Πέμπτη 1 Δεκέμβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

ΑΥΡΙΟ: Το τελευταίο μέρος του οδοιπορικού του «Ρ»

«Συνδικάτα και Αριστερά: οι μεγάλες απουσίες»

Συνδικαλιστές μιλούν στο «Ρ» για το πώς το συνδικαλιστικό κίνημα και το ΚΚ Γαλλίας αποκόπηκε σταδιακά από την εργατική τάξη των προαστίων και σήμερα δεν έχουν καμία επιρροή

Από παλιότερη κινητοποίηση που διοργάνωσε η συνδικαλιστική οργάνωση CGT

Associated Press

Από παλιότερη κινητοποίηση που διοργάνωσε η συνδικαλιστική οργάνωση CGT
Εχει, ήδη, σκοτεινιάσει για τα καλά όταν φθάνω στο σημείο που έχουμε ραντεβού με τον Φιλίπ και τον Μαρσέλ. Τα φώτα έχουν ανάψει και η κίνηση στο δρόμο δεν είναι τόσο μεγάλη, αφού τα καταστήματα είναι κλειστά. Επιπλέον, όπως εξηγεί ο Φιλίπ, τις τελευταίες μέρες, λόγω των επεισοδίων, με τη δύση του ηλίου οι περισσότεροι κάτοικοι κλείνονται στα σπίτια τους.

Βρισκόμαστε στο προάστιο Αρζεντέιγ, βορειοδυτικά του Παρισιού. Η εντύπωση που μου δίνει, μέσα στο πρώτο σκοτάδι της νύχτας, είναι μιας αρκετά μεγάλης πόλης και δεν πέφτω έξω. Με βάση τα τελευταία επίσημα στοιχεία, αριθμεί περίπου 1.000.000 κατοίκους. Οι γειτονιές του έχουν η κάθε μία το δικό της χρώμα, κλίμα και ύφος: άλλες εμφανώς πιο πλούσιες, άλλες εντυπωσιακές με καινούριους ουρανοξύστες και σύγχρονα κτίρια, άλλες πιο φτωχές. Το Αρζεντέιγ, μία από τις αγαπημένες πόλεις του ζωγράφου Κλοντ Μονέ που έμεινε εδώ 6 χρόνια και του συγγραφέα Γκι ντε Μοπασάν, εξελίχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα βιομηχανικά και εργατικά προάστια της γαλλικής πρωτεύουσας.

Μαζί με αυτήν την εξέλιξη ήρθαν και τα γκέτο. Το σημαντικότερο γκέτο της πόλης βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο της. Είναι δύσκολο να το περιγράψει κανείς. Πρόκειται για εργατικές πολυκατοικίες που εκτείνονται κατά μήκος ενός πεζόδρομου με τη μορφή ανυψωμένης γέφυρας. Ακριβώς από κάτω από τη γέφυρα περνά ένας από τους μεγάλους αυτοκινητόδρομους της πόλης που οδηγούν εκτός των ορίων της. Με τον Μαρσέλ και τον Φιλίπ αρχίζουμε να περιδιαβαίνουμε τον, ομολογουμένως, μεγάλο πεζόδρομο με τα διαφορετικά επίπεδα.

Ο Μαρσέλ είναι πρώην συνδικαλιστής και νυν συνταξιούχος. Εζησε περισσότερα από 25 χρόνια στο Αρζεντέιγ και ακόμη και σήμερα, που έχει μετακομίσει στην επαρχία, έρχεται συχνά για να δει τους φίλους του που παραμένουν εδώ. Ο Φιλίπ είναι γέννημα θρέμμα του προαστίου. Εργάζεται στα ταχυδρομεία και τα τελευταία χρόνια είναι εκπρόσωπος, στον κλάδο του, στη συνδικαλιστική οργάνωση της CGT, που επηρεάζει το ΚΚ Γαλλίας, ολόκληρης της περιφέρειας του Παρισιού, δηλαδή του Ile de France (Ιλ ντε Φρανς), μια περιοχή όπου κατοικούν πάνω από 13 εκατομμύρια κάτοικοι.

Πρόκληση Σαρκοζί και.. σκιές πίσω από τις φωτιές

Σταματάμε μπροστά σε ένα μικρό δρομάκι που χωρίζει δύο ογκώδεις εργατικές πολυκατοικίες. «Εδώ, λέει ο Φιλίπ, πριν από μία βδομάδα περίπου ήρθε ο Σαρκοζί, περικυκλωμένος από ένα στρατό σωματοφυλάκων, για να εκφράσει δήθεν τη συμπαράστασή του στους κατοίκους και να αποκαλέσει τους νέους που συμμετείχαν στα επεισόδια απόβλητα. Εφυγε άρον άρον, όπως καταλαβαίνεις, γιατί το κλίμα δεν τον σήκωνε ιδιαιτέρως».

Στο Αρζεντέιγ, κυρίως στο σημείο που τώρα περιδιαβαίνουμε και σε όλους τους γύρω δρόμους, σημειώθηκαν σοβαρά επεισόδια. Πυρπολήθηκαν πολλά αυτοκίνητα και έγιναν αρκετές συλλήψεις. Οι συνομιλητές μου, πάντως, επιμένουν ότι τα επεισόδια σίγουρα δεν είχαν την έκταση που τους δόθηκε από τα ΜΜΕ και από την κυβέρνηση. Μου αναφέρουν ότι στο Αρζεντέιγ, υπήρξαν στιγμές που οι ίδιοι είδαν ανθρώπους που δεν είχαν καμία σχέση με τα γκέτο, να καίνε αυτοκίνητα. Ανθρωποι με εμφάνιση που θύμιζε μάλλον μέλη ακροδεξιών οργανώσεων παρά το στιλ ράπερ που κυριαρχεί στις εργατικές γειτονιές. Είναι μια παρατήρηση που άκουσα και σε άλλα προάστια.

«Δε λέμε ότι δεν έγιναν επεισόδια, ούτε ότι δεν ενεπλάκησαν παιδιά από τα γκέτο. Λέμε απλώς ότι υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς το ενδεχόμενο η διόγκωση που έλαβαν τα επεισόδια να ήταν και λίγο τεχνητή, από όλες τις απόψεις. Αλλωστε, μετά το "όχι" στο δημοψήφισμα για το "ευρωσύνταγμα", έπρεπε να γίνει σαφές ποιος κυβερνά αυτή τη χώρα, και πώς θα αντιμετωπιστεί ο οποιοσδήποτε διαφωνεί με τις επιλογές αυτές. Ε, τώρα, έγινε σαφές. Τρεις μήνες θα έχουμε κατάσταση έκτακτης ανάγκης».

Παρατηρώ ότι η παρουσία των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας είναι κάτι παραπάνω από έντονη. Κάτω από τη γέφυρα όπου βρίσκεται το γκέτο, έχουν σταθμεύσει περίπου 10 κλούβες της γαλλικής αστυνομίας με περισσότερους από 90 ράμπο. Δεν έχει επιβληθεί απαγόρευση της κυκλοφορίας αλλά λίγο ρόλο παίζει, αφού είναι εμφανές ότι παντού βασιλεύει η καταστολή και ο φόβος.

Αφού μου δείχνουν τις 2 - 3 πολυκατοικίες του γκέτο που έχουν προσφάτως ανακαινιστεί και όντως έχουν τεράστια αισθητική, τουλάχιστον, διαφορά από τις υπόλοιπες, καθόμαστε στο μοναδικό καφέ που είναι ανοιχτό στο πεζόδρομο. Το σκηνικό είναι βγαλμένο από ταινία. Είναι γεμάτο από ηλεκτρονικά παιχνίδια ενώ σε μία οθόνη προβάλλονται τα αποτελέσματα τυχερών παιχνιδιών. Οι λιγοστοί θαμώνες του, διαφόρων χρωμάτων, καθώς και η όλη ατμόσφαιρα, δε θυμίζουν σε τίποτε ότι βρισκόμαστε λίγα χιλιόμετρα από το Παρίσι, την πόλη του φωτός. Αντίθετα, ο αέρας είναι πνιγηρός από τα τσιγάρα και βαρύς από την παρακμή.

Δύο πελάτες διαπληκτίζονται εντόνως μεταξύ τους, με τον έναν να κατηγορεί τον άλλο ότι είναι μεθυσμένος. Παρεμβαίνουν οι υπόλοιποι και πετούν έξω το... μεθυσμένο. Το δάπεδο είναι γεμάτο αποτσίγαρα καθώς δεν υπάρχουν τασάκια. Ενας τεράστιος σκύλος περιφέρεται ανάμεσα στα πλαστικά τραπέζια ενώ το αφεντικό του και ιδιοκτήτης του μαγαζιού τού φωνάζει διαρκώς να απομακρυνθεί. Συνειδητοποιώ ότι είμαι η μοναδική γυναίκα στο χώρο, εκτός από την κοπέλα που σερβίρει και έχει αμφίεση καμπαρέ.

«Είναι το μοναδικό μέρος στη γειτονιά που μαζεύονται όλοι για έναν καφέ, για μια μπίρα. Βέβαια, λόγω της κατάστασης, υπάρχει ένα γενικό μούδιασμα» εξηγεί ο Φιλίπ. Αρχίζει να μου περιγράφει την κατάσταση και το πώς τα πράγματα έφθασαν στα επεισόδια: ανεργία, μιζέρια, οργή, έκρηξη. Η γνωστή οδός που έχω ακούσει από όλους τους άλλους συνομιλητές μου αυτές τις μέρες. Η ανεργία και η αγανάκτηση στο γκέτο χτυπούν «κόκκινο».

«Τεράστιο το πολιτικό κενό»

Και τα συνδικάτα τι έκαναν ή τι κάνουν, ρωτώ. «Βασικά, τίποτε» απαντά ο Φιλίπ. «Τα συνδικάτα, και ιδιαίτερα η CGT είχαν πολύ μεγάλη δράση σε όλα τα προάστια και ιδιαίτερα στα γκέτο μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '90. Στα τοπικά παραρτήματά τους συμμετείχαν πολλοί από τους γονείς των παιδιών που σήμερα βρέθηκαν στο δρόμο. Ηταν εντυπωσιακό και μόνο να παρακολουθήσεις μια συνεδρίαση: υπήρχαν όλων των ειδών τα χρώματα, οι διάλεκτοι, οι καταγωγές».

«Δυστυχώς όμως, συνεχίζει, τα συνδικάτα δεν ακολούθησαν τις εξελίξεις, δεν προσαρμόστηκαν στη νέα πραγματικότητα. Οταν άρχισαν σωρηδόν οι απολύσεις, πολλά από τα μέλη τους βρέθηκαν στην ανεργία. Και πρώτοι από όλους, οι πιο αδύναμοι, δηλαδή οι πρώην μετανάστες ή τα παιδιά τους. Τα συνδικάτα, συμπεριλαμβανομένης φυσικά της CGT, δεν αντέδρασαν αποτελεσματικά. Επέμειναν στις παραδοσιακές μεθόδους οργάνωσης και πάλης. Δε συνειδητοποίησαν ότι με εργασιακές επιτροπές και με τον κύριο όγκο των αιτημάτων τους να ασχολείται με τα εργασιακά, άφηναν σταδιακά εκτός, όλους εκείνους που, φυσικά, δεν τους ενδιέφεραν πλέον οι εργασιακές συνθήκες και οι μισθοί γιατί δεν είχαν καν μεροκάματο.

Ετσι, σταδιακά οι επαφές με αυτή τη μάζα των ανθρώπων χάθηκαν. Οταν τα συνδικάτα αποφάσισαν να ασχοληθούν λίγο περισσότερο με τους ανέργους, ήταν ήδη αργά. Οι δεσμοί είχαν χαθεί, κανείς δεν τους είχε εμπιστοσύνη. Οι πρώην συνάδελφοί μας είχαν εγκαταλειφθεί στην τύχη τους, στην απελπισία, στην απόγνωση και σε ό,τι αυτό συνεπάγεται: αλκοολισμός, βία, καταθλίψεις, οικογενειακά προβλήματα, εξώσεις... Ακόμη και τώρα, με τα επεισόδια, τα συνδικάτα αντέδρασαν με γενικόλογες ανακοινώσεις. Δεν ανέλαβαν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, δεν προσπάθησαν να αποκαταστήσουν την επαφή με τα γκέτο».

«Το πρόβλημα, παρεμβαίνει ο Μαρσέλ, δεν περιορίζεται στα συνδικάτα. Είναι γενικό, πολιτικό, και συνδέεται με τη στάση και την τακτική που έχουν επιλέξει να κρατήσουν σχεδόν όλα τα κόμματα της Αριστεράς. Εγώ ήμουν επί δεκαετίες χρόνια μέλος του ΚΚ. Εδώ, στο Αρζεντέιγ που έμενα, ένας από τους βασικούς άξονες δράσης μας ήταν η πολιτική δουλιά μέσα στις εργατικές συνοικίες, στα γκέτο. Γνωρίζαμε τους κατοίκους με το μικρό τους όνομα. Οι κομματικές οργανώσεις λειτουργούσαν ως δίαυλος επικοινωνίας και συγχώνευσης των διαφορετικοτήτων, καλλιεργούσαν μια άλλη οπτική και συμπεριφορά μεταξύ μας, τη συνείδηση ότι όλοι είμαστε Γάλλοι και εργάτες, άρα δε μας χωρίζει κάτι.

Η προσπάθεια για να σπάσει η ξενοφοβία και ο σοβινισμός, δύο χαρακτηριστικά που η αστική τάξη τροφοδοτεί μεθοδικά για να μας διασπά, ήταν διαρκής και αποτελεσματική σε μεγάλο βαθμό. Σήμερα, το ΚΚ Γαλλίας δεν έχει ούτε μία οργάνωση στα γκέτο, όπως δεν έχει και αλλού. Δεν ξέρω αν ήταν η καλύτερη δυνατή δομή, αλλά σίγουρα είναι προτιμότερη από την παντελή απουσία».

«Και η απουσία αυτή φάνηκε στα τωρινά επεισόδια, συμπληρώνει ο Φιλίπ. Ηταν απλώς ξέσπασμα τυφλής βίας και μάλιστα από κάποιους λίγους. Οι περισσότεροι, νέοι και μεγαλύτεροι, είναι απλώς κλεισμένοι στα σπίτια τους, εγκλωβισμένοι στα αδιέξοδα και στην απόγνωση. Καμία προοπτική, καμία πρόταση, καμία ελπίδα. Η γαλλική Αριστερά έχει τεράστια ευθύνη για αυτό το τέλμα».

Σηκωνόμαστε να φύγουμε. Το κρύο είναι τσουχτερό και οι δρόμοι αρχίζουν πραγματικά να ερημώνουν. Το μοναδικό μαγαζί που φαίνεται να έχει κίνηση είναι ένα αραβικό σουβλατζίδικο που δίνει φαγητό για το σπίτι. Ο Μαρσέλ ψάχνει κάτι στις πινακίδες με τα ονόματα των δρόμων. «Α, ωραία!» μονολογεί κάποια στιγμή. «Τώρα, λύθηκαν όλα».

Τον ρωτώ τι ακριβώς συμβαίνει. Μου εξηγεί ότι ο κεντρικός δρόμος του γκέτο λεγόταν «οδός Λένιν», ενώ τώρα έχει μετονομαστεί σε οδό «ευρωπαϊκής ενοποίησης». «Αλλωστε, τη βιώνουμε όλη αυτήν την ισότητα και την ενοποίηση» σχολιάζει ειρωνικά, ενώ μπαίνουμε στο αυτοκίνητο. Καθώς κατευθυνόμαστε προς το σταθμό του τρένου, οι κλούβες έχουν ανάψει τους φάρους, και τα αστυνομικά αυτοκίνητα μαρσάρουν κάτω από τη γέφυρα του γκέτο. Ετσι ...από συνήθεια.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ