές εξελίξεις η μικρομεσαία αγροτιά καλείται να αντιδράσει, να συντονιστεί, να αγωνιστεί, να διεκδικήσει τα αιτήματά της. Η βουβή αγανάκτηση, η γκρίνια, η μουρμούρα και η απραξία δε θα φέρουν τίποτα καλύτερο.
Το Σάββατο 13 του Νοέμβρη, με πρωτοβουλία της ΠΑΣΥ, πρόκειται να πραγματοποιηθούν αγροτικά συλλαλητήρια σε αγροτικούς νομούς της χώρας. Τα συλλαλητήρια αυτά θα πρέπει να γίνουν σε όσο περισσότερους νομούς γίνεται, με όσο μεγαλύτερη συμμετοχή γίνεται. Κι επειδή τα ΜΜΕ δε θα προπαγανδίσουν αυτή την πανελλαδική κινητοποίηση και δε θα καλέσουν την αγροτιά να συμμετέχει και να παλέψει για το δίκιο της, πέφτει μεγάλο το βάρος σε όσους συμμετέχουν και δραστηριοποιούνται μέσα από τις γραμμές της ΠΑΣΥ. Και πέφτει μεγάλο το βάρος της ευθύνης και στους αγρότες που δε θα είναι εκεί και θα αγνοήσουν το τίμιο και ρεαλιστικό αγωνιστικό κάλεσμα της ΠΑΣΥ.
Ενα αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του «Ρ» για το «μεγάλο ταξίδι» των αγροτικών προϊόντων από το χωράφι του παραγωγού, μέχρι το τραπέζι του καταναλωτή
ICON |
Στου Ρέντη οι τιμές είναι εξωφρενικά υψηλότερες από τις τιμές που εισπράττει ο παραγωγός και ...όνειρο θερινής νυκτός σε σχέση με τις τιμές της αγοράς |
Το «παράσιτο» αυτό δεν είναι, βέβαια, ο έμπορος ή οι πωλητές των λαϊκών αγορών, αυτοί που είδαν πολλές φορές, το περασμένο διάστημα, να διασύρονται από τα ΜΜΕ, με αφορμή τις -τουλάχιστον γραφικές - «εφόδους» του τότε υφυπουργού Ανάπτυξης, Κ. Κουλούρη, που είχε βαλθεί να πείσει την κοινή γνώμη ότι για την ακρίβεια ευθύνονταν οι μεροκαματιάρηδες των λαϊκών αγορών, οι οποίοι εργάζονται τουλάχιστον 12 ώρες τη μέρα επί 6 μέρες τη βδομάδα, σε συνθήκες που η λέξη «αντίξοες» δεν μπορεί να δώσει το πραγματικό τους μέγεθος.
Αντίθετα, αυτοί που έμεναν στο απυρόβλητο από την προηγούμενη κυβέρνηση, και συνεχίζουν βεβαίως να παραμένουν και από την καινούρια, είναι οι κύριοι υπεύθυνοι για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην αγορά. Κι αυτοί δεν είναι άλλοι από τους εκπροσώπους του μεγάλου κεφαλαίου και των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Οι γνωστές σε όλους μας αλυσίδες «σούπερ - μάρκετ», που δραστηριοποιούνται στην αγορά των τροφίμων και που είναι αυτοί, οι οποίοι κερδοσκοπούν σε βάρος, τόσο των παραγωγών όσο και των καταναλωτών, με τρόπους τους οποίους θα καταδείξουμε στη συνέχεια.
Eurokinissi |
Πιπεριές και μελιτζάνες, που οι αγρότες τις πουλάνε με 10 και 15 λεπτά, είναι τυχεροί όσοι μπορούν να τις βρουν με 70 λεπτά... |
Πέμπτη 15 Οκτώβρη. Ωρα 4.00 τα ξημερώματα: Τα φορτηγά γνωστής αλυσίδας σούπερ - μάρκετ κάνουν την εμφάνισή τους στη λαχαναγορά του Ρέντη. Κατευθύνονται προς τις ράμπες συγκεκριμένων εμπόρων. Οι «χαμάληδες» του μαγαζιού ξεκινούν το φόρτωμα. Κυριολεκτικά «ταβανώνουν» τα φορτηγά. Πιπεριές, μαρούλια, κολοκυθάκια, μελιτζάνες «φλάσκες» και «τσάκωνες». Για όλα γενική τιμή πώλησης 20 λεπτά το κιλό. Ενας υπάλληλος της εταιρίας κατευθύνεται προς το ταμείο, ανταλλάσσει λίγες κουβέντες ρουτίνας με τον μαγαζάτορα, πληρώνει το αντίστοιχο ποσό, παίρνει τα τιμολόγια και φεύγει. Μόνο που τα τιμολόγια δεν αναγράφουν την πραγματική τιμή πώλησης, δηλαδή 0,20 ευρώ το κιλό, αλλά 0,50 ευρώ το κιλό για κάθε προϊόν! Οι μεγαλοεταιρίες, δηλαδή, ξεκινούν την περιβόητη ...επιχειρηματική τους δραστηριότητα έχοντας ήδη «τσεπώσει», έστω στα χαρτιά, τιμολογιακό κέρδος 150%!
Ο έμπορος, ο οποίος μάς δέχτηκε στο μαγαζί του την ώρα της αγοραπωλησίας, εξήγησε με κάθε ειλικρίνεια το πώς γίνεται το «αλισβερίσι», απαντώντας, επίσης, στο «Ρ» το γιατί αποδέχεται αυτού του είδους τη συναλλαγή με την αλυσίδα σούπερ - μάρκετ. Ο μόνος του όρος ήταν, για ευνόητους λόγους, η διατήρηση της ανωνυμίας του.
Eurokinissi |
Ολόκληρη τη χρονιά παλεύουν με τη γη και τη φύση, η τύχη τους όμως εξαρτάται από τα κουμάντα των μεγαλοεπιχειρηματιών |
Είναι αλήθεια ότι η πολιτική των υπερτιμολογήσεων ακολουθείται και από τους πωλητές των λαϊκών αγορών, μόνο που - όπως εύκολα γίνεται κατανοητό - το κέρδος αυτών είναι πολύ μικρότερο από το κέρδος των μεγάλων καταστημάτων και αλυσίδων, οι εκπρόσωποι των οποίων έχουν εισαγάγει - με τις πλάτες των εκάστοτε κυβερνώντων - στην αγορά τα διάφορα κόλπα με τις υπερτιμολογήσεις. Παράλληλα, ενώ για τη μεγάλη επιχείρηση αυτή η πρακτική οδηγεί σε σημαντικές αυξήσεις των υπερκερδών τους, για τον πωλητή των λαϊκών αγορών, η υπερτιμολόγηση ενός προϊόντος, δεν του προσφέρει τίποτε περισσότερο από, απλώς, ένα καλό μεροκάματο. Τέτοιο, που να τον κάνει να μην εγκαταλείψει τη δουλιά του.
Παραπάνω, αναφέραμε τις τιμές, στις οποίες αγόρασε μια γνωστή αλυσίδα σούπερ - μάρκετ από το μαγαζάτορα της λαχαναγοράς του Ρέντη, πιπεριές, μαρούλια, κολοκυθάκια και μελιτζάνες. Ο «Ρ» βρέθηκε κοντά σε παραγωγούς της Αργολίδας και κατέγραψε τη διαδικασία της αγοραπωλησίας, των παραπάνω προϊόντων, όπου κι εκεί εμφανίζεται μία διαδικασία ανάλογη με αυτήν που προαναφέραμε.
Συγκεκριμένα, ο έμπορος αγόρασε πιπεριές προς 0,11 ευρώ το κιλό, μαρούλια προς 0,12 ευρώ το τεμάχιο και κολοκυθάκια - μελιτζάνες με 0,15 ευρώ το κιλό. Τα δελτία αγοράς, όμως, που έκοψε στον παραγωγό, ήταν για 0,20 ευρώ για τις πιπεριές, 0,22 για τα μαρούλια, 0,25 για τα κολοκυθάκια και τις μελιτζάνες, πληρώνοντάς του, φυσικά, τον αναλογούντα ΦΠΑ. Οπως μας είπαν οι παραγωγοί ήταν αναγκασμένοι να συμφωνήσουν για την παραπάνω δοσοληψία, αφού πιέζονταν άμεσα να βρουν ρευστό, μια και οι υποχρεώσεις τους «έτρεχαν» και διαφορετικά μπορεί η σοδειά τους να έμενε, τελικά, απούλητη. Αλλωστε, οι παραπάνω τιμές, που αναφέρουμε για τα συγκεκριμένα προϊόντα, δεν είναι και οι πιο χαμηλές, αφού αρκετές είναι οι φορές που οι παραγωγοί είναι αναγκασμένοι να πουλήσουν ακόμη χαμηλότερα, αλλά να παραδέχονται, βάσει των δελτίων αγοράς ότι πούλησαν πολύ υψηλότερα από τις πραγματικές τιμές.
Παραπάνω, περιγράψαμε ένα απλό «ταξίδι» μερικών βασικών ειδών διατροφής, ώσπου να καταλήξουν στο καλάθι του καταναλωτή. Ενα ταξίδι, κατά τη διάρκεια του οποίου, με διάφορα «τερτίπια», διογκώνεται η τιμή και ενώ ο παραγωγός εισπράττει ψίχουλα, ο καταναλωτής τα πληρώνει για ...παντεσπάνι. Ωστόσο, καλό είναι να γνωρίζουμε πως τα κόλπα που μετέρχονται οι επιτήδειοι είναι πολύ πιο πλούσια. Για παράδειγμα, υπάρχει η μέθοδος της μεταφοράς προϊόντων στη λαχαναγορά του Ρέντη, μέσω κάποιας περιφερειακής της Αθήνας αγοράς, προσθέτοντας έτσι τεχνητά ένα ακόμα «ενδιάμεσο στάδιο» διακίνησης, για το οποίο μπορεί να υπολογιστεί ένα ακόμα ποσοστό -εικονικό σ' αυτή την περίπτωση- χονδρεμπορικού κέρδους, που οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη προσαύξηση της λιανικής τιμής του. Η ουσία, πάντως, είναι ότι σκαρφίζονται διάφορους τρόπους, ώστε να υπερπολλαπλασιάζεται η αρχική τιμή πώλησης των προϊόντων, από το χωράφι μέχρι το ράφι του σούπερ μάρκετ ή της λαϊκής αγοράς.
Μέσα από την καταγραφή των «στιγμών» του κυκλώματος της διακίνησης των προϊόντων, εμφανίζεται ένα σύνολο σχέσεων - που παρουσιάζονται ως αντιθετικές - ανάμεσα σε «κρίκους», όπως: Ο παραγωγός αγροτικών προϊόντων. Ο έμπορος της αγοράς του Ρέντη. Ο πωλητής λαϊκών αγορών. Η αλυσίδα σούπερ μάρκετ. Οι καταναλωτές. Βεβαίως, όσο κι αν οι διαφορές ανάμεσα στα διάφορα κοινωνικά στρώματα εμφανίζονται ως ανταγωνιστικές, στην πραγματικότητα τα πράγματα είναι διαφορετικά: Η κύρια αντίθεση, όπως κι αν εξετάσουμε τον κύκλο της διακίνησης, είναι σαφώς ανάμεσα στην αλυσίδα του σούπερ μάρκετ και σε όλους τους υπόλοιπους. Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τα διάφορα στάδια διακίνησης μπορεί από μόνα τους να εμφανίζονται και ως ανταγωνιστικές σχέσεις, η κύρια αντίθεση είναι οι σχέσεις εκμετάλλευσης που εκδηλώνονται από τους εκπροσώπους της αλυσίδας, δηλαδή, του κεφαλαίου, σε βάρος όλων των άλλων: Του φτωχομεσαίου αγρότη που παλεύει ενάντια σε χίλιες δυο αντίξοες συνθήκες, για να εξασφαλίσει εν τέλει ένα πενιχρό εισόδημα. Του εμπόρου της λαχαναγοράς, ο οποίος βεβαίως επιδιώκει να πάρει όσο - όσο την παραγωγή, αλλά κι αυτός τελικά ως ενεργούμενο της αλυσίδας, λειτουργεί. Του «λαϊκισιάνου», ο οποίοι ξεκινά να δουλεύει την ώρα που οι πολλοί πάνε για ύπνο, με στόχο να καταφέρει να κρατήσει ένα μικρό κομμάτι από τον τζίρο της αλυσίδας, ώστε να εξασφαλίσει ένα μεροκάματο. Και, βεβαίως, του μισθωτού και του χαμηλοσυνταξιούχου, που αποτελούν και την πολυπληθέστερη κοινωνική τάξη και που στις «πλάτες» αυτών στήνεται όλο το σύστημα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, μικρό μέρος της οποίας διαπερνά το σημερινό ρεπορτάζ.
Οι σχέσεις εκμετάλλευσης, που γεννά η επικράτηση του κεφαλαίου και των εκπροσώπων του, μπορούν να αντιμετωπίσουν μόνο με το δρόμο του αγώνα, που από κοινού πρέπει να βαδίσουν όλοι οι εκμεταλλευόμενοι, για την υπεράσπιση των κοινών τους συμφερόντων. Αγώνας για τη δημιουργία του αγροτικού παραγωγικού συνεταιρισμού που στον αγρότη θα εξασφαλίζει αξιοπρεπές εισόδημα και στον εργαζόμενο και συνταξιούχο ποιοτικά και φτηνά προϊόντα, μέσα από ένα ανάλογο σύστημα προώθησης των προϊόντων στις αγορές, το οποίο θα αποτρέπει τον «παρασιτισμό» σε βάρος των παραγωγικών κοινωνικών στρωμάτων. Αγώνας που θα συνδέεται με την προοπτική της Λαϊκής Εξουσίας και Οικονομίας, αγώνας κοινός για τους εργάτες και τους μικρομεσαίους της πόλης και της υπαίθρου, στην κατεύθυνση του λαϊκού κοινωνικοπολιτικού μετώπου.